Στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές ο Τζο Μπάιντεν κέρδισε τη λαϊκή ψήφο με διαφορά περίπου 4 εκατομμυρίων ψήφων, που είναι περίπου 3%. Η διαφορά αυτή είναι μικρότερη από ότι πρόβλεπαν οι δημοσκοπήσεις, με αποτέλεσμα η νίκη του Μπάιντεν στο εκλεκτορικό κολλέγιο να αργήσει να οριστικοποιηθεί.
Διαβάστε επίσης: H Πενσυλβάνια σφράγισε την ήττα του Τραμπ
Η εκλογή ήταν ουσιαστικά δημοψήφισμα για την προεδρία Τραμπ. Ένα 51% του αμερικανικού λαού ψήφισε εναντίον του Τραμπ και σχεδόν παρεμπιπτόντως υποστήριξε τον Μπάιντεν. Η κινητοποίηση εναντίον του Τραμπ ήταν εντυπωσιακή. Ο Μπάιντεν πήρε 74 εκατομμύρια ψήφους έναντι 66 εκατομμυρίων που πήρε η Χίλαρι Κλίντον το 2016.
Αυτό που δεν έπιασαν οι δημοσκοπήσεις όμως ήταν, ότι εντυπωσιακή κινητοποίηση υπήρξε και από την πλευρά του προέδρου Τραμπ, που φέτος πήρε 70 εκατομμύρια ψήφους έναντι 63 εκατομμυρίων το 2016. Ο Τραμπ κατάφερε μάλιστα να βελτιώσει κάπως τα χαμηλά ποσοστά του μεταξύ των μαύρων ανδρών, που ψήφισαν υπέρ του Ομπάμα το 2012 κατά 95% και κατά 80% υπέρ του Μπάιντεν φέτος.
Ο σημαντικότερος παράγοντας για τις απροσδόκητα καλές επιδόσεις του Τραμπ, ήταν η πολύ καλή κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας πριν την πανδημία, που του πίστωναν απόλυτες πλειοψηφίες στις δημοσκοπήσεις. Ως εκ τούτου, πολλοί Αμερικανοί ψήφισαν τον Τραμπ θεωρώντας ότι είναι ικανότερος να επιφέρει ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας μετά την πανδημία.
Άλλος παράγοντας υπέρ του Τραμπ ήταν οι ταραχές το καλοκαίρι φέτος και η ρητορική πολλών αριστερών δημοκρατικών υπέρ της μείωσης της χρηματοδότησης της αστυνομίας. Παρόλο που ο Μπάιντεν διαφώνησε με τη στάση αυτή, ο Τραμπ ανέπτυξε πιο έντονη ρητορική υπέρ του νόμου και της τάξης.
Επιπλέον, ο Τραμπ κατάφερε να μαγνητίσει σημαντικά τμήματα της αμερικανικής κοινωνίας, ιδίως τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης, που πριν το 2016 δεν εκφράζονταν από κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, καθώς ταυτίζονταν με το ελεύθερο εμπόριο. Στις περιοδείες του ο Τραμπ γέμιζε στάδια με δεκάδες χιλιάδες οπαδούς, που φώναζαν μαζικά «σε αγαπάμε», γεγονός ασυνήθιστο στην αμερικανική πολιτική κατά τις πρόσφατες δεκαετίες με εξαίρεση τον Ομπάμα το 2008.
Είναι αξιοσημείωτο, ότι ενώ οι εθνικές δημοσκοπήσεις υποεκτίμησαν τα ρεύματα στην αμερικανική κοινωνία υπέρ του Τραμπ, εταιρείες δημοσκοπήσεων μικρότερης εμβέλειας που λειτουργούν σε επίπεδο πολιτειών ή μητροπολιτικών περιοχών υπήρξαν πιο ακριβείς.
