Οι σκηνές υβριδικού πολέμου που εξελίσσονται εδώ και αρκετές εβδομάδες στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας, με χιλιάδες εγκλωβισμένους μετανάστες να κραυγάζουν απεγνωσμένα «Germany- Germany», μπορεί να θυμίζουν αυτές του Έβρου, εμπεριέχουν όμως μια πολύ πιο επικίνδυνη γεωπολιτική παράμετρο.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια πρωτόγνωρη γεωπολιτική πρόκληση και έναν πρωτοφανή εκβιασμό για ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία δείχνει ξανά πόσο ευάλωτη και αδύναμη είναι πολιτικά, ακόμα και απέναντι σ’ ένα ανίσχυρο κι εξαρτημένο καθεστώς, όπως αυτό της Λευκορωσίας.
Είναι η πρώτη φορά από το 2015, όταν κορυφώθηκε η μεταναστευτική κρίση στη Ευρώπη, που το μεταναστευτικό εργαλειοποιείται σε βαθμό που θα μπορούσε να προκληθεί αποσταθεροποίηση πολλών κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και χωρών της ανατολικής Ευρωπαϊκής Ένωσης ταυτοχρόνως, φτάνοντας ακόμα και μέχρι τη Γερμανία.
Το γεγονός πάντως ο Λευκορώσος πρόεδρος Λουκασένκο χρησιμοποιεί το μεταναστευτικό προκειμένου να εκβιάσει την Ευρώπη, δείχνει ότι έχει κατανοήσει τα ευαίσθητα σημεία της διχασμένης στο μεταναστευτικό ζήτημα Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της Γερμανίας.
Επέλεξε μάλιστα τον σωστό χρόνο. Πρώτον, γιατί η Γερμανία βρισκόταν εδώ και δύο μήνες ακόμα σε αναζήτηση σχηματισμού τρικομματικής κυβέρνησης, που με τη συμμετοχή των Πρασίνων αναμένεται να είναι πολύ πιο φιλομεταναστευτική από την προηγούμενη κυβέρνηση της Μέρκελ.
Και δεύτερον, επειδή η Ευρώπη αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο μετά την αποχώρηση της Βρετανίας και τη διαρκή, αν όχι κλιμακούμενη, ενδοευρωπαϊκή διαμάχη, κυρίως για ζητήματα δικαίου και δικαιωμάτων, των Βρυξελλών με την Ουγγαρία και την Πολωνία, την οποία όμως τώρα, εκών άκων, πρέπει να στηρίξει.
Απόδειξη για το πόσο δυσχερής είναι πλέον η θέση των Βρυξελλών και ειδικά το Βερολίνο είναι και οι εσπευσμένες, σχεδόν απεγνωσμένες τηλεφωνικές επικοινωνίες της κας Μέρκελ τις τελευταίες ημέρες, όχι μόνο με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν, με την παράκληση να βοηθήσει στον έλεγχο της έκρυθμης κατάστασης και στην αποκλιμάκωση στα πολωνολευκορωσικά σύνορα, αλλά και με τον «τελευταίο δικτάτορα στην Ευρώπη», τον «ημιπαράφρονα» και «εκβιαστή» Λουκασένκο.
Γι’ αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο που σχεδόν αμέσως μετά ανακοινώθηκε από τον Λουκασένκο ότι η κα Μέρκελ, που ακόμα μια φορά στο μεταναστευτικό φρόντισε να παρακάμψει όλες τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, συμφώνησε μαζί του στην έναρξη διαπραγματεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την επίλυση της μεταναστευτικής κρίσης στα ανατολικά σύνορα της Ε.Ε.
Μια ξαφνική πρωτοβουλία, που όπως ήταν αναμενόμενο προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια σε Πολωνία και βαλτικές χώρες, οι οποίες έδειξαν σθεναρά την αντίδρασή τους στον εξόφθαλμο εκβιασμό και την εκδικητικότητα του Λουκασένκο για τις ευρωπαϊκές κυρώσεις ενάντια στη χώρα του.
Και είναι αναμενόμενο ότι, σε αντίθεση με αυτές τις χώρες, η Γερμανία τελικά θα υποκύψει, δίνοντας μάλιστα και κάποια ανταλλάγματα στον «δικτάτορα», όπως γίνεται με τον Ερντογάν, και με σημαία τον γερμανικό, μερκελικό «ανθρωπισμό», θα υποδεχτεί και πάλι μετά βαΐων και κλάδων μερικές χιλιάδες μετανάστες, ο επίμονος αγώνας των οποίων τελικά θα δικαιωθεί.
Kαι ας γνωρίζουν άπαντες πλέον ότι για τη συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών η κινητήριος δύναμη για τη σθεναρή – επιθετική στάση τους και για τα νικηφόρα μηνύματα που στέλνουν με τις φωτογραφικές πόζες τους πίσω από συρματοπλέγματα είναι ξεκάθαρα τα υλικά αγαθά που προσδοκούν να βρουν στη χριστιανική Δύση. Και όχι μια απόφαση ζωής για έναν διαφορετικό κόσμο, για μια άλλη κοινωνία, που όντως εκπροσωπεί η Ευρώπη σε σχέση με τον μουσουλμανικό κόσμο, από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή, μέχρι το Αφγανιστάν.
