Σε όλη μου τη ζωή, έχω πιστέψει μόνο μια θεωρία συνωμοσίας:
Στο τέλος του “Τιτανικού” ο Τζακ δεν ήταν ακόμα νεκρός. Η Ρόουζ τον έσπρωξε από την πόρτα προς τον θάνατό του, για να τη βρουν πριν την πάρει στο βυθό μαζί του. Και καλά έκανε.
Θα μας χρειαστεί στη συνέχεια.
Διάβασα προσεκτικά το άρθρο του φίλου μου Κ. Μουρτοπάλλα, σχετικά με την αναβίωση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (ή όπως αλλιώς θέλει να λέγεται αυτήν την εβδομάδα). Με το που το έκλεισα, βρήκα την αγαπημένη μου σελίδα στην ιστορία της λογοτεχνίας και την άφησα στο προφίλ του στο Facebook, μειδιάζοντας στην γνωστή του καθαρεύουσα παρρησία (το ξέρεις, Κώστα, μισώ τις δύσκολες λέξεις).
Το παρακάτω είναι μια απόπειρα να εξηγήσω τη σελίδα αυτή από τον Γιάνκη του Κονέκτικατ του Μαρκ Τουέην, με λίγα παραπάνω λόγια.
Γιατί να το κάνω αυτό; Επειδή το ζήτημα του δημοκρατικού σοσιαλισμού στην Ελλάδα με πληγώνει, μολονότι δεν έχω καμιά σχέση με τον χώρο. Με πληγώνει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που θα πληγωνόταν ο Byrne, αν μετά την Παρτίδα του Αιώνα ο νεαρός Bobby Fischer αποφάσιζε να πέσει στην ηρωίνη:
Με πληγώνει η απώλεια ενός άξιου αντιπάλου, η άμιλλα με τον οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε παραγωγικά αποτελέσματα για όλους.
Τι ήταν το ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Ήταν η πρώτη ελληνική (πατριωτικά ελληνική) γέφυρα ανάμεσα στον σοσιαλισμό και την αστική δημοκρατία. Δεν ήταν το προσωποπαγές Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (μετονομασθέν χάριν ακριβείας σε “Κόμμα Γεωργίου Παπανδρέου”), ούτε η απλώς “κεντρώα” Ένωση Κέντρου- ένα κράμα χωρίς άλλες ιδέες πέραν της ενεργής αποχής από το ψυχροπολεμικό ιδεολογικό δίπολο.
Είχε προοπτικές: Μπορούσε να γίνει κάτι παραπάνω από μια μεσοβέζικη λύση στα εμφυλιακά πάθη. Μπορούσε να προτείνει την ελληνική αδέσμευτη συμμετοχή στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Μπορούσε να προωθήσει μέτρα για την ελάφρυνση της μεσαίας και κατώτερης τάξης, χωρίς να φορτωθεί το μίασμα της “ισοπεδωτικής ισότητας” ή του “ταξικού πολέμου”.
Μπορούσε, κι απέτυχε.
Βλέπεις, βάσισε την ύπαρξή του σε έναν μύθο: στο “Όλα Πάνε Καλά” με τους ελληνικούς θεσμούς, με την ύπαιθρο, με τα εργασιακά δικαιώματα, τα συνδικάτα, τα “checks and balances” της ελληνικής δημοκρατίας.
Σαν την ομώνυμη ταινία ένα πράγμα.
Το βάρος του δημοκρατικού σοσιαλιστή είναι πως δεν έχει χώρο για εφησυχασμό. Πρέπει πάντα να στέκεται άγρυπνος σε δυο πόδια: από τη μια, η εξυγίανση της δημοκρατίας και από την άλλη το ταξικό πρόσημο. Με το ένα χέρι προστατεύει την ελευθερία στις συναλλαγές, και με το άλλο την εγγυάται εξασφαλίζοντας τις κατώτερες τάξεις. Δικαιοσύνη για όλους; Ναι, αλλά με μέριμνα για τα δίκαια των πολλών. Βαρύ φορτίο η ισορροπία ανάμεσα σε τύποις και πράγμασι ελευθερία και ισότητα, που λίγες πολιτικές μερίδες αναλαμβάνουν να σηκώσουν.
