Τι θα γίνει το 2024

Ίσως το 2024 να είναι ένα ακόμη ιστορικό έτος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Open Image Modal
Flags of Greece and Turkey
Manuel Augusto Moreno via Getty Images

Το καλοκαίρι που μας πέρασε ταξίδεψα πολύ και από τις δυο πλευρές του Αιγαίου αλλά και σε πολλές ακτές της Μεσογείου. Ταξίδεψα εκεί που το τυχαίο συμβάν της γέννησης των ανθρώπων σε μια συγκεκριμένη περιοχή καθόρισε τη γλώσσα που θα μιλάνε και την εθνικότητά τους. Και αυτό όχι σε ένα περιβάλλον που η εθνικότητα αναγράφεται στο διαβατήριο και κανείς δεν ξαναασχολείται μ’ αυτήν μέχρι να χρειαστεί να ταξιδέψει μακριά από την θαλπωρή της ευρωπαϊκής οικογένειας. Αλλά σε μια περιοχή που η ιστορία έχει επανειλημμένα γραφτεί, αποφανθεί, διδάξει και πάρει το μέρος της σιωπηλά στα μνημεία των νεκροταφείων, στα σκονισμένα, παρατημένα σε υγρά υπόγεια υπουργείων αρχείων και -το κυριότερο- σε κατεστραμμένες ψυχές.

 Πέρα όμως από τα πανάρχαια ελαιόδεντρα και τα ανεμοδαρμένα ακρογιάλια που κάνουν τα τοπία τόσο ίδια, ο ταξιδιώτης μπορεί να διακρίνει μια κοινή στάση προς τη ζωή, μια κοινή ανάγκη να πάρουν από τη θάλασσα και τον ήλιο της Μεσογείου τα αγαθά που τους προσφέρονται χωρίς παρενέργειες και πισωγυρίσματα. Ένας πόλεμος λίγο πιο πάνω τους και ένας λίγο πιο νότια τους θυμίζει ότι και αυτοί οι άνθρωποι κάποτε έπιναν τον καφέ τους με έννοιες που τώρα αναπολούν με νοσταλγία. 

Και η θάλασσα; τους χωρίζει η θάλασσα; η θάλασσα ξεφεύγει από το ανθρώπινο και δεν ακολουθεί τους τιποτένιους νόμους τους. Αυτήν δεν είναι εκεί  για να χωρίζει. Αυτά είναι ανθρώπινες κοινοτυπίες.  Όπως για παράδειγμα το πλοίο της γραμμής Θεσσαλονίκη-Σμύρνη. «Τα δρομολόγια ακυρώνονται για οικονομικούς λόγους».  Πόσο πεζό αλήθεια, να μπλέκει πάντα το χρήμα σε καθετί ανθρώπινο.  Αλλά και πόσο αληθινό να κανονίζει αυτό τα πάντα. Γιατί αυτό έχει μια κάποια λογική, έναν ρεαλισμό , μια ουσία που κοινός της παρονομαστής είναι η ειρήνη.  

Πράγματι, αν διαβάσει κάποιος έρευνες στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην ελεύθερη Κύπρο και στις κατεχόμενες περιοχές, θα δει ότι οι άνθρωποι ανησυχούν για το μέλλον των παιδιών τους, την εκπαίδευση, την ανεργία, το σύστημα υγείας, την δημιουργία ενός ασφαλούς οικονομικού περιβάλλοντος που θα συμβάλλει στην περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού, την υγεία και γενικά για προβλήματα που αφορούν στην μεγάλη πλειοψηφία του δυτικού κόσμου ενώ αδιαφορούν παγερά για την σύγκρουση των πολιτισμών.

«Εδώ δεν είναι Ελβετία», είναι ο αντίλογος. Σύμφωνοι, ούτε και θα γίνει ποτέ. Η ελεύθερη βούληση των ανθρώπων όμως όπως και η οικονομική τους ευημερία, αργά ή γρήγορα θα επικρατήσουν και οι πολεμικές ρητορικές θα μείνουν γητεύτρες της μειοψηφίας. 

Εκατό χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών που προκάλεσε τόσο πόνο και σημάδεψε ζωές, ίσως να δημιουργούνται οι συνθήκες για μια διευθέτηση των ανωμαλιών, για τη δημιουργία συμφωνιών βασισμένων στο διεθνές δίκαιο και στις διεθνείς συνθήκες. Ας ξεφύγουμε όμως από την απαισιοδοξία που πηγάζει από τον ρεαλισμό των ημερών και ας προσπαθήσουμε να διαβάσουμε το μέλλον με μια θετική νότα. 

Η τελευταία διετία της θητείας του Μπάιντεν, ο οποίος θα θελήσει να βάλει τη σφραγίδα του σε αυτήν την ανίερη αέναη διένεξη δύο κατ’ ευφημισμό συμμάχων, έχοντας πολλούς λόγους παραπάνω μετά το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, θα μπορούσε να είναι έναυσμα μιας ειρηνοποιούς προσπάθειας. Ως επίρρωση της πρόβλεψης, θα έχουμε καινούρια πρόσωπα στην διακυβέρνηση τόσο της Τουρκίας, όσο και της Κυπριακής Δημοκρατίας. 

Τα νούμερα του Κιλισντάρογλου στην Τουρκία παραμένουν  συγκριτικά χαμηλά και δεν αποκλείεται να μην είναι τελικά αυτός ο εκλεκτός του συνασπισμού της αντιπολίτευσης και να αντικατασταθεί από τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου ή -το πιθανότερο- από τον δήμαρχο της Άγκυρας, τον Μανσούρ Γιαβάς. Αν προσθέσουμε και την διαφαινόμενη επικράτηση του Νίκου Χριστοδουλίδη στην Κύπρο αλλά και την επανεκλογή Μητσοτάκη στην Ελλάδα, έχουμε ένα πάνθεον προσώπων που αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.

Οι συνθήκες στο διεθνές στερέωμα θα απαιτούν μια διαφορετική προσέγγιση, η Τουρκία θα βρίσκεται στο σταυροδρόμι μιας νέας αρχής, όπως συμβαίνει πάντα με το τέλος των δικτατοριών και στην Ελλάδα και στην Κύπρο θα υπάρχουν ισχυρές κυβερνήσεις με δύο ηγέτες- προσωποποίηση της ήπιας ισχύος. Ταυτόχρονα, θα επικρατεί μια Μεσογειακή προοπτική με περισσότερο τεχνοκρατική και λιγότερο εθνικιστική νοοτροπία, άμεσα επηρεασμένη από ενεργειακά συμφέροντα.

Ίσως το 2024 να είναι ένα ακόμη ιστορικό έτος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.