Πέντε νέες ταινίες -εκ των οποίων η μία κινούμενα σχέδια- και τρεις επανεκδόσεις έρχονται στις αίθουσες την Πέμπτη 26 Αυγούστου.
Τίποτα δεν είναι πιο εθιστικό από το παρελθόν. Ο Νικ Μπάνιστερ (Χιου Τζάκμαν), ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ που ξέρει να ανιχνεύει το μυαλό, βοηθάει τους πελάτες του να ανακτήσουν τις χαμένες μνήμες του παρελθόντος. Ζει στις παρυφές της ακτής του Μαϊάμι, που βυθίζεται κάτω από το νερό, και η ζωή του μέλλει να αλλάξει για πάντα όταν αναλαμβάνει μία νέα πελάτισσα, τη Μέι (Ρεμπέκα Φέργκιουσον).
Μία απλή υπόθεση εξαφάνισης καταλήγει σε επικίνδυνη εμμονή. Όταν ο Μπάνιστερ παλεύει να λύσει το μυστήριο της εξαφάνισης της Μέι, βρίσκεται αντιμέτωπος με μία βίαιη συνομωσία. Έχει έρθει η ώρα να δώσει απάντηση σε ένα από τα πιο κρίσιμα ερωτήματα της ζωής: μέχρι πού θα έφτανε κάποιος για να κρατήσει κοντά του αυτούς που αγαπά;
Όπως αναφέρει στο σημειώμα της η σκηνοθέτις Άννα Τζόι «έγραψα το σενάριο όταν ήμουν η ίδια σε ένα σταυροδρόμι ανάμεσα σε ένα ξεκίνημα και ένατέλος. Ήμουν έγκυος στο πρώτο μου παιδί και γεμάτη ελπίδα, προσμονή και μια κάποιανευρικότητα για το ταξίδι που θα ακολουθούσε. Μετά, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα. Ο αγαπημένος μου παππούς είχε πεθάνει.Μερικά πράγματα για τον παππού μου: έζησε στη βόρεια Αγγλία όλη του τη ζωή. Υπάρχει μια ζώνη ορυχείων εκεί με ταπεινά σπίτια διάστικτα σε ένα φόντο από συνεχόμενους λόφους. Το μικρό του σπίτι στο βουνό, όπως όλα τα υπόλοιπα γύρω του, ήταν τακτοποιημένοκαι απλό. Εκτός από μία αδιόρατη πινελιά. Είχε μία περίτεχνη, χρυσή ταμπέλα με την επιγραφή: Σούκι Λιν. Αυτή η ταμπέλα με είχε συναρπάσει από τότε που ήμουν μικρή. Ταίριαζε περισσότερο στηνείσοδο μίας μεγάλης έπαυλης παρά σε ένα ταπεινό, πέτρινο σπίτι. Συχνά ρώταγα τον παππού μου ποια ήταν η Σούκι Λιν και εκείνος απαντούσε ότι απλώς του άρεσε το όνομα. Μετά τον θάνατο του, πήγα στην Αγγλία για να βοηθήσω με το σπίτι. Όταν βρέθηκα στη σοφίτα για να τακτοποιήσω τα πράγματα του, βρήκα μία ασπρόμαυρη φωτογραφία. Η φωτογραφία είχε τραβηχτεί πριν από 60 χρόνια. Παρόλο που ήταν ξεθωριασμένη, διέκρινατο πρόσωπο μιας νέας γυναίκας με σκούρα μαλλιά που χαμογελούσε την κάμερα. Στο πίσω μέρος της φωτογραφίας, με τον χαρακτηριστικό γραφικό χαρακτήρα του παππού μου, υπήρχε το όνομα Σούκι Λιν. Επιτέλους, ανακάλυψα την καταγωγή του ονόματος. Αυτή η πανέμορφη γυναίκα από τα παλιά σήμαινε ξεκάθαρα κάτι για εκείνον. Μπορώ μόνο να υποθέσω τη φύση της σχέσης τους... αλλά ποτέ δεν θα μάθω. Η αλήθεια τους και η αλήθεια της σχέσης τους υπάρχει μόνο στις μνήμες τους. Λένε ότι όλοι βιώνουν δύο θανάτους. Ο πρώτος θάνατος είναι όταν φεύγουν από τη Γη. Ο δεύτερος, όταν οι τελευταίες αναμνήσεις που τους αφορούν εξανεμίζονται. Με τον θάνατοτου παππού μου, η ιστορία τους υπάρχει μόνο στο μυαλό ενός από τους δύο, στο μυαλό της Σούκι Λιν, όποια κι αν είναι, όπου κι αν είναι. Αν είναι ακόμη ζωντανή...»
