Η συμφωνία για μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο είναι το πρώτο βήμα. Πρέπει να την ολοκληρώσουμε καθώς το πλήρωμα του χρόνου έχει έρθει και για τις δύο πλευρές.
Η Αίγυπτος θα αντιληφθεί οτι η Τουρκία διαρκώς θα πολιορκεί τη θέση και τα συμφέροντα του Καϊρου και δεν είναι μόνο θέμα Ερντογάν. Η τουρκική πολιτική ελίτ που συνιστά την αντιπολίτευση, έχει φτάσει στα άκρα και πολύ λίγες διαφορές έχει στις θέσεις της με τον Ερντογάν.
Διαβάστε επίσης: Διαβάζοντας τον χάρτη της ελληνο-αιγυπτιακής συμφωνίας
Το σημαντικό της υπόθεσης όμως έγκειται στο τι κάνει η Ελλάδα η οποία από τον Φεβρουάριο, ξαναγίνεται μια χώρα που διεκδικεί τη θέση της στον σύγχρονο πολυπολικό κόσμο. Φαίνεται πως η Ελλάδα έπαψε να νιώθει το ποντίκι που παλεύει να το στριμώξει η γάτα.
Η πρωτοβουλία είναι αυτή που δίνει ισχύ και κύρος στη διεθνή πολιτική. Τα δύο αυτά συστατικά είναι που τελικά συμβάλλουν σε αυτό που λέμε ″ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης μιας χώρας″. Μετά από πολλές δεκαετίες όπου η χώρα μας έδειχνε μια πρωτόγνωρη αδιαφορία για την εξωτερική πολιτική, διεκδικεί με τις δυνάμεις της, την όποια θέση της στη διεθνή πολιτική που μόνο ασήμαντη δεν είναι είναι. Μαζί με το κενοτάφιο του τουρκολιβυκού συμφώνου, η Ελλάδα ενταφιάζει και το τέλος του μοντέλου Τομ και Τζέρρυ στα ελληνοτουρκικά και αυτός ο ενταφιασμός, είναι η αρχή για την εξωστρεφή εξωτερική πολιτική που μπορεί η Ελλάδα να χρησιμοποιήσει προς όφελός της μιας και στον σημερινό πολυπολικό και γεμάτο αλληλεξάρτηση κόσμο, η εξωτερική πολιτική είναι οικονομική ανάπτυξη, τουρισμός, άμυνα κ.ο.κ.
Η Ελλάδα με τις ευλογίες φωνών που διαχώρισαν την εξωτερική πολιτική από τις άλλες πτυχές της, διέκριναν πως είναι καλύτερο η Ελλάδα να υιοθετήσει μια στάση απέναντι στη διεθνή πολιτική η οποία να είναι σύμφωνη με χώρες οι οποίες έλυσαν τα προβλήματά τους με την διαμεσολάβηση των Αμερικανών μετά το τέλος του Β’Π.Π. Το μοντέλο του ″γαλλο-γερμανικού άξονα″ το οποίο ήταν ″πρωτόγνωρο″ ήταν το πρότυπο. Η αμοιβάια καταστροφή Γαλλίας και Γερμανίας ήταν αυτή που οδήγησε σε λύση με την πίεση των Αμερικανών οι οποίοι δε θα έδιναν ούτε δολάριο αν οι Ευρωπαίοι ξεκινούσαν πάλι τις συγκρούσεις, όχι κάποια φιλία, όχι κάποια ″συγχώρεση″. Οι Γάλλοι δεν έχουν καν ξεχάσει οτι το 1871 ο Μπίσμαρκ ανακοίνωσε μέσα στην Αίθουσα των Κατόπτρων των Βερσαλλιών την ίδρυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Σήμερα η Γαλλία δείχνει οτι θέλει να παίξει τον δικό της ρόλο.
