Οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ στον 20ο αιώνα διακυμάνθηκαν από την περίοδο της ομαλότητας και την σταδιακή ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων (1948-1996) στην περίοδο της στρατηγικής συμμαχίας, της ενίσχυσης των εμπορικών σχέσεων και της πολιτικής και στρατιωτικής συνεργασίας. (1996-2009).
Το 2007, τόσο η ανακάλυψη ισραηλινών κοιτασμάτων φυσικού αερίου όσο και η ανακήρυξη ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας άρχισε να προκαλεί κλίμα ανησυχίας στην Άγκυρα καθώς γινόταν επιτακτική ανάγκη και προϋπόθεση ο καθορισμός θαλάσσιων ζωνών και η διεθνής νομιμότητα στην περιοχή ώστε να προκαλείται ασφάλεια στην προσέλκυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Σε αυτό το νέο πλαίσιο, η μεταξύ τους συνεργασία φαινόταν να εστιάζει πλέον στην απόκρουση της ιρανικής και αραβικής απειλής και να τίθεται εκτός ατζέντας το θέμα των υδρογονανθράκων.
Τον Αύγουστο του 2010, η ισραηλινή καταδρομική ενέργεια κατά του Μavi Marmara (Gaza Freedom Flotilla) προκάλεσε ρήγμα μεταξύ των δύο κρατών που καθόρισε σημαντικά την μετέπειτα πορεία τους.
Η ανθρωπιστική οργάνωση ΙΗH, υπό την αιγίδα, τον σχεδιασμό και την υποστήριξη της Άγκυρας, συγκέντρωσε έναν σημαντικό αριθμό ακτιβιστών προκειμένου να παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια στους Παλαιστίνιους στην Γάζα, άροντας τον ναυτικό αποκλεισμό που είχε επιβάλλει το Τελ Αβίβ.
Παρά τις υποδείξεις του ισραηλινού ναυτικού, η αποστολή της ΙΗΗ συνέχισε με αποτέλεσμα η ισραηλινή πλευρά να επιτεθεί με πυρά εκτελώντας μέλη της ανθρωπιστικής αποστολής, να καταλάβει το πλοίο Μavi Marmara και να προκληθεί διπλωματικό κενό μεταξύ Άγκυρας και Τελ Αβίβ.
Εν συνεχεία, με εντολή του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών συστάθηκε επιτροπή προκειμένου να συντάξει έκθεση αναφορικά με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα.
Σύμφωνα με το πόρισμα της έκθεσης, το Ισραήλ δεν παραβίασε το Διεθνές Δίκαιο και όσα ορίζονται στην Συνθήκη του Σαν Ρέμο ωστόσο υπογραμμίστηκε ότι ασκήθηκε υπερβολική βία από τις ισραηλινές δυνάμεις.
Η ισραηλινή ηγεσία, κατόπιν προτροπής των ΗΠΑ το 2016 ζήτησε συγνώμη για το Μavi Marmara και κατέβαλε αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων.
Οι σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ βελτιώθηκαν σε πολιτικό και εμπορικό επίπεδο. Όμως, οι διμερείς διπλωματικές τους σχέσεις δεν αποκαταστήθηκαν σε ικανοποιητικό βαθμό έκτοτε και σε αυτό συνέδραμε αφενός η διαμαρτυρία της Άγκυρας για την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ και αφετέρου η παλαιστινιακή διένεξη και η κυπριακή ΑΟΖ.
Παρ’όλ’αυτά, η σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ φαίνεται ότι ήταν μια αφορμή ώστε το Μπακού να φέρει αυτές τις δύο δυνάμεις στο ίδιο μέτωπο και ο Erdogan άδραξε την ευκαιρία να επαναπροσεγγίσει τον Netanyahu με την διαμεσολάβηση του Αζέρου Aliyef.
Η πρόσφατη νίκη του Αζερμπαϊτζάν έναντι της Αρμενίας οφείλεται αναμφισβήτητα στην στρατιωτική υποστήριξη που έλαβε από το Ισραήλ και από την Τουρκία.
Καταρχάς, στο πλαίσιο εκσυγχρονισμού του στρατιωτικού του οπλοστασίου, το Αζερμπαϊτζάν προμηθεύτηκε από το Ισραήλ σχεδόν το 60% των οπλικών συστημάτων υψηλής τεχνολογίας τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στις συγκρούσεις.
Η έμμεση εμπλοκή του Ισραήλ στο Ναγκόρνο Καραμπάχ έθεσε σε κίνδυνο τις σχέσεις με την Αρμενία την οποία δεν θεωρεί ελκυστικό εταίρο εφόσον υστερεί σε οικονομική ισχύ και φυσικούς πόρους.
Αντιθέτως, δεν θα μπορούσε να αποποιηθεί την εμπορική σχέση του με το Αζερμπαϊτζάν, έναν σημαντικό πελάτη αμυντικών προμηθειών «Made in Israel».
