Οι νέοι τίτλοι του φθινοπώρου είναι εδώ. Μία μικρή πρόγευση λίγο πριν την καθιερωμένη, πρώτη βόλτα της νέας σεζόν στα αγαπημένα μας βιβλιοπωλεία.
«Μικρή ιστορία του πολέμου» του Τζέρεμυ Μπλακ (εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση Πέτρος Γεωργίου)
Ο Τζέρεμυ Μπλακ (γενν. 1950), ένας από τους πιο γνωστούς και πολυγραφότατους Άγγλους ιστορικούς της εποχής μας, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ, μελετά τον πόλεμο ως παγκόσμιο φαινόμενο και όχι ως μια απλή αλληλουχία στρατιωτικών ηγετών, τακτικών μάχης ή βελτιώσεων στα όπλα.
Το βιβλίο είναι μια εξαιρετικά περιεκτική επισκόπηση, που εκτείνεται από την Κίνα των Χαν ως την Ασσυρία, από τη Μεσοποταμία ως την Τροία, από την αυτοκρατορική Ρώμη ως τη ναπολεόντεια Γαλλία, από το Βιετνάμ και το Αφγανιστάν ως την Ουκρανία.
«Ο πόλεμος για την Τροία, που διεξήχθη κοντά στα Δαρδανέλια της σημερινής Τουρκίας γύρω στο 1194-1184 π.Χ., την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, και περιβάλλεται από την αχλή του μύθου, δείχνει σε πόσο μεγάλο βαθμό οι αφηγήσεις μέσω των οποίων οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους σχετίζονταν με τον πόλεμο, τόσο μεταξύ θεών όσο και ανθρώπων. Η Ιλιάδα λοιπόν, η επική αφήγηση του Τρωικού Πολέμου, είναι μία από τις αρχαιότερες σωζόμενες πολεμικές αφηγήσεις. Το βασικό πολεμικό κίνητρο εδώ είναι η τιμή, η τιμή που απέρρεε από τον έλεγχο πάνω σε μια γυναίκα, την Ελένη, σύζυγο του βασιλιά της Σπάρτης Μενέλαου, η οποία απήχθη και μεταφέρθηκε στην Τροία, αλλά επίσης, και πιο ουσιαστικά, σε αυτή και σε άλλες πολεμικές αφηγήσεις, από τις σχέσεις μεταξύ αντρών. Αναφορικά με την Ινδία, επίσης, βλέπουμε τον ρόλο των δυναστικών ερίδων και των καθοριστικών μαχών, ιδίως των μαχών της Κουρουκσέτρα και των Δέκα Βασιλιάδων στα μεγάλα σανσκριτικά έπη Μαχαμπχάρατα και Ραμάγιανα.
Παρομοίως, ο πόλεμος έπαιζε κεντρικό ρόλο στις θρησκευτικές αφηγήσεις, όπως η Παλαιά Διαθήκη της Βίβλου, με τα τέκνα του Ισραήλ να κατακτούν την Ιεριχώ και άλλους στόχους. Έχουν επιβιώσει πολεμικά τελετουργικά, όπως αυτά του Νοτιοδυτικού Ειρηνικού, τα οποία σήμερα γίνονται παραστάσεις για τους τουρίστες. Αυτά συχνά αναπαριστούν αναμετρήσεις με άλλες φατρίες και με πλάσματα που είναι κατά το ήμισυ ζώα και κατά το ήμισυ θεοί. Στις αφηγήσεις και στα τελετουργικά οι θεοί συνήθως παρουσιάζονταν ως πολεμοχαρείς και αντιπροσωπεύονταν από τους ηγεμόνες, κάτι που ίσχυε στην Ιαπωνία έως τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή η συνθήκη αποτελούσε μέρος μιας διεργασίας συσχετισμού της επιτυχίας της μιας φυλής εις βάρος άλλων με τη σύγκρουση μεταξύ θεοτήτων, στο πλαίσιο ενός εγγενώς ανταγωνιστικού συστήματος. Η διεργασία αυτή, επίσης, οδηγούσε στην πνευματική ένωση των κατακτητών με τη γη που κατακτούσαν…»
«Οι εξόριστοι του Βυζαντίου» της Catherine Hermary-Vieille (εκδόσεις Στερέωμα, μετάφραση Μανώλης Πιμπλής)
29 Μαΐου του 1453. Η Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κατακτάται μετά την πιο αιματηρή πολιορκία στην Ιστορία. Η περήφανη πόλη, που αντιστάθηκε σε όλες τις επιθέσεις για πάνω από χίλια χρόνια, καταρρέει από τη βία της τουρκικής επίθεσης. Ακόμα και μέσα στον ναό της Αγίας Σοφίας ο λαός αμύνεται απελπισμένα. Όμως οι νικητές δεν θα λυπηθούν κανέναν, ούτε τους γέρους, τις γυναίκες και τα παιδιά. Δύο αδέλφια, ο Νικόλαος και ο Κωνσταντίνος Διονής, καταφέρνουν να διαφύγουν, ο ένας στη Ρωσία και ο άλλος στις ακτές της Μεσογείου. Ορκίζονται ότι μια μέρα οι απόγονοί τους θα ξανασυναντηθούν.