Το Ταξίδι Μέσα από τη Μνήμη κινείται σε διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, άλλοτε επιλέγοντας τον δρόμο της επιστημονικής φαντασίας και του θρίλερ κι άλλοτε του νουάρ.
Παίζουν Χιου Τζάκμαν, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Θάντι Νιούτον, Νάταλι Μαρτίνεζ, Άντζελα Σαραφιάν, Κλιφ Κέρτις, Μαρίνα ντε Ταβίρα, Ντάνιελ Γου, Μπρετ Κάλεν, Νίκο Πάρκερ.
«Candyman»
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Τζόρνταν Πιλ («Τρέξε!») αναβιώνει έναν από τους πιο τρομακτικούς αστικούς μύθους του σύγχρονου σινεμά τρόμου. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο φιλμ του 1992, σε σενάριο Μπέρναρντ Ρόουζ, που ήταν κινηματογραφική μεταφορά του διηγήματος του Κλάιβ Μπάρκερ με τίτλο «The Forbidden». Το φθινόπωρο του 1992, η κυκλοφορία του πρώτου Candyman είχε αποτελέσει μια θεμελιώδη στιγμή για το είδος του horror. Για πρώτη φορά, μια ταινία τρόμου είχε έναν μαύρο ηθοποιό σε βασικό χαρακτήρα. Ήταν ένα εμβληματικό κινηματογραφικό «τέρας» που δεν έμοιαζε με τίποτα απ’ όσα είχαν προηγηθεί στη δυτική ποπ κουλτούρα. Ο παραγωγός Τζόρνταν Πιλ ήταν έφηβος τότε και η ταινία του είχε αφήσει έντονο αποτύπωμα, όπως σε ολόκληρη τη νέα γενιά εκείνης της εποχής, η οποία έβλεπε έναν τέτοιο αντιήρωα να κοσμεί την οθόνη αλλά και τους εφιάλτες της.
Στη ραχοκοκκαλιά της ιστορίας, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι αν πεις το όνομα του Candyman μπροστά σε έναν καθρέφτη πέντε φορές τότε αυτός θα εμφανιστεί έχοντας ένα απειλητικό γάντζο αντί για χέρι και θα σε σκοτώσει. Οι θάνατοι διαδέχονται ο ένας τον άλλον μέχρι που αποκαλύπτεται η ιστορία προέλευσης πίσω από το μύθο: ένας μαύρος καλλιτέχνης του 19ου αιώνα, ερωτεύτηκε μια νεαρή λευκή γυναίκα την οποία ζωγράφιζε. Για το «έγκλημα» αυτό, ένας λευκός όχλος τον λιντσάρισε. Του έκοψαν το χέρι, τον άλειψαν με μέλι και του εξαπέλυσαν ένα σμήνος μελισσών πριν τον κάψουν ζωντανό. Οι στάχτες του σκορπίστηκαν στην περιοχή και το φάντασμά του άρχισε να τρομοκρατεί τους κατοίκους της υποβαθμισμένης περιοχής.
Για πάρα πολλά χρόνια, η περιοχή που βρισκόταν το συγκρότημα Καμπρίνι-Γκριν στο Σικάγο, ζούσε υπό τον τρόμο ενός αστικού μύθου που ταξίδευε από στόμα σε στόμα, σχετικά με έναν υπερφυσικό ψυχοπαθή δολοφόνο που είχε ένα γάντζο στη θέση του χεριού του, ο οποίος εμφανίζονταν σε όσους είχαν το κουράγιο να πουν το όνομά του πέντε φορές συνεχόμενα μπροστά στον καθρέφτη. Στη φετινή εκδοχή, ο μύθος του «Candyman» μετατρέπεται σε μια αλληγορία για τον ρατσισμό και τη φυλετική βία στη σύγχρονη Αμερική. Ο μεταφυσικός τρόμος της παλιάς ταινίας βρίσκει νέα βάση να αναπτυχθεί, αυτή τη φορά μέσα από τους αληθινούς τρόμους της ζωής.