Αυτά για τους πραγματικούς δημοκρατικούς σοσιαλιστές.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ, τώρα, κληρονόμησε ένα ανελεύθερο Σύνταγμα, αλλά δεν το αμφισβήτησε, γιατί βόλευε και ήταν καλύτερο από τη Χούντα. Κληρονόμησε μια οικονομία που έπνεε τα λοίσθια κάτω από το βάρος της αλόγιστης δαπάνης και της απομόνωσης, αλλά δεν χτύπησε τα συμφέροντα που τσέπωσαν τη διαφορά, γεννώντας την “διαπλοκή”. Αξιοποίησε τη “νόσο Παπαδόπουλου” που για επτά χρόνια μας σκότωνε, και (ω, τι έκπληξη!) κόλλησε.
Κι ύστερα ήρθε το 2009.
Ο λογαριασμός της ιστορίας. Η στιγμή που το ΠΑ.ΣΟ.Κ εκδήλωσε συμπτώματα, μπήκε στην εντατική, προσπάθησε να αυτοσυντηρηθεί και πλέον είναι σε μηχανική υποστήριξη (με την αρχαϊκή έννοια: βασίζεται σε πολιτικές μηχανές για να έχει έστω και μια έδρα στη Βουλή του ’20). Και κάπου εκεί είναι και μερικοί ιδεολόγοι σε αναζήτηση οχήματος- όσοι δεν έχουν επιβιώσει με μετακινήσεις ή την αδράνειά τους, κατά την προσφιλή τακτική των φελλών. Προς τον Μουρτοπάλλα, λοιπόν, και όποιον άλλο δημοκρατικό σοσιαλιστή έχει κουραστεί να κουβαλάει έναν μηχανισμό προνομίων και οικογενειοκρατίας:
Ήρθε η ώρα να βγάλετε την πρίζα.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. συμπεριφέρεται όπως ο Τζακ, στα τελευταία λεπτά του Τιτανικού: κρέμεται από την πόρτα σας για να επιβιώσει, με κίνδυνο να σας τραβήξει στο βυθό μαζί του. Ξέρω πως το αγαπήσατε, ξέρω πως σας πονά να το χάσετε, αλλά οφείλετε στους εαυτούς σας να πεθάνει.
“Τότε, γιατί να μην πεθάνει φυσικά; Γιατί να μην προσπαθήσουμε να το σώσουμε, κι ας αποτύχουμε;”
Γιατί χρειάζεστε την ενεργή επιλογή να το σκοτώσετε. Πάνω από όλα, το σφάλμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. βασιζόταν στην, επίσης κληρονομημένη, λογική προσωπολατρείας, συμβιβασμού και “κέντρου”. Μιας λογικής που υπάρχει ακόμα στους Έλληνες δημοκρατικούς σοσιαλιστές: μια τάση αποκήρυξης του δυναμικού ακτιβισμού και της ανατροπής, μια λογική “μέσης λύσης”.
Χρειάζεστε να αποκηρύξετε αυτό το παρελθόν, για να διεκδικήσετε το μέλλον που αξίζει στις ιδέες σας. Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός δεν είναι πλέον “κέντρο”. Είναι, ειδικά στα χρόνια του Μπολσονάρο και του Τραμπ, μια αυτόνομη πρόταση: η πρόταση του Βαλέσα, του Κλίντον, σήμερα του Σάντερς και της Οκάζιο-Κορτέζ.
Χρειάζεστε να σκοτώσετε το ΠΑ.ΣΟ.Κ., για να ζήσουν οι δημοκρατικοί σοσιαλιστές του.