Μπροστά σε ανοιχτά μέτωπα και χαίνουσες πληγές βρίσκεται η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών, καθώς αναλαμβάνει τη στιγμή που επιχειρείται η επιτάχυνση των διαδικασιών εμπέδωσης του γεωοικονομικού-ενεργειακού δόγματος της Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής, ενώ παράλληλα επιχειρείται ο διαχωρισμός Αλβανίας και Βόρειας Μακεδονίας, για την επανεκκίνηση της ενταξιακής διαδικασίας. Ο Νίκος Δένδιας όμως, έχει στο χαρτοφυλάκιό του και την Οικονομική Διπλωματία, η οποία αναβαθμίζεται και στόχος είναι να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος για την προσέλκυση νέων επενδύσεων και την προώθηση των εξαγωγών.
Ελλάδα και Κύπρος αναβαθμίζονται γεωπολιτικά, αλλά παράλληλα επωμίζονται αυξημένους κινδύνους, καθώς η Τουρκία βιώνει την ίδια στιγμή, πολύπλευρες πιέσεις και η ηγεσία του Ταγίπ Ερντογάν αμφισβητείται. Τα ελληνοτουρκικά, το κυπριακό και τα ενεργειακά, όμως, δεν είναι τα μοναδικά μέτωπα, στα οποία απαιτείται επαγρύπνηση και άμεση ανταπόκριση, καθώς η νέα ελληνική κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί τη δυνητικά εκρηκτική κατάσταση τα Δυτικά Βαλκάνια, καθώς η Αλβανία έχει βυθιστεί σε πολιτική κρίση, το Κόσοβο φλερτάρει με την αποσταθεροποίηση, όπως άλλωστε και το Μαυροβούνιο και η μόνη σταθερή περιοχή, προς ώρας, είναι η Βόρεια Μακεδονία.
Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Ρωσίας όπως εκφράζεται μέσα από τις εντάσεις με την Τουρκία και τα Βαλκάνια αποτελεί μια ακόμη από τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών, ξεκινά με ταχύτητα για να διαβεβαιώσει φίλους και συμμάχους για τη συνέχεια του κράτους και να στείλει μήνυμα διατήρησης των πάγιων θέσεων, έναντι αναθεωρητικών προσπαθειών, ιδιαίτερα από την Τουρκία αλλά και παρελκυστικών τακτικών, που έχει πολλάκις χρησιμοποιήσει η Αλβανία.
Το προσφυγικό, το λαθρεμπόριο και οι νέες δομές συνεργασίας και ασφάλειας στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη βρίσκονται επίσης ψηλά στη λίστα της νέας πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών.
Συμφωνία Πρεσπών
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αν και επέκρινε προεκλογικά τη Συμφωνία των Πρεσπών, δεν έχει τη δυνατότητα να την ακυρώσει, καθώς τέτοιο ενδεχόμενο θα την έφερνε αντιμέτωπη με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δηλώσει ότι η ΝΔ θα τιμήσει τη Συμφωνία των Πρεσπών, εφόσον επικυρώθηκε από την ελληνική Βουλή, αλλά θα εργαστεί για να βελτιώσει τις προβληματικές συνέπειές της.
Ωστόσο, είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει περιορισμένα περιθώρια διπλωματικών ελιγμών και ότι θα παρακολουθήσει την πιστή εφαρμογή της, προβαίνοντας σε σε διορθωτικές κινήσεις, όπου και εφόσον κριθούν απαραίτητες, χωρίς ωστόσο να διαταράσσει την εξέλιξη των πραγμάτων στα ήδη ταραχώδη Βαλκάνια.
Ερώτημα παραμένει αν η νέα κυβέρνηση θα επιμείνει στην πολιτική ενισχυμένου ρόλου στα Βαλκάνια τόσο μέσω των αγωγών, όσο και δια της επιχειρηματικής διείσδυσης, στρατηγική που αν και χαραγμένη επί χρόνια, υλοποιήθηκε επιθετικά με υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργου Παπανδρέου, όταν η Ελλάδα επένδυσε στα Βαλκάνια με το ΕΣΟΑΒ και εν συνεχεία με τον Νίκο Κοτζιά, που χρησιμοποίησε τη Συμφωνία των Πρεσπών για την αύξηση της επιρροής, καθώς και τον πολιτισμό για την εμπέδωση δεσμών, εντάσσοντας μάλιστα πολλές από τις πρωτοβουλίες στο πλαίσιο του Berlin Process.
