Μετά τα τελευταία συμβάντα στο δημόσιο στίβο, είναι ανάγκη να καταλάβουμε ότι στις επόμενες εκλογές το διακύβευμα είναι ηθικό πρωτίστως: να μπει φρένο στην κατάπτωση της πολιτικής και την εξαχρείωση της κοινωνίας, να μπει πάνω από όλα η Πατρίδα και ο Άνθρωπος.
Δεν έχει περάσει χρόνος που διαβάζαμε με εξαιρετική προσοχή τη φράση ότι πατριώτης είναι εκείνος που δίνει το κάτι παραπάνω, σε κάθε τομέα της ζωής, δίχως να αναρωτιέται για την ανταποδοτικότητα των πράξεών του. Φράση σχεδόν ιερή στην εποχή που προσπαθούμε όλοι να αφήσουμε την κρίση πίσω μας.
Με την ίδια λογική, ότι πολλές φορές πρέπει να σκεφτόμαστε πρώτα την Πατρίδα, αρκετές φορές έχω αναφερθεί στο πόσο τραγικό είναι να μιλάμε για brain drain -όταν ο κόσμος είναι μικρός με την τεχνολογία κι όλοι θα έπρεπε να στοχεύουμε στην επιτυχία στο παγκόσμιο χωριό. Πόσο ασήμαντο είναι ένας πολιτικός να θεωρεί ότι μπορεί να μιλήσει στο εσωτερικό με άλλη γλώσσα, αφού ότι λέει φθάνει σε δευτερόλεπτα στα πέρατα του κόσμου και πόσο προσεκτικοί πρέπει να είναι οι «φυσικοί» πρεσβευτές μας όταν μιλάνε για την Ελλάδα.
Προς αυτή την κατεύθυνση και με την λογική αποδοχή ότι η Ελλάδα είναι μια δυτική δημοκρατία κι ότι σε λίγους μήνες θα ασκήσουμε το εκλογικό δικαίωμα μας, το ενδιαφέρον όλων μας είναι στην επόμενη μέρα. Ό,τι έγινε, έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Να δούμε πως θα προχωρήσουμε από εδώ κι εμπρός.
Μου έρχονται στο μυαλό δύο πολύ πρόσφατες εικόνες. Τον Πρωθυπουργό να λέει στον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι οι διαδηλωτές στο Σύνταγμα ήταν ακροδεξιοί λαϊκιστές κι ότι με τη συμφωνία είναι «η πλειοψηφία των πολιτών που μπορούν να σκέφτονται» (για το υπόλοιπο μπορεί να τον αδικήσω διότι μάλλον χάθηκε στην μετάφραση – εικάζω ότι στα ελληνικά ήθελε να πει ότι έχουν κριτική σκέψη). Και μια άλλη εικόνα. Του αναπληρωτή Υπουργού Υγείας να λέει σε Έλληνες δημοσιογράφους «Σας έχω».
Δεν θέλω να μείνουμε στο παρελθόν. Να πούμε ότι πολλοί από εμάς φωνάζαμε για τη γλώσσα και τη λογική των κυβερνώντων. Θέλω να δω τι εικόνα δείχνουμε για το μέλλον. Μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι όταν η διαφωνία έχει τη λογική της ανοησίας ή της χαζομάρας; Πόσο πιο πατριωτικό δεν θα ήταν μια φράση «η Ελλάδα είναι η κοιτίδα της Δημοκρατίας και σε κάθε Δημοκρατία υπάρχουν διαφορετικές γνώμες»; Πόσο διαφορετικά θα ήταν εάν ο Πρωθυπουργός αναφερόταν στα διεθνή fora στη Συμφωνία των Πρεσπών χωρίς να αντιτίθεται σε όσους διαφώνησαν με αυτή σαν να είναι «πολιτικά λεπροί»!
Κι από εκεί στην μαγκιά Πολάκη. Η απαξιωτική γλώσσα έκφρασης, η απόλυτη έλλειψη σεβασμού. Εάν ο φόβος μου είναι ότι η εικόνα ενός ώριμου πολιτικά Αλέξη Τσίπρα, μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας και συμμάχου των εταίρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα χάσει προκλητικά και με κατεβασμένα τα χέρια από τον Αλέξη Τσίπρα λάτρη της εξουσίας και φανατικό της ραδιουργίας στο όνομα της πολιτικής επικράτησης, το απόλυτο άγχος μου είναι η επικράτηση της νοοτροπίας Πολάκη σε κάθε έκφανση της κοινωνίας μας.
Διότι η κοινωνία μας, με φανατική πλέον αποδοχή της απόλυτης επικράτησης της έννοιας του χρήματος και με εκμηδενισμό κάθε έννοια κατανόησης των αβάσταχτων επιπτώσεων της κρίσης στην πλειοψηφία των πολιτών, όχι μόνο δεν ασχολείται με ακραίες πρακτικές στο όνομα της οικονομίας, αλλά αργά και σταθερά υιοθετεί την προοπτική Πολάκη. Αυτή την χυδαία, αποκρουστική και απόλυτα καταδικαστέα λογική ότι μπορώ να πω ότι θέλω, να κάνω ότι γουστάρω, να βρίσω όποιον θέλω και δεν τρέχει τίποτα. Αυτό το αδιανόητο φλερτ με τον παραλογισμό, η θεσμοποίηση της τρέλας όχι μόνο δεν οδηγεί πουθενά αλλά καταδικάζει το μέλλον.
Είναι, ίσως, κι η ουσία της ψήφου που ο καθένας και η καθεμία από εμάς πρέπει να αναλογιστεί πάνω από την κάλπη. Ακόμα κι αν για εκείνους ή για εκείνες που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πήρε όλες τις σωστές πολιτικές αποφάσεις θα υπάρχει το μέγιστο ερώτημα: είναι η σημερινή κοινωνία αυτή που θέλω να ζω;
Διότι οικονομικά, ακόμα κι αν πετύχουμε με την όποια αυριανή κυβέρνηση ένα θαύμα, όσο δεν κοιτάζουμε στα μάτια τα εκατομμύρια συμπολίτες μας που άθελα τους έγιναν παράπλευρες απώλειες της μεγαλύτερης κρίσης όλων των εποχών που υπήρξε σε οποιαδήποτε ανεπτυγμένη δυτική χώρα τότε ελάχιστα θα καταφέρουμε. Κι όσο δεν αντισταθούμε σε αυτή τη σαθρή, ακραία παράλογη, βαθιά διχαστική και εκμηδενιστική νοοτροπία απλά θα καταδικαστούμε σε αιώνια περιθωριοποίηση.
Το πραγματικό δίλημμα των επόμενων εκλογών δεν θα είναι ούτε οικονομικό, ούτε ιδεολογικό. Θα είναι βαθιά ηθικό. Θα είναι εάν δεχόμαστε τη νοοτροπία της «ότι να ’ναι πολιτικής» και της αλόγιστης μαγκιάς. Εάν δεχόμαστε τη νοοτροπία του «εμείς κι αυτοί», του «όποιοι δεν συμφωνούν μαζί μου, είναι εχθροί μου». Ή εάν θέλουμε καθαρές απόψεις και μια γλώσσα που θα ενώνει και δεν θα διχάζει. Το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών θα δείξει. Και η σημασία τους θα είναι τεράστια όχι μόνο για τη σημερινή γενιά αλλά για τις επόμενες τρεις.