Σε αυτή την τοιχογραφία που καλύπτει πέντε αιώνες, η μυθιστοριογράφος Catherine Hermary-Vieille παρακολουθεί, με εντυπωσιακή γραφή, τη μοίρα μιας οικογένειας που μπλέκεται στις αναταράξεις της Ιστορίας, αποτυπώνοντας αριστοτεχνικά τον πόνο της εξορίας και το μακρύ ταξίδι της σε αναζήτηση των ριζών της.
Από το Le Grand Vizir de la nuit (Prix Femina 1981) ως σήμερα η Κατρίν Ερμαρί-Βιέιγ μετακινείται μεταξύ βιογραφίας και μυθιστοριογραφίας. Έργα της είναι τα: La Marquise des ombres, L’Infidèle (Grand Prix RTL), Un amour fou (Prix des Maisons de la Presse), La Bourbonnaise, Les Années Trianon, Merveilleuses, Le siècle de Dieu, D’or et de sang, Moi, Chevalier d’Eon, espionne du roi.
Στα ελληνικά έχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία της Ο μεγάλος βεζύρης της νύχτας (Χατζηνικολή, 1992), Ένας τρελός έρωτας (Χατζηνικολή, 1993), Μαύρος άγγελος (Αλεξάνδρεια, 2000).
«Περιπλανώμενες ψυχές» της Cecile Pin (εκδόσεις Διόπτρα, μετάφραση Μαρία-Ρόζα Τραϊκόγλου)
Όταν τα τελευταία αμερικανικά στρατεύματα αποχωρούν από το Βιετνάμ, η Αν και τα αδέλφια της, ο Ταν και ο Μιν, μπαίνουν σε μια βάρκα για το Χονγκ Κονγκ, με την υπόσχεση ότι οι γονείς και τα μικρότερα αδέλφια τους θα ακολουθήσουν σύντομα. Η υπόλοιπη οικογένεια, όμως, δεν θα τα καταφέρει. H δεκαεξάχρονη Αν γίνεται σε μια νύχτα η προστάτιδα των δύο αδελφών της.
Καταλήγουν στη Βρετανία, περνώντας από υπερπλήρη στρατόπεδα και καταυλισμούς προσφύγων, για να εγκατασταθούν τελικά σε ένα αφιλόξενο Λονδίνο που μαστίζεται από την κοινωνική ανισότητα. Καθώς ωριμάζουν, καθένας τους αναμετριέται με την ενοχή του επιζώντος με τον δικό του τρόπο. Και με κάθε επιλογή, οι δρόμοι τους αποκλίνουν, ώσπου δεν είναι πια σίγουρο αν η αγάπη από μόνη της μπορεί να τους κρατήσει ενωμένους.
Η αφήγηση αρχίζει τρία χρόνια μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων, με το Βιετνάμ σε κατάσταση πολιτικής αναταραχής και οικονομικής δυσπραγίας. Η μαζική έξοδος μετά τον πόλεμο είχε ως αποτέλεσμα να πεθάνουν στη θάλασσα περίπου 200.000 έως 400.000 άνθρωποι, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Μέσα από την ιστορία της 16χρονης Αν, του 13χρονου αδελφού της Μιν και του 10χρονου αδελφού τους Ταν, το «Wandering Souls» μιλά για το ανθρώπινο κόστος μιας τραγωδίας μεγάλης κλίμακας.
Η Cecile Pin μεγάλωσε στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Στα δεκαοκτώ της εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο για να σπουδάσει φιλοσοφία στο University College London και πήρε μάστερ στο King’s College London. Αρθρογραφεί στο Bad Form Review και ήταν στη μακρά λίστα για το Βραβείο Νέου Συγγραφέα της επιθεώρησης, ενώ το 2021 απέσπασε το London Writers Award. Το Περιπλανώμενες ψυχές, το πρώτο της μυθιστόρημα, βρέθηκε στη μακρά λίστα για το Women’s Prize for fiction 2023.
«Ο Μάγος» του Colm Tóibín (εκδόσεις Ίκαρος, μετάφραση Αθηνά Δημητριάδου)
«…Εκείνο το βράδυ στο ξενοδοχείο η Έρικα και ο Μίκαελ του παρουσίασαν μια επιλογή από τα αποκόμματα που είχαν συγκεντρώσει από τον γερμανικό Τύπο σχετικά με την επικείμενη επίσκεψή του {…} Τα περισσότερα ήταν βιτριολικά. Τη μεγαλύτερη αμηχανία τού προκάλεσαν εκείνα που του έκαναν κριτική για το ότι δεν είχε παραμείνει στη Γερμανία… «Δεν θα ήμουνα ζωντανός αν είχα μείνει στη Γερμανία», είπε.»
Thomas Mann: σύζυγος, εραστής, πατέρας, πολίτης... Μάγος. Η πολυτάραχη ζωή του μεγαλοφυούς συγγραφέα ξεδιπλώνεται από τον μαέστρο της σύγχρονης λογοτεχνίας, Colm Tóibín.
Από την ήσυχη γερμανική επαρχία των αρχών του 20ού αιώνα, στην Ελβετία, τη Γαλλία, το Πρίνστον, το Λος Άντζελες και τη Ζυρίχη της δεκαετίας του 1950, το ταξίδι και οι δοκιμασίες της οικογένειας Mann καθηλώνουν: αυτοεξορία, σκάνδαλα, καταχρήσεις, αυτοχειρίες, δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, ένα Νόμπελ και μια Ευρώπη στις πιο δύσκολες μα και πιο δημιουργικές της ώρες.
