Η χώρα έχει ένα πρόβλημα που πλησιάζει. Που δεν είναι και τόσο μακριά. Ένα πρόβλημα που έχει οξυνθεί με την κρίση. Αλλά δεν είναι παράγωγο αυτής ή μόνο αυτής. Η κοινωνία μας θα έρθει αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα στέγασης του πληθυσμού. Αν και σε ένα βαθμό ίσως να έχει ήδη συμβεί.
Για να εξηγήσω τη θέση αυτή, θα προβώ σε μια ιστορική αναδρομή. Η λύση βρίσκεται εκεί. Αν και η εφαρμογή έχει σοβαρά θέματα.
Το προπολεμικό νοικοκυριό στην Ελλάδα: Μέχρι και τη δεκαετία του ΄40, και αρχές της επόμενης, οι περισσότεροι Έλληνες ζούσαν στην ύπαιθρο, σε χωριά. Ήταν κατά βάση αγρότες και κτηνοτρόφοι. Τα σπίτια είχαν συνήθως αυλή και δύο επίπεδα. Στο ισόγειο ή ημιυπόγειο (στο κατώι) ήταν η αποθήκη με τη σοδειά και τις προμήθειες του έτους. Εκεί ήταν πολλές φορές και ο χώρος του γάιδαρου της οικογενείας. Στον επάνω όροφο διαβιούσε η οικογένεια. Μια οικογένεια αποτελούμενη από το αντρόγυνο, τα παιδιά τους, και τους γονείς του ενός από τους δύο συζύγους. Ζούσαν όλοι μαζί. Και όλοι βοηθούσαν στην παραγωγή και στις δουλειές του σπιτιού. Οι υπέργηροι στο σπίτι (μια εποχή όπου συντάξεις γήρατος δεν υπήρχαν), βοηθούσαν στην ανατροφή των παιδιών και στις οικιακές εργασίες. Το αντρόγυνο ήταν όλη μέρα στα χωράφια. Τα παιδιά όταν μεγαλώνανε λίγο, βοηθάγανε και αυτά στην παραγωγή. Το σχολείο ήταν μια πολυτέλεια που δεν άντεχαν πολλά νοικοκυριά να σηκώσουν.
Το μεταπολεμικό νοικοκυριό στην Ελλάδα: Μετά τον πόλεμο τα πράγματα άλλαξαν. Οι πόλεμοι κατέστρεψαν την ύπαιθρο. Πολύς κόσμος υποχρεώθηκε να μεταναστεύσει. Πολλοί ήρθαν στις πόλεις. Οι καταστροφές του πολέμου, η ανάγκη για δημιουργία από το μηδέν διαφόρων έργων, η εισροή μεταναστών και η κατασκευή νέων σπιτιών δημιούργησαν ένα ευνοϊκό, εκρηκτικό μείγμα οικονομικής άνθησης. Ο σκληρά αγωνιζόμενος Έλληνας μπορούσε αποταμιεύοντας, σε λίγα χρόνια, να αγοράσει οικία. Οικία σημαίνει ένα διαμερισματάκι σε μια πολυκατοικία. Έβγαζε αρκετά χρήματα ώστε η γυναίκα του να μείνει σπίτι να προσέχει τα παιδιά, να ζούνε με μια σχετική άνεση και να αποταμιεύουν. Οι γονείς είχαν μείνει στο χωριό να ζήσουν με μια μικρή σύνταξη γήρατος που άρχισε το κράτος να δίνει.