Στη σημερινή εποχή, φυσικά, τίποτα δεν θυμίζει την περιοχή του Καμπρίνι-Γκριν εκείνης της εποχής καθώς όλα τα ανατριχιαστικά κτίρια έχουν γκρεμιστεί. Στην ολοένα αναπτυσσόμενη περιοχή θα μετακομίσει ένα νέο ζευγάρι: ένας εικαστικός καλλιτέχνης (Γιάχια Αμπντούλ-Ματίν) και η διευθύντρια μιας γκαλερί (Τιγιόνα Πάρις). Γύρω από το πολυτελές λοφτ του ζευγαριού, ζουν πλέον ευκατάστατοι millennials. Η καριέρα του ήρωα δεν πηγαίνει και τόσο καλά, όταν θα συναντήσει τυχαία μια παλιά κάτοικο της περιοχής (Κόλμαν Ντομίνγκο) η οποία τον εκθέτει στον τρομακτικό μύθο του Candyman και σε όλα τα καλά πράγματα που το φάντασμα μπορεί προσφέρει στους τολμηρούς.
Η αγωνία να εδραιωθεί στην καλλιτεχνική σκηνή του Σικάγο ωθεί τον ήρωα σε μια μακάβρια συναλλαγή, με ανταλλάγματα που ανοίγουν τις πύλες σε ένα πολύπλοκο παρελθόν που απειλεί την πνευματική του ισορροπία. Ένα νέο κύμα βίας και τρόμου θα εξαπλωθεί και θα τον φέρνει αντιμέτωπο με το άγνωστο παρελθόν του και με ένα φρικτό πεπρωμένο.
Την κινηματογραφική αναβίωση του «Candyman» υπογράφει η Νία ΝταΚόστα («Little Woods») η οποία αυτή τη στιγμή σκηνοθετεί το σίκουελ του Captain Marvel -η πρώτη μαύρη γυναίκα που σκηνοθετεί για την Marvel.
Παίζουν Γιάχια Αμπντούλ-Ματίν ΙΙ, Τιγιόνα Πάρις, Νέιθαν Στιούαρτ-Τζάρετ, Κόλμαν Ντομίνγκο.
Η δημοτικότητα του Νεκτάριου Κεφάλα, Μητροπολίτη Πενταπόλεως, προκαλεί τη ζήλια των κληρικών στην Αλεξάνδρεια. Από φόβο ότι θα γίνει ο επόμενος Πατριάρχης Αιγύπτου, ο κλήρος τον δυσφημίζει με αποτέλεσμα να του στερήσουν την ιερατική του ιδιότητα και να τον εξορίσουν από την Αίγυπτο. Στην Αθήνα πια, χάρη στην εξελιγμένη παιδαγωγική του τακτική γίνεται ξακουστός και κοσμαγάπητος και την ίδια εποχή επιδίδεται σε σπουδαίο συγγραφικό έργο. Όμως ο φόρτος εργασίας τον καταπονεί και αποφασίζει να αποσυρθεί στην Αίγινα. Ξαναχτίζει ένα ερειπωμένο μοναστήρι με τα ίδια του τα χέρια και χάρη στη φήμη του το μοναστήρι μεγαλώνει. Η Mονή όμως δεν αναγνωρίζεται ποτέ, ενώ ο Άγιος Νεκτάριος κατηγορείται άδικα για ανηθικότητα. Στο Αρεταίειο νοσοκομείο λίγο πριν το τέλος του, θα κάνει το τελευταίο του θαύμα.
Η διεθνής παραγωγή που γυρίστηκε στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Γελένα Πόποβιτς.
Παίζουν Άρης Σερβετάλης, Αλεξάντερ Πετρόφ, Μίκι Ρουρκ, Χρήστος Λούλης, Καριοφυλλιά Καραμπέτη, Νικήτας Τσακίρογλου, Γιάννης Στάνκογλου, Τάνια Τρύπη, Μαρθίλια Σβάρνα, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Γιάννης Αναστασάκης, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Βασίλης Κουκαλάνι, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Μιχάλης Μητρούσης, Μιχάλης Οικονόμου, Τόνια Σωτηροπούλου, Κορίνα Άννα Γουγούλη, Μάνος Γαβράς, Σαράντος Γεωγλερής, Παναγιώτης Μαρίνος.