Μία οικογένεια γεμάτη αντιφάσεις, συγκρούσεις και απώλειες με έναν πατέρα διχασμένο ανάμεσα σε επιθυμία και καθήκον, προσωπική δημιουργία και γονεϊκότητα, ιδιωτικότητα και δημόσια εικόνα. Μέσα από τη συναρπαστική περιπλάνηση των Mann, ο Κολμ Τομπίν αφηγείται με αξιοθαύμαστη μαεστρία τα γεγονότα του δραματικότερου αιώνα στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Μετά τον Henry James, ο Colm Tóibín επιλέγει να σκιαγραφήσει το πορτραίτο του γίγαντα της παγκόσμιας λογοτεχνίας Thomas Mann συνθέτοντας παράλληλα μια σπουδαία αναπαράσταση του πολυτάραχου και συναρπαστικού 20ου αιώνα.
«Επιβάτης 23» του Sebastian Fitzek (εκδόσεις Διόπτρα, μετάφραση Δέσποινα Κανελλοπούλου)
Κάθε χρόνο, περίπου είκοσι άνθρωποι εξαφανίζονται από κρουαζιερόπλοια στην ανοιχτή θάλασσα. Ποτέ δεν έχει επανεμφανιστεί κάποιος απ’ αυτούς. Μέχρι τώρα.
Ο Μάρτιν Σβαρτς, μυστικός πράκτορας της αστυνομίας, έχασε πριν από πέντε χρόνια τη σύζυγο και τον γιο του, οι οποίοι ταξίδευαν με το κρουαζιερόπλοιο «Sultan of the Seas», και κανένας δεν ήταν σε θέση να του πει τι ακριβώς συνέβη. Έκτοτε ο Μάρτιν είναι ένα ράκος και προσπαθεί να ξεχάσει τον πόνο του συμμετέχοντας σε θανάσιμα επικίνδυνες μυστικές αποστολές της αστυνομίας. Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας επιχείρησης δέχεται ένα τηλεφώνημα από μια παράξενη ηλικιωμένη γυναίκα, η οποία δηλώνει συγγραφέας θρίλερ.
Η Gerlinde Dobkowitz έχει τη δική της σουίτα στο σκάφος και ζει εκεί για χρόνια. Το μοναδικό της χόμπι είναι η έρευνα για τους ανθρώπους που εξαφανίζονται από πλοία, με απώτερο σκοπό να χρησιμοποιήσει το υλικό για να γράψει ένα μυθιστόρημα με βάση την έρευνά της. Η οποία πιστεύει ότι κάτι έχει αποκαλύψει.
Του λέει ότι πρέπει να επιβιβαστεί οπωσδήποτε στο «Sultan», καθώς υπάρχουν αποδείξεις σχετικά με το τι συνέβη στους δικούς του. Ο Μάρτιν δεν σκόπευε να πατήσει ποτέ ξανά το πόδι του σε πλοίο, αλλά τελικά το κάνει. Έτσι, μαθαίνει ότι ένα κορίτσι που είχε εξαφανιστεί από το κρουαζιερόπλοιο πριν από μερικές εβδομάδες επανεμφανίστηκε -και στην αγκαλιά της κρατούσε το αρκουδάκι του γιου του.
Μία περίπλοκη, έξυπνη ιστορία που διαδραματίζεται σέ ένα τεράστιο όσο και κλειστοφοβικό super-liner, από τον Σεμπάστιαν Φίτζεκ, τον πιο επιτυχημένο συγγραφέα ψυχολογικών θρίλερ στη Γερμανία.
«Παλιές και νέες χώρες» του Ισίδωρου Ζουργού (εκδόσεις Πατάκη)
Στα 1885 ένας άνδρας και μια γυναίκα συναντιούνται στην οθωμανική Θεσσαλονίκη. Ένα άνοστο αστείο, κάποια βλέμματα και αρκετά μυστικά είναι αρκετά για να ξεκινήσει μια ερωτική σχέση ανάμεσα σε έναν αφελή κι ονειροπόλο άνδρα και σε μια δυναμική γυναίκα. Στην Αθήνα βασιλεύει ο Γεώργιος ο Α΄, στην Ερμούπολη το εμπόριο και στη Θεσσαλονίκη η ομίχλη. Οι δυο τους θα ταξιδέψουν στην παλιά Ελλάδα κι αργότερα θα επιστρέψουν στους τόπους αυτούς, που χρόνια αργότερα, μέσα από το ζεστό αίμα των πολέμων, θα ονομαστούν Νέες Χώρες.
Το Παλιές και νέες χώρες είναι ένα μυθιστόρημα στα χρόνια της μπελ επόκ, της εποχής που ονομάστηκε χαρισάμενη από τους έχοντες πλούτο και δύναμη.
«Ένα βιβλίο που αφορά αυτές τις γυναίκες που ασφυκτιούν από το κοινωνικό περιλαίμιο, τους αθώους άνδρες, τις άφωνες υπηρέτριες, τον Ιούλιο Βερν και τα βιβλία του, που εικονοποιούν τις αποκοτιές της φαντασίας. Ένα μυθιστόρημα για τους παράκτιους φάρους, που φωτίζουν τα σκοτάδια, για την ιερουργία του νερού και της θάλασσας, για το ερωτικό ανθρώπινο βλέμμα, αλλά και για την εξουσιαστική ματιά, για όσα παλιά θριαμβεύουν και για όσα νέα δεν έχουν ακόμη αρθρώσει το όνομά τους».