Ακόμα όμως αν και με οποιοδήποτε τρόπο υπάρξει προσωρινά αποκλιμάκωση της κρίσης, είναι προφανές ότι για τη Δύση ο «δικτάτορας» Λουκασένκο θα εξακολουθήσει να είναι λίγο-πολύ ένας υποτελής του Πούτιν, κάτι που βέβαια δεν ισχύει απολύτως. Μπορεί στην πράξη ο υπονομευτικός ρόλος της Ρωσίας στην σοβούσα αντιπαράθεση μεταξύ Πολωνίας και Λευκορωσίας να μην έχει αποσαφηνιστεί πλήρως, όμως το σοβαρό ενδεχόμενο η Ε.Ε. να τα θαλασσώσει και πάλι στο μεταναστευτικό, όπως το 2015, λειτουργεί προφανώς υπέρ της Ρωσίας.
Το καθοριστικό ερώτημα για το πώς πρέπει να διαμορφωθούν οι ευρωρωσικές σχέσεις θα εξακολουθήσει να υπάρχει και μετά τη σημερινή κρίση.
Είναι προφανές ότι χωρίς τη Μόσχα δεν μπορεί να υπάρξει διευθέτηση της μεταναστευτικής κρίσης, ούτε τώρα, ούτε στο μέλλον. Πολύ περισσότερο που η ευρωπαϊκή επιρροή στο Κρεμλίνο μειώνεται σταθερά. Σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Οι οικονομικές-εμπορικές σχέσεις της Ε.Ε. με τη Ρωσία συνεχώς θα μειώνονται, καθώς η Ρωσία προσπαθεί να ανεξαρτητοποιηθεί από τη Δύση μέσω πολιτικών διακρατικών σχέσεων σε εθνικό επίπεδο, επιδιώκοντας όλο και περισσότερο την προμήθεια βασικών προϊόντων από την Κίνα, την Ινδία και άλλες τρίτες χώρες.
Επιπλέον, η πρόσφατη απόφαση της γερμανικής ρυθμιστικής αρχής ενέργειας να μη δώσει προς το παρόν άδεια στον αγωγό φυσικού αερίου «Nord Sream 2» είναι ενδεικτική των δυσκολιών στις γερμανορωσικές σχέσεις, οι οποίες αναμένεται να επιδεινωθούν ακόμα περισσότερο όταν σε λίγες εβδομάδες υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας αναλάβει η κα Μπερμπόκ από το ρωσοφοβικό και ακραία φιλοατλαντικό κόμμα των Πρασίνων.
Καθόλου τυχαίο επίσης που, τα τελευταία χρόνια, οι άλλοτε πολύ σημαντικές κοινές γερμανορωσικές «πλατφόρμες συζήτησης», όπως η λεγόμενη «Petersburger Dialog», έχουν πλήρως ατονήσει.
Δεν είναι υπερβολή πάντως να τονισθεί αυτό που ακούγεται όλο και πιο συχνά σε διάφορους κύκλους πολιτικών επιστημόνων: «Η Γερμανία αντιμετωπίζεται πλέον από τους Ρώσους με οίκτο ή και περιφρόνηση», χωρίς ίχνος κάποιου φόβου ή ενδοιασμού.
Λέγεται ακόμα ότι, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Λαβρόφ, ανυπομονεί να απαντήσει στις αναμενόμενες επικλήσεις της νέας Γερμανίδας υπουργού Εξωτερικών για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία μ’ ένα κρεσέντο σαρκασμών, περιφρόνησης και απαξίωσης για τη γερμανική ιστορία και τη σταδιακή υποχώρηση της σημερινής Γερμανίας σε όλα τα επίπεδα, μέχρι και την πολιτική της ασημαντότητα, τουλάχιστον εκτός Ευρώπης. Κάτι που έδειξε άλλωστε με εμφατικό τρόπο τον περασμένο Φεβρουάριο και κατά την επίσκεψη του Ύπατου Εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γιοσέπ Μπορέλ.
Εν κατακλείδι, μπορεί μια στρατιωτική αναμέτρηση του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία, κυρίως λόγω του ουκρανικού και της Κριμαίας, να έχει ελάχιστες πιθανότητες να συμβεί, όμως η αποσταθεροποίηση κι ένας παρόμοιος με τον σημερινό υβριδικός πόλεμος σε ανατολικές χώρες της Ε.Ε. και σε κράτη μέλη του ΝΑΤΟ με ρωσικό δάχτυλο δεν αποκλείεται να συμβαίνει συχνότερα στο μέλλον. Πολύ περισσότερο που δεν φαίνεται πως η Γερμανία θα επανεξετάσει τη στάση της απέναντι στη Ρωσία, διαμορφώνοντας μια φιλικότερη πολιτική.
ΥΓ. Σε λίγες εβδομάδες η κα Μέρκελ θα είναι μια πρώην καγκελάριος, που ακόμη και τώρα δείχνει πως είναι και πάλι διατεθειμένη ν’ ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας και να υποδεχτεί 15 με 20 χιλιάδες μετανάστες που θέλουν να φτάσουν εκεί μέσω Πολωνίας. Το ερώτημα γι’ αυτήν παραμένει. Θα περάσει στην ιστορία ως μια «φιλάνθρωπος» πολιτικός που έλυνε μόνη της μεταναστευτικές κρίσεις ή θα θεωρηθεί απολύτως αποτυχημένη; Σε κάθε περίπτωση όμως έχει διχάσει βαθιά όχι μόνο τη χώρα που κυβέρνησε για 16 χρόνια, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη.