Στην περιοχή μας, έχει ανοίξει ένα μεγάλο παιχνίδι. Ο γεωπολιτικός άξονας Ρωσίας-Τουρκίας έχει φτάσει σ΄ ένα υψηλό σημείο κερδών. Ο ισχυρός παίκτης που ελέγχει τις κινήσεις είναι η Ρωσία. Η Τουρκία όμως κατέχει την γεωπολιτική θέση-κλειδί στην ευρύτερη περιοχή (Ευρασίας-Μέσης Ανατολής- Μεσογείου). Ένα πολύ χρήσιμο ανάχωμα για τα σχέδια τους έχει αναπτυχθεί στην Ευρώπη, από την προτεσταντική προσήλωση της Μέρκελ στα στενά Γερμανικά συμφέροντα και τη γερμανική Ευρώπη. Στο παιχνίδι αναμένονται και οι ΗΠΑ...
Ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι όπως η Γαλλία και η Γερμανία που ενώ βρέθηκαν πολλές φορές αντιμέτωπες και από τις συγκρούσεις τους χύθηκαν ποταμοί αίματος, εδώ και αρκετά χρόνια λειτουργούν σαν εταίροι και σύμμαχοι, έτσι και η Ρωσία με την Τουρκία θα μπορούσαν, ως γείτονες, να δουν σε βάθος χρόνου μια σταθερή συνεργασία με αμοιβαιότητα!
Ο Ερντογάν που μέχρι τώρα έχει κερδίσει δώδεκα (12) εκλογικές αναμετρήσεις, μετά το πραξικόπημα εναντίον του τον Ιούλιο του 2016, η πρώτη χώρα που επισκέφθηκε δεν ήταν ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Γερμανία. Ήταν η Ρωσία. Στην Αγία Πετρούπολη συναντήθηκε με τον Πούτιν.
Ο άξονας αυτός που αποτελεί έναν ακόμα μοχλό μετακίνησης της Τουρκίας πέρα από το Δυτικό χώρο δεν είναι στα σχέδια του Πούτιν και του Ερντογάν συγκυριακός. Ο Ερντογάν στα πλαίσια του νεο-οθωμανικού του οράματος βλέπει την αύξηση ισχύος της Τουρκίας και την αποδοχή πλέον της Τουρκίας ως την πιο υπολογίσιμη δύναμη σ΄όλο αυτόν των γεωστρατηγικό χώρο. Την ίδια στάθμιση αναγκαστικά θα κάνουν και άλλοι, όταν θα αποφασίσουν να δράσουν στην περιοχή οργανωμένα.
Στην Ευρώπη -υπό τη γερμανική ηγεμονία (κηδεμονία ;)- και με αφορμή τον τουρκικό επεκτατισμό αναπτύσσεται μια σύγκλιση χωρών που θυμίζει τον άξονα δυνάμεων του Β΄ Π. Πολέμου (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία).
Οι κυρώσεις των ΗΠΑ. Χωρίς στρατηγικό σχέδιο: οριακές και μετέωρες
Οι κυρώσεις των ΗΠΑ, σύμφωνα με το νόμο CAATSA, που ψηφίσθηκαν επί τέλους από τη Γερουσία, έστω και χαμηλότερες στην έντασή τους από τις αρχικά προτεινόμενες, ανοίγουν ένα νέο κεφάλαιο στις σχέσεις ΗΠΑ -Τουρκίας. Η επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ θα εμφανίσουν στο εξελισσόμενο σκηνικό νέα επεισόδια. Ταυτόχρονα, φαίνεται ότι ο Ερντογάν, είχε προεκτιμήσει και ως ένα βαθμό προεξοφλήσει μια τέτοια απόφαση (με τις κυρώσεις) από τις ΗΠΑ. Επιχειρεί, στα πλαίσια του Δυτικού κόσμου, χρησιμοποιώντας πλήρως υποκριτικές διακηρύξεις φιλοευρωπαϊκού προσανατολισμού (περί ένταξης στην Ευρώπη!), να εξισορροπήσει την κλιμακωμένη πίεση από τις ΗΠΑ, όχι μόνο με τη σταθερή σχέση με τη Ρωσία, αλλά και μέσω των σχέσεων του με τη Γερμανία και το ΝΑΤΟ (σημερινή ηγεσία του - Στόλτενμπερκ, στρατιωτικούς παράγοντες των ΗΠΑ - Σταυρίδης και ορισμένες χώρες του ίδιου του ΝΑΤΟ).