«Θα μείνω εδώ» του Μάρκο Μπαλτσάνο (εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση Σταύρος Παπασταύρου)
Η Τρίνα αφηγείται τη ζωή της στη χαμένη κόρη της, την οποία ελπίζει κάποτε να ξαναβρεί: είναι δεκαεπτά χρόνων και ζει με τους γονείς της στο ορεινό χωριό Κουρόν, στο Νότιο Τιρόλο.
Το 1923, μετά την ήττα στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η Αυστρία παραχωρεί την περιοχή στην Ιταλία. Η γερμανική γλώσσα απαγορεύεται, ακόμη και τα ονόματα στους τάφους διατάζεται να γραφτούν στα ιταλικά. Η Τρίνα διδάσκει κρυφά τα γερμανικά στα παιδιά του χωριού και ερωτεύεται τον επαναστάτη Έριχ, με τον οποίο θα αποκτήσουν δυο παιδιά, τον Μίχαελ και τη Μαρίκα. Κι όταν η φασιστική κυβέρνηση του Μουσσολίνι κατασκευάζει το φράγμα που θα βυθίσει το χωριό για πάντα, δε διστάζει να ακολουθήσει τον άντρα της στα βουνά, κουβαλώντας μαζί της το πιο βαθύ τραύμα, τον βίαιο αποχωρισμό από τη μικρή Μαρίκα, που η θεία της την έκλεψε για να την πάρει μαζί της στη Γερμανία.
«Αυτή η ιστορία που ξετυλίγεται σε τριάντα χρόνια, από το 1920 ως το 1950, μιλάει για τη δυσκολία της απόφασης, να μείνεις ή να φύγεις, μα πιο πολύ για τον πόνο όταν δεν έχεις άλλη επιλογή και δεν ξέρεις ποιος φταίει. Κι αυτό είναι που κάνει αυτό το βιβλίο συγκλονιστικό, και γι᾿ αυτό η λογοτεχνία, μαζί με το καμπαναριό της Κουρόν, μένει εδώ». Corriere della Sera
Ο Μάρκο Μπαλτσάνο γεννήθηκε στο Μιλάνο το 1978, όπου ζει και εργάζεται ως εκπαιδευτικός. Έχει γράψει ποίηση, δοκίμια και τρία βραβευμένα μυθιστορήματα: Il figlio del figlio (2010, Βραβείο Corrado Alvaro Opera prima), Pronti a tutte le partenze (2013, Βραβείο Flaiano) και L’ultimo arrivato (2014, Βραβείο Volponi, Βραβείο Biblioteche di Roma, Βραβείο Fenice Europa και Βραβείο Campiello 2015). Το Θα μείνω εδώ πρωτοκυκλοφόρησε με εξαιρετική επιτυχία στα ιταλικά το 2018, ήταν στη βραχεία λίστα του βραβείου Strega και μεταφράζεται σε πολλές γλώσσες.
«Ο ταχυδρόμος των βιβλίων» του Carsten Henn (εκδόσεις Μεταίχμιο, μετάφραση Μαρία Μαντή)
Ο βιβλιοπώλης Καρλ Κόλχοφ δεν είναι ένας συνηθισμένος εβδομηνταπεντάχρονος. Είναι λάτρης των βιβλίων, ζει προσκολλημένος σε μια παλιότερη εποχή, κι έχει έναν πρωτόγνωρο ρομαντισμό. Τις βραδινές ώρες, αφού το βιβλιοπωλείο κλείσει, παραδίδει βιβλία σε σπίτια ορισμένων πελατών του με τους οποίους έχει ένα ιδιαίτερο δέσιμο -είναι σχεδόν φίλοι- αφού κατά κάποιον τρόπο αποτελεί για αυτούς τον σύνδεσμό τους με τον έξω κόσμο.
Όταν όμως ξαφνικά ο Καρλ χάσει τη δουλειά του, θα χρειαστεί η δύναμη των βιβλίων και ένα κοριτσάκι εννέα χρονών για να τους κάνει όλους, του Καρλ συμπεριλαμβανομένου, να βρουν το θάρρος να προσεγγίσουν ο ένας τον άλλον.
Μπεστ σέλερ του Spiegel, στο Top 10 του οποίου παραμένει πολλούς μήνες μετά την κυκλοφορία του, το feel-good αυτό μυθιστόρημα, μεταφράζεται σε τριάντα γλώσσες.
Ο Carsten Henn (γ. 1973) εργάζεται ως δημοσιογράφος γεύσης και οίνου σε διεθνή περιοδικά. Με το πλήρες όνομά του, Carsten Sebastian Henn, έχει υπογράψει πολλά αστυνομικά βιβλία (με αρκετή γευσιγνωσία και γαστρονομία).
«Το δέντρο του χορού» της Κίραν Μίλγουντ Χάργκρεϊβ (εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση Τιτίνα Σπερελάκη)
Στρασβούργο, 1518. Στην καρδιά ενός αφόρητα ζεστού καλοκαιριού, µια µοναχική γυναίκα αρχίζει να χορεύει στην πλατεία της πόλης. Χορεύει ασταµάτητα, µέρες ολόκληρες. Όταν εκατοντάδες άλλες γυναίκες την ακολουθούν, οι αρχές κηρύσσουν κατάσταση έκτακτης ανάγκης και αποφασίζουν να φέρουν µουσικούς, που θα παίζουν µέχρι να βγει ο Διάβολος από το σώµα των γυναικών.