Το Μπακού καθίσταται σημαντικός εταίρος για την Τεχεράνη εξαιτίας της γειτνίασης με Ιράν και τα πλούσια ενεργειακά αποθεματικά του. Μάλιστα, το Ισραήλ ήταν από τις πρώτες χώρες που μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Αζερπαϊτζάν.
Αναπόφευκτα λοιπόν, η ισραηλινή πολιτική για τον Καύκασο φαίνεται να επικεντρώνεται μέσω του Αζερμπαϊτζάν. Την ίδια οδό ακολουθεί και η Τουρκία η οποία συνδέεται με το Αζερμπαϊτζάν με εθνοτική συγγένεια.
Η υποστήριξη της Άγκυρας προς το Μπακού στο Ναγκόρνο Καραμπάχ ήταν καθοριστικής σημασίας καθώς η αρμενική αεράμυνα εξαντλήθηκε από τουρκικά drones. Βέβαια, η κοινή υποστηριξή Τουρκίας-Ισραήλ προς το Αζερμπαϊτζάν δεν συνεπάγεται απαραίτητα ότι αυτές οι δύο δυνάμεις αποκατέστησαν πλήρως τις διμερείς τους σχέσεις.
Παρά τις προσπάθειες του Aliyef να συμβάλλει ως διαμεσολαβητής στην επαναπροσέγγιση Άγκυρας και Τελ Αβίβ, μια τέτοια συμφιλίωση δεν είναι επιθυμητή από αρκετούς περιφερειακούς παίκτες.
Αυτό θα επέφερε μεγαλύτερη ενεργειακή συνεργασία μεταξύ τους και διμερείς συμφωνίες για την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο εις βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου.
Ωστόσο, ο Νetanyahu προέβη σε αμυντική συμφωνία με την Ελλάδα ανατρέποντας προς το παρόν ένα τέτοιο σενάριο.
To επεισόδιο του Mavi Marmara εξυπηρέτησε διαχρονικά στην ενδυνάμωση σχέσεων μεταξύ Ισραήλ, Ελλάδας και Κύπρου. Η συνεργασία τους έχει ενισχυθεί στο τομέα της ενέργειας και του στρατού ενώ παρατηρείται ότι αξιολογούν στον ίδιο άξονα τις περιφερειακές ισορροπίες.
Τον Ιανουάριο του 2021 ανακοινώθηκε η σημαντικότερη αμυντική συμφωνία μεταξύ Ελλλάδος και Ισραήλ.
Αυτή η συμφωνία ενισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό την απόμονωση της Τουρκίας η οποία προκειμένου να σπάσει τον αποκλεισμό της από τις ενεργειακές συζητήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο είχε προσπαθήσει να δελεάσει την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Συρία με την παραχώρηση ΑΟΖ αν κατέληγαν σε συμφωνία που αγνοεί την Κύπρο, την Ρόδο και το Καστελόριζο.
Υπό άλλες συνθήκες, η Άγκυρα θα επιδίωκε να πιέσει την Ιερουσαλήμ για μια σύμπραξη στον ενεργειακό τομέα, αγνοώντας την Αίγυπτο, την Κύπρο και την Ελλάδα.
Όμως η Τουρκία και το Ισραήλ διαφωνούν όχι μόνο στο θέμα της κυπριακής ΑΟΖ αλλά και ως προς το παλαιστινιακό, την Λιβύη και την κατανομή των πόρων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Μεσόγειο.
Ο Νetanyahu είναι αντίθετος με τις συμμαχίες της Τουρκίας, τον τρόπο προώθησης του ισλαμικού στοιχείου και τις ηγεμονικές της βλέψεις στην Μεσόγειο.
Η Άγκυρα έχει δημιουργήσει ισχυρές σχέσεις με την Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο καλλιεργώντας τον αντισημητισμό. Επίσης, είναι σύμμαχος του Ιράν, στηρίζει τους Παλαιστίνιους, την Χαμάς και τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις κατά του Assad στην Συρία.
Συμπεραίνοντας, γίνεται αντιληπτό ότι στο άμεσο μέλλον φαίνεται σχεδόν απίθανο να επιτευχθεί αναθέρμανση και συνεργασία μεταξύ Άγκυρας και Τελ Αβίβ παρά τις προσπάθειες του Μπακού το οποίο διαδραματίζει ρόλο διαμεσολαβητή για την συμφιλίωσή τους.
Οι υφιστάμενες περιφερειακές ισορροπίες δεν προϊδεάζουν κάποια σημαντική πρόοδο στον στρατιωτικό ή πολιτικό τομέα ικανή να επαναφέρει την παλιά τους συμμαχική σχέση ενώ οι αποφάσεις που λαμβάνει η ισραηλινή ηγεσία αναφορικά με την μεταφορά του φυσικού αερίου, βασιζόμενες και στις συμφωνίες με Λευκωσία και Αθήνα, θεωρούνται μάλλον πολιτικές παρά οικονομικές και φαίνεται πως εξυπηρετούν αμοιβαία συμφέροντα μιας κρίσιμης περιόδου για τα συμβαλλόμενα μέρη.