«Bacurau»
Καθώς η Τερέζα κατευθύνεται προς το χωριό Μπακουράου για την κηδεία της γιαγιάς της Καρμελίτα, συναντά ένα αναποδογυρισμένο φορτηγό γεμάτο άδεια φέρετρα. Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο περίεργα όταν ανακαλύπτει ότι το χωριό έχει εξαφανιστεί μυστηριωδώς από τους χάρτες της Google. Η παροχή νερού έχει διακοπεί και οι τηλεφωνικές γραμμές είναι εκτός λειτουργίας. Μέχρι που μερικοί παράξενοι και επικίνδυνοι επισκέπτες κάνουν την εμφάνισή τους.
Η βραζιλιάνικη ταινία των Ζουλιάνο Ντορνέλες, Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου απέσπασε το Βραβείο Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών το 2019. Μοιάζει με άγριο γουέστερν, φλερτάρει με την δυστοπική επιστημονική φαντασία, αφήνει αιχμές για τους λευκούς αποικιοκράτες, εν ολίγοις είναι αταξινόμητο.
Παίζουν Σόνια Μπράγκα, Ούντο Κίερ, Μπάρμπαρα Κόλεν, Τόμας Ακίνο, Σιλβέρο Περέιρα.
«Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Ημέρες»
Ο Πασπαρτού είναι ένας σκιουροπίθηκος που ονειρεύεται να γίνει εξερευνητής. Μία μέρα και τελείως τυχαία συναντά τον Φιλέα, έναν βάτραχο που ζει ανέμελα την ζωή του και έχει στοιχηματίσει ότι μπορεί να γυρίσει τον κόσμο σε 80 ημέρες. Αν τα καταφέρει θα κερδίσει ένα πολύ μεγάλο έπαθλο. Ο Πασπαρτού βλέποντας το όλο εγχείρημα σαν την μοναδική του ευκαιρία να γυρίσει τον κόσμο, σαλπάρει με τον νέο του φίλο σε μία τρελή και αστεία περιπέτεια.
Το κλασικό βιβλίο του Ιουλίου Βερν σε κινούμενα σχέδια με τον Φιλέα Φογκ πιθηκάκι.
Επανεκδόσεις
«M*A*S*H» (1970)
Μία ομάδα χειρούργων υπηρετεί σε ένα κινητό νοσοκομείο κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κορέας. Προκειμένου να αντεπεξέλθουν στην καθημερινή φρίκη που αντιμετωπίζουν, υιοθετούν ένα «διαφορετικό» τρόπο ζωής και μεταλλάσσουν την θητεία τους σε μία ανεπανάληπτη σουρεαλιστική περιπέτεια. Μπροστά στην παράνοια του πολέμου, οι ήρωες της ταινίας χρησιμοποιούν το καθαρό χιούμορ τους ως το μοναδικό τους όπλο και ανακαλύπτουν πως ακόμα και στις χειρότερες καταστάσεις υπάρχει χώρος για ένα χαμόγελο.
Βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα, Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου και Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας, η ανατρεπτική αυτή αντιπολεμική μαύρη κωμωδία του Ρόμπερτ Όλτμαν αποτελεί μία από τις πλέον αντιπροσωπευτικές αμερικάνικες ταινίες του κινηματογράφου της δεκαετίας του ’70 και καθηλώνει μέχρι και σήμερα το κοινό με το πνευματώδες μαύρο χιούμορ της.
Παίζουν Ντόναλντ Σάδερλαντ, Έλιοτ Γκουλντ, Τομ Σκέριτ, Σάλι Κέλερμαν, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Ρενέ Ομπερζονουά.