Λίγο έξω από τα όρια της πόλης, η έγκυος Λίσµπετ ζει µε την πεθερά και τον άντρα της, φροντίζοντας τις µέλισσες από τις οποίες βγάζουν τα προς το ζην. Κι ενώ η «επιδηµία του χορού» παίρνει µεγάλες διαστάσεις, η κουνιάδα της Λίσµπετ, Αγκνέτε, επιστρέφει ύστερα από επτά χρόνια στα βουνά, χρόνια εξιλέωσης για µια αµαρτία που κανείς δε θέλει να κατονοµάσει, έναν όρκο σιωπής που η Λίσµπετ είναι αποφασισµένη να σπάσει. Καθώς η πόλη λυγίζει κάτω από τον πάταγο χιλίων ποδιών, η Λίσµπετ βρίσκεται µπλεγµένη σε έναν ιστό απάτης και παράνοµου πάθους, ενώ χορεύει και η ίδια στον ρυθµό µιας επικίνδυνης µελωδίας.
«Εξερευνώντας τα θέµατα της µητρότητας, του µισογυνισµού, της πατριαρχίας και της απαγορευµένης αγάπης, η συγγραφέας χρησιµοποιεί µια στιγµή της Ιστορίας ως καταλύτη για να εξετάσει θέµατα που εξακολουθούν να είναι κυρίαρχα σήµερα. Η συνύφανση του παρελθόντος µε το παρόν είναι αριστοτεχνική...» Irish Times.
Η Κίραν Μίλγουντ Χάργκρεϊβ (γενν. 1990 στο Σάρρεϋ της Αγγλίας) έχει γράψει ποίηση, θέατρο, βιβλία για παιδιά και ιστορικά µυθιστορήµατα. Έχει τιµηθεί µεταξύ άλλων µε το Waterstones Children’s Book Prize, το British Book Awards Children’s Book of the Year και το Blackwell’s Children’s Book of the Year. Το µυθιστόρηµά της Οι µάγισσες του Βάρντε (Εκδ. Πατάκη 2022) πρωτοκυκλοφόρησε στα αγγλικά το 2020 και έχει µεταφραστεί µε εξαιρετική επιτυχία σε περισσότερες από 20 γλώσσες, ενώ απέσπασε το Betty Trask Award 2021 και το Prix Rive Gauche à Paris.
«Κάλμαν» του Joachim B. Schmidt (εκδόσεις Μεταίχμιο, μετάφραση Σοφία Αυγερινού)
Ο Κάλμαν Όντινσον είναι κυνηγός και αλιευτής καρχαριών στο πιο απομακρυσμένο χωριό της Ισλανδίας. Όταν μια μέρα ανακαλύπτει μια λακκούβα γεμάτη αίμα στο χιόνι, πλάι στο μεγαλιθικό μνημείο του Άρκτικ Χεντζ, δεν μπορεί να κρατήσει το στόμα του κλειστό. Κι έτσι αρχίζουν τα προβλήματα.
Ανήκει άραγε το αίμα στον εξαφανισμένο Ρόμπερτ Μακένζι, τον «βασιλιά» του χωριού; Τι σχέση έχει η εξαφάνισή του με ένα βαρέλι που επιπλέει στα κύματα, τους Λιθουανούς εργαζόμενους στο ξενοδοχείο του και τους κατοίκους του χωριού που αργοπεθαίνει;
Ο Κάλμαν, ο «σερίφης του Ρέιβαρχεπν», φοράει το αστέρι του, παίρνει το καουμπόικο καπέλο του και αποφασίζει να διαλευκάνει την υπόθεση. Μόνο που έχει ένα ακόμα πρόβλημα: είναι «ο τρελός του χωριού».
Βιβλίο γραμμένο με απλότητα και δύναμη, χωρίς καμία επιτήδευση, κλείνει το μάτι στα βιβλία της αστυνομικής σκανδιναβικής λογοτεχνίας, που είναι γεμάτα δράση και αίμα, ακολουθώντας όμως την ακριβώς αντίθετη συνταγή: ο κεντρικός ήρωας δεν είναι ο πιο έξυπνος (έχει νοητική υστέρηση), δεν είναι ο πιο δυνατός (ντύνεται σερίφης, δεν είναι), έχει μεγάλες δυσκολίες επικοινωνίας (κι όμως γίνεται το επίκεντρο), το μυαλό του είναι ικανό να συλλάβει μόνο το μαύρο και το άσπρο (όμως η ψυχή του αντιλαμβάνεται όλες τις αποχρώσεις).
O Γιοάχιμ Μπ. Σμιτ (1981) γεννήθηκε στο Γκράουμπυντεν της Ελβετίας. Από το 2007 ζει μόνιμα με την οικογένειά του στην Ισλανδία, όπου εργάζεται ως συγγραφέας, δημοσιογράφος και ξεναγός. Έχει δημοσιεύσει πέντε μυθιστορήματα.
Ο Κάλμαν εκδόθηκε το 2020 και τιμήθηκε το 2021 με το Βραβείο Αστυνομικού Μυθιστορήματος της Κολωνίας και το τρίτο Βραβείο Αστυνομικού Μυθιστορήματος της Ελβετίας.
