Η ποίηση δεν απευθύνεται μόνο στους ευαίσθητους ή σε εκείνους που αναστοχάζονται τα όσα συμβαίνουν σ’ αυτόν τον κόσμο, τον μικρό, τον μεγάλο. Τη χρησιμότητά της τη βλέπουμε παντού. Πολλώ δε μάλλον στην πολιτική. Καταφεύγοντας στον στίχο του νομπελίστα Οδυσσέα Ελύτη «αν το ασήμαντο εμβαθύνεις πολλά μέλλει να μάθεις» διαπιστώνουμε ότι αποτελεί το καταλληλότερο εργαλείο για να αντιληφθούμε τα όσα διαδραματίζονται στον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα.
Εν μέσω πανδημίας, πράγματι, είναι από αδιάφορα έως ασήμαντα οι εσωτερικές έριδες και οι εσωκομματικοί ανταγωνισμοί. Ουσιαστικά, δεν ενδιαφέρουν ούτε καν το κοινό του. Το χειρότερο, προκαλούν αποστροφή. Τι σημασία έχουν οι αντιπαραθέσεις της μιας ομάδας με την άλλη, όταν οι πολίτες βιώνουν τις πολλαπλές επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης; Μόνο όσοι είναι αποκομμένοι από τη ζώσα πραγματικότητα δεν κατανοούν τα αυτονόητα. Έτσι, άλλωστε, εξηγείται και η δημοσκοπική στασιμότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ένας ολόκληρος μηχανισμός αξιωματούχων, βουλευτών, στελεχών περιχαρακώνεται εντός των τειχών του. Η διαπάλη τους περιορίζεται σε νεκρές ιδέες, σε ιδεοληπτικές εμμονές και σε αριστερόστροφες φαντασιώσεις. Βέβαια, απώτερος στόχος τους είναι η εδραίωση της θέσης τους σε έναν αφυδατωμένο και αποστεωμένο κομματικό οργανισμό. Την ίδια ώρα ο αρχηγός τους απλώς παρακολουθεί αμήχανος και μπλοκαρισμένος. Ενίοτε παρεμβαίνει, προσπαθώντας να συγκεράσει αντικρουόμενες αντιλήψεις και απόψεις. Το αποτέλεσμα είναι ο εξισορροπητικός του λόγος να απομειώνει την όποια απήχηση και εμβέλεια έχει ο ίδιος. Αλλά και να αντιστρατεύεται την ηγετικότητά του.
Εύλογα γεννάται το ερώτημα: Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε διαρκή τρικυμία; Η απάντηση, αν και σύνθετη, έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Μια πρώτη ερμηνεία είναι πως δεν αισθάνεται καθόλου καλά μετά την απομάκρυνσή του από την εξουσία. Μια άλλη, την οποία θεωρώ και σημαντικότερη, ότι αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις. Η δυσαρμονία, η ανακολουθία του με το νέο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον μοιάζει κραυγαλέα. Ο πολυδιαφημιζόμενος μετασχηματισμός του στερείται ουσίας και περιεχομένου. Ο εγκλεισμός του τον κρατά καθηλωμένο.
Η ηγεσία και τα στελέχη του αντί να μελετήσουν και να προβληματιστούν γιατί ο λόγος και οι απόψεις τους δεν βρίσκουν ανταπόκριση, πράττουν το ακριβώς αντίθετο. Κατηγορούν τους αντιπάλους τους, ανασύροντας από το παρελθόν έναν δοκιμασμένο και αποτυχημένο ιδεολογικοπολιτικό εξοπλισμό. Αναμασώντας παλιά κλισέ και στερεότυπα, βάζουν στον καμβά τους την καταπολέμηση του νεοφιλελευθερισμού και του αυταρχισμού, αδυνατώντας να πείσουν ακόμη και το εκλογικό τους σώμα. Ενδεικτικό είναι πως δεν εισπράττουν τη φθορά της κυβέρνησης. Αντιθέτως, αξιόλογο τμήμα των ψηφοφόρων τους επιβραβεύει τους χειρισμούς της τελευταίας σε μείζονα ζητήματα.
Η εμφανής υστέρηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει αναμφίβολα θεατές και αθέατες πλευρές. Ωστόσο, εγκύπτοντας στα προβλήματα που αντιμετωπίζει, εύκολα διαπιστώνουμε τον πυρήνα τους. Το 2015 τα αντιμνημονιακά του στρατηγήματα, τον εκτίναξαν στην εξουσία. Κι αυτό γιατί τότε διέθετε το πλεονέκτημα της εναρμόνισής του με το κυρίαρχο στην κοινή γνώμη κλίμα.
Τώρα, όμως, φαίνεται να συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Η σημερινή του μορφή, ο λόγος κι η εικόνα του παραπέμπουν σε προγενέστερη εποχή. Επιπλέον, με τα όσα κομίζει στις αποσκευές του θα δυσκολευτεί πολύ να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πολιτική δεν είναι στατική. Στον βαθμό που η διακηρυγμένη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ αποκτήσει πρακτικό αντίκρισμα γίνονται εφικτές και οι αναδιατάξεις.
Η κυριαρχία του Αλέξη Τσίπρα στον αποκαλούμενο κεντροαριστερό χώρο δεν είναι πρόσκαιρη. Η στασιμότητα του ΚΙΝΑΛ ευνοεί τα σχέδιά του. Καίριο ζήτημα συνιστά αν ο πρώην πρωθυπουργός μπορεί να αφομοιώσει και να ενσαρκώσει πολιτικές που θα του επιτρέπουν να σταθεροποιήσει και να ισχυροποιήσει τη θέση του στο νέο σκηνικό του δικομματισμού.
Πέρα, λοιπόν, από τα ασήμαντα της εσωκομματικής ζωής του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν και τα σημαντικά, στα οποία θα κριθεί ο πρόεδρός του.