Το Νόμπελ Χημείας 2020 απονεμήθηκε σε δυό γενετίστριες, τη Γαλλίδα Εμανουέλ Σαρπαντιέ και στην Αμερικανίδα Τζένιφερ Ντούντνα, για την επαναστατική εφαρμογή των «μοριακών ψαλιδιών» που έχουν την ικανότητα να τροποποιούν τα ανθρώπινα γονίδια.
Το φετινό βραβείο τους ανήκει για την εφαρμογή μίας μεθόδου γενετικής τροποποίησης που ξαναγράφει τον κώδικα της ζωής, σύμφωνα με την ανακοίνωση της επιτροπής Νόμπελ στην Στοκχόλμη.
Η 51χρονη Γαλλίδα και η 56χρονη Αμερικανίδα είναι η έκτη και η έβδομη γυναίκες αντίστοιχα που τιμώνται με το Νόμπελ Χημείας από το 1901.
Τον Ιούνιο 2012, οι δύο γενετίστριες μαζί με συναδέλφους τους περιγράφουν στην επιθεώρηση Science ένα νέο εργαλείο ικανό να απλοποιήσει την τροποποίηση του γονιδίου. Ο μηχανισμός ονομάζεται Crispr/Cas9 ή απλώς «μοριακά ψαλίδια».
Αν η γονιδιακή θεραπεία συνίσταται στην εισαγωγή ενός κανονικού γονιδίου στα κύτταρα που έχουν ένα ελαττωματικό γονίδιο, ως δούρειο ίππο, για να κάνει την δουλειά που δεν κάνει το ελαττωματικό γονίδιο, η μέθοδος Crispr φέρνει την επανάσταση: αντί να προσθέσει ένα νέο γονίδιο, το εργαλείο τροποποιεί το υπάρχουν ελαττωματικό γονίδιο.
Το εργαλείο είναι εύκολο στην χρήση, φθηνό και επιτρέπει στους επιστήμονες να κόβουν το DNA ακριβώς εκεί που θέλουν για να δημιουργήσουν, για παράδειγμα, ή για να διορθώσουν μία γενετική μετάλλαξη και να θεραπεύσουν σπάνιες ασθένειες.
Η ανακάλυψη, αν και πρόσφατη, αναφερόταν συχνά τα τελευταία χρόνια ως άξια για βράβευση με Νόμπελ και ήταν από τα φετινά φαβορί. Σύμφωνα με τον περυσινό νομπελίστα Ιατρικής William Kaelin, «η γενετική τροποποίηση μέσω του Crispr είναι στην κορυφή των ανακαλύψεων αυτής της δεκαετίας στην Ιατρική».
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