Στη Φλόριντα, για παράδειγμα, οι τοπικές εταιρείες δημοσκοπήσεων έπιασαν πιο καλά την τάση των Κουβανοαμερικανών υπέρ του Τραμπ λόγω της διαφωνίας τους με την εξομάλυνση των σχέσεων των ΗΠΑ με την Κούβα επί Ομπάμα. Υπό αυτό το φως ήταν σοβαρό λάθος της προεκλογικής εκστρατείας του Μπάιντεν να στείλει τον Ομπάμα λίγο πριν τις εκλογές να βγάλει λόγο στο Μαιάμι-Ντέιντ, που έχει μεγάλες συγκεντρώσεις Κουβανοαμερικανών. Ο Τραμπ φέτος κέρδισε την Φλόριντα με 51% έναντι 47,9% του Μπάιντεν, ενώ το 2016 την είχε κερδίσει πιο οριακά με 49% έναντι 47,8% της Κλίντον.
Το αποτέλεσμα των φετινών εκλογών προκάλεσε σοκ στους κεντροαριστερούς φιλελεύθερους, οι οποίοι περίμεναν σύμφωνα με τις εθνικές δημοσκοπήσεις ένα σαρωτικό «μπλε κύμα» (παραδόξως στις ΗΠΑ κατά τον 21ο αιώνα κόκκινο είναι το χρώμα των ρεπουμπλικανών και μπλε των δημοκρατικών). Αντί αυτού, οι ρεπουμπλικανοί διαφαίνεται ότι θα διατηρήσουν οριακά τον έλεγχο της Γερουσίας. Οι δημοκρατικοί θα διατηρήσουν τον έλεγχο της Βουλής τον Αντιπροσώπων, με μειωμένη όμως πλειοψηφία.
Η μεικτή εικόνα των εκλογών φαίνεται και σε χαμηλότερα επίπεδα. Ο Μπάιντεν πήρε την Καλιφόρνια με 65%. Παρόλα αυτά, οι Καλιφορνέζοι απέρριψαν δημοψήφισμα, που θα επέτρεπε να γίνονται διακρίσεις σε δημόσιους διορισμούς και σε πανεπιστήμια προς όφελος των μαύρων και άλλων μειονοτήτων. Ο λαός της Καλιφόρνιας επέμεινε στην επιλογή της αξιοκρατίας χωρίς διακρίσεις, που είχε υπερψηφίσει πριν από δυόμιση δεκαετίες.
Ήδη ο πρόεδρος Τραμπ έχει ξεκινήσει διώξεις σε πολιτειακά δικαστήρια ενάντια στην εκλογική διαδικασία και έχει υιοθετήσει αχαλίνωτη ρητορική περί μαζικής νοθείας και διαφθοράς. Οι καταγγελίες έχουν απορριφθεί από τις ειδήσεις όλων των σημαντικών καναλιών, συμπεριλαμβανομένου και του δεξιού Fox News (σε αντίθεση με τους σχολιαστές του καναλιού αυτού, που είναι απροκάλυπτα προπαγανδιστές υπέρ του Τραμπ, οι ειδήσεις του είναι επαγγελματικές και αμερόληπτες).
Το πιθανότερο επομένως είναι οι προσφυγές του Τραμπ στα πολιτειακά δικαστήρια να αποτύχουν. Στη συνέχεια ο Τραμπ θα προσφύγει στα ομοσπονδιακά δικαστήρια με τελικό προορισμό το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, στο οποίο έχει διορίσει τρία από τα εννέα μέλη του, ενώ άλλα τρία διορίσθηκαν από άλλους ρεπουμπλικανούς προέδρους. Παρόλα αυτά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ θα εφαρμόσει το δίκαιο των ΗΠΑ αδέκαστα. Ο Νίξον είχε διορίσει τέσσερα μέλη του Ανώατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, που ωστόσο ψήφισε εννέα προς μηδέν για να τον αναγκάσει να παραδώσει τις μαγνητοταινίες περί Ουάτεργκεϊτ που οδήγησαν στην παραίτησή του.
Η βαθιά πολωμένη αμερικανική κοινωνία χρειάζεται μία περίοδο ηρεμίας και συναινετικής πολιτικής μεταξύ των δύο κομμάτων. Ο κεντρώος Μπάιντεν είχε παραδόσεις στη Γερουσία ως γεφυροποιός που συνεργαζόταν καλά με τους ρεπουμπλικανούς συναδέλφους του. Ως πρόεδρος θα πρέπει να αξιοποιήσει αυτές τις παλιές τέχνες του για να βοηθήσει στην επούλωση των πληγών που αφήνει πίσω της η ταραχώδης προεδρία Τραμπ.