Στη Βόρεια Κύπρο, το άνοιγμα των Βαρωσίων καταδικάστηκε και από τον Μουσταφά Ακιντζί, ο οποίος χαρακτήρισε την πρωτοβουλία Ερντογάν «ντροπή» που έχει σκοπό να δώσει εκλογικά πλεονεκτήματα στον Ερσίν Τατάρ. Ο Ακιντζί θύμισε μάλιστα και προηγούμενες δηλώσεις του με τις οποίες είχε καταγγείλει τις προεκλογικές παρεμβάσεις της Άγκυρας στα κατεχόμενα.
Διαβάστε επίσης: Οι μπουλντόζες της τουρκοποίησης της Αμμοχώστου
Μπορεί λοιπόν το άνοιγμα των Βαρωσίων να είναι «προεκλογική φιέστα» (όπως την χαρακτήρισε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας), αναδεικνύει όμως ξανά δυο κρίσιμες πτυχές:
Πρώτον, ότι η Άγκυρα εξακολουθεί να βλέπει την Βόρεια Κύπρο καθαρά ως εργαλείο άσκησης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Αυτό πρέπει να το θυμόμαστε όταν μας έλθει πάλι η πρόταση για την Μεσογειακή διάσκεψη ειρηνικής επίλυσης των διαφορών.
Κυρίως όμως, δεύτερον, η κίνηση στα Βαρώσια (κίνηση που περιφρονεί το σχετικό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών) δείχνει πόσο μακριά είναι το καθεστώς της Άγκυρας από τη διάθεση για έναρξη διαλόγου με καλή πίστη.
Ενόψει και αυτών αλλά και πολλών άλλων, διερωτάται κανείς που ζουν όσοι εντοπίζουν το πρόβλημα σήμερα στο ότι η ελληνική κοινή γνώμη δεν έχει προετοιμαστεί για έναν πιθανό συμβιβασμό με την Τουρκία. Συμβιβασμός – δικαιολογημένος, χρονικά επιβεβλημένος και απολύτως εντός του πλαισίου της διεθνούς πρακτικής μεταξύ φίλων χωρών – υπήρξε με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Δεν είδαμε κύματα ανορθολογικού εθνικισμού να θεριεύουν στην Ελλάδα και να επιχειρούν να τον σταματήσουν αυτόν το συμβιβασμό. Κάθε άλλο. Υπήρξαν και διαφωνίες (θεμιτές και αναμενόμενες σε ένα πλουραλιστικό πολιτικό σύστημα) αλλά οι συμφωνίες εγκρίθηκαν και μάλιστα με σχετική συναίνεση.
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κοινή γνώμη είναι – στην πλειοψηφία της – αρκούντως ώριμη για να αντιληφθεί τη διάκριση μεταξύ συμβιβασμού επ′ αμοιβαίο όφελος μεταξύ γειτόνων και υποχώρησης σε επιθετικές διεκδικήσεις μιας αναθεωρητικής δύναμης. Σε τι ακριβώς θα πρέπει να συνίσταται ο «συμβιβασμός» με την Τουρκία; Μπορούν να εξηγήσουν ανοικτά και λεπτομερώς οι αφ′ υψηλού καταγγέλλοντες την δήθεν ελληνική «ανωριμότητα» και τον θρυλούμενο ελληνικό «μαξιμαλισμό»;