«Κανείς δε μιλάει γι’ αυτό» της Πατρίσια Λόκγουντ (εκδόσεις Ψυχογιός, μετάφραση Μυρσίνη Γκανά)
Μια γυναίκα γνωστή για τις viral αναρτήσεις της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο μιλώντας στους θαυμαστές της που τη λατρεύουν. Ολόκληρη η ύπαρξή της είναι κυριευμένη από το διαδίκτυο -ή αυτό που αποκαλεί «πύλη». Είμαστε στην κόλαση; αναρωτιούνται οι άνθρωποι της πύλης. Θα συνεχίσουμε όλοι να το κάνουμε αυτό μέχρι να πεθάνουμε;
Ξαφνικά, δύο μηνύματα από τη μητέρα της διαρρηγνύουν αυτή την πραγματικότητα: «Κάτι πήγε στραβά» και «Πόσο σύντομα μπορείς να έρθεις;»
Καθώς η πραγματική ζωή και τα διακυβεύματά της συγκρούονται με τον αυξανόμενο παραλογισμό της πύλης, η γυναίκα έρχεται αντιμέτωπη με έναν κόσμο που φαίνεται να εμπεριέχει ταυτόχρονα πλήθος αποδείξεων ότι υπάρχει καλοσύνη, ενσυναίσθηση και δικαιοσύνη στο σύμπαν, και καταιγιστικά αποδεικτικά στοιχεία για το αντίθετο.
Η Πατρίσια Λόκγουντ είναι συγγραφέας τεσσάρων βιβλίων, συμπεριλαμβανομένου του μυθιστορήματος «Κανείς δε μιλάει γι’ αυτό», που έγινε διεθνές μπεστ σέλερ, τιμήθηκε με το Βραβείο Dylan Thomas, ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Booker και το Women’s Prize for Fiction, και έχει μεταφραστεί σε 20 γλώσσες. Το αυτοβιογραφικό βιβλίο της Priestdaddy, που κυκλοφόρησε το 2017, τιμήθηκε με το Βραβείο Thurber για το αμερικανικό χιούμορ και περιλαμβάνεται στη λίστα με τα 100 καλύτερα βιβλία του 21ου αιώνα της εφημερίδας The Guardian. Έχει εκδώσει επίσης δύο ποιητικές συλλογές, Motherland Fatherland Homelandsexuals (2014) και Balloon Pop Outlaw Black (2012). Κείμενα της Λόκγουντ έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα όπως The New York Times, The New Yorker και London Review of Books, όπου αρθρογραφεί τακτικά.
«Λάθος μέρος, λάθος στιγμή» της Gillian McAllister (εκδόσεις Μεταίχμιο, μετάφραση Μαρία-Νεφέλη Ταμία)
Πώς σταματάς έναν φόνο που έχει ήδη γίνει; Τέλη Οκτώβρη. Περασμένα μεσάνυχτα. Ξαγρυπνάς περιμένοντας τον δεκαοκτάχρονο γιο σου. Έχει αργήσει. Εκεί που κοιτάζεις από το παράθυρο, να τος, και συνειδητοποιείς ότι δεν είναι μόνος: πλησιάζει έναν άντρα, κι είναι οπλισμένος.
Δεν το πιστεύεις όταν τον βλέπεις να το κάνει: ο αστείος, χαρούμενος έφηβος γιος σου σκοτώνει έναν άγνωστο, μπροστά στα μάτια σου, στον δρόμο έξω από το σπίτι σου. Δεν ξέρεις ποιον. Δεν ξέρεις γιατί. Ξέρεις μονάχα ότι ο γιος σου τώρα κρατείται, το μέλλον του συντρίμμια.
Εκείνη τη νύχτα αποκοιμιέσαι απελπισμένη. Ώσπου ξυπνάς… και είναι χθες. Κι έπειτα ξαναξυπνάς… και είναι προχθές. Κάθε πρωί ξυπνάς μια μέρα πριν, άλλη μια μέρα πριν τον φόνο. Με άλλη μια ευκαιρία να τον σταματήσεις. Κάπου στο παρελθόν βρίσκεται μια απάντηση. Το έναυσμα αυτού του εγκλήματος – κι η μόνη σου επιλογή είναι να το βρεις.
Μπεστ σέλερ των Sunday Times και New York Times (που θα μεταφερθεί στο σινεμά, τα κινηματογραφικά δικαιώματα έχουν πωληθεί στη Sony Pictures), το αστυνομικό θρίλερ της Βρετανίδας Τζίλιαν ΜακΆλιστερ είναι, σύμφωνα με τους Sunday Times «ένα μαγευτικό “whydunnit”… Ένα διαφορετικό μυθιστόρημα. Εξαιρετικά πολυεπίπεδο, κάνει τα υπόλοιπα θρίλερ να ωχριούν και να μοιάζουν ανέμπνευστα μπροστά του».
Στα βιβλιοπωλεία 26 Οκτωβρίου.
«Κάποτε υπήρχαν λύκοι» της Charlotte McConaghy (εκδόσεις Μεταίχμιο, μετάφραση Κλαίρη Παπαμιχαήλ)
Η Inti Flynn πηγαίνει στη Σκοτία με τη δίδυμη αδελφή της, την Aggie, ως επικεφαλής μιας ομάδας βιολόγων που έχουν αναλάβει να επανεντάξουν στα απομονωμένα Χάιλαντς δεκατέσσερις γκρίζους λύκους. Η Inti ελπίζει ότι θα γιατρέψει όχι μόνο το τοπίο που πεθαίνει, αλλά και την Aggie, την οποία έχουν καταστρέψει τα τρομερά μυστικά που οδήγησαν τις αδελφές να φύγουν από την Αλάσκα.
