Το Αλφαβητάριο της Αποτρεπτικής Στρατηγικής

Τα λεπτά σύνορα κρίσεων χαμηλής έντασης, ενδοπολεμικής αποτροπής-κλιμάκωσης και γενικευμένου πολέμου
Open Image Modal
Eurokinissi

Ο πόλεμος είναι μια μεγάλη αλυσίδα με πολλούς κρίκους εκ των οποίων μόνο τελευταίος είναι η ένοπλη σύρραξη. Στην εποχή του πολιτικού πολιτισμού ισχύει η Κλαουζεβιτσιανή ρήση «ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», δηλαδή, εντάσσεται στην λογική εκπλήρωσης πολιτικών σκοπών. Δεν είναι αυτοσκοπός. Για τον αμυνόμενο σκοπός είναι η ασφάλεια της Επικράτειάς και σύνορα σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα. 

Όταν ένα κράτος αμύνεται κατά αναθεωρητικών απειλών οι «μικρές» εμπλοκές, οι ενδιάμεσες πολεμικές αναμετρήσεις και πολύ περισσότερο ο γενικευμένος πόλεμος σημαίνουν, βασικά, ότι η αποτρεπτική στρατηγική απέτυχε.

Αυτή είναι η περίπτωση της Ελλάδας εδώ και δεκαετίες, καθότι οι αναθεωρητικές αξιώσεις της Τουρκίας, η επιθετική ανάπτυξη δυνάμεων στην Θράκη, στο Αιγαίο με την «Στρατιά του Αιγαίου» και στην Κύπρο και επί δεκαετίες παρουσία μεγάλου στρατού στην Μεγαλόνησο, συνοδεύονται και με διαρκείς παραβιάσεις της κρατικής Επικράτειας της Ελλάδας σε πεδία μάλιστα τα οποία η Άγκυρα διεκδικεί κατά παράβαση της διεθνούς νομιμότητας. 

Το ίδιο ισχύει για τις Τουρκικές απειλές (που συμπεριλάμβαναν και casus belli) οι οποίες τελικά οδήγησαν σε παράλειψη της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα. Το αποτέλεσμα είναι μέχρι στιγμής η απώλεια εισοδημάτων από τους πολύ μεγάλους όπως γνωρίζουμε πλέον υποθαλάσσιους πλουτοπαραγωγικούς πόρους. 

Ενδιαμέσως είχαμε μικρές πιο επιθετικές εμπλοκές το 1987, το 1996 και μερικές λιγότερο γνωστές προκλήσεις στην Κύπρο. Οι δε πολεμικές ενέργειες, κυρίως στον αέρα και όχι μόνο σε πεδία τα οποία εγείρονται αναθεωρητικές αξιώσεις, είναι εδώ και δεκαετίες καθημερινότητα. 

Στο πιο πάνω πλαίσιο τα γεγονότα στην ΑΟΖ της Κύπρου, ξανά στα Ίμια πριν λίγες εβδομάδες και στον Έβρο με την σύλληψη δύο στρατιωτών ομήρων πλέον, συνιστούν κλιμάκωση βαθύτατων προεκτάσεων. Η κλιμάκωση της Τουρκικής επιθετικότητας συνοδεύεται και από μεγάλες πλέον διεκδικήσεις και απειλές στρατιωτικής επίθεσης και εντάσσεται σε αυτό που στην στρατηγική θεωρία ορίζεται ως «απέραντη απειλή». Σκληρά πλέον τίθεται το ζήτημα περαιτέρω κλιμάκωσης των Τουρκικών πολεμικών ενεργειών αλλά και το ενδεχόμενο ενός μεγάλου γενικευμένου πολέμου. 

Αυτό σημαίνει, βασικά και ουσιαστικά, ότι πλέον βρισκόμαστε σε αυτό που στην στρατηγική ανάλυση ονομάζεται «ενδοπολεμική αποτροπή» (intra-war deterrence). Η Τουρκία πέρασε το φράγμα των απειλητικών δηλώσεων και προβαίνει σε ενέργειες που υποδηλώνουν ότι τόσο η γενική αποτροπή (μια γενική εξισορροπητική κατάσταση) όσο και η άμεση αποτροπή (ετοιμότητα αντίκρουσης επικείμενων στρατιωτικών ενεργειών) διαπεράστηκαν. Επειδή αυτή είναι η κατάσταση εδώ και δεκαετίες για την αποκατάσταση μιας γενικής ή άμεσης αποτροπής οι εναλλακτικές επιλογές λιγοστεύουν: 

  1. Ελεγχόμενη ανταπόδοση με σκοπό να αποτραπεί ο αντίπαλος να συνεχίσει να κλιμακώνει τις ενέργειές του με τον γενικευμένο πόλεμο ως πιθανό ενδεχόμενο.

