Ιαπωνικό χωριό που βρίσκεται σε απόσταση 800 χιλιομέτρων από το πολύβουο Τόκιο μετέτρεψε ένα ξύλινο κάστρο Σαμουράι του 16ου αιώνα σε ξενοδοχείο. Το Nipponia Hotel έχει την ατμόσφαιρα άλλης εποχής και όχι μόνο εξαιτίας της αρχιτεκτονικής.
Ο λόγος για το κάστρο Ozu σε χωριό της ομώνυμης επαρχίας, στη νότια Ιαπωνία, ένα από τα λίγα ξύλινα κάστρα που διασώζονται στη χώρα.
Η κράτηση δεν είναι εύκολη και το κόστος διαμονής υψηλό. Στο κατάλυμα επιτρέπονται μόνο 30 διανυκτερεύσεις τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του (για έως και έξι άτομα ανά διανυκτέρευση).
Οι τιμές ξεκινούν από 9.500 δολάρια την ημέρα -κάτι παραπάνω από 8.000 ευρώ- για δύο άτομα και 950 δολάρια για κάθε επιπλέον άτομο. Στην τιμή δεν περιλαμβάνονται επιπλέον υπηρεσίες.
Οι επισκέπτες που έχουν κάνει κράτηση καλωσορίζονται από σημαιοφόρους που ανακοινώνουν την άφιξη τους φυσώντας μέσα από τα κοχύλια και η διεύθυνση προτείνει στους ενοίκους να φορούν κιμονό ή στολές μεσαιωνικών πολεμιστών.
Επίσης, έχουν τη δυνατότητα να δειπνήσουν σε έναν από τους τέσσερις αυθεντικούς πυργίσκους που χτίστηκαν πριν από 400 χρόνια.
Η ψυχαγωγία στο κάστρο περιλαμβάνει παράσταση του πανάρχαιου τελετουργικού χορού καγκουρά και σάκε με ποίηση υπό το φως του φεγγαριού.
Το πρωινό σερβίρεται στη Garyu Sanso, μια βίλα 100 ετών στην άκρη ενός γκρεμού, σ′ ένα τεϊοποτείο με θέα στον ποταμό Hiji.
Στο πρότζεκτ Nipponia Hotel, περιλαμβάνονται το κάστρο και 11 άλλες σουίτες μέσα στο χωριό.
Ένα μεγάλο τμήμα του αρχικού κάστρου Ozu καταστράφηκε το 1888. Οι κάτοικοι της περιοχής το αποκατέστησαν τη δεκαετία του 1990 με βάση παλιές φωτογραφίες και ξύλινες μινιατούρες.
Η ρεσεψιόν του ξενοδοχείου ήταν κλινική γιατρού της περιοχής στις αρχές του 20ου αιώνα.
Η πολεμική κάστα των Σαμουράι
Οι Σαμουράι κατά την ιαπωνική παράδοση ήταν μια τάξη άφοβων και βίαιων πολεμιστών, που ουσιαστικά κυριάρχησε στη χώρα από τα μέσα του 12ου αιώνα για περισσότερα από 600 χρόνια.
Η θέση τους στο κοινωνικό-πολιτικό πλαίσιο της ιαπωνικής φεουδαρχίας υπήρξε σημαντική, καθώς συχνά λειτουργούσαν ως ρυθμιστές της ροής των ιστορικών γεγονότων. Απέκτησαν παγκόσμια φήμη για τις ικανότητές τους στο χειρισμό των όπλων, ιδιαίτερα στο ξίφος και τα κατορθώματά τους έγιναν θρύλοι και στην πορεία τροφοδότησαν την ποπ κουλτούρα.
Η λέξη σαμουράι προέρχεται από το ιαπωνικό ρήμα σαμoρό ή σαμπουρό και χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τους προσωπικούς υπηρέτες των πλούσιων και πανίσχυρων γαιοκτημόνων του 8ου αιώνα στην Ιαπωνία.
Ορισμένοι από τους γαιοκτήμονες ήταν αριστοκράτες, ευγενείς που είχαν εγκαταλείψει τη βασιλική αυλή του Κιότο, προκειμένου να αναζητήσουν την τύχη τους. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε σταδιακά ένα δίκτυο φυλών ή «οικογενειών» με τη διευρυμένη έννοια. Έτσι, όμως, η κεντρική διακυβέρνηση της χώρας έχασε τη δύναμή της, ενώ ο νόμος και η τάξη ετηρείτο πλέον από τις διαφορετικές οικογένειες.
Οι οικογένειες εξοπλίστηκαν με την πάροδο του χρόνου, ώστε να μπορούν να προστατέψουν τη γη και τους ανθρώπους τους, γεγονός που αποτέλεσε και το έναυσμα για την ανάπτυξη της τάξης των σαμουράι, με βάση έναν αρχαιότερο κώδικα που ήδη είχαν αναπτύξει οι πολεμιστές Γιαγιόι.
Με πληροφορίες από Travel and Leisure