Οι ΗΠΑ έχοντας πίσω τους ένα τετραετές κενό πολιτικής και ουσιαστικής παρουσίας στην περιοχή σε μια περίοδο, μάλιστα, πολύ κρίσιμη, παρείχε χώρο στην Τουρκία για δράση και επέκταση. Η μόνη σοβαρή απόφαση Τραμπ για την περιοχή ήταν η προδοσία του κουρδικού κινήματος του σοβαρότερου, δηλαδή, αντιπάλου της Τουρκίας στην περιοχή.
Χωρίς, λοιπόν, συγκεκριμένη στρατηγική, οργανωμένο σχέδιο των ΗΠΑ για την περιοχή, όπου θα εντάσσονται και θα αξιοποιούνται οι κυρώσεις CAATSA, που, ασφαλώς, θίγουν σοβαρά την τουρκική πολεμική βιομηχανία, οι κυρώσεις αυτές μπορεί να απονευρωθούν, ή, ακόμα, και να οδηγήσουν την Τουρκία σε πιο ουσιαστική σχέση με τη Ρωσία και στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας.
Δεν μπορεί, βέβαια, να αποκλεισθεί ένα μεγάλο τράνταγμα της εδώ και πολύ καιρό νοσούσας τουρκικής οικονομίας, από τις κυρώσεις CAATSA. Τράνταγμα, που θα προέλθει από την πίεση που θα δεχθεί η δεσπόζουσα στην οικονομία της, πολεμική βιομηχανία, όπως αυτή έχει αναπτυχθεί την τελευταία 15ετία. Αν και ο Ερντογάν, προεξοφλώντας μια τέτοια εξέλιξη, μετά την ήττα Τραμπ, έκανε τις μεγάλες συμφωνίας με το Κατάρ, σωρεύει, εδώ και χρόνια, ποσότητες χρυσού σαν κρατικό απόθεμα, ανταμείβεται για την ″προστασία″ στη Λιβύη και έχει σταθερά εξασφαλίσει το ενεργειακό ισοζύγιο από τη Ρωσία.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να προβάλλει και να εγγυηθεί ένα νέο δυτικό Σχέδιο για την περιοχή
Το έλλειμμα στη στρατηγική των ΗΠΑ ήταν εμφανές ότι προσπαθούσε να μπαλώσει ο απερχόμενος ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, Μ. Πομπέο, το τελευταίο εξάμηνο της θητεία του. Το έλλειμμα αυτό θα έπρεπε να αναγνώσει, να κατανοήσει και να αξιοποιήσει η Ελληνική πλευρά. Είχαμε γράψει προ πολλού και αναλυτικά για αυτό, χρησιμοποιώντας και το ιστορικό παράδειγμα του Ελευθερίου Βενιζέλου, διαπιστώνοντας μάλιστα ότι κατά κάποιο τρόπο το σκηνικό της Ευρώπης επιστρέφει στις αρχές του 20ου αιώνα. Η Ελλάδα αντί να κινείται με το σύνδρομο του δεδομένου εταίρου (των παραχωρήσεων και των αμυντικών συμφωνιών άνευ δεσμεύσεων έναντι της Τουρκίας), θα έπρεπε να αναδείξει τη γεωπολιτική ανταγωνιστική της θέση -μαζί με τη Κύπρο (τον άξονα του Μεσογειακού Ελληνισμού: Ελλάδα- Κύπρος) - απέναντι στην Τουρκία, τη συμμαχία Ρωσίας ) Τουρκίας και τον νεο-θωμανικό επεκτατισμό. Να προβάλει, να διεκδικήσει και να εγγυηθεί στα πλαίσια μιας Συμπαράταξης δυτικών δυνάμεων με πραγματικό