«Στα Βαλκάνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες ουσιαστικά εκπληρώνουν τις ίδιες λειτουργίες με εκείνες που επιτελούσαν η Αυστριακή και η Οθωμανική Αυτοκρατορία στις αρχές του 20ού αιώνα, διατηρούν δηλαδή την ειρήνη ιδρύοντας προτεκτοράτα που παρεμβάλλονται ανάμεσα σε εμπόλεμες εθνότητες». (Henry Kissinger, ΗΠΑ. Αυτοκρατορία ή Ηγετική Δύναμη, σ.16»).
Η ανωτέρω υπόθεση εργασίας του H.Kissinger επιβεβαιώνεται κατά το ήμισυ (ο χρόνος θα καταδείξει εάν και σε ποιο βαθμό διατηρείται η ειρήνη) μετά και τον προδηλώμενο στρατηγικό σχεδιασμό της Ουάσιγκτον για την επίλυση της σερβοαλβανικής διένεξης μέσω εδαφικών διευθετήσεων/αναδιανομής εδαφών.
Αναλυτικότερα, σε ανεπίσημο αμερικανικό έγγραφο που δημοσιεύτηκε από την αλβανική εφημερίδα «SOT» (Φεβρουάριος 2019) προβλέπεται η ανακατανομή εδαφών μεταξύ Κοσόβου και Σερβίας υπό τη βάση του εθνολογικού παράγοντα. Στο πλαίσιο αυτό, μια σειρά περιοχών της Νότιας Σερβίας –το Preševo και το Klenike– θα προσαρτηθούν στο Κόσοβο, ενώ αντίστροφα περιοχές του Βόρειου Κοσόβου –το Zvecan, το Zupin Patok και το Leposavic– στη Σερβία. Συνακόλουθα δημιουργούνται «ειδικοί χώροι» (αυτόνομες περιοχές) για τη Mitrovica (Κόσσοβο) και το Bujanovac (Σερβία) που θα λειτουργούν ως «αυτοδιαχειριζόμενες» περιοχές, ενώ θα ιδιωτικοποιηθούν, για 99 χρόνια, τα Ορυχεία Trepca (μολύβδου και ψευδαργύρου) που βρίσκονται νοτιοανατολικά της Mitrovica, από αμερικανικές, γαλλικές, ρωσικές και κινεζικές εταιρείες και η λίμνη Ujmani, (στο βορειοδυτικό Κόσοβο) από αγγλικές εταιρείες.
Η αμερικανική διπλωματική στροφή προς τα Βαλκάνια, από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τράμπ, σηματοδοτεί την έναρξη του νέου μεγάλου γεωστρατηγικού παιχνιδιού, μετά και την απόφαση της Μόσχας να παρεμποδίσει την ολοκλήρωση της γεωπολιτικής επέκτασης της Ουάσιγκτον στη Χερσόνησο του Αίμου. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο διευθυντής του τμήματος της Ευρωπαϊκής Συνεργασίας του Ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, Andrey Kelin, οι ΗΠΑ επιδιώκουν «να κατακτήσουν πλήρως τα Βαλκάνια, και μετά το Μοντενέγκρο, να οδηγήσουν και άλλες χώρες στη σφαίρα επιρροής τους». Οποιαδήποτε απόπειρα διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, ιδίως σε μια περίοδο «κακών σχέσεων» της Ατλαντικής συμμαχίας με τη Ρωσία, «είναι ένα επιπρόσθετος παράγοντας που περιπλέκει την Ευρωπαϊκή ασφάλεια».
Προηγουμένως, στην έκθεση του Ατλαντικού Συμβουλίου, (πολιτική δεξαμενή σκέψης με έδρα την Ουάσιγκτον) με τίτλο «Balkans Forward: A New US Strategy for the Region’», επισημαίνεται η αυξημένη πολιτική επιρροή της Ρωσίας στα Βαλκάνια, μέσω της διπλωματικής εκμετάλλευσης των χρόνιων παθολογιών των βαλκανικών κρατών για την υπονόμευση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Κατά τούτο, οι Ηνωμένες Πολιτείες καλούνται να ισχυροποιήσουν και να μονιμοποιήσουν τη στρατιωτική τους παρουσία στη νοτιοανατολική Ευρώπη για τη σταθεροποίηση των δυτικών Βαλκανίων. Με ορμητήριο μία από τις μεγαλύτερες αμερικανικές βάσεις σε πλανητικό επίπεδο, το Camp Bondsteel, εγκατεστημένο στο νοτιοανατολικό τμήμα του Κοσόβου, επικαιροποιείται η εγγύηση ασφαλείας των ΗΠΑ στην περιοχή και ενισχύεται η στρατηγική τους ικανότητα για την άσκηση πολιτικής επιρροής.
