Το ισραηλινό Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε σήμερα τις καταδίκες τριών Ισραηλινών Εβραίων το 2016, οι δύο από τους οποίους καταδικάστηκαν σε ισόβια, που κρίθηκαν ένοχοι για τον θάνατο ενός Παλαιστίνιου που κάηκε ζωντανός το 2014.
Το έγκλημα αυτό, που είχε σημαδέψει την παλαιστινιακή κοινή γνώμη, συνέβαλε στην κλιμάκωση της βίας που οδήγησε στον πόλεμο της Γάζας τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2014.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε τις εφέσεις που υπέβαλαν ο Γιόζεφ Χάιμ Μπεν Νταβίντ και οι δύο συνεργοί του, τα ονόματα των οποίων παρέμειναν μυστικά επειδή ήταν ανήλικοι όταν τελέστηκε το έγκλημα, σύμφωνα με δημοσιογράφο του Γαλλικού Πρακτορείου που ήταν παρών στη δίκη.
Σε ένα κατάμεστο δικαστήριο, παρουσία των τριών κατηγορουμένων και μελών της οικογένειας του θύματος, οι δικαστές έκριναν ως μη αποδεκτό το επιχείρημα των δικηγόρων του Γιόζεφ Χάιμ Μπεν Νταβίντ ότι δεδομένης της κατάστασης της πνευματικής του υγείας δεν ήταν υπεύθυνος για τις πράξεις του. Ο κατηγορούμενος είχε χαρακτηρίσει στο παρελθόν τον εαυτό του «Μεσσία».
Αλλά «αποδείχθηκε πως την εποχή των γεγονότων είχε πλήρη συνείδηση (...) και ότι τα ψυχολογικά προβλήματα από τα οποία υπέφερε δεν συνεπάγονταν ποινική ανευθυνότητα», ανέφερε σε ανακοίνωσή του για την απόφαση το ισραηλινό υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο Γιόζεφ Χάιμ Μπεν Νταβίντ, ένας Εβραίος 30 ετών, καταδικάστηκε στις 3 Μαΐου 2016 σε φυλάκιση διά βίου, στην ανώτατη ποινή, ως υποκινητής και κύριος εκτελεστής της απαγωγής και της δολοφονίας ενός Παλαιστινίου 16 ετών, του Μοχάμεντ Αμπού Χντέιρ.
Οι δύο συνεργοί του, ηλικίας 16 ετών τον Ιούλιο του 2014, καταδικάστηκαν στις 4 Φεβρουαρίου 2016 ο ένας σε ισόβια ο άλλος σε κάθειρξη 21 ετών.
Οι τρεις απήγαγαν τον Μοχάμεντ Αμπού Χντέιρ στις 2 Ιουλίου 2014 στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, στο παλαιστινιακό τμήμα της Ιερουσαλήμ που προσάρτησε και κατέλαβε το Ισραήλ. Χτύπησαν τον Παλαιστίνιο, τον οδήγησαν με αυτοκίνητο σε ένα δάσος κοντά στην Ιερουσαλήμ και τον περιέλουσαν με βενζίνη. Στη συνέχεια ο Μπεν Νταβίντ έβαλε φωτιά ενώ ο Μοχάμεντ Αμπούν Χντέι ήταν ακόμη ζωντανός, σύμφωνα με τη νεκροψία.
Οι τρεις κατηγορούμενοι συνελήφθησαν μερικές ημέρες αργότερα.
Ο Γιόζεφ Χάιμ Μπεν Νταβίντ είχε δηλώσει στους ανακριτές ότι θέλησε να εκδικηθεί τη δολοφονία, τρεις εβδομάδες νωρίτερα, τριών Ισραηλινών εφήβων που είχαν απαχθεί στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
Η δολοφονία του Μοχάμεντ Αμπού Χντέιρ προκάλεσε βίαιες διαδηλώσεις. Την ίδια στιγμή αυξάνονταν οι εκτοξεύσεις ρουκετών από τη λωρίδα της Γάζας προς το Ισραήλ και οι ισραηλινές επιδρομές στην περιοχή που κυβερνάται από τη Χαμάς, το ισλαμικό κίνημα που σύμφωνα με το Ισραήλ ευθυνόταν για τον θάνατο των τριών Ισραηλινών εφήβων.
Λίγο μετά άρχιζε ο πιο ολέθριος από τους τρεις πολέμους που γνώρισε η λωρίδα της Γάζας από το 2008.
Ο Χουσέιν Αμπού Χντέιρ, ο πατέρας του θύματος που ήταν παρόν στο ακροατήριο, εξέφρασε τόσο την ανακούφισή του που δεν θα έχει πια να αντιμετωπίσει τους δολοφόνους του γιου του, όσο και την απογοήτευσή του για τις ποινές τις οποίες χαρακτήρισε ανεπαρκείς.
«Αυτοί οι άνθρωποι (οι κατηγορούμενοι) είναι όπως οι ναζί, που κι εκείνοι έκαιγαν ανθρώπους», είπε.
Υπενθύμισε πως η ισραηλινή δικαιοσύνη είχε αρνηθεί το 2017 να καταστραφούν τα σπίτια των τριών εξτρεμιστών, πρακτική που ακολουθείται συχνά για τους Παλαιστίνιους δράστες αντιισραηλινών επιθέσεων.
«Αν δεν τους μεταχειριστεί κάποιος όπως μεταχειρίζονται εκείνοι τους Παλαιστίνιους, κι άλλοι θα κάνουν το ίδιο», είπε.
«Ελπίζω πως ο Μοχάμεντ θα είναι ο τελευταίος που σκοτώθηκε, [στη σύγκρουση] ανάμεσα στους Ισραηλινούς και στους Παλαιστινίους», πρόσθεσε.
Η υπόθεση Αμπού Χντέιρ «επιβάλλει μια βαθιά ενδοσκόπηση της ισραηλινής κοινωνίας για τα μέσα αντιμετώπισης του φαινομένου του ρατσισμού και των μεταστάσεών του, μια πλήρη εξέταση της συνείδησης» ανέφεραν οι δικαστές σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Η ισόβια κάθειρξη είναι η ανώτατη ποινή που μπορούσε να επιβάλει το δικαστήριο. Εκτός από ειδικά εγκλήματα όπως τα εγκλήματα πολέμου ή προδοσίας, η θανατική ποινή δεν έχει εφαρμοστεί από το 1954.
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP)