Διακινητές είπαν σε δύο φίλους από τη Συρία, τον 34χρονο Ανάς Κανάαν και τον 36χρονο Μουέιν αλ Χάντι, ότι θα περάσουν εύκολα στη Γερμανία από τη Λευκορωσία. Απλώς θα έπρεπε να πληρώσουν 3.000 ευρώ ο καθένας σε έναν μεσολαβητή στην Τουρκία.
Όμως οι ασφαλείς δρόμοι από τη Λευκορωσία στην Πολωνία που τους είχαν δείξει οι διακινητές έκλεισαν. Έπειτα από περισσότερο από μία εβδομάδα που πέρασαν οι δύο φίλοι στα παγωμένα δάση στα σύνορα, ένας διακινητής τους οδήγησε σε ένα πολωνικό χωριό, όπου τους εντόπισε η αστυνομία και τους έστειλε πίσω στη Λευκορωσία.
«Είναι σαν να εξανεμίστηκαν τα χρήματά μας», δηλώνει ο αλ Χάντι που τώρα βρίσκεται σε έναν αγρό κοντά στην πολωνική πόλη Όρλα, αφού κατάφερε και πάλι να περάσει τα σύνορα. Όμως τώρα δεν μπορεί να περπατήσει άλλο γιατί τα πόδια του έχουν πρηστεί από το κρύο.
Ο παιδικός του φίλος Κανάαν προσθέτει: «Είναι όλα ψέματα. Όλοι σε οδηγούν σε δρόμους όπου μπορεί να πεθάνεις. Και στο τέλος σου λένε ότι δεν έχουν καμία ευθύνη για εσένα. Πέθανε, δεν τους νοιάζει. Το μόνο που θέλουν είναι τα λεφτά σου».
Λίγο αργότερα, οι δύο Σύροι ―που δήλωσαν ότι θέλουν να υποβάλουν αίτηση για την παροχή ασύλου στην Πολωνία και όχι να φτάσουν στη Γερμανία—συνελήφθησαν ξανά από Πολωνούς συνοριοφύλακες και θα μεταφέρονταν σε κέντρο κράτησης.
«Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι τους οδήγησαν σε μια παγίδα και ότι αυτά που τους υποσχέθηκαν ήταν ψέματα», δηλώνει η Μαρίσια Ζλοκίεβιτς, μια Πολωνή ακτιβίστρια της οργάνωσης With Bread and Salt.
Πιο δύσκολο να περάσουν
Η κρίση στα σύνορα της Λευκορωσίας, όπου έχουν συγκεντρωθεί χιλιάδες μετανάστες από τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν και αλλού που ελπίζουν να εισέλθουν στην ΕΕ, συνεχίζεται εδώ και μήνες.
Η Πολωνία και η ΕΕ κατηγορούν τον Λευκορώσο πρόεδρο Αλεξάντρ Λουκασένκο ότι ενθαρρύνει τους μετανάστες να φτάσουν στη χώρα του και να περάσουν παράτυπα τα σύνορα για να εκδικηθεί τη Δύση για τις κυρώσεις που έχει επιβάλει στο Μινσκ για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Λευκορωσία το αρνείται και απαντά ότι για την ανθρωπιστική κρίση στα σύνορά της φταίει η ΕΕ.
Οι μετανάστες από την πλευρά τους δυσκολεύονται περισσότερο να εισέλθουν στην ΕΕ.
Υπό την πίεση των Βρυξελλών πολλές αεροπορικές εταιρείες έχουν περιορίσει τις πτήσεις τους από χώρες της Μέσης Ανατολής προς τη Λευκορωσία, ενώ ταξιδιωτικά γραφεία στην περιοχή έχουν σταματήσει να πουλούν εισιτήρια για την πρώην σοβιετική δημοκρατία.
Η Πολωνία έχει αναπτύξει περισσότερους από 20.000 συνοριοφύλακες, στρατιώτες και αστυνομικούς στη μεθόριο με τη Λευκορωσία, ενώ οι λευκορωσικές αρχές έχουν μεταφέρει πολλούς μετανάστες πίσω στο Μινσκ προκειμένου να τους επαναπατρίσουν.
Η συνοριοφυλακή της Πολωνίας ανακοίνωσε ότι οι απόπειρες των μεταναστών να περάσουν τα σύνορα έχουν μειωθεί σε περίπου 200 ημερησίως από περίπου 500.
Εξάλλου περισσότεροι από 300 διακινητές μεταναστών έχουν συλληφθεί στην Πολωνία από τον Αύγουστο, σύμφωνα με τα στοιχεία της αστυνομίας. Αυτοί κατάγονται από χώρες όπως η Γερμανία, η Σουηδία, η Ουκρανία και η Γεωργία.
Καθώς η διέλευση από τα σύνορα έχει γίνει πιο δύσκολη, οι διακινητές έχουν αυξήσει τις τιμές σε περίπου 6.000 ευρώ το άτομο, δήλωσαν μετανάστες στο Reuters.
«Καμία επιστροφή»
«Κάθε ημέρα τα πράγματα αλλάζουν στα σύνορα. Κάθε ημέρα υπάρχει ένα νέο εμπόδιο, περισσότεροι φρουροί, περισσότεροι άνθρωποι», δηλώνει ο Σύρος μετανάστης Χάλεντ Ζέιν αλ Ντιν, 45 ετών, από ένα ανοικτό κέντρο μεταναστών στην πολωνική πόλη Μπιαλιστόκ.
Ο ίδιος και οι πέντε συγγενείς του έδωσαν 18.000 ευρώ στους διακινητές που τους υποσχέθηκαν να τους πάνε σε ασφαλές διαμέρισμα, με ένα αυτοκίνητο που θα προπορεύεται για να διασφαλίζει ότι δεν θα υπάρχουν έλεγχοι της αστυνομίας. Κι αυτό αποδείχθηκε ψέμα και συνελήφθησαν.
Εκπρόσωπος του πολωνικού στρατού δήλωσε ότι τα αυξημένα μέτρα ασφαλείας κάνουν τους μετανάστες πιο απελπισμένους, με πολλούς να κάνουν χρήση βίας για να προσπαθήσουν να περάσουν τα σύνορα, κυρίως πιο νότια, με τη βοήθεια των Λευκορώσων που τους δίνουν εργαλεία για να ρίξουν τον φράκτη.
Παρά τις χαμηλές θερμοκρασίες, που πέφτουν συνεχώς, και τον αυξημένο κίνδυνο να συλληφθούν, οι μετανάστες δεν φαίνονται διατεθειμένοι να τα παρατήσουν, επισημαίνει η Ζλονκίεβιτς.
«Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους δεν έχουν τίποτα στο οποίο θα μπορούσαν να γυρίσουν», εξηγεί. «Οικογένειες χρεώθηκαν ή πούλησαν το διαμέρισμα ή το σπίτι τους. Δεν υπάρχει επιστροφή».