Το Ενεργειακό Τοπίο στην Κυπριακή ΑΟΖ

Η Τουρκία μπορεί να επωφεληθεί από την ανακάλυψη κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ και την συμφέρει, επομένως, να συμβιβαστεί με σκοπό την επίλυση του Κυπριακού.
|
Open Image Modal
Handout . / Reuters

Πρόσφατα η κοινοπραξία των ενεργειακών κολοσσών ENI και TOTAL αποφάσισε να μην προχωρήσει στην έναρξη των γεωτρήσεων στο τεμάχιο 7 της κυπριακής ΑΟΖ. Το τεμάχιο αυτό βρίσκεται εντός των διεκδικούμενων από τους Τούρκους περιοχών. Στις αρχές του περασμένου Οκτωβρίου το τουρκικό γεωτρύπανο Γιαβούζ έφτασε στο εν λόγω τεμάχιο της κυπριακής ΑΟΖ με σκοπό την πραγματοποίηση γεωτρήσεων, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Κύπρου.

Η κίνηση αυτή, που έχει να κάνει με τις συμβατικές υποχρεώσεις της κοινοπραξίας, για ορισμένους αποτελεί μια κίνηση κατευνασμού από μέρους των εταιριών προς την Τουρκία. Ωστόσο, η τουρκική απειλή δημιουργεί σαφέστατα ένα κλίμα ανασφάλειας το οποίο ενδέχεται να επιβραδύνει τις εξελίξεις. Ενδέχεται να επιβραδύνει και την έναρξη των γεωτρήσεων σε συγκεκριμένα τεμάχια της κυπριακής ΑΟΖ. Τεμάχια στα οποία η Τουρκία πραγματοποιεί, παρανόμως, σεισμικές έρευνες και προκαλεί. Αυτό το κάνει πραγματοποιώντας αεροναυτικές ασκήσεις και δεσμεύοντας, με την έκδοση Navtex, μεγάλες θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Κύπρου και συγκεκριμένα στα τεμάχια 6 και 7 της κυπριακής ΑΟΖ.

Είναι γνωστό τι επιδιώκει η Τουρκία. Δεν θέλει να μείνει εκτός των ενεργειακών, γεωστρατηγικών και γεωοικονομικών εξελίξεων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα δεν μπορεί να προσαρμοστεί στο γεγονός ότι η Δημοκρατία της Κύπρου ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα και συνεργάζεται με ενεργειακούς κολοσσούς οι οποίοι, πέρα από τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα, εξυπηρετούν και τα συμφέροντα σημαντικών δυνάμεων όπως είναι οι ΗΠΑ και η Γαλλία. Χρησιμοποιεί, όμως, τα δικαιώματα της τουρκοκυπριακής κοινότητας στα κέρδη, που θα φέρει η εξόρυξη φυσικού αερίου, για να νομιμοποιήσει την παρουσία της στην κυπριακή ΑΟΖ, παρά το γεγονός ότι δε νοιάζεται πρωτίστως για τους Τουρκοκύπριους και την ηγεσία τους με την οποία διατηρεί προβληματικές σχέσεις.

Παρά τις ανακαλύψεις υδρογονανθράκων και την επιθυμία των πολυεθνικών ενεργειακών εταιριών να πραγματοποιήσουν τις γεωτρήσεις υπάρχει μια αβεβαιότητα αναφορικά με την διαχείριση του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου.

Η Αίγυπτος, η οποία έχει ανακαλύψει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα αερίου στην περιοχή, έχει την δυνατότητα της υγροποίησής του μέσω των εγκαταστάσεων μετατροπής του σε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), οι οποίες βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από το κοίτασμα Zohr.

Το Ισραήλ, από την άλλη, θα επιδιώξει να καλύψει τις ενεργειακές του ανάγκες. Δεν έχει την επιλογή της κατασκευής μονάδων υγροποίησης αερίου, καθώς έχει να αντιμετωπίσει σοβαρά ζητήματα ασφαλείας. Μια τέτοια κατασκευή θα αποτελούσε έναν ευάλωτο και εύκολο στόχο τρομοκρατικών επιθέσεων από εχθρικές απέναντί του οργανώσεις, όπως είναι η Χαμάς (Λωρίδα της Γάζας) και η Χεζμπολλάχ (Λίβανος).

Η Κύπρος βρίσκεται στην δυσκολότερη θέση. Δεν έχει την δυνατότητα κατασκευής μονάδων υγροποίησης φυσικού αερίου, καθώς δεν έχει κάποια κατάλληλη τοποθεσία για τέτοιου είδους εγκαταστάσεις και μια παρόμοια επένδυση θα ήταν εξαιρετικά δαπανηρή.

Μία προτεινόμενη λύση είναι η κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου EastMed ο οποίος θα μπορούσε να μεταφέρει το φυσικό αέριο της Κύπρου και του Ισραήλ στην Ευρώπη. Ωστόσο, το συγκεκριμένο project έχει τα εξής μειονεκτήματα: Πρώτον, η κατασκευή του αγωγού αυτού είναι πολύ δαπανηρή, λόγω της πολύ μεγάλης θαλάσσιας απόστασης που πρέπει να καλύψει για να φτάσει στην Ελλάδα. Δεύτερον, υπάρχουν φυσικά εμπόδια, όπως είναι τα πολύ μεγάλα βάθη στην ευρύτερη περιοχή. Τέλος, δεν υπάρχει πραγματικό συμφέρον για την Ευρώπη από την κατασκευή του αγωγού, καθώς η ποσότητα φυσικού αερίου που θα προσφέρουν τα κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο δεν πρόκειται να καλύψει τις αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες της ευρωπαϊκής Ηπείρου. Το ρωσικό φυσικό αέριο θα παραμείνει η βασική πηγή ενέργειας και κυρίως θέρμανσης στην Ευρώπη.