  2. Αποδοχή των τετελεσμένων, εδώ της μη επέκτασης των χωρικών υδάτων, της παράνομης αμφισβήτησης νησιών όπως τα Ίμια και όχι μόνο, της σύλληψης στρατιωτών στα σύνορα και της παράνομης κατοχής μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας η οποία με την ΔΔΟ δολοφονείται, καταργείται και εντάσσεται στα πεδία της Τουρκικής επικυριαρχίας. Αυτά υποδηλώνονται με αγωνιώδεις προσπάθειες όχι τερματισμού των τετελεσμένων αλλά μείωσης των ζημιών, με αναποτελεσματικές διπλωματικές κινήσεις, με διάλογο με όρους του επιτιθέμενου, διαλλακτικές συμπεριφορές και δηλώσεις, εκπομπή ειρηνιστικών δήθεν μηνυμάτων αντί αποτρεπτικών παραστάσεων και γενικότερα συμπεριφορές που αποτελούν κατευνασμό και προσαρμογή στην θέληση του επιτιθέμενου, δηλαδή το αντίθετο της αποτρεπτικής στρατηγικής. Ο επιτιθέμενος «κερδίζει τον πόλεμο χωρίς μάχη». 

Σε κάθε περίπτωση όταν διαπεραστεί η αποτροπή του αμυνόμενου κράτους δημιουργούνται πλέον λεπτά σύνορα μεταξύ «μικρών», «μεσαίων» και μιας πιθανής γενικευμένης πολεμικής σύγκρουσης. 

Επίσης σε κάθε περίπτωση, επειδή ο πόλεμος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, όταν πλέον ολοφάνερα η αποτροπή στο Αιγαίο και στην Θράκη πλήγηκε, απαιτείται υπευθυνότητα στην διατύπωση θέσεων από αναλυτές αλλά και από πολιτικά πρόσωπα. 

Όμως, η επίδειξη στρατιωτικής και πολιτικής υπευθυνότητας για το δέον γενέσθαι είναι ένα πράγμα και άλλο τα γνωστά αυθαίρετα άλματα και οι κραυγές που υποβάλλουν κατευναστικές και υποχωρητικές αποφάσεις ο οποίες πουθενά δεν οδηγούν παρά μόνο σε αδιέξοδα και πολύ πιθανό μεγάλο πόλεμο. Τέτοιες κραυγές τις ακούγαμε επί δεκαετίες και εδώ που καταντήσαμε είναι ακραία ανεύθυνο να επαναλαμβάνονται. 

Μέχρι που ακούσαμε ότι το μεγάλο έρεισμα της Ελλάδας είναι ο … ευρωπαϊκός στρατός. Ως αυτό το ζήτημα έχουμε χιλιάδες δημοσιευμένες σελίδες σε βιβλία και άρθρα όπου εξηγείται ότι η συμμετοχή σε προσπάθειες συζητήσεων για διπλωματική και αμυντική ανάπτυξη της ΕΕ είναι επιβεβλημένη. Αυτό όμως είναι ένα πράγμα και άλλο να περιμένουμε εγγύηση των συνόρων μας ή ακόμη και ουσιαστική ενίσχυση από ένα ουσιαστικό ανύπαρκτο εγγυητικό ευρωπαϊκό στρατό. Επαναλαμβάνουμε ότι η ΕΕ είναι ένας νομικός γίγαντας που εκκολάφτηκε μέσα σε ένα Αμερικανικό στρατηγικό θερμοκήπιο μετά το 1945, αλλά ταυτόχρονα και ένας πολιτικός και στρατηγικός νάνος. 

Πιο συγκεκριμένα, ενώ η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία είναι μεσαίες συν πυρηνικές δυνάμεις και η Γερμανία υπό στρατηγική επιτήρηση, αφενός οι ενδο-Ευρωπαϊκές διαφορές είναι μεγάλες για να επιτρέψουν μια αξιόπιστη συμμαχία και αφετέρου μετά το 1969 όταν άρχισε η Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία μέχρι και σήμερα, αλληλουχία αποφάσεων καταμαρτυρεί ότι οι συνεργασίες είναι οριακές και κατά το πλείστο υποβοηθητικές των Αμερικανικών στρατηγικών κινήσεων. Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να είναι στρατηγικά παρούσες επισκιάζοντας τα πάντα. Είναι, εξάλλου, και η μεγάλη ναυτική δύναμη πάνω στην Περίμετρο της Ευρασίας με συντριπτική στρατιωτική υπεροχή από την Ευρώπη μέχρι την Άπω Ανατολή. 

Η ιεράρχηση των σημασιών και των προτεραιοτήτων στην διεθνή πολιτική είναι για μια εθνική στρατηγική μείζον ζήτημα εξ ου και η ανάγκη αποφυγής επιπόλαιων τοποθετήσεων που στο παρελθόν ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. 

Υπό το πιο πάνω πρίσμα –και αφού υπογραμμίσουμε ότι η ιστορία διδάσκει πως κατευνασμός = ήττα χωρίς πόλεμο ή τελικά πρόκληση ανορθολογισμού εκατέρωθεν και πιθανότατα μεγάλη πολεμική κλιμάκωση–, το πιο επείγον ζήτημα για την Ελλάδα είναι η αξιοπιστία της αποτρεπτικής της στρατηγικής στην Θράκη, στο Αιγαίο, στην Κύπρο και ευρύτερα στην περιφέρειά μας. Μιλάμε για άμεση αποτροπή και αυτή ήταν η κατάσταση επί μακρόν. Δεν προέκυψε ξαφνικά αυτή η ανάγκη παρά μόνο οδηγήθηκε στις λογικές απολήξεις της, δηλαδή την κλιμάκωση της Τουρκικής επιθετικότητας. Απαιτούνται, πιο συγκεκριμένα, σωστές αποτρεπτικές παραστάσεις σε όλο το φάσμα των απειλών. Από καιρό αποτελούσε αναγκαιότητα να βελτιωθεί η αξιοπιστία της αποτρεπτικής απειλής και στα τρία επίπεδα, πλην οι αυτοκαταστροφικές κατευναστικές αντιλήψεις κυριάρχησαν. 

Το Αλφαβητάριο

Το Αλφαβητάριο της αποτρεπτικής στρατηγικής υποχρεωτικά συντομογραφικά είναι το εξής: 

Πρώτον, η ισχυρότερη αποτροπή του αμυνόμενου κράτους κατά μιας επιθετικής και αναθεωρητικής απειλής η οποία όπως είπαμε στην περίπτωση της Τουρκίας ορίζεται ως «απέραντη» (θολά σύνορα διεκδικήσεων που ενίοτε γίνονται εξίσου θολά εκτεταμένες) είναι η παράσταση που δίνει ο αμυνόμενος για μια νικηφόρα έκβαση στην περίπτωση ενός μεγάλου γενικευμένου πολέμου. 

Αντίθετα, οι δηλώσεις φόβου και δειλίας, ακόμη και όταν αυτό αφορά την υπεράσπιση μιας σπιθαμής εδάφους ή και ενός μόνο πολίτη, το σαδιστικό εκφοβιστικό μαστίγωμα της κοινωνίας και οι εξευμενιστικές εκκλήσεις προς τον αδίστακτο και επιτιθέμενο αντίπαλο, οδηγούν σε ακύρωση αυτής της κύριας αποτρεπτικής απειλής του αμυνόμενου. 

Οτιδήποτε άλλο ειπωθεί είναι λάθος, στρατηγικά εγκληματικό και επικίνδυνο και οδηγεί, όπως ήδη έγινε στο Αιγαίο και στην Κύπρο, σε απώλεια κυριαρχίας. Τέτοιες παραστάσεις αναξιοπιστίας ακυρώνουν την στρατηγική ενός κράτους, ενθαρρύνουν ενέργειες χαμηλότερης έντασης, αλλά και κλιμάκωση αυτών των ενεργειών –αυτό έχουμε αυτή την στιγμή για παράδειγμα επειδή ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος αποδείχθηκε ανύπαρκτος ενώ στο Αιγαίο ενώ όλες οι ενδείξεις φανέρωναν επικείμενες τουρκικές ενέργειες, στα Ίμια κυριολεκτικά –αυτή πάντως είναι η εικόνα– πιαστήκαμε στον ύπνο. 

Δεύτερον και εξίσου σημαντικό, παραστάσεις κατευνασμού, δειλίας, φόβου και ετοιμότητας υποχώρησης προκαλούν πολιτικό και στρατηγικό ανορθολογισμό τόσο στην δική μας πλευρά όσο και στον επιτιθέμενο αντίπαλο ενθαρρύνοντάς τον έτσι να κλιμακώσει περαιτέρω ή και ευκαιρίας δοθείσης να επιφέρει κατά του αμυνόμενου ένα πρώτο εξοντωτικό πλήγμα. 

Επίσης, όπως γράψαμε με επιφυλλίδα στο Βήμα στις 15.2.1998 υπερασπιζόμενοι τον Παναγιώτη Κονδύλη κατά αγοραίων επιθέσεων, η ανισορροπία, ο κατευνασμός και η εντεινόμενη ανορθολογική επιθετικότητα του αναθεωρητικού κράτους, ενδέχεται να οδηγήσει το αμυνόμενο κράτος σε σπασμωδικές και απελπισμένες κινήσεις και αποφάσεις. 

Εν μέσω δηλαδή γενικευμένου ανορθολογισμού, αδυναμίας λόγω ανισορροπιών και επιθετικών απειλών του αντιπάλου, ο αμυνόμενος να προχωρήσει ο ίδιος σε ένα πρώτο πλήγμα σε μια προσπάθεια να διασωθεί ότι μπορεί να διασωθεί ή να ελαχιστοποιηθούν οι αναμενόμενες μεγάλες ζημιές. 

Εάν ένα κράτος που διαθέτει στρατηγική εκεί παρασυρθεί αποτελεί έσχατη κατάντια, εξ ου και η ανευθυνότητα όσων αντέκρουαν στο παρελθόν τις θέσεις υπέρ ύπαρξης ισορροπίας δυνάμεων. 

Τρίτον, τα πιο πάνω υποδηλώνουν δύο τουλάχιστον πράγματα: Αφενός ισορροπία δυνάμεων για να είναι αξιόπιστη η αποτρεπτική παράσταση γενικευμένου πολέμου και αφετέρου επιτελική οργάνωση και στρατηγικά σενάρια που θα καθιστούν απαγορευτικό για τον αντίπαλο να σκεφτεί, όπως κάνει τώρα, πως ανέξοδα ή με πολύ μικρό κόστος, μπορεί να προβαίνει σε «μικρότερες» προκλήσεις. Κάτι τέτοιο απαιτεί σιδερένιο επιτελικό σχεδιασμό, αποφάσεις και παραστάσεις που θα πείσουν τον επιτιθέμενο ότι ο αμυνόμενος θα ελέγξει πλήρως κάθε στάδιο πιθανής κλιμάκωσης. 

Το τελευταίο είναι βασικά η ενδοπολεμική αποτροπή, η οποία ενώ διασφαλίζει (πρέπει να διασφαλίζει) πειστικά την επικράτηση σε κάθε στάδιο κλιμάκωσης, διατηρεί επιπλέον ζωντανή και αξιόπιστα πειστική την κύρια αποτρεπτική απειλή, δηλαδή την παράσταση νικηφόρου γενικευμένου πολέμου. 

Τέταρτον, επειδή και εμείς πρόσφατα υπογραμμίσαμε την ανάγκη η Ελλάδα αφενός να διαφυλάξει την Επικράτειά της αξιόπιστα και ταυτόχρονα να μην οδηγηθεί σε μεταφορά βαρών και κατατριβή που θα προκαλούσε μεν κατάρρευση του Ερντογάν όπως μάλλον οι Αμερικανοί επιθυμούν πλην και μεγάλες ζημιές στην δική μας πλευρά, είναι αναγκαίο εδώ ξανά να πούμε ότι οι συναλλαγές με τις ηγεμονικές δυνάμεις δεν είναι γραμμικό ζήτημα. 

Οι μεγάλες δυνάμεις δεν έχουν εχθρούς και φίλους. Απέναντί τους έχουν αναλώσιμα ή μη αναλώσιμα και αξιόπιστα ή μη αξιόπιστα κράτη. Όταν προκαλούν μεταφορά βαρών και κατατριβή τρίτων ή χρησιμοποιούν πλήθος άλλων τακτικών μεθοδεύσεων κύρια μέριμνά τους είναι οι ευνοϊκές για αυτές ανακατανομές ισχύος και συμφερόντων που συνήθως σημαίνει μείωση ή αντίστροφα αύξηση της ισχύος κάποιων κρατών, αλλαγές συνόρων και αλλαγές καθεστώτων. 

