Νάτος λοιπόν και ο Δημήτρης Τσιόρδας, ο έως χθες εκπρόσωπος του Ποταμιού, τώρα στη ΝΔ. Όχι πως δεν το ξέραμε δηλαδή από καιρό οι «παροικούντες», και πως δεν το περιμέναμε, αλλά να, κάτι λέει το πράμα. Ως εκ του ως τώρα ιδιαίτερου ρόλου του. Όπως άλλωστε και τα τόσα άλλα συναφή δείγματα πολιτικής γραφής…
Τον Ιανουάριο του 2015 το Ποτάμι ανέδειξε 17 βουλευτές, και 11 τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς . Στη συνέχεια άλλος για Χίο τράβηξε, κι άλλος για Μυτιλήνη, κυριολεκτικά. Κι έχει μείνει σήμερα με τρεις, εκ των οποίων ο ένας συνεργαζόμενος. Έχοντας, ως εκ τούτου, απολέσει και τον χαρακτήρα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Οι οχτώ βουλευτές του τράβηξαν προς κάθε κατεύθυνση. Όπως και πλήθος στελεχών του άλλωστε. Προς τη ΝΔ οι περισσότεροι, αλλά και προς το ΚΙΝΑΛΛ, ενώ κάποιοι καλοβλέπουν προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Πραγματικότητα η οποία αντιστοιχείται, φυσικά, στην λαϊκή του βάση, αποτυπώνεται και στο εκλογικό του ακροατήριο. Και είναι γι αυτό που μόλις καταφέρνει να ανιχνεύεται στις δημοσκοπήσεις. Δίχως, ασφαλώς, ελπίδες για πολιτική επιβίωση…
Δεν ξέρω αν ο Σταύρος Θεοδωράκης και όσα επιτελικά στελέχη έχουν απομείνει, προβληματίζονται σοβαρά και με πολιτική γενναιότητα για το φαινόμενο. Ή αν περιορίζονται στην βολική εξήγηση πως για τα πάντα ευθύνονται οι άλλοι. Οι αποχωρήσαντες από το Ποτάμι, καθώς και τα κόμματα υποδοχής. Η αλήθεια βρίσκεται στην ίδια την φύση του κόμματος που επεχείρησε να δημιουργήσει ο Θεοδωράκης. Στο γεγονός ότι, από επιλογή, επρόκειτο για κομματικό σχηματισμό δίχως πολιτικό στίγμα, δίχως γωνίες και αιχμές. Και, ως εκ τούτου δίχως την ελάχιστη κοινωνική αναφορά. Με αφόρητα στρογγυλεμένο πρόγραμμα «καλών προθέσεων». Όσο για την στελέχωσή του, τόσο ιδρυτικά όσο και στη συνέχεια, κινήθηκε στη λογική του «όλοι οι καλοί χωράνε». Μόνο που, όπως αποδείχθηκε στην εξέλιξη των πραγμάτων, οι συγκεκριμένοι «καλοί» χωρούσαν παντού. Κι από την άλλη μεριά επρόκειτο για απολύτως προσωπικό κομματικό μόρφωμα δίχως όργανα και δίχως δομές, στ’ όνομα μιας περίεργης, και βέβαια αδόκιμης και άγονης, «νεωτερικότητας».
Ήταν όθεν απολύτως φυσικό, στη βάση των ως άνω δομικών χαρακτηριστικών, να μην υπάρχει εκεί ο παραμικρός συνεκτικός ιστός, και ο καθένας να φαντάζεται το κόμμα όπως εκείνος θέλει, να το προσδιορίζει όπως εκείνος θέλει, να βλέπει τον προσανατολισμό του και το μέλλον του όπως εκείνος θέλει. Διαφορετικά ή και εντελώς διαφορετικά, φυσικά, ο ένας από τον άλλον. Με συνέπεια, σε δύσκολες αποφάσεις, να τραβάει ο καθένας τον δικό του δρόμο. Και με τελική συνέπεια την σημερινή διαλυτική πραγματικότητα.
Είναι αλήθεια, κι αυτό πιστώνεται κατά κύριο λόγο στον ιδρυτή και επί κεφαλής του, πως σε ιδιαιτέρως δύσκολες στιγμές με έντονο ιδεολογικό πρόσημο, το Ποτάμι πήρε γενναίες αποφάσεις. Τιθέμενο στην «σωστή» πλευρά της Ιστορίας. Με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την έγκριση θεσμικών ρυθμίσεων προωθητικών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κάποιες τολμηρές αναθεωρητικές του Συντάγματος προτάσεις και, βέβαια, την Συνθήκη των Πρεσπών. Όμως φαίνεται πως αυτό δεν αρκεί. Πως ένα κόμμα, για να είναι κόμμα , για να σταθεί, για να προχωρήσει, για ν’ αποκτήσει λαϊκές ρίζες και να μακροημερεύσει, χρειάζεται οπωσδήποτε συγκεκριμένη και σαφή πολιτική και κοινωνική αναφορά. Αναφορά που απουσίαζε στην εντέλεια από το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη. Εξ’ ου και η μοιραία κατάληξη.
Προς γνώσιν και συμμόρφωσιν όλ’ αυτά, για κάθε επίδοξο μελλοντικό «ιδρυτή», για κάθε ανάλογο εγχείρημα. Γιατί για το ίδιο το Ποτάμι, δεν υπάρχει πλέον οδός. Ως εδώ ήταν…