«Το σώμα μου είναι δικό μου;»

Για έναν κόσμο όπου η ισότητα δεν θα είναι μόνο λεκτική ή θεωρητική.
|
Open Image Modal
VolodymyrKozin via Getty Images

Ζούμε σε έναν κόσμο όπου τα προσωπικά όρια κάθε ατόμου, υπερασπιζόμενο το σώμα και το δικαίωμα στο πώς θα διαθέσει τον εαυτό του, αντιμετωπίζονται ακόμη και στις μέρες μας με μία επίμονη αμφισβήτηση.

Μολονότι περιλαμβάνεται, έμμεσα ή ρητά, σε πολλές διεθνείς συμφωνίες - μεταξύ άλλων το Πρόγραμμα Δράσης της Διεθνούς Διάσκεψης του Καΐρου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη, η Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, η Διακήρυξη του Πεκίνου και η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης-, η αυτοκυριαρχία του σώματος συνεχίζει λανθασμένα να εκλαμβάνεται ως πολυτέλεια, ως ζήτημα ήσσονος σημασίας ενώ στην πραγματικότητα δεν αποτελεί παρά θεμέλιο λίθο στην ατομική πρόοδο, την αυτοπεποίθηση, την πρόσβαση στην εκπαίδευση, την είσοδο στην αγορά εργασίας αλλά και στην περαιτέρω ανάπτυξη κοινωνιών και χωρών.

Εν έτει 2021, πάντως, η κατάσταση δεν φαίνεται να έχει αλλάξει σημαντικά. Ειδικότερα για εκατοντάδες εκατομμύρια γυναίκες και κορίτσια ανά τον κόσμο που αδυνατούν να έχουν λόγο για την αναπαραγωγική-σεξουαλική τους υγεία και ελευθερία ή να υποστηρίξουν με σθένος τις επιλογές και τις προτιμήσεις τους χωρίς να βρίσκονται υπό το καθεστώς βίας, φόβου και εξαναγκασμού, γεγονός που αναπόφευκτα θέτει ξανά προς πολλούς αποδέκτες ένα καίριο, γενικότερο ερώτημα: πώς και έως πότε θα αποδεχόμαστε ένας άνθρωπος να γίνεται ιδιοκτησία ενός άλλου ανθρώπου; 

Το να βρίσκεται η γυναίκα κάτω από τον πλήρη έλεγχο είτε ενός συζύγου είτε του οικογενειακού περιβάλλοντος ή του πολιτικού-κοινωνικού-αξιακού γίγνεσθαι, στερούμενη της δυνατότητας να επιλέξει το πώς θέλει να ζήσει και να διαμορφώσει η ίδια το παρόν και το μέλλον της, είναι μία καθημερινότητα η οποία εξακολουθεί σήμερα να κυριαρχεί στο έπακρο σε πληθώρα κρατών.

Τώρα, όμως, στην εξίσωση προστίθεται πια και ο αποκαλυπτικός παράγοντας της σωματικής αυτονομίας, ρίχνοντας ολοένα περισσότερο φως όχι μόνο σε αναχρονιστικές και τραυματικές ενέργειες που σημαδεύουν διά βίου το σώμα και την ψυχή ενός κοριτσιού όπως ο βιασμός, η δοκιμή παρθενίας, οι πρόωροι αναγκαστικοί γάμοι, η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, η υποχρεωτική άμβλωση και ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων αλλά ειδικότερα στην προσπάθεια του γυναικείου φύλου να επιβιώσει απέναντι σε τέτοιου είδους επώδυνες πρακτικές φίμωσης που ενισχύουν την έμφυλη βία και ανισότητα καθώς και στη δύναμη να μιλήσει ανοιχτά για το συγκεκριμένο θέμα. 

Εξαιρετικά σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έκανε το Ταμείο Πληθυσμού των Ηνωμένων Εθνών (UNFPA), η μεγαλύτερη διεθνώς πηγή χρηματοδότησης προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, προσεγγίζοντας και αναδεικνύοντας με τον πλέον διεξοδικότερο τρόπο ένα ζήτημα που έχει ιδωθεί είτε ως περιφερειακό είτε ως αμφιλεγόμενο.