Η ΕΕ ήταν το μεγάλο παράδειγμα που η Ελλάδα όφειλε να ακολουθήσει. Η Χίμαιρα των μηδενικών διαφορών οι οποίες απλώς παραμερίστηκαν για να αναπτυχθούν οι ευρωπαϊκές χώρες που καταστράφηκαν, έδινε στις φωνές αυτές το επιχείρημα οτι ακραία φωνή είναι οποιαδήποτε βλέπει διαφορές. Παγκοσμιοποίηση σήμαινε ″ένωση″ ενώ έθνος-κράτος σήμαινε κατακερματισμός. Τι και αν ο κατακερματισμός λάμβανε χώρα πλέον μέσα στα έθνη-κράτη. Η περιοχή του Ελληνισμού είναι από αρχαιοτάτων χρόνων σταυροδρόμι και επομένως, περιοχή συγκρούσεων. Οι φωνές αυτές ήταν ειλικρινείς: Περιθωριοποιούσαν το ρόλο της ιστορίας και της γεωγραφίας. Περιφρονούσαν τον πολιτικό ρεαλισμό καθώς στην εποχή των 90′ς άλλες ″μόδες″ ζάλιζαν τον κόσμο των δήθεν ανύπαρκτων διαφορών που το μόνο μέλημά του ήταν περισσότερη ενσωμάτωση και ανάπτυξη.
“Η Ελλάδα πούλησε δίχως αντάλλαγμα το μεγάλο μεσογειακό της χαρτί και το ακόμη μεγαλύτερο βαλκανικό για να πλησιάσει ταχύτητες των βορειοευρωπαϊκών χωρών. Αυτός ήταν ο ″ρεαλιστικός″ στόχος της Ελλάδας.”
Παρόλο που η γέννηση νέων κρατών μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ έφερε αναπόφευκτα ένα τεράστιο κύμα εθνικισμών (βλ. Το περίκλειστο γειτονικό μας κράτος στο Βορρά) το οποίο εξελισσόταν ταυτόχρονα με τον κόσμο του ″Τέλους της Ιστορίας″ και μιας αφελούς πίστης οτι το χρονόμετρο το εκκρεμές του ιστορικού ρολογιού, έπαψε να κάνει ταλαντώσεις κατά το έτος 1991. Η Ελλάδα καλώς έκανε και ήθελε να ακολουθήσει τα αποτυπώματα των ανεπτυγμένων χωρών και να δρέψει τους καρπούς της παρουσίας της στο ″δυτικό μπλοκ″ το οποίο κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο. Από την άλλη, η Ελλάδα ξέχασε τις ιδιαιτερότητές της και μάλιστα συνειδητά. Η Αθήνα είχε υιοθετήσει μια ψύχωση βάσει της οποίας δεν έπρεπε να έχει καμία σχέση με τα Βαλκάνια, τα οποία άλλαξαν όνομα και ονομάστηκαν ″Νοτιοανατολική Ευρώπη″ ώστε να μην έρχονται μνήμες της πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης. Η Ελλάδα έπεσε στην παγίδα που ήθελε η Τουρκία. Η Ελλάδα πούλησε δίχως αντάλλαγμα το μεγάλο μεσογειακό της χαρτί και το ακόμη μεγαλύτερο βαλκανικό για να πλησιάσει ταχύτητες των βορειοευρωπαϊκών χωρών. Αυτός ήταν ο ″ρεαλιστικός″ στόχος της Ελλάδας.
Ο κατευνασμός έναντι της Τουρκίας αντανακλούσε κυρίως μια πολιτική κατά την οποία η Ελλάδα έδειχνε οτι ακολουθεί το Ευρωπαϊκό άρμα, το οποίο σύμφωνα με τους ειδικούς εκείνης της περιόδου, δεν υπόκειτο στο νόμο της παρακμής.
Πολλές φωνές μάλιστα, ουσιαστικά θεωρούσαν οτι η ΕΕ ήταν δύο σε ένα: Εσωτερική (μιας και πάνω από το 90% της ελληνικής νομοθεσίας έχει σαν νομικό υπόβαθρο το Κοινοτικό Δίκαιο) και Εξωτερική πολιτική μαζί. Ακόμη και αν ο ένας από τους τρεις πυλώνες της ΕΕ (Κοινή Εξωτερική Πολιτική) δεν παρουσίασε μέχρι σήμερα καμία πρόοδο.
Το δόγμα του κατευνασμού
Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν και εσωτερικοί λόγοι που έκαναν τον κατευνασμό απέναντι στην Τουρκία κάτι σαν δόγμα.
