Το ποδόσφαιρο της αθωότητας

Ο δημοσιογράφος Γιάννης Αλεξίου μας μιλά για την έρευνά του πάνω στο άθλημα πριν αλλοιωθεί από τον στοιχηματισμό και το οπαδικό κίνημα. Μια εργασία που έγινε βιβλίο.
Open Image Modal
Ο Γιάννης Αλεξίου μιλάει στην HuffPost για το βιβλίο του «Το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε» (εκδόσεις Ογδοο)
εκδόσεις Ογδοο

Τα χρόνια στις αλάνες, η μανία της συλλογής παικτών και ομάδων σε χαρτάκια, οι ανεξάρτητες ομάδες και τα θρυλικά τουρνουά τους, η ατμόσφαιρα κι η αγωνία στο γήπεδο, τα ποδοσφαιρικά ινδάλματα, η ιερότητα των αθλητικών εφημερίδων και περιοδικών και το όμορφο και γεμάτο πάθος ποδόσφαιρο που δεν είχε παραδοθεί ακόμη στους μάνατζερ. Ανήκουν σε μια άλλη εποχή, ξαναζωντανεύουν, όμως, αποτελώντας την ραχοκοκαλιά του βιβλίου «To Ποδόσφαιρο Που Αγαπήσαμε. Στα τρία κόρνερ, πέναλτυ» του δημοσιογράφου Γιάννη Αλεξίου.

Η συναρπαστική ιστορία του παλιού αγνού ποδοσφαίρου των δεκαετιών ’70-’80 αναβιώνει μέσα από τις βιωματικές ιστορίες του συγγραφέα αλλά και την δημοσιογραφική του έρευνα. Παρελαύουν, μεταξύ άλλων, οι Φραντς Μπεκενμπάουερ, Χουάν Ραμόν Ρότσα, Μίμης Δομάζος, Αντώνης Αντωνιάδης, Θωμάς Μαύρος, Δημήτρης Μαυρίκης, Γιάννης Γραββάνης, Νόνι Λίμα, Στάθης Χάιτας, το…ευαγγέλιο «Φως των Σπορ» και ο Ολυμπιακός των «πέτρινων χρόνων» με Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες και Λάγιος Ντέταρι..

Κάπως έτσι στις σελίδες της νέας έκδοσης του Ογδοου, ο Γιάννης Αλεξίου κλείνει την νιότη του ως πολύτιμη παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.  

Open Image Modal
Το εξώφυλλο του βιβλίου
Ογδοο

 -  Πως προέκυψε η ιδέα αυτού του βιβλίου;

Η εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου με έκανε να νοσταλγώ μια άλλη εποχή που το ποδόσφαιρο δεν είχε το σημερινό επαγγελματισμό ή έκανε τα πρώτα του βήματα σε αυτόν. Ήταν ένα απωθημένο μου. Από τα ελάχιστα που έχω πια. Παρακολουθώ ποδόσφαιρο από πιτσιρικάς ως φίλαθλος, οπαδός, αθλητικογράφος στην αρχή της δημοσιογραφικής μου πορείας και φυσικά ανδρώθηκα στις αλάνες της γειτονιάς παίζοντας με πάθος μπάλα. Η μουσική και το ποδόσφαιρο έχουν σημαδέψει τη ζωή μου. Ξεκίνησα να δουλεύω επαγγελματικά γράφοντας για το ποδόσφαιρο στη «Φλόγα των Σπορ» και μετά συνέχισα στο «Φως των Σπορ» έως ότου πήγα φαντάρος στα τέλη του 1989 σε ηλικία 22.5 ετών. Όταν τελείωσα το στρατιωτικό μου ακολούθησα τη δημοσιογραφία κάνοντας μουσικό ρεπορτάζ, χωρίς όμως ποτέ να σταματήσω να παρακολουθώ ποδόσφαιρο, αλλά και να κάνω κατά καιρούς έρευνες, συνεντεύξεις και να γράφω διάφορα θέματα για το ποδόσφαιρο όταν κάτι μου έκανε εντύπωση ή ένοιωθα την ανάγκη να καταγραφεί.

Open Image Modal
Στιγμιότυπο από αγώνα του Παναθηναϊκού με τον θρυλικό Αργεντινό που απέκτησε και την ελληνική υπηκοότητα μετά τη μακρόχρονη παραμονή του στην Ελλάδα, Χουάν Ραμόν Ρότσα
Αρχείο Γιάννη Αλεξίου

- Τι μπορεί να συναντήσει κανείς διαβάζοντας αυτό το βιβλίο;

Στο βιβλίο μου περιγράφω τα χρόνια στις αλάνες, που είναι η αδιαπραγμάτευτη νιότη μας, τη μανία της συλλογής παικτών και ομάδων σε χαρτάκια, οι ανεξάρτητες ομάδες και τα θρυλικά τουρνουά τους, την ατμόσφαιρα και την αγωνία στο γήπεδο, τα ποδοσφαιρικά ινδάλματα, την ιερότητα των αθλητικών εφημερίδων και περιοδικών, το όμορφο και γεμάτο πάθος ποδόσφαιρο που δεν είχε παραδοθεί ακόμη στους μάνατζερ και δεν είχε αλλοιωθεί από τον στοιχηματισμό, το οπαδικό κίνημα, αλλά και συνεντεύξεις ποδοσφαιριστών που ξεκίνησαν από τις αλάνες και έφθασαν ψηλά. Επίσης ανέτρεξα στα πρώτα εκείνα επαγγελματικά χρόνια μου στην αθλητική δημοσιογραφία σε μια άλλη εποχή που δεν υπήρχε ο σημερινός ανταγωνισμός και ήμασταν συνάδελφοι με την πραγματική έννοια, μια έννοια που όλο και φθίνει στα χρόνια. Αυτά είναι τα καλύτερά μου χρόνια.

Στο βιβλίο μου υπάρχουν ακόμη βιωματικές ιστορίες που χαρακτηρίζουν τον τρόπο γραφής μου και το γνωρίζουν όσοι έχουν διαβάσει τις προηγούμενες εκδόσεις μου για το βινύλιο και για το ελληνικό rock. Ετσι και τώρα στο «Ποδόσφαιρο που Αγαπήσαμε - Στα τρία κόρνερ, πέναλτυ» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Όγδοο» έχω πολλές τέτοιες ιστορίες όπως από την ευλογημένη περιοχή που μεγάλωσα, τη Νέα Σμύρνη, και το περίφημο τετράγωνο που συμπληρώνει το Παλαιό Φάληρο, η Αμφιθέα και η Καλλιθέα, αλλά και οι γύρω από αυτές περιοχές που έβγαλαν τους μεγαλύτερους παίκτες στην Ελλάδα - αναφέρω ενδεικτικά τους Νίκο Πεντζαρόπουλο, Θανάση και Δημήτρη Σαραβάκο, Θωμά Μαύρο, Νίκο Αναστόπουλο, Στάθη Χάιτα, Γιώργο Δέδε, Γιώργο Σκρέκη. Όλα αυτά εκτός από βιωματικές ιστορίες και γνώσεις διανθίζονται από έρευνα σε βάθος συνομιλώντας με τους πιο παθιασμένους με το ποδόσφαιρο το οποίο έχει σημαδέψει την ζωή τους και όταν αρχίσουν να μιλάνε δεν τελειώνουν. Έτσι όμως είμαστε όλοι οι ρομαντικοί ποδοσφαιρόφιλοι.

Open Image Modal
Ο θρυλικός παίκτης του Πανιωνίου, Νόνι Λίμα, που έχει πάρει ελληνική υπηκοότητα με τα χρώματα της ομάδας του. Αγωνίστηκε στον Πανιώνιο σε 304 ματς επί δώδεκα συνεχόμενες σεζόν ως το 1988, αποτελώντας ένα από τα βασικότερα και πολυτιμότερα στελέχη του
Αρχείο Γιάννη Αλεξίου

- Τι σημασία έχει το ποδόσφαιρο στη συλλογική μας συνείδηση; 

Πιστεύω ότι το ποδόσφαιρο έχει καταγραφεί στο DNA όλων όσων μεγάλωσαν κλωτσώντας μια μπάλα στις αλάνες της γειτονιά τους, στα διαλλείματα και στο τέλος του σχολείου και όσων μεγάλωσαν πηγαίνοντας στο γήπεδο. Πάντα κοιτούσα επιφυλακτικά όσους δεν είχαν καμία σχέση με το ποδόσφαιρο κι αν ήταν αξιόλογα άτομα προσπαθούσα να καλύψω το κεφάλαιο αυτό με κάτι άλλο όπως ένα κοινό ενδιαφέρον για την μουσική. 

-  Πόσο χρόνο χρειαστήκατε για αυτή την έρευνα;

Η έρευνα αυτή κράτησε χρόνια. Όλη μου η ζωή είναι μια έρευνα καθώς δηλώνω παρατηρητής της ζωής και όχι κάτι άλλο. Ο τρόπος της δουλειάς μου πάντα ωριμάζει μέσα στο χρόνο και ποτέ δεν έχει κάποιο «χρονόμετρο» που να με πιέζει για κάτι.

Open Image Modal
Ο Δημήτρης Σαραβάκος υπήρξε ένας από τους δημοφιλέστερων και πιο χαρισματικών παικτών του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ξεκίνησε την καριέρα του από την ομάδα του Πανιωνίου (απ' όπου και η φωτογραφία) πριν εξελιχθεί σε ένα από τα σύμβολα του Παναθηναϊκού
Αρχείο Γιάννη Αλεξίου

 - Με τι σκεπτικό επιλέξατε το Θωμά Μαύρο και τον Χρήστο Σωτηρακόπουλο για να προλογίσουν την έκδοση; Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να συμβεί αυτό;

Ο Θωμάς Μαύρος είναι το απόλυτο ποδοσφαιρικό μου ίνδαλμα. Είναι ο άνθρωπος που ενσαρκώνει την πεμπτουσία του ποδοσφαίρου που είναι το γκολ. Είναι ο μεγαλύτερος γκολτζής στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου και ως φαίνεται δεν θα ξεπεράσει κανείς το ρεκόρ του, τα 260 γκολ. Θυμάμαι πιτσιρικάς στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ερχόταν ένα αδύνατο παιδί στη διώροφη μονοκατοικία μας, όπου κάτω έμεναν η γιαγιά, ο παππούς και ο θείος μου - αδερφός της μητέρας μου - που τύγχανε πρωταθλητής άρσης βαρών και γύμναζε το παιδί αυτό που στα 16 του χρόνια, το 1972, προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα του Πανιωνίου έχοντας συμπαίκτες τα δικά του ινδάλματα τότε, παίκτης – φαινόμενο σε τόσο νεαρή ηλικία. Κάποια στιγμή μου είπε ο θείος μου “πάμε στο γήπεδο, να δούμε το Θωμά που παίζει μπάλα”, ήταν η πρεμιέρα της σεζόν 1972-73 όπου ο Πανιώνιος νίκησε την νεοφώτιστη τότε Λάρισα 1-0. Αισθάνθηκα τόσο ωραία στο γήπεδο, σαν στο σπίτι μου. Όταν κάποια στιγμή πήγα στο γήπεδο μόνος μου πια κι ενώ θαύμαζα τον Θωμά Μαύρο για την ποδοσφαιρική εξέλιξη που είχε στην ΑΕΚ, τον είδα πρώτη φορά να παίζει αντίπαλος του Πανιωνίου στον τελικό του 1979, που ως 12χρονος πια παρακολούθησα στο Στάδιο Καραϊσκάκη και πανηγύρισα με την ψυχή μου το θριαμβευτικό 3-1 που έφερε το Κύπελλο στη Νέα Σμύρνη. Τότε πια ήμουν ερωτευμένος με την ομάδα μου, στην πιο όμορφη ανάμνηση της παιδικής μου ηλικίας και τις δυο-τρεις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου ως σήμερα.

Όταν ο Θωμάς Μαύρος επέστρεψε στον Πανιώνιο το καλοκαίρι του 1987 μετά από μια δαφνοστεφανωμένη καριέρα στην οποία έφθασε έως την Μεικτή Κόσμου, τρελάθηκα. Η μοίρα όμως με ταλαιπώρησε ως προς το να μπορώ να βλέπω το ίνδαλμά μου, το οποίο διέγραφε μια απίστευτη πορεία ισότιμη της έως τότε καριέρας του, γεμάτη γκολ. Τον καιρό εκείνο ήμουν συντάκτης στο «Φως των Σπορ» σε μια εποχή που όλοι οι ποδοσφαιρικοί αγώνες άρχιζαν στις τρεις η ώρα. Το επαγγελματικό μου καθήκον ήταν να βρίσκομαι στο γραφείο μου στις 4.30 μ.μ. ώστε να μαζέψουμε όλα τα αποτελέσματα και τους αγώνες που θα τελείωναν σε λίγο για το φύλλο της Δευτέρας. Έτσι όταν δεν κάλυπτα κάποιο αγώνα για την εφημερίδα μου και πήγαινα στο γήπεδο έβλεπα μόνο ένα ημίχρονο αναγκαστικά ώστε να είμαι με το αυτοκίνητο στην ώρα μου στην Λ. Καβάλας (μετά Αθηνών) που ήταν τα γραφεία. Έτσι πήγαινα στο γήπεδο περιμένοντας να βάλει γκολ ο Μαύρος ώστε να το δω και να πάω ευχαριστημένος στη δουλειά μου, κάτι που συνέβαινε πολύ συχνά. Είχε βγει μάλιστα και πρώτος σκόρερ τη δεύτερη σεζόν στην ομάδα που έφθασε στον τελικό Κυπέλλου Ελλάδας κόντρα με τον Παναθηναϊκό.

Η πλάκα ήταν ότι τον Νοέμβριο του 1989 που παρουσιάστηκα στον στρατό ο Μαύρος συνέχισε να παίζει στον Πανιώνιο κι εγώ πάλι δεν μπορούσα να τον δω με άνεση. Έτσι το έσκαγα, Κυριακές πρωί από την Πάτρα όπου υπηρετούσα, και πάλι έπρεπε να δω μόνο το πρώτο ημίχρονο γιατί είχα τρεις ώρες ταξίδι επιστροφής από τον Κηφισό με το λεωφορείο και έπρεπε να ήμουν πίσω την ώρα της επιθεώρησης! Βέβαια πολλά σημαντικά και μη παιχνίδια της ομάδας μου κατάφερνα τα δω ολόκληρα εκείνα τα χρόνια. Ωστόσο την τελευταία σεζόν του Θωμά Μαύρου στον Πανιώνιο, 1990-91, ήταν η περίοδος που μετά από την δυσμενή μετάθεση που είχα στο Διδυμότειχο ήρθα επιτέλους να τελειώσω τη θητεία μου στην Αθήνα, την περίοδο μάλιστα που διεξαγόταν ο Περσικός Πόλεμος και ήταν σκούρα τα πράγματα. Από καλή μου τύχη όμως ο διοικητής του στρατοπέδου γνώριζε το θείο μου και με κάλεσε να μου πει ότι απαλλάσσομαι από κάθε σκοπιά. Το αρνήθηκα ευγενικά γιατί όπως του είπα ήμουν φίλος με τα παιδιά και με τους περισσότερους ήρθαμε από τον Έβρο, άλλωστε δεν είναι του χαρακτήρα μου να δεχόμουν κάτι τέτοιο. Όμως του ζήτησα κάτι: Να μην μπαίνω σκοπιά την Κυριακή, αλλά οποιαδήποτε άλλη μέρα και κάθε μέρα αν είναι δυνατόν, αρκεί να είμαι εξοδούχος όταν η ομάδα μου παίζει στη Νέα Σμύρνη ή κάπου στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Έτσι κι έγινε με δικό του αντάλλαγμα να γίνω Αλφαμίτης για όσους γνωρίζουν και απολάμβανα έστω και για τους τέσσερις τελευταίους μήνες της θητείας τον Πανιώνιο και το Θωμά Μαύρο με άνεση. Μετά από όλα αυτά νομίζω ότι ήταν φυσικό και δίκαιο να μου προλογίσει το βιβλίο το ποδοσφαιρικό μου ίνδαλμα.