Ούτε η Inti είναι η ίδια γυναίκα που ήταν άλλοτε, καθώς το κακό που έχει δει την έχει αλλάξει – όχι μόνο το κακό που οι άνθρωποι κάνουν στην άγρια φύση αλλά και αυτό που κάνουν ο ένας στον άλλον. Ωστόσο, ενώ οι λύκοι, ξαφνιάζοντας τους πάντες, ευημερούν, η Inti αρχίζει να χαλαρώνει, φτάνοντας έως και να ανοιχτεί στην πιθανότητα ενός έρωτα.
Όταν όμως ένας αγρότης βρίσκεται νεκρός, η Inti ξέρει πού θα ρίξουν το φταίξιμο οι ντόπιοι. Αδυνατώντας να δεχτεί ότι μπορεί να είναι υπεύθυνοι οι λύκοι, η Inti παίρνει την παράτολμη απόφαση να τους προστατεύσει. Αν όμως δεν σκότωσαν τον αγρότη οι λύκοι, τότε ποιος τον σκότωσε; Και τι θα κάνει η Inti όταν οι υποψίες στραφούν σ’ αυτόν ακριβώς τον άντρα που έχει αρχίσει να ερωτεύεται;
Η ιστορία μιας γυναίκας που προσπαθεί απεγνωσμένα να σώσει τα πλάσματα που αγαπά -αν δεν την κατασπαράξει πρώτα η άγρια φύση που ήταν κάποτε το καταφύγιό της.
Το βιβλίο πλασαρίστηκε στα best seller των New York Times ήδη στην πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του. Μπήκε επίσης αμέσως στις λίστες με τα ευπώλητα του IndieBound, των LA Times και της Washington Post, ενώ έχει και θερμή κριτική υποδοχή.
Η Σάρλοτ ΜακΚόναχι είναι συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής φαντασίας και fantasy. Έχει σπουδάσει σεναριογραφία στην Αυστραλία, και έχει βραβευτεί από την Εταιρεία Αυστραλών Συγγραφέων (Australian Writer’s Guild) για το σενάριό της με τίτλο Fury.
Στα βιβλιοπωλεία 26 Οκτωβρίου.
«Άδειες ντουλάπες» της Maria Judite de Carvalho (εκδόσεις Ίκαρος, μετάφραση Μαρία Παπαδήμα)
Γραμμένο στη δεκαετία του 1960, το μυθιστόρημα αυτό, που κατέχει κεντρική θέση στην πορτογαλική λογοτεχνία, σκιαγραφεί με καθαρότητα, λιτότητα και τόλμη την κοινωνία του ευρωπαϊκού νότου.
Κεντρική μορφή του έργου η Ντόρα Ροζάριο, στον ρόλο της συζύγου, νύφης, εργαζόμενης μητέρας και ερωμένης. Η αφήγηση της ζωή της -από τη φίλη της Μανουέλα− αποκαλύπτει λησμονημένες ιστορίες, οικογενειακά μυστικά και ανεπούλωτα τραύματα του παρελθόντος, ξεδιπλώνοντας παράλληλα τους μαιάνδρους μιας υποκριτικής, ανδροκρατούμενης κοινωνίας.
Ωστόσο, οι ηρωίδες της Maria Judite de Carvalho αντιδρούν -η καθεμιά με τον δικό της τρόπο- στην προδιαγεγραμμένη μοίρα τους. Υπάκουες ή εξεγερμένες, αδύναμες ή δυνατές, ορθώνουν το μοναχικό τους ανάστημα μπροστά στην ανισότητα, διεκδικώντας θέση σε έναν πατριαρχικό κόσμο αμείλικτο με τις γυναίκες που γερνούν.
Η Maria Judite de Carvalho (1921-1998) θεωρείται μια από τις σημαντικότερες γυναικείες φωνές της πορτογαλικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε και πέθανε στη Λισαβόνα, έζησε ωστόσο ένα μεγάλο μέρος της ζωής της (1944-1959) στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Έγραψε μυθιστορήματα, διηγήματα, νουβέλες, χρονογραφήματα, ποίηση και ένα θεατρικό έργο. Με εμφανείς επιρροές από τον υπαρξισμό και το Νέο Μυθιστόρημα, χωρίς ωστόσο να ακολουθεί απόλυτα τους κανόνες τους, η ιδιαίτερη γραφή της συνιστά ένα «διακριτικό άνθος», όπως την αποκαλεί εύστοχα η Agustina Bessa-Luís, η άλλη μεγάλη κυρία των πορτογαλικών γραμμάτων. Το έργο της τιμήθηκε με τα βραβεία: Grande Prémio de Conto Camilo Castelo Branco, Prémio da Crítica da Associação Portuguesa de Críticos Literários, Prémio P.E.N. Clube Português de Novelística, Prémio Vergílio Ferreira. Το έργο της Maria Judite de Carvalho έχει μεταφραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Οι Άδειες ντουλάπες είναι το πρώτο της μυθιστόρημα που κυκλοφορεί στα ελληνικά.
«Ο Πολωνός» του J. M. Coetzee (εκδόσεις Διόπτρα, μετάφραση Χριστίνα Σωτηροπούλου)
Η ιστορία του Βίτολντ Βαλτσικιέβιτς, ενός εβδομηντάρη Πολωνού πιανίστα που ερωτεύεται την Μπεατρίθ, μια κατά πολύ νεότερή του γυναίκα, κομψή σύζυγο τραπεζίτη και προστάτιδα των τεχνών, που βοηθάει στην οργάνωση ενός ρεσιτάλ του στη Βαρκελώνη.
