Τι τύπος ομιλητή είμαστε; Αυτός που δίνει ή αυτός που παίρνει; Οι ειδικοί αναλύουν κι εξηγούν

Μήπως αυτή η ανάλυση μας βοηθήσει στον εργασιακό μας χώρο.
Open Image Modal
Maskot via Getty Images
.

Όλοι έχουμε κολλήσει σε συζητήσεις στις οποίες νιώθουμε σαν να μιλάμε στον τοίχο. «Γιατί δεν μου κάνει ερωτήσεις;» μπορεί να σκεφτόμαστε για τον συνομιλητή μας. «Γιατί με αναγκάζουν να κάνω αυτή τη συζήτηση;» μπορούμε να λέμε στον εαυτό μας επίσης σιωπηλά.

Πρόσφατη μελέτη από ερευνητή που μελετά τις συνομιλίες προσφέρει μια συναρπαστική πιθανή απάντηση στο γιατί συμβαίνουν αυτές οι απογοητευτικές αλληλεπιδράσεις.

Ο μεταδιδακτορικός ερευνητής Εϊνταμ Μαστρογιάννι του Columbia Business School εξήγησε σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Substack ότι υπάρχουν δύο τύποι συνομιλητών: Μπορούμε να είμαστε είτε αυτός που δίνει, είτε αυτός που παίρνει...

.... Μ′ άλλα λόγια, αυτοί που δίνουν συνήθως καταλήγουν να κάνουν περισσότερες ερωτήσεις σε μια συνομιλία, επειδή πιστεύουν ότι αυτός είναι ο τρόπος για να προωθηθεί η καλύτερη συνομιλία, ενώ αυτοί που παίρνουν πιστεύουν ότι είναι καλύτερο να κάνουν πιο εμφατικές δηλώσεις για να κάνουν τη συνομιλία όσο το δυνατόν πιο ενδιαφέρουσα

Πώς μπορούμε να μάθουμε με ακρίβεια τι τύπος συνομιλητή είμαστε

Πέρα από τις παραπάνω διαφορές, υπάρχουν και άλλα ενδεικτικά σημάδια που μπορούν να μας βοηθήσουν να προσδιορίσουμε σε ποια από τις δυο κατηγορίες ανήκουμε.

Ο ένας είναι (να προσδιορίσουμε) πώς νιώθουμε όταν υπάρχουν σιωπές σε μια συνομιλία, λέει ο Μαστρογιάνι στη HuffPost. Εκείνοι που δίνουν σκέφτονται συνήθως «ωχ, όχι, έχω κάνει κάτι λάθος» όταν υπάρχουν «κοιλιές» στις συζητήσεις, ενώ εκείνοι που παίρνουν πιστεύουν ότι «κάποιος πρέπει να κάνει κάτι να συμβεί» και ότι αυτό το άτομο είναι αυτοί...

«Άνθρωποι από πολιτισμούς που δεν δίνουν ιδιαίτερη βάση στο άτομο, μάλλον δεν θα είναι τόσο πιθανό να τραβήξουν τα φώτα της δημοσιότητας και να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Πιθανότατα θα είναι περισσότερο εκείνοι που δίνουν, ενώ άνθρωποι από πολιτισμούς που δίνουν βάση στο άτομο είναι πιθανώς πολύ πιο πιθανό να μιλήσουν για τον εαυτό τους», λέει η Εμιλι Ροσάντο -Σόλομον, επίκουρη καθηγήτρια διαχείρισης στο Babson College που ερευνά τις επικοινωνίες στο χώρο εργασίας. 

Το τι τύπος συνομιλητή είμαστε παίζει ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο στη δουλειά μας

Σύμφωνα με την ίδια, «αυτό που είναι πιο σημαντικό στον εργασιακό χώρο είναι να μπορούμε να γινόμαστε και οι δυο τύποι ώστε να μπορούμε να επικοινωνούμε με άτομα από διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα».

Οι άνθρωποι, ανεξάρτητα σε ποια γωνιά του πλανήτη βρίσκονται, έχουν ανάγκη να αισθάνονται ότι τους λαμβάνουμε υπόψη....

Ο Μαστρογιάνι από την μεριά του βλέπει επίσης τη δυναμική του δίδω - λαμβάνω να μπαίνει στο παιχνίδι περισσότερο όταν κατώτεροι υπάλληλοι συνδιαλλέγονται με ανώτερο προσωπικό. 