Στον επαναπροσδιορισμό της αμερικανικής υψηλής στρατηγικής για τα Βαλκάνια, συνώθησε μια σειρά γεγονότων, μεταξύ των οποίων η απόπειρα πραξικοπήματος στο Μαυροβούνιο το 2016, η εσωτερική κοινωνικοπολιτική αστάθεια σε μια σειρά κρατών –πΓΔΜ, Αλβανία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη – και η πολιτική επαναδραστηριοποίηση της Ρωσίας στην περιοχή, οδηγώντας στη διπλωματική προσέγγιση της Ουάσιγκτον με τα Βαλκανικά κράτη (Σερβία, Μαυροβούνιο, Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, πΓΔΜ και Κόσοβο). Χαρακτηριστικά, σε συνάντηση των υπουργών εξωτερικών τους, με τον σύμβουλο εθνικής ασφαλείας του προέδρου Τράμπ, στρατηγό Χ. Ρ. Μακμάστερ, τον Νοέμβριο του 2017, ο τελευταίος επιβεβαίωσε την «υψηλή προτεραιότητα» των δυτικών Βαλκανίων για τις ΗΠΑ.
Στο ίδιο μήκος κύματος ο περιφερειακός αναπληρωτής διευθυντής για την Ευρώπη στο Διεθνές Ρεπουμπλικανικό Ινστιτούτο, Paul McCarthy αποφαίνεται ότι:
«Η ρεβανσιστική Ρωσία επιβεβαίωσε τον παραδοσιακό της ρόλο ως προστάτη των ορθόδοξων χριστιανικών πληθυσμών, χρησιμοποιώντας τα Βαλκάνια ως ανάχωμα για να αποτρέψει την περαιτέρω ευρωπαϊκή επέκταση και να επιβεβαιώσει εκ νέου τη σφαίρα επιρροής τους».
Αντίστοιχα στην έκθεση του Ρωσικού συμβουλίου Διεθνών Υποθέσεων, μια δεξαμενής σκέψης που προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό την εξωτερική πολιτική της Μόσχας, καταδεικνύεται το πολλαπλό γεωπολιτικό παίγνιο στα Βαλκάνια μεταξύ των Μεγάλων και των περιφερειακών Δυνάμεων, επισημαίνοντας τον αναφυόμενο οικονομικό-πολιτισμικό ανταγωνισμό μεταξύ Ρωσίας, ΗΠΑ, Γερμανίας, Τουρκίας και Κίνας, και την αδιαμφισβήτητη πολιτική πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στην περιοχή, που αποτελεί «αναπόσπαστο μέρος του Ευρώ-Ατλαντικού χώρου».
Υπό αυτό το πρίσμα η στρατηγική αδυναμία της Μόσχας να παρεμποδίσει την επέκταση του ΝΑΤΟ στα δυτικά Βαλκάνια, (η Αλβανία, η Κροατία, η Ρουμανία, η Σλοβενία και το Μαυροβούνιο είναι ήδη μέλη της Ατλαντικής συμμαχίας ενώ η πΓΔΜ βρίσκεται προ των πυλών για την είσοδό της), ανάγει σε στρατηγική αναγκαιότητα την προάσπιση του μοναδικού της προγεφυρώματος στην περιοχή, τη Σερβία. Είναι χαρακτηριστική η δυναμική διπλωματική παρέμβαση της Μόσχας, μετά τις πρόσφατες επιχειρήσεις που διεξήγαγε η αστυνομία του Κοσόβου και τη σύλληψη 13 ατόμων σε περιοχές των Σέρβων, στη «βόρεια Κόσοφσκα Μήτροβιτσα και στο Ζούμπιν Πότοκ». Σε πολυμερές επίπεδο, καταγράφεται η δήλωση του μόνιμου αντιπροσώπου της, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) Βλαντιμίρ Τσίζοφ, για την άσκηση διπλωματικών πιέσεων στην Πρίστινα, ώστε η τελευταία να εφαρμόσει τις συμφωνίες της με την Ε.Ε., μία από «τις διατάξεις [των οποίων] απαγορεύει την παρουσία αστυνομικών, οπλισμένων με πυροβόλα όπλα». Ενώ σε διμερές επίπεδο, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του ρωσικού κοινοβουλίου Konstantin Kosachev προειδοποίησε την κυβέρνηση του Κοσόβου ότι «η Ρωσία είναι έτοιμη να επέμβει στρατιωτικά και να καταλάβει το βόρειο Κοσσυφοπέδιο».