Η Μπεατρίθ δεν εντυπωσιάζεται αρχικά από τον Βίτολντ, αλλά η πολιορκία του είναι τόσο επίμονη, που αναπόφευκτα παρασύρεται στον κόσμο του καλλιτέχνη. Καθώς της στέλνει γράμματα, της κάνει αμέτρητες προτάσεις για ταξίδια, έρχεται ακόμα και για επίσκεψη στο εξοχικό του συζύγου της στη Μαγιόρκα, η απίθανη σχέση τους ανθίζει.
Στην αρχή, αυτό φαίνεται να γίνεται με τους δικούς της όρους, όμως το παιχνίδι εξουσίας που παίζουν μεταξύ τους είναι πολύ πιο περίπλοκο.
Ο χρόνος που περνάει, ο έρωτας, όσα καταφέρνουμε να συλλάβουμε -και κυρίως όσα μας διαφεύγουν- από την τέχνη, από μια άλλη γλώσσα, από μια άλλη ύπαρξη, σ’ ένα υποβλητικό έργο που προκαλεί μια «ανεξάντλητη παλέτα συναισθημάτων, από την τυφλή αγάπη ως τη συμπόνια», όπως έγραψε η El Pais.
Ο Τζον Μάξγουελ Κούτσι γεννήθηκε στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής. Έχει γράψει είκοσι βιβλία, μεταξύ των οποίων τα Περιμένοντας τους βαρβάρους (Waiting for the Barbarians), για το οποίο τιμήθηκε με το Central News Agency Award, σημαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο της Νότιας Αφρικής, Βίος και πολιτεία του Μάικλ Κ. (The Life and Times of Michael K.), με το οποίο απέσπασε το βραβείο Booker, το αυτοβιογραφικό Σκηνές απ’ τη ζωή ενός παιδιού (Boyhood: Scenes from a Provincial Life) και Ατίμωση (Disgrace), με το οποίο έγινε ο πρώτος συγγραφέας που κέρδισε για δεύτερη φορά το βραβείο Booker. Το 2003 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
«Από την άλλη πλευρά της μηχανής» της Aurélie Jean (εκδόσεις Στερέωμα, μετάφραση Γιώργος Μπολιεράκης)
Ποιοι είναι αυτοί οι «αλγόριθμοι» που αλλάζουν την καθημερινή μας ζωή; Τι κρύβεται στην άλλη πλευρά του μαθηματικού παγόβουνου;
Οι «αλγόριθμοι» είναι μια πολυσυζητημένη λέξη που πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι καταλαβαίνουν, αλλά λίγοι γνωρίζουν περί τίνος ακριβώς πρόκειται. Χρειαζόμαστε έναν ειδικό στον κώδικα και στις εξισώσεις για να μας καθοδηγήσει σε ένα ασφαλές ταξίδι στον άγνωστο κόσμο της ψηφιακής μοντελοποίησης.
Για τη διακεκριμένη επιστήμονα Ορελί Ζαν, δεν υπάρχει τίποτα πιο απλό ή πιο ευανάγνωστο από μια γραμμή κώδικα: πρόκειται για την υπόσχεση της κατανόησης, μέσω της εικονοποίησης των φαινομένων, της ίδιας της ζωής -όλων των φυσικών, οικονομικών ή κοινωνικών φαινομένων- οποιουδήποτε συστήματος, ζωντανού ή αδρανούς. Η ανάπτυξη ενός αλγορίθμου σημαίνει τη χάραξη μιας διαδρομής επίλυσης για ένα δεδομένο πρόβλημα. Μιας διαδρομής συγκεκριμένης και αξιόπιστης.
Κατάδυση στο εικονικό, προκειμένου να κατανοήσουμε το πραγματικό: αν η προσέγγιση αυτή φαίνεται παράδοξη, για την ερευνήτρια είναι η μοναδική μέθοδος για να συλλάβει τον κόσμο μας, ο οποίος συνεχώς θέτει δυσπρόσιτα και δυσερμήνευτα ερωτήματα. Και ακριβώς αυτό το μέσο, η Αλγοριθμική Επιστήμη, διαχωρίζει αλλά και συνδέει το πραγματικό και το εικονικό σύμπαν. Η κατανόηση της λειτουργίας της οδηγεί στην κατανόηση μιας διαδικασίας που συμφιλιώνει αυτούς τους δύο κόσμους.
H Ορελί Ζαν γεννήθηκε το 1982 και σπούδασε στη Γαλλία (Σορβόννη, ENS, Mines ParisTech) και στις ΗΠΑ (ΜΙΤ). Ερευνήτρια και επιχειρηματίας (ιδρύτρια και διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρίας πληροφορικής In Silico Veritas), η Jean έχει αναπτύξει αλγορίθμους που εφαρμόζονται σε πολλούς επιστημονικούς κλάδους και διδάσκει Αλγοριθμική Επιστήμη στο πανεπιστήμιο. Δραστηριοποιούμενη σε έναν κατεξοχήν ανδροκρατούμενο κόσμο, μαχητική φεμινίστρια, εργάζεται εδώ και χρόνια για την εξάλειψη των έμφυλων ανισοτήτων και των διακρίσεων στους χώρους της επιστήμης και της τεχνολογίας. Είναι τακτική συνεργάτιδα του περιοδικού Le Point.