Τους προβληματισμούς αυτούς έρχονται να συμπληρώσουν άλλα ζητήματα. Στις περί την Ανατολική Μεσόγειο περιοχές υπάρχουν εν εξελίξει συρράξεις με κορυφαία την περίπτωση της Συρίας. Επίσης, υπάρχουν ζητήματα με την οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ κρατών με κατ’εξοχήν παράδειγμα τις διαφωνίες Ισραήλ και Λιβάνου για τον καθορισμό της γραμμής που θα χωρίζει τις ΑΟΖ τους, αλλά και την μη κύρωση από το Κοινοβούλιο του Λιβάνου της συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Λιβάνου και Κύπρου. Το μεγαλύτερο, ωστόσο, ζήτημα είναι η προκλητικότητα της Τουρκίας.

Κάνοντας έναν ορθολογικό συλλογισμό, μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η Τουρκία θεωρητικά πρέπει να έχει λόγο στα τεκταινόμενα στην Ανατολική Μεσόγειο. Βέβαια, οι δράσεις της και η απουσία διαλόγου με τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής δημιουργούν σοβαρά προβλήματα.

Η Τουρκία δεν έχει διπλωματικές σχέσεις με την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Ο Ερντογάν είναι πολέμιος του καθεστώτος του Αλ-Σίσι στην Αίγυπτο, εξαιτίας της ανατροπής της κυβέρνησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας το 2013, η οποία αποτελεί «αδελφό κόμμα» με το κυβερνόν κόμμα της Τουρκίας. Επίσης, ο Τούρκος πρόεδρος, θέλοντας να παρουσιάσει την Τουρκία ως την μητέρα του μουσουλμανικού κόσμου, δίνοντας έτσι το νεο-οθωμανικό στίγμα της διακυβέρνησής του, έπαψε να έχει διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ, με αφορμή το περιστατικό της επίθεσης των Ισραηλινών σε τουρκικό πλοίο που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στην Λωρίδα της Γάζας το 2010.

Επιπλέον, η Τουρκία με την στάση της επιδεινώνει την κατάσταση σε κράτη της περιοχής όπου διαδραματίζονται ένοπλες συρράξεις. Στην Λιβύη υποστηρίζει ακραίες ισλαμιστικές ομάδες, ενώ στην Συρία έχει εισβάλλει τρεις φορές για την αντιμετώπιση των Κούρδων και κατέχει παρανόμως συριακά εδάφη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα το δημιουργεί η κατοχή της βορείου Κύπρου και η διατήρηση κατοχικών στρατευμάτων στο νησί. Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την Δημοκρατία της Κύπρου, έχει εγκαθιδρύσει ένα «ψευδοκράτος» στο βόρειο κομμάτι του νησιού και έχει αλαζονικές βλέψεις, διεκδικώντας τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Τουρκία μπορεί να επωφεληθεί από την ανακάλυψη κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ και την συμφέρει, επομένως, να συμβιβαστεί με σκοπό την επίλυση του Κυπριακού. Η μορφή της λύσης είναι δεδομένη και είναι η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία. Λείπει όμως η πολιτική βούληση και από τα δύο ενδιαφέρομενα μέρη αλλά κυρίως από την Τουρκία.

Η επίλυση του Κυπριακού με αφορμή και τις ενεργειακές εξελίξεις θα οδηγήσει στην ευημερία του κυπριακού λαού και, ως εκ τούτου, της τουρκοκυπριακής κοινότητας, η οποία έχει καταστεί «μειονότητα της μειονότητας» λόγω του εποικισμού του «ψευδοκράτους» από Τούρκους της Μικράς Ασίας. Με αυτόν τον τρόπο θα ανοίξει και η τουρκική αγορά των 80 εκατομμυρίων για το κυπριακό φυσικό αέριο, προσφέροντας έτσι περαιτέρω κέρδη τόσο για την κυπριακή όσο και για την τουρκική κοινωνία.

Καταλήγοντας, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει απόσταση μεταξύ των καλώς νοουμένων συμφερόντων της Τουρκίας, τα οποία επιτάσσουν την ενεργειακή συνεργασία των χωρών της περιοχής, και της αδιαλλαξίας της. Αδιαλλαξία η οποία εκδηλώνεται με τη μη συμβολή της στην επίλυση του Κυπριακού και με την επιθετική της συμπεριφορά εντός της κυπριακής ΑΟΖ και όχι μόνο. Ωστόσο, Ελλάς και Κύπρος μπορούν να συμβάλλουν κι αυτές, υιοθετώντας μια ακόμα πιο αποφασιστική προσέγγιση ταχύτερης και δίκαιης επίλυσης του Κυπριακού. Τότε ίσως διευκολυνθεί και η Τουρκία και αρχίσει να σκέφτεται διαφορετικά.