Μια ενδεχόμενη προσχώρηση της Σερβίας στους δυτικούς θεσμούς θα συνωθούσε στην απομείωση της θέση και του ρόλου της Ρωσίας στην νοτιοανατολική Ευρώπη, αποκόπτοντας οποιαδήποτε έξοδο προς την ανατολική Μεσόγειο.
«Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ να ασκήσουν ακόμα μεγαλύτερη πίεση στα Υπερκαυκάσια κράτη και στη Λευκορωσία», με αποτέλεσμα τον περιορισμό της γεωπολιτικής σφαίρας επιρροής της Ρωσίας. Ενώ θα εξαλείφονταν και η γεωπολιτική βαρύτητα της Μόσχας στις εξωτερικές πολιτικοστρατηγικές-οικονομικές της σχέσεις με Άγκυρα και Πεκίνο.
Σε μια προσπάθεια να αποκωδικοποιήσουμε τη στρατηγική των ΗΠΑ στις μείζονες περιφέρειες της Ευρασίας και ειδικότερα στα Βαλκάνια, καθίσταται εναργής η επαναφορά της στρατηγικής της ανάσχεσης (δόγμα Kέναν) έναντι των αναδυόμενων περιφερειακών δυνάμεων και στη συγκεκριμένη περίπτωση απέναντι στη μείζονα, έξω-ατλαντική χερσαία δύναμη, τη Ρωσία, με απότοκο την απαγόρευση της εξόδου της στα θερμά νερά της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Ως συνέχεια των αποσταθεροποιητικών αποτελεσμάτων των πολύχρωμων επαναστάσεων στις πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες –Γεωργία, Ουκρανία, Κιργισία– και την εσωτερική υπονόμευση των πολιτικών καθεστώτων σε μια σειρά κρατών της Μέσης Ανατολής (Μπαχρέιν, Συρία, Υεμένη) και της Βορείου Αφρικής (Αίγυπτος, Τυνησία, Λιβύη) κατά την περίοδο της Αραβικής άνοιξης, η αμερικανική πολιτική του «δημιουργικού χάους» εφαρμόζεται και στη Χερσόνησο του Αίμου (δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολιτικοί αναλυτές κάνουν λόγο για την επερχόμενη Βαλκανική άνοιξη) με την έναρξη των συνομιλιών Βελιγραδίου-Πρίστινας για την αλλαγή συνόρων.
Σε γεωστρατηγικό επίπεδο μιλώντας, η εξέλιξη αυτή αποκρυσταλλώνει τον αξονικό πολιτικό στόχο της αμερικανικής πολιτικής της «Φιλελεύθερης Ηγεμονίας» για τη διαμόρφωση περιφερειών ασφαλείας, μέσω της ανάσχεσης-εξάλειψης των δυνητικών ανταγωνιστών και της εγκαθίδρυσης φίλιων πολιτικών καθεστώτων ενταγμένων στο Νατοϊκό πλαίσιο. Προς επιβεβαίωση, στα πρακτικά της υποεπιτροπής για την Ευρώπη, την Ευρασία και τις αναδυόμενες απειλές, της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της βουλής των αντιπροσώπων του Κογκρέσου των Η.Π.Α., (Μάιος 2017), οριοθετείται η αναγκαιότητα της ένταξης, υπό οποιοδήποτε καθεστώς ή ιδιότητα, των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, για την επίτευξη του αντικειμενικού στρατηγικού στόχου των ΗΠΑ – ν’ αναχαιτισθεί «“πάση δύναμη και θυσία” η βαθιά διείσδυση και ο έλεγχος της Μόσχας στην ευρύτερη και μείζονα περιοχή των Βαλκανίων».