Οι επιλογές τους κατά κύριο λόγο γίνονται με κριτήριο το κατά πόσο ένα κράτος είναι αξιόπιστος στρατηγικός παράγων και κατά πόσο επιτυγχάνει στρατηγική εποπτεία στην περιφέρειά του (εδώ αξιόπιστη αποτροπή της Τουρκικής απειλής και αποφυγή κατευνασμών στα ρευστά και δυνητικά ασταθή Βαλκάνια στα Βόρεια σύνορα της Ελλάδας). 

Πάντως, για μια εθνική στρατηγική οι σκοποί και τα μέσα, όπως συμπλέκονται, επιδέχονται άπειρους συνδυασμούς και όριο είναι ο ουρανός για διαρκή βέλτιστη και μέγιστη εκπλήρωση των σκοπών της αποτροπής. Αναφερόμαστε τόσο σε εσωτερική εξισορρόπηση του αντιπάλου (οικείοι συντελεστές ισχύος) και όσο και σε εξωτερική εξισορρόπηση (συμμαχικές συναλλαγές). 

Η αποτρεπτική αξιοπιστία, πρέπει να γνωρίζουμε, απαιτείται να οικοδομείται με επιμέλεια και χωρίς λάθη και μάλιστα χοντρά. Κατευνασμός και αποτροπή, επαναλαμβάνουμε, βρίσκονται σε δύο διαφορετικούς πόλους κάθετα διαφορετικούς. 

Τι σημαίνει αξιοπιστία της εθνική στρατηγικής

Η αξιοπιστία της εθνικής στρατηγικής ενός κράτους βελτιώνεται, εάν ισχύουν, μεταξύ άλλων, τα εξής: Δίνονται διαρκώς αξιόπιστες παραστάσεις ικανότητας και αποφασιστικότητας άμυνας κατά όσων απειλούν τα εθνικά συμφέροντα στο σύνολό τους. Καλλιεργούνται ακατάπαυστα τα κάθε είδους ερείσματα μιας χώρας στην περιφέρειά της ενώ αναπτύσσονται στρατηγικές επιλογές επηρεασμού της κατανομής ισχύος και συμφερόντων στην περιφέρεια που ανήκει το κράτος αυτό.

Για τις μεγάλες δυνάμεις αυτό αποτελεί κύριο στρατηγικό έρεισμα και όταν έτσι έχουν τα πράγματα επιδιώκουν συμμαχικές συναλλαγές. Υπάρχει εγρήγορση για συμμαχίες και επανεξέτασή τους σύμφωνα με τις εναλλαγές και ανακατανομές ισχύος και συμφερόντων. Αναπτύσσονται διπλωματικά σχέδια και λαμβάνονται αποφάσεις που προκαλούν πολιτικό κόστος στον αντίπαλο (από μόνο του αυτό δεν επαρκεί). 

Το αμυνόμενο κράτος διαθέτει μυστικές υπηρεσίες που επιτρέπουν επαρκή γνώση των αντιπάλων και κυρίως της πολιτικοστρατιωτικής του τρωτότητας. Πολύ σημαντικό επίσης είναι εξαρχής να χαράσσονται κόκκινες γραμμές πέραν των οποίων υπάρχει αταλάντευτη άρνηση νομιμοποίησης αναθεωρητικών αξιώσεων και τετελεσμένων. Κάθε βιώσιμο κράτος, βασικά, θεωρεί ή πρέπει να θεωρεί κόκκινη γραμμή την διεθνή νομιμότητα. Εμείς το εγκαταλείψαμε τα νομικά μας ερείσματα γιατί μερικοί ήδη προδικάζουν αποτυχία μας, δηλαδή διαγράφουν το μέλλον μας με το να διαγράψουν τον υποθαλάσσιο πλούτο που μας ανήκει εάν εφαρμοστεί το δίκαιο της θάλασσας. 

Όσα και να ξοδέψει ένα κράτος και όσα όπλα και να έχει η αποτρεπτική του αξιοπιστία δεν είναι στιγμιαία υπόθεση. Η αποτρεπτική αξιοπιστία σχετίζεται με πολλά και αλληλένδετα πράγματα τα οποία αν δοκιμάσεις να δεις τα ζεύγη που δημιουργούν είναι άπειρα. Η εθνοκρατική ζωή και η συγκρότηση αξιόπιστης εθνικής στρατηγικής είναι ένα διαρκές πνευματικό, πολιτικό και θεσμικό άθλημα. 

Κινούμενοι ανοδικά, τουτέστιν στεριώνοντας και δυναμώνοντας την εθνική ανεξαρτησία υπάρχει ολοένα και μεγαλύτερη ασφάλεια, ευημερία και δημοκρατία. 

Και το αντίστροφο για την καθοδική τροχιά: Οι πολίτες αφήνουν τις κοσμοθεωρίες τους, εκμηδενίζονται ηθικά και ανθρωπολογικά, τα κανονιστικά εποικοδομήματα σαπίζουν και τα πάντα πλέον κατηφορίζουν προς το τέλμα και την πλήρη εκμηδένιση η οποία συνήθως επισφραγίζει την καταστροφή με ένα εκτός ελέγχου πόλεμο που ευκαιρίας δοθείσης εκτελεί το επιθετικό κράτος.

Κατά συνέπεια, οι άναρθρες και φοβικές κατευναστικές κραυγές που (ξανα)ακούμε τελευταία ή αντίστροφα οι ανεύθυνοι παλικαρισμοί πλήττουν την αξιοπιστία μας. Η αποτελεσματική και αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική προϋποθέτει επιτελική οργάνωση που μεγιστοποιεί και βελτιστοποιεί τα μέσα και τις διεθνείς και περιφερειακές δυνατότητες ενισχυτικών συναλλαγών (αυτές είναι οι αποτελεσματικές συμμαχίες με κράτη που έχουν συγκλίνοντα με τα δικά μας συμφέροντα). 

Προϋποθέτει επίσης απόλυτη συναίνεση σε όλο το πολιτικό φάσμα με τρόπο που καθιστά σαφές σε όλους ότι για τους Έλληνες η ασφάλεια και η ακεραιότητα της Επικράτειας και των εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι έσχατες λογικές. Απαιτείται επιπλέον απαράβατα να καλλιεργούνται σε όλους τους πολίτες παραδοχές αυτοθυσίας για την υπεράσπιση της Πατρίδας, δηλαδή της ελευθερίας μας. Γιατί για κάθε έθνος η Πατρίδα και η εθνική της ανεξαρτησία είναι η συλλογική ελευθερία. Το πόσο αυτά είναι εδραιωμένα είναι και ο δείκτης του κινδύνου που διατρέχουν οι νεοέλληνες εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων στην περιφέρειά τους. 

Όταν το κράτος είναι αδύναμο, όσο περισσότερο η κοινωνία βρίσκεται σε καταστολή από τοκογλύφους και κερδοσκόπους και όσο περισσότερο η ανευθυνότητα και ο ερασιτεχνισμός υπερισχύουν, η αποτρεπτική αξιοπιστία μηδενίζεται. Αυτό φαίνεται να βλέπουν οι Τούρκοι με αποτέλεσμα να εντείνονται οι απειλές και οι αναθεωρητικές ενέργειες και αυτό βλέπουν οι ισχυρές δυνάμεις οπότε λογικά εάν έτσι έχουν τα πράγματα θεωρούν την Ελλάδα αναλώσιμη και υποψήφια για την Κλίνη του Προκρούστη. 

Εκτιμάται ότι η αποκατάσταση της αποτρεπτικής στρατηγικής της Ελλάδας είναι το πιο επείγον ζήτημα σήμερα. Πολλά και δύσκολα πρέπει να γίνουν και πολλά πρέπει να αλλάξουν, κυρίως οι κατευναστικές και εθνομηδενιστικές αντιλήψεις. Στην ανάλυση της διεθνούς πολιτικής, επιπλέον, οι Έλληνες δεν έχουν περιθώρια να κάνουν ξανά λάθη. Αυτό αφορά όλους αλλά πρωτίστως τα κρατικά επιτελεία που απαιτείται να είναι άρτια και ενισχυμένα. Όχι με νομικιστές ή διεθνικά κινούμενα άτομα διαφόρων ιδρυμάτων αλλά με κρατικούς λειτουργούς επιτελικά οργανωμένους.