Οι Μυκηναίοι ήταν το Ελληνικό φύλο που πολιόρκησε και κατέκτησε την Τροία, δίνοντας έτσι την έμπνευση για την Ιλιάδα, την Οδύσσεια και τα κύκλια έπη (Αιθιοπίδα, Ιλίου Πέρσις κ.τ.λ). Η ιστορία του λαού αυτού παραμένει καλυμμένη από την αχλύ του μύθου, παρά τις πολλές και σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις.
Μέχρι σήμερα, ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός εξακολουθεί να προκαλεί πονοκεφάλους στους επιστήμονες, με τα μικρά και μεγάλα αινίγματά του. Ένα από αυτά βρίσκεται σε μια τοιχογραφία του 13ου π.Χ αιώνα από το παλάτι της Πύλου, η οποία απεικονίζει μια μάχη. Οι πολεμιστές της μιας πλευράς έχουν ομοιόμορφες εξαρτήσεις και εξοπλισμό Μυκηναϊκού ελαφρού πεζικού: σπαθί, δόρυ, κράνος ενισχυμένο με χαυλιόδοντες αγριογούρουνου και περικνημίδες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για στρατιώτες στην υπηρεσία του βασιλιά της Πύλου. Οι αντίπαλοί τους όμως είναι ντυμένοι μόνο με δέρματα ζώων και γενικά έχουν πρωτόγονη εμφάνιση. Ποιοι είναι αυτοί οι πολεμιστές που μοιάζουν να έχουν έρθει από τους προϊστορικούς χρόνους; Ποια είναι η ταυτότητα και η καταγωγή τους και γιατί συγκρούστηκαν με τους Μυκηναίους; Σχετικά με αυτά τα ερωτήματα έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί διάφορες θεωρίες.
Όταν οι πρόγονοι των Μυκηναίων ήλθαν στον Ελλαδικό χώρο, εγκαταστάθηκαν σε περιοχές όπου κατοικούσαν ήδη άλλες φυλές. Κάποιες από αυτές ήταν ιδιαίτερα πολεμοχαρείς, διάγοντας βίο ληστρικό και νομαδικό. Επρόκειτο ουσιαστικά για άτακτα στίφη, χωρίς εξελιγμένη πολιτειακή και στρατιωτική οργάνωση. Κύρια ενασχόλησή τους ήταν ο πόλεμος και η πραγματοποίηση επιδρομών εναντίον των γειτόνων τους. Τα Μυκηναϊκά βασίλεια που ιδρύθηκαν αργότερα συνυπήρχαν με αυτές τις φυλές, τις οποίες θεωρούσαν βαρβαρικές, και οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν κάθε άλλο παρά αρμονικές. Οι δύο πλευρές βρίσκονταν μονίμως σε εμπόλεμο κατάσταση, αντιπροσωπεύοντας διαμετρικά αντίθετους κόσμους. Είναι συνεπώς πολύ πιθανό, η αινιγματική τοιχογραφία της Πύλου να απεικονίζει μια σύγκρουση ανάμεσα στους στρατιώτες του βασιλιά και τους πολεμιστές κάποιας πολεμοχαρούς νομαδικής φυλής.
Σύμφωνα με μια δεύτερη θεωρία, οι πολεμιστές με τα δέρματα ζώων δεν κατάγονται από κάποιο άλλο έθνος, αλλά είναι Μυκηναίοι ληστές. Οι δε αντίπαλοί τους αποτελούν μέλη μια ένοπλης φρουράς, η οποία πραγματοποιούσε περιπολίες, εκτελώντας αστυνομικά καθήκοντα. Έτσι εξηγείται και ο ελαφρύς οπλισμός των στρατιωτών, χωρίς ασπίδες και θώρακες. Αν αυτές οι υποθέσεις είναι σωστές, τότε η εν λόγω τοιχογραφία αναπαριστά ουσιαστικά την εξουδετέρωση μιας συμμορίας, η οποία ίσως ταλαιπωρούσε για πολύ καιρό την περιοχή της Πύλου. Αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Θουκυδίδης, επιβεβαιώνουν ότι το φαινόμενο της ληστείας ήταν γνωστό στην Ελλάδα από την αυγή της ιστορίας της. Το ορεινό έδαφος της χώρας εξάλλου, ευνοούσε ανέκαθεν την εμφάνιση συμμοριών στα βουνά και τις γύρω περιοχές. Την άνθιση της ληστείας στα αρχαία χρόνια απηχεί και ο μύθος του Θησέα, ο οποίος σκότωσε πολλούς επικίνδυνους κακοποιούς, ταξιδεύοντας από την Τροιζήνα στην Αθήνα.
Τέλος, έχει υποστηριχθεί και η άποψη ότι η αινιγματική τοιχογραφία της Πύλου απεικονίζει την καταστολή μιας εξέγερσης. Οι αντίπαλοι των Μυκηναίων στρατιωτών φορούν δέρματα ζώων γιατί προέρχονται από τα κατώτατα στρώματα της κοινωνίας. Η φτώχια και η εξαθλίωση τους οδήγησε στο να επαναστατήσουν και να πάρουν τα όπλα εναντίον του βασιλιά τους. Η καταγωγή των εξεγερθέντων αποτελεί κι αυτή αντικείμενο διχογνωμίας. Μπορεί να πρόκειται για φτωχούς Μυκηναίους που στράφηκαν κατά των ομόφυλων αρχόντων τους, διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Αν αυτό ισχύει, τότε έχουμε την πρώτη απεικόνιση μιας λαϊκής εξέγερσης στην ιστορία της τέχνης. Είναι όμως εξίσου πιθανό οι πολεμιστές με τα δέρματα ζώων να προέρχονται από κάποια άλλη σκλαβωμένη φυλή, την οποία οι βασιλείς της Πύλου υπέταξαν, όταν εξάπλωναν με πολέμους την κυριαρχία τους. Σε αυτήν την περίπτωση η τοιχογραφία αποτυπώνει μια εξέγερση υποδούλων εναντίον των κατακτητών τους, κάτι το οποίο συνέβη άπειρες φορές στην ανθρώπινη ιστορία.
Όσο βάσιμοι όμως κι αν φαίνονται όλοι οι παραπάνω ισχυρισμοί, δεν παύουν να αποτελούν απλώς εικασίες. Το μόνο που θα έλυνε οριστικά το μυστήριο θα ήταν η ανακάλυψη κάποιας επιγραφής, η οποία είτε θα εξηγούσε τι απεικονίζεται στην αινιγματική τοιχογραφία είτε θα συνδεόταν κάπως με αυτήν. Μέχρι τότε, η ταυτότητα των πολεμιστών με την πρωτόγονη εμφάνιση θα παραμένει άγνωστη, δίνοντας τροφή για διάφορες θεωρίες, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο βάσιμες.