Λίγο πριν την κρίση: Ήδη από τη δεκαετία του ΄90 όμως, αν όχι λίγο νωρίτερα, είχαν αρχίσει προβλήματα στο μοντέλο της οικογένειας της μεταπολεμικής Ελλάδας. Τα χρήματα που έφερνε ο ένας εργαζόμενος στο σπίτι άρχισαν να λιγοστεύουν. Η οικονομική έκρηξη έσβησε. Δεν είναι του παρόντος κειμένου να εξηγηθεί το πώς και το γιατί. Θα απαιτούσε μια ολόκληρη εργασία μόνο και μόνο η απλή αρίθμηση των λόγων και των αιτιών. Ούτε έχω πρόθεση να υπερασπιστώ την αυτονόητη ανάγκη της γυναίκας να εργάζεται, πράγμα που της εξασφαλίζει ουσιαστικά και την ελευθερία της. Ήδη πριν μπει ο αιώνας που διανύουμε ήταν απαραίτητο για την επιβίωση του νοικοκυριού να εργάζονται και τα δύο μέλη του αντρόγυνου. Όπως ακριβώς και στην προπολεμική Ελλάδα. Μαζί εργαζόμενοι, μπορούσαν να ζήσουν άνετα, να αποταμιεύσουν. Οι συνταξιούχοι πλέον λάμβαναν σύνταξη που τους επέτρεπε μια αξιοπρεπή διαβίωση στο σπίτι το οποίο είχαν αγοράσει παλαιότερα, όταν κατέβηκαν στο αστικό κέντρο. Επιπλέον είχαν αρκετό χρόνο για να βοηθάνε με το μεγάλωμα των εγγονιών τους.
Η Ελλάδα της κρίσης: Μια απαραίτητη διευκρίνιση. Η κρίση, είναι κρίση παιδείας, κρίση πολιτισμού. Η οικονομική κρίση είναι απλώς το σύμπτωμα. Η οικονομική κρίση είχε, και έχει, ως άμεσο αποτέλεσμα να καταστεί δυσχερές για ένα σκληρά εργαζόμενο ανδρόγυνο να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις για τη διατήρηση του νοικοκυριού. Για αποταμίευση ούτε λόγος. Αυτό που συνήθως σώζει την κατάσταση είναι ένα σπίτι από γονική παροχή ή κληρονομιά. Το ενοίκιο ή το δάνειο για πρώτη κατοικία είναι φορτίο ασήκωτο για την πλειοψηφία των νοικοκυριών. Οι λαμβάνοντες σύνταξη γήρατος νιώθουν και αυτοί αντίστοιχη πίεση.
Το μέλλον; Ή μήπως και το παρόν; Οι ενδείξεις από την αγορά, όχι μόνο την ελληνική, είναι δυσοίωνες. Η κρίση ήρθε για να μείνει. Για χρόνια ακόμα. Οι χαμηλοί μισθοί το ίδιο. Αντίστοιχα και οι χαμηλές συντάξεις. Ακόμα και αν αποφύγουν τα χειρότερα οι σημερινοί συνταξιούχοι, οι μελλοντικοί (οι εργαζόμενοι του τώρα) δεν θα μπορέσουν. Το πρόβλημα είναι ότι ήδη έχει αρχίσει η επιστροφή στο νοικοκυριό της προπολεμικής Ελλάδας.
Οι εργαζόμενοι γονείς, οι συνταξιούχοι, ήδη δεν μπορούν να αντέξουν στη συντήρηση ξεχωριστών νοικοκυριών. Η ένωση, αποδεικνύεται σιγά - σιγά ως η μόνη λύση. Κι έχει αρχίσει ήδη να εφαρμόζεται. Το πρόβλημα όμως είναι πού; Σε τι σπίτια;
Η πλειοψηφία των Ελλήνων πλέον ζει και εργάζεται σε αστικά κέντρα. Σε πολυκατοικίες. Σε διαμερίσματα. Σπίτια με δύο υπνοδωμάτια συνήθως. Απαιτούνται όμως τουλάχιστον τρία. Ένα για τους ηλικιωμένους, ένα για τους εργαζόμενους γονείς κι ένα για τα παιδιά. Εδώ και χρόνια, περιστασιακά, η σχετική ανάγκη «εξορίζει» κάποιον σε έναν απλό καναπέ ή έναν καναπέ –κρεβάτι. Αυτό όμως δεν μπορεί να είναι μόνιμη λύση. Δεν είναι φρόνιμο. Υπάρχουν ιατρικοί λόγοι, σωματικοί και ψυχικοί, που επιβάλλουν την ανάγκη ύπνου και διαβίωσης σε χώρο ειδικό, σε υπνοδωμάτιο.
Υπάρχει όμως έλλειψη σχετικών χώρων. Τα απαιτούμενα σπίτια είναι λίγα. Αλλά και τα μέσα για την απόκτησή τους από τους ενδιαφερόμενους δεν υπάρχουν.
Το στεγαστικό πρόβλημα είναι ήδη εδώ. Και μας χτυπάει την πόρτα. Και είμαστε ανέτοιμοι απέναντι του…