Ελληνοτουρκικά
Τα ελληνοτουρκικά, αποτελούν τη σοβαρότερη πρόκληση για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς οι πολύπλευρες πιέσεις που ασκούνται στην Τουρκία και στον Ταγίπ Ερντογάν προσωπικά, δεν επιτρέπουν εφησυχασμό. Η προσπάθεια της Τουρκίας να θέσει τα ενεργειακά της Ανατολικής Μεσογείου στον φάκελο του Κυπριακού και να απεξαρτήσει τα διμερή θέματα με Ελλάδα και Κύπρο από την ευρωτουρκική ατζέντα, αποτελεί την πρόκληση σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η «επίθεση φιλίας» του Ταγίπ Ερντογάν στον Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία αν και απαντήθηκε από τον Νίκο Δένδια, είναι εντούτοις ενδεικτική της στρατηγικής επαναφορές των διμερών σχέσεων στην προτεραία κατάσταση. Όπερ σημαίνει ανάσχεση της υλοποίησης του γεωοικονομικού δόγματος της Ανατολικής Μεσογείου, το οποίο συνίσταται σε δύο πυλώνες, τον ενεργειακό και την ασφάλεια. Οι δύο αυτοί άξονες πραγματώνονται μέσω πολυμερών σχημάτων, στα οποία Ελλάδα και Κύπρος έχουν κεντρικό και συνθετικό ρόλο, ενώ η προοπτική του East Med και η ασφάλεια που απαιτείται, οδηγεί σε νέες ευρύτερες και συσχετισμένες Βαλκανο-μεσογειακές δομές, από τις οποίες όμως έχει αποκλειστεί η Τουρκία.
Υπ ’ αυτό το πρίσμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να ερμηνεύσει εαυτόν, προσφέροντας περισσότερα στοιχεία για την επανεκκίνηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, για την οποία μίλησε στον Ταγίπ Ερντογάν, κατά την διάρκεια της τηλεφωνικής τους επικοινωνίας.
Κυπριακό
Το Κυπριακό, που μετά το Κραν Μοντάνα έχει μετεξελιχθεί σε ζήτημα κατοχής και εγγυήσεων, βρίσκεται πάλι σε κομβικό σημείο, καθώς εφόσον προχωρήσουν οι γεωτρήσεις και ο East Med, τότε η Τουρκία δεν θα έχει άλλη επιλογή από τον συμβιβασμό. Όσο όμως η Άγκυρα θεωρεί ότι διαθέτει εργαλεία και παρέμβαση που θα μπορούσε να ανακόψει τη δυναμική εδραίωσης του γεωοικονομικού δόγματος, είτε μέσω του ρόλου της ως περιφερειακός ταραξίας, είτε μέσα από τις σχέσεις με ΗΠΑ και Ρωσία, τότε η λύση του θα αποτελεί άπιαστο όνειρο.
Την κατάσταση αυτή γνωρίζουν τόσο τα στελέχη του ΥΠΕΞ όσο και η νέα κυβέρνηση, ενώ οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του στρατηγικού διαλόγου με τις ΗΠΑ. δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ελιγμών, εκτός εάν υπαναχωρήσουν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, στο πλαίσιο επαναπροσδιορισμού των σχέσεων με την Τουρκία. Ωστόσο, η προοπτική αυτή δεν φαίνεται να συγκεντρώνει αυξημένες πιθανότητες, καθώς θα προκαλούσε ντόμινο παρενεργειών, τη στιγμή που προωθείται το πακέτο Κούσνερ για την επίλυση του Μεσανατολικού, στο οποίο αντιδρά η Άγκυρα.
Μεταναστευτικό
Μείζον ζήτημα είναι και το μεταναστευτικό, το οποίο αν και έχει υποτιμηθεί, λόγω της ύφεσης των ροών, εν τούτοις επανέρχεται στρατηγικά σε ολόκληρη την Ευρώπη και η τροχιά που θα λάβει εξαρτάται από τις σχέσεις Γερμανίας και Γαλλίας με την Ιταλία καθώς από τον ρόλο των V4 στις νέες δομές.
Για να προλάβει δυσμενείς εξελίξεις ο Αλέξης Τσίπρας είχε ζητήσει τη διατήρηση του χαρτοφυλακίου Μετανάστευσης και στη νέα Κομισιόν, τακτική που αναμένεται να επαναξιολογήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθώς υπάρχουν δηλώσεις ότι θα διεκδικήσει πιο παραγωγικό χαρτοφυλάκιο.