ενδιαφέρον για την περιοχή το νέο της ρόλο, ως γεωπολιτικός δυτικός πυλώνας, ως σταθερά με κομβικό στρατηγικό ρόλο. Έναν στρατηγικό ρόλο, που θα εξέφραζε και τους ισχυρούς συμμάχους της Δύσης που κινούνται σε διαφορετική τροχιά από τον άξονα Ρωσίας- Τουρκίας. Συζητώντας, προβάλλοντας και ενεργώντας για τη σύγκλιση Συμπαράταξης μέσα στις Δυτικές δυνάμεις . Συγκεκριμένα η Γαλλία, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ έχουν ενδιαφέρον και θα μπορούσαν να είναι από ένα σημείο και μετά ενεργά θετικές σε μια τέτοια Συμπαράταξη. Η εγγύηση του άξονα του Ελληνισμού στη Μεσόγειο (Ελλάδα-Κύπρος) δεν θα ήταν όχι μόνο το αναγκαίο αντίβαρο στην περιοχή, αλλά η μόνη ρεαλιστική Συμμαχία εξασφάλισης των ζωτικών τους συμφερόντων στο χώρο της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Τα μοιραία λάθη, όμως, δεν ήταν μόνο το ότι δεν σχεδιάσθηκε, δεν οργανώθηκε και δεν υλοποιήθηκε η παραπάνω πολιτική, -παρά τις φιλότιμες, αλλά ασύνδετες με αυτό το Όραμα, προσπάθειες και διπλωματικές κινήσεις του Έλληνα ΥΠΕΞ σε Ε.Ε. και Μέση Ανατολή.
Τα μοιραία λάθη ήταν δύο:
Πρώτο, το γεγονός ότι επιλέχθηκε σε επίπεδο Ε.Ε., να παιχθεί το σκληρό πόκερ των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας σε στενή συνεργασία, σχεδόν με ανάθεση του, στον σταθερότερο σύμμαχο της Τουρκίας στην Ε.Ε., τη Γερμανία και την καγκελάριο Μέρκελ!
Δεύτερο, το γεγονός ότι δεν επιλέχθηκε -και ακόμα δεν επιλέγεται αποφασιστικά - η στενή, ενεργή σχέση, Συμμαχία με τη Γαλλία σε όλα τα επίπεδα και ιδιαίτερα στα επίπεδα της αμυντικής και στρατιωτικής συμφωνίας (με ανοιχτή, στο πλαίσιο της παραπάνω στρατηγικής, της αμυντικής συμφωνίας υποστήριξης και με τις ΗΠΑ) .
Η Ελλάδα, επίσης, δεν έχει με καθαρότητα και σαφήνεια επισήμως διατυπώσει και εκφράσει την απαράβατη γραμμή της στα θέματα εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητας με σχέδια απάντησης και ανταπάντησης στις περιπτώσεις καταπάτησης της (ένα Δόγμα Ακεραιότητας και Άμυνας, με ειδικό στοιχείο του το Ελληνικό casus belli). Επιπλέον, η Ελλάδα δεν έχει συγκροτήσει ό,τι παραπάνω αναπτύχθηκε, ένα οραματικό σχέδιο για τη θέση και το ρόλο της στην περιοχή, που οδηγεί σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και συμμαχίες ισχύος. Χωρίς αυτά, μοιραία θα ξεπέσει σε λύσεις ταπεινωτικές για την Ιστορία της, απογοητευτικές για το Λαό της, δυσβάσταχτες για το Έθνος.
Το ξαναλέμε, τα κλειδιά είναι: Όραμα, Σχέδιο, Ηγεσία.