Εν προκειμένω, μέσω της φετινής ετήσιας έκθεσής του με τίτλο «Το σώμα μου μού ανήκει - Διεκδικώντας το δικαίωμα στην αυτονομία και την αυτοδιάθεση» η οποία δημοσιεύτηκε πριν από λίγους μήνες, τέθηκαν για πρώτη φορά επί τάπητος οι αποφάσεις των γυναικών σχετικά με το σεξ, την αντισύλληψη, την υγειονομική τους περίθαλψη χωρίς αυτές να καθορίζονται από κάποιο άλλο πρόσωπο.

Τρεις βασικοί άξονες όπου, ακόμη και η απλή αναφορά τους, αποτελεί ταμπού με τα στοιχεία της εν λόγω έρευνας να είναι σίγουρα ενδεικτικά από την στιγμή που σχεδόν το 50% του γυναικείου πληθυσμού σε 57 χώρες της Κεντρικής και Νότιας Ασίας, του Ειρηνικού, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής δεν έχει τον έλεγχο του σώματός του.

Αναμφίβολα, η εικόνα που βγαίνει προς τα έξω για το ¼ του παγκόσμιου πληθυσμού μόνο ελπιδοφόρα δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και επιπροσθέτως την αειφόρο ανάπτυξη όταν, πέρα από τις βαθιές πληγές, καταγράφονται και έτερες, εξίσου σοβαρές επιπτώσεις από την αδυναμία των κοριτσιών και των γυναικών όλων των ηλικιών να χαράξουν απερίσπαστα την ρότα της ζωής τους, κυριότερες εκ των οποίων συνιστούν οι χαμηλότερες δεξιότητες, η δυνητικά μειωμένη οικονομική δραστηριότητα, ο κίνδυνος για την ατομική υγεία και η έλλειψη απονομής δικαιοσύνης για τη βιαιότητα εις βάρος τους στο όνομα των διακρίσεων μεταξύ των δύο φύλων, αλλά και της πατριαρχικής άποψης περί κατωτερότητας του θηλυκού γένους.

Βέβαια εδώ δεν πρέπει να παραβλέψουμε και την παράμετρο της πανδημίας, λαμβάνοντας υπόψη την  γεωμετρική αύξηση που έχει καταγραφεί στα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης κατά τη διάρκεια της καραντίνας και του κατ’οίκον περιορισμού τα οποία, με την σειρά τους, δημιούργησαν περαιτέρω εμπόδια στις γυναίκες αναφορικά με την πρόσβαση σε γιατρό και στις αντίστοιχες παρεχόμενες υπηρεσίες, την εργασία και την μόρφωση.  

Αποκαρδιωτικά, ωστόσο, καθίστανται και τα υπόλοιπα ευρήματα της έκθεσης του UNFPA τα οποία έρχονται να τεκμηριώσουν τις εκτεταμένες παραβιάσεις της σωματικής αυτονομίας. Πολλώ δε μάλλον όταν:

  • σε παγκόσμια κλίμακα, οι γυναίκες απολαμβάνουν το 75% των νομικών δικαιωμάτων που έχουν οι άνδρες 

  • το 25% των εξεταζόμενων χωρών δεν εγγυάται στο σύνολο των γυναικών την ισότιμη χρήση αντισυλληπτικών χαπιών 

  • δεν έχουν θεσπιστεί κανόνες με στόχο την κρατική στήριξη σε ζητήματα σεξουαλικής υγείας 

  • υπάρχουν κράτη, η νομοθεσία των οποίων προβλέπει την ευνοϊκή μεταχείριση ενός βιαστή σε περίπτωση που παντρευτεί το θύμα, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο την εναντίον του ποινική δίωξη 

  • δεν υφίσταται νομοθετικό πλαίσιο για τον βιασμό εντός γάμου 

  • σε περισσότερες από 30 χώρες δεν επιτρέπεται στις γυναίκες να μετακινηθούν εκτός οικίας 

  • κορίτσια αλλά και αγόρια με αναπηρία διατρέχουν έως τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν σεξουαλική βία 

Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι συνολικότερο και οι πιέσεις που ασκούνται στις γυναίκες, ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, τις οδηγεί, κατά περιπτώσεις, να αρνηθούν ή ακόμη και να μην γνωρίζουν καν το δικαίωμά τους στο να παίρνουν πρωτοβουλίες για το σώμα τους, να επιλέξουν εάν το επιθυμούν τον δρόμο της μητρότητας, να πουν ελεύθερα τα δικά τους «ναι» και τα δικά τους «όχι».