«Ο Άνθρωπος Ελέφαντας» (1980)
Η αληθινή ιστορία του Τζον Μέρικ στη βικτοριανή Αγγλία του 19ου αιώνα, ενός ανθρώπου ο οποίος παρουσίασε πολύ σοβαρή δυσμορφία εξαιτίας μία σπάνιας ασθένειας. Όταν ένας χειρουργός ανακαλύπτει τον Άνθρωπο - Ελέφαντα, αναλαμβάνει τη φροντίδα του αλλά στη συνέχεια τον απαγάγει και τον πηγαίνει στη Γαλλία όπου τον περιφέρει σαν δημόσιο θέαμα.
Η δεύτερη ταινία του Ντέιβιντ Λιντς -που τον καθιέρωσε- διεκδίκησε οκτώ Όσκαρ.
Παίζουν Αντονι Χόπκινς, Τζον Χερτ, Αν Μπάνκροφτ.
«Τρία χρώματα: Η Λευκή ταινία (1994)»
Ο Κάρολ, ένας Πολωνός κομμωτής, χωρίζει από την όμορφη Γαλλίδα σύζυγό του και καταλήγει στους δρόμους του Παρισιού, χωρίς χρήματα και διαβατήριο. Όλα φαίνονται χαμένα μέχρι που με τη βοήθεια ενός συμπατριώτη του και μιας βαλίτσας, καταφέρνει να γυρίσει πίσω στη Βαρσοβία, αποφασισμένος να αποκτήσει χρήματα με κάθε μέσο, ώστε να θέσει σε εφαρμογή ένα απίθανο σχέδιο εκδίκησης.
Η Λευκή ταινία είναι η μεσαία ταινία της τριλογίας που βασίζεται στα χρώματα της γαλλικής σημαίας, με το μπλε να συμβολίζει την ελευθερία, το κόκκινο την αδελφοσύνη και το λευκό την ισότητα. Ο Κισλόφσκι σκηνοθετεί μια ευφυή και διασκεδαστική μαύρη κωμωδία, για μια από τις πιο θεμελιώδεις αξίες του σύγχρονου πολιτισμού. Με αφορμή τον Πολωνό ήρωα της ταινίας που φεύγει από το Παρίσι εξευτελιζόμενος από τη σύζυγό του, αποφασισμένος να πλουτίσει ώστε να ανακτήσει την αξιοπρέπειά του και να γίνει ισότιμος με αυτή, ο Κισλόφσκι στηλιτεύει το σύμπλεγμα κατωτερότητας των χωρών του Ανατολικού μπλοκ και τις απεγνωσμένες προσπάθειες να εξισωθούν με τις πλουσιότερες ευρωπαϊκές κοινωνίες, στις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Ταυτόχρονα, Η Λευκή ταινία είναι ένα εξαιρετικό ψυχογράφημα για τη διαστροφή που συχνά υποβόσκει στις ερωτικές σχέσεις. Καθώς ο Κάρολ καταστρώνει πονηρά την εκδίκησή του και αποκτά τον έλεγχο της σχέσης, η έννοια της ”ισότητας” χάνεται σε έναν αγώνα για την υπεροχή. Η απολαυστική ερμηνεία από τον Ζαμαxόφσκι, πρώτα ως κατεστραμμένος εξόριστος και στη συνέχεια ως κατακτητής επιχειρηματίας, δεν αφήνει ποτέ την απόγνωση, τον πόνο ή και τον θρίαμβο χωρίς λίγη παιχνιδιάρικη κωμωδία, θυμίζοντας κάτι από Μπάστερ Κίτον, Τσάρλι Τσάπλιν ή ακόμα και από τον Τζακ Λέμον.
Κάθε πλάνο της ταινίας περιέχει τουλάχιστον ένα λευκό αντικείμενο, σε μια προφανή αναφορά στον τίτλο του έργου. Η Πολωνία, με τον συννεφιασμένο χειμωνιάτικο ουρανό και τα χιονισμένα τοπία της αποτελεί το τέλειο σκηνικό, ενώ το λευκό εμφανίζεται σε δεκάδες άλλα αντικείμενα, όπως και στην λευκή αχλή που κυριαρχεί σε αρκετές σκηνές.
Η Λευκή ταινία βραβεύτηκε με την Αργυρή Άρκτο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου του 1994, ενώ ήταν υποψήφια μαζί με τις υπόλοιπες δύο της τριλογίας για τα Βραβεία Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου.
Παίζουν Ζμπίγκνιεφ Ζαμαxόφσκι, Ζιλί Ντελπί.