Η μεγάλη πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου στην Ανατολική Αττική έφερε στην επιφάνεια με τον πλέον άχαρο και μακάβριο τρόπο (όπως είθισται να γίνεται στη χώρα μας) ένα πρόβλημα χρόνων, που όμως καμία Κυβέρνηση και τοπική Αρχή δεν κατάφερε ή δεν θέλησε να λύσει έως σήμερα: τους οικισμούς αυθαιρέτων σε περιοχές όπως το Μάτι.
Η Εφημερίδα των Συντακτών της Κυριακής φιλοξενεί ρεπορτάζ με «τα εκατοντάδες ”Μάτια” στη χώρα όπου η πρόσβαση στον αιγιαλό εμποδίζεται από αυθαίρετα, ξενοδοχεία, βίλες και παράνομες περιφράξεις με αυθαίρετα και άναρχα χτισμένους οικισμούς που ξεφυτρώνουν μέσα στα δάση».
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ξεπερνούν τα 100.000 στρέμματα οι περιοχές αυθαιρέτων μόνο στην Αττική, με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβάλει οι δήμοι στο Κτηματολόγιο. Πρόκειται για διαμορφωμένους από δεκαετίες οικισμούς που έχουν κυριολεκτικά «ξεφυτρώσει» σε εκχερσωμένα ή/και καμένα δάση. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν επιτρέπεται να ενταχθούν στο σχέδιο με βάση τη ρητή διάταξη του άρθρου 24 του Συντάγματος του 1975.
Μόνο στους δήμους Μαραθώνα και Ραφήνας-Πικερμίου τα τελευταία χρόνια έχουν δομηθεί σε δασικές εκτάσεις πάνω από 20.000 στρέμματα, ενώ επιπλέον 68.000 στρέμματα έχουν ενταχθεί στο σχέδιο. Με την τεράστια καταστροφή που έλαβε χώρα στην Ανατολική Αττική πριν από λίγα 24ωρα, ήρθαν στην επιφάνεια και οι δύο πλευρές του διαχρονικού οικολογικού εγκλήματος: ο Νέος Βουτζάς είναι δασική έκταση, έχει ενταχθεί όμως στο σχέδιο πριν από το 1975 και διαθέτει δρόμους και υποδομές. Το Μάτι, από την άλλη, δεν είναι δασική έκταση, είναι εκτός σχεδίου, λόγω τοπικών πιέσεων, γι′ αυτό και αναπτύχθηκε άναρχα και έγινε παγίδα θανάτου για δεκάδες ανθρώπους.
«Περιπτώσεις σαν το Μάτι έχουμε σε όλη την παραλιακή ζώνη της Αττικής, από τη Βουλιαγμένη ως τον Ωρωπό», δήλωσε στην εφημερίδα η πολεοδόμος Μαρία Καλατζοπούλου, η οποία είναι και μέλος της διοίκησης του Εθνικού Κτηματολογίου. Αυτές οι περιοχές είναι τα εν δυνάμει «Μάτια» αφού λόγω της απουσίας πολεοδομικού σχεδιασμού μπορούν να εξελιχθούν σε «παγίδες» θανάτου για τους πολίτες.
Βάσει ανεπίσημων υπολογισμών, εκτός από τους δύο δήμους που δοκιμάστηκαν τόσο σκληρά από την πύρινη καταστροφή, «οικιστικές πυκνώσεις», όπως είναι ο τεχνικός όρος για οικισμούς μέσα σε περιοχές με δασικό χαρακτήρα, έχουν τα Μέγαρα (17.412 στρέμματα), το Κορωπί (12.801 στρέμματα), ο Ωρωπός (9.853 στρέμματα), η Σαλαμίνα (12.717 στρέμματα), Αρτέμιδα-Σπάτα (7.109 στρέμματα), Μάνδρα (4.347 στρέμματα), ενώ μικρότερες εκτάσεις έχουν καταμετρηθεί και σε άλλες περιοχές της Αττικής.
Σε εθνικό επίπεδο, οι δασικοί χάρτες που έχουν επικυρωθεί και καλύπτουν το 33% της χώρας, έχουν ήδη αποκαλύψει πάνω από 282.000 στρέμματα «οικιστικών πυκνώσεων» και υπολογίζεται ότι με το πέρας της ολοκλήρωσης του προγράμματος θα έρθουν στο φως πάνω από 700.000 στρέμματα σε αυτή την κατηγορία.
Ενδεικτικά, στη Χαλκιδική, μόνο σε δύο δήμους (Σιθωνίας και Προποντίδας), έχουν καταγραφεί οικισμοί αυθαιρέτων σε δάση που καλύπτουν 19.465 στρέμματα, ενώ στο δήμο Λουτρακίου-Αγίων Θεοδώρων Κορινθίας 35.600 στρέμματα. «Είναι ένα διαρκές πολεοδομικό έγκλημα», τονίζει η κ. Καλατζοπούλου.
Ο Νίκος Μπελαβίλας, καθηγητής του Πολυτεχνείου και διευθυντής του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος, αναφέρει ότι «χρειάζεται να ληφθούν τώρα γενναίες αποφάσεις». «Οι φωτιές αποδείχθηκαν...πολεοδόμοι», συμπληρώνει και επικαλείται τα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία το διάστημα 1987-2007 αναπτύχθηκε άναρχα και χωρίς σχέδιο άλλη μια Αθήνα στα όρια του ηπειρωτικού τμήματος της Αττικής, με νέους οικισμούς κύριας και παραθεριστικής κατοικίας που αναπτύχθηκαν στα Μεσόγεια και κυρίως στην παραλιακή ζώνη.
Κοινός παρονομαστής όλων αυτών, η έλλειψη δρόμων και ελεύθερων χώρων, οι περιφραγμένες παραλίες και οι ανύπαρκτες δομές. «Το Μάτι είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για την κατάσταση στις εκτός σχεδίου περιοχές», επισημαίνει ο καθηγητής και προτείνει να κηρυχθούν «ειδικές ζώνες» όλες αυτές οι περιοχές, με την παράλληλη θεσμοθέτηση αυστηρών όρων δόμησης και ανάπτυξης, κατά τα πρότυπα των παραδοσιακών οικισμών.
Σημειώνεται ότι το Πολυτεχνείο, μέσω του πρύτανη Γιάννη Γκόλια, έχει υποβάλει αίτημα να αναλάβει με δικές του δυνάμεις τον πολεοδομικό σχεδιασμό, με αφετηρία το Μάτι. Στην επιστημονική πρωτοβουλία αναμένεται να συμμετέχει και το Πανεπιστήμιο Αθηνών.