Εντούτοις, οι κόκκινες γραμμές που θέτει γενικότερα ένας άνθρωπος στον τρόπο με τον οποίο ορίζει τον εαυτό του αποτελούν το κλειδί για την προσωπική εξέλιξη, κατοχυρώνοντας έτσι τα δικαιώματά του στην υγεία, την εκπαίδευση και την επιμόρφωση, το εισόδημα, την ευημερία, την ασφάλεια και σε ένα μέλλον με καλύτερες βάσεις και προδιαγραφές.  

Είναι αλήθεια ότι η σωματική αυτονομία έχει συνδεθεί, ιδίως από ανελεύθερα καθεστώτα, με αρνητικές ιδέες, θεωρούμενη ως μία ξεκάθαρη απειλή για το πατριαρχικό σύστημα. Εάν υπάρχει όμως κάτι το οποίο θα ήταν χρήσιμο να επισημανθεί, αποτελεί η δέσμευση των κυβερνήσεων να προστατεύσουν και να σεβαστούν απαρέγκλιτα το θεμελιώδες αυτό δικαίωμα, μακριά από απόψεις οι οποίες υποστηρίζουν ότι πρεσβεύει τον ριζοσπαστικό ατομικισμό, υπονομεύει την αυτοδιάθεση των άλλων, τις παραδόσεις και τις θρησκείες ή ότι έχει καταγραφεί ως αποκλειστικό ζήτημα των γυναικών.

Αντιθέτως, ο,τιδήποτε επηρεάζει την πρόοδο της ανθρωπότητας δεν περιορίζεται σε ετικέτες ή ταμπέλες. Όπως συμβαίνει και στην συγκεκριμένη περίπτωση όπου κάθε άτομο οφείλει να διεκδικήσει τη σωματική του αυτονομία, μία ελευθερία που περιλαμβάνει άνδρες, γυναίκες, αγόρια και κορίτσια, άτομα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, μειονότητες, ευάλωτες κοινωνικά ομάδες και άτομα με αναπηρία. 

Η ακεραιότητα του σώματος, συνεπώς, συνιστά μέχρι και στις μέρες μας μία μακρινή πραγματικότητα. Για πολλά κράτη, το να είναι σε θέση οι γυναίκες να προχωρήσουν ανεξάρτητα και με γνώμονα τα δικά τους θέλω, δεν αποτελεί προτεραιότητα όπως αποδεικνύεται από το εσωτερικό νομοθετικό πλαίσιο το οποίο στην ουσία δεν εξασφαλίζει την προστασία τους απέναντι στη βία και τις διακρίσεις λόγω φύλου.

Παρόλα αυτά, η ενδυνάμωσή τους περνά μέσα από την ανάδειξη όλων εκείνων των φωνών που έχουν υποστεί κατάφωρες παραβιάσεις των ελευθεριών τους, ενθαρρύνοντας τα θύματα να μιλήσουν δίχως να φοβούνται ενώ ταυτόχρονα κομβικός είναι ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει η διεθνής κοινότητα σε συνεργασία με τα κράτη και τις τοπικές αρχές ώστε να χρηματοδοτήσουν και να υλοποιήσουν μία νέα, καθολική πολιτική μέσω της οποίας θα παρέχεται συνολική ενημέρωση σχετικά με την σεξουαλική υγεία και τα αναπαραγωγικά τους δικαιώματα, ανεμπόδιστη πρόσβαση σε υγειονομικές υπηρεσίες και καταργώντας όλες εκείνες τις νομικές διατάξεις όπου απαιτείται η συγκατάθεση τρίτων.

Κι αυτό διότι πλέον καθίσταται ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη για μεγαλύτερη δικαιοσύνη σε έναν κόσμο όπου η ισότητα δεν θα είναι μόνο λεκτική ή θεωρητική και η αρχή για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο έγκειται στον καθένα ξεχωριστά από εμάς.