«Εάν σ′ αυτή τη σχέση (ο κατώτερος) προσεγγίσει (τον ανώτερο) ως κάποιος που παίρνει, τότε (αυτή η επικοινωνία) μπορεί να τελειώσει πολύ γρήγορα. Εάν δεν προκαλέσει το ενδιαφέρον του, μπορεί να λήξει την κουβέντα θεωρώντας ότι το θέμα έχει τελειώσει με αυτόν τον υπάλληλο. 

Φυσικά, όσοι βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας θα πρέπει να γνωρίζουν αυτή τη δυναμική και να προσφέρουν επίσης περισσότερα, κάτι που είναι δίκαιο.

Η Μέρι Αμπατζάι, πρόεδρος του Careerstone Group, μιας εταιρείας συμβούλων ανάπτυξης ηγεσίας, συμφώνησε ότι είναι σημαντικό για οποιονδήποτε ηγέτη «να μάθει να είναι λίγο περισσότερο δότης», κάτι που σημαίνει στην πραγματικότητα να (ξέρει να) προκαλεί συνομιλία και μετά να (ξέρει να) ακούει. 

Σημείωσε ότι το πλαίσιο που οι άνθρωποι είναι συνομιλητές που δίνουν ή που παίρνουν θα μπορούσε επίσης να σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο οι εσωστρεφείς και οι εξωστρεφείς συγκρούονται στον εργασιακό χώρο.

«Στις συναντήσεις, οι εσωστρεφείς τείνουν να μένουν πίσω επειδή οι εξωστρεφείς τείνουν να είναι εκείνοι που (σε μια συνομιλία) δίνουν και έχουν ταχύτατες συνομιλίες, κι αυτό δεν αφήνει ”χώρο” στον εσωστρεφή να απαντήσει», είπε.

Γι′ αυτό είναι σημαντικό οι συναντήσεις εργασίας να «προσαρμόζονται» και στα δύο στυλ και όσοι βρίσκονται σε επιτελικές θέσεις να είναι υπεύθυνοι για την πραγματοποίηση αυτού...

Ούτε αυτός που δίνει, ούτε αυτός που παίρνει σε μια συζήτηση είναι εγγενώς κακός. Αλλά για να είμαστε πιο στοχαστικοί ομιλητές και ακροατές, πρέπει να έχουμε αυτογνωσία

Ανεξάρτητα από το αν πιστεύουμε ότι έχουμε την «καρδιά» ενός συνομιλητή που δίνει ή ενός συνομιλητή που δίνει, σίγουρο είναι ότι μπορούμε να μάθουμε από την άλλη πλευρά...

Και οι δύο πλευρές μπορούν να μάθουν να έχουν επίγνωση των δυνατοτήτων τους σε μια συνομιλία, εξηγεί ο Μαστρογιάννι, οι οποίες είναι ευκαιρίες για να συνεχιστεί η συζήτηση με έναν συναρπαστικό και γοητευτικό τρόπο.

Στην πράξη αυτό θα σήμαινε για αυτούς που παίρνουν να (προσπαθούν να) διατυπώνουν περισσότερες ερωτήσεις που θα ενδιέφεραν πραγματικά τον συνομιλητή τους να απαντήσει. Μ′ αυτό τον τρόπο, η συνομιλία έρχεται πιο κοντά στο αναπάντεχο,  ενδιαφέρον, διασκεδαστικό και (πηγαίνει σε) περίεργα «εδάφη» του πώς κάποιος αισθάνεται και πιστεύει στην πραγματικότητα, αναφέρει. 

Κι αν είμαστε αυτός που δίνει ενώπιον ενός οδοστρωτήρα που παίρνει, ας προσπαθήσουμε να μειώσουμε τις ερωτήσεις και να αλλάξουμε ρόλο, λέει ο ίδιος. 

Το να είμαστε ένας συνομιλητής που δίνει, ο οποίος αρχίζει να παίρνει περισσότερα, μπορεί να τεστάρει τις σχέσεις μας επίσης.

«Ας τους δώσουμε αυτό που μας δίνουν αυτοί. Αυτό που αξίζουν. Τότε θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε τη διαφορά ανάμεσα σε κάποιον επιθυμεί να γίνει  κάποιος που παίρνει με γενναιόδωρο τρόπο και κάποιος που παίρνει επειδή είναι εγωιστής», λέει ο Μαστρογιάννι. 

Και στο κάτω - κάτω της γραφής, αν ένας συνομιλητής που παίρνει συνεχίζει να αγνοεί τις κρούσεις μας να μοιραστούμε πράγματα, αυτό μπορεί να είναι το σήμα που χρειαζόμαστε για να εγκαταλείψουμε τη συζήτηση και να στραφούμε προς τη συνομιλία με κάποιον άλλο, καταλήγει.