Όσο για τον, επίσης κορυφαίο στο είδος της αθλητικής δημοσιογραφίας, Χρήστο Σωτηρακόπουλο που μου έκανε μεγάλη τιμή να μου προλογίσει επίσης το βιβλίο μου είναι ένας άνθρωπος που θαυμάζω για τις ατελείωτες γνώσεις, το ήθος, την ευγένεια και την μεγαλοσύνη που τον διακρίνει. Υπήρξαμε συνάδελφοι στη σεζόν 1986-87 στην «Φλόγα των Σπορ» του Δραγούνη τη χρονιά που πήρε η Λάρισα τον Πρωτάθλημα και τα παραπάνω τον διέκριναν από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα. Ήταν ο πρώτος που μου ήρθε στο μυαλό να του ζητήσω να μου κάνει την τιμή κι ενώ παρακολουθώ ανελλιπώς όλα αυτά τα χρόνια την ραδιοφωνική εκπομπή του “Τα Διαμάντια είναι Παντοτινά” στον SportFm. Τόσο ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος, όσο και ο Θωμάς Μαύρος, δύο άνθρωποι που θαυμάζω απεριόριστα, ανταποκρίθηκαν αμέσως στην πρότασή του σφραγίζοντας έτσι με τον ιδανικότερο τρόπο την συνολική εργασία μου που γράφτηκε με πολύ μεράκι και λατρεία για το ποδόσφαιρο.

Open Image Modal
Ο συγγραφέας στα χρόνια της αθωότητας που καρποφόρησαν όταν ήρθε η ώρα, το νέο βιβλίο
Αρχείο Γιάννη Αλεξίου

Η παρουσίαση του βιβλίου στη Μεγάλη Γιορτή του Βιβλίου, την Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 

Λέει ο Γιάννης Αλεξίου:

«Ο Χρήστος Σωρακόπουλος θα είναι ο παρουσιαστής – συντονιστής της Πρώτης επίσημης παρουσίασης του βιβλίου στο 52 Φεστιβάλ στο Πεδίον του Άρεως, στην Μεγάλη Γιορτή του Βιβλίου, την Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024, στις 6 το απόγευμα, στην σκηνή «Λόρδος Βύρων». Στην εκδήλωση θα είναι μαζί μας ο Κώστας Μπίγαλης, που επίσης ξεκίνησε να παίζει μπάλα στις αλάνες, βρέθηκε στα τσικό της ΑΕΚ, της αγαπημένης του ομάδας και θα μας πει πώς άλλαξε πορεία και από ποδοσφαιριστής έγινε τραγουδιστής.  Επίσης θα παρευρεθούν παλιές δόξες του ποδοσφαίρου διαφόρων ομάδων και καλώ όλους να έρθουν να παίξουμε την μπάλα της ζωής μας».

 

Info:

Παρουσίαση βιβλίου: «Το ποδόσφαιρο που Αγαπήσαμε - Στα τρία κόρνερ, πέναλτυ»

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024, στις 6 το απόγευμα

52 Φεστιβάλ του Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως

σκηνή «Λόρδος Βύρων»

8ι8