Ο πρώτος αφορά την παιδεία σύμφωνα με την οποία η Μεγάλη Ιδέα όπως αυτή εκφράστηκε από τον Ίωνα Δραγούμη ήταν ουσιαστικά υπαίτια για τον ακρωτηριασμό της Ελλάδας στη Μικρασιατική Καταστροφή και στην Κύπρο το 1974. Η ιστορία στην αρχή έγινε ″σχετική″ κατά το νιτσεϊκό ″δεν υπάρχουν γεγονότα, παρά μόνον ερμηνείες″. Αργότερα, έγινε ″αρνητικός παράγων″. Η Ιστορία όμως, δεν ήταν το forte των εκσυγχρονιστών οι οποίοι μας καλούσαν ακόμη και να υποπέσουμε σε ακαδημαϊκά αμαρτήματα, μη δίνοντας τη δέουσα σημασία στο παρελθόν το οποίο συνιστά τη βάση των αιτιωδών σχέσεων του παρόντος και του μέλλοντος. Αν το παρελθόν είναι ″κακό″ και ″γεμάτο πολέμους″, τότε δε μαθαίνουμε από αυτό. Απλά μπορούμε να το σβήσουμε και να φτιάξουμε ένα άλλο το οποίο να μπορεί να εξηγεί τον κατευνασμό και την επίπλαστη ησυχία πριν την καταιγίδα. Τα νέα αφηγήματα στην Αναθεωρητική Σχολή της Ιστορίας, ακολουθήθηκαν από μια ανεξήγητη προώθηση στις σχολές Διεθνών Σχέσεων του Κονστρουκτιβισμού και του Μεταμοντερνισμού. Δυό πολύ ωραίες θεωρίες οι οποίες είναι περσσότερο πρόκληση για την ανθρώπινη διάνοια και γεμάτες σοφιστέιες, παρά πρακτικοί οδηγοί στις διεθνείς σχέσεις και στη διαχείριση διεθνών υποθέσεων. Δύο τεράστια λάθη του Ελληνισμού τα οποία μπορούσαν να αποφευχθούν με συνετή διαχείριση, μηδένισαν ολόκληρο τον τριπλασιασμό της Ελλάδας που είχε προηγηθεί μέσα σε έναν αιώνα. Δεν χρειαζόταν πλέον όραμα και καμία μεγάλη ιδέα. Αν με το ζόρι έπρεπε να έχουμε ένα όραμα αυτό ήταν το να είμαστε βαγόνι της ΕΕ.
“Η Ελλάδα μάλλον δεν υπολόγισε οτι εντός της ΕΕ υπήρχε οικονομικός ανταγωνισμός. Αυτό σημαίνει οτι ο καθένας έψαχνε επενδύσεις. Η Τουρκία ήταν μια φτηνή και τεράστια αγορά με εξίσου σημαντική γεωπολιτική θέση.”
Αυτή η σχολή σκέψης σαφώς και θα θεωρούσε παρασιτική την παρουσία οποιουδήποτε εθνικού θέματος. Στα πανεπιστήμια κατά τα πρώτα έτη του 21ου αιώνα, άκουγε κανείς διακριτικά την διορθωτική ειρωνεία καθηγητών σε ερωτήσεις που αφορούσαν εθνικά θέματα του είδους ″τι εννοείτε ακριβώς με τον όρο ″εθνικό θέμα;″.
Άλλος ένας σημαντικός λόγος που επικράτησε η κουλτούρα του κατευνασμού της Τουρκίας, ήταν ο άτσαλος και ταχύς μετασχηματισμός του κόμματος που κυβερνούσε την Ελλάδα εκείνη την περίοδο, του ΠΑΣΟΚ. Ο Κωνσταντίνος Σημίτης προσπάθησε αμέσως να αλλάξει τη δομή του κόμματός του ώστε να είναι φυσιολογικά, πιο φιλική προς αυτόν. Το ΠΑΣΟΚ των ″εκσυγχρονιστών″ είχε τεράστιες διαφορές με την μερίδα που ήταν φίλα προσκέιμενη στις αρχές του Ανδρέα Παπανδρέου. Στην εξωτερική πολιτική, οι αλλαγές ήταν το τέλος της πολιτικής ″του μη διαλόγου″ με την Τουρκία για θέματα που η Τουρκία έθετε συνεχώς διευρύνοντας την ατζέντα και κυρίως, η κοινοτικοποίηση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Με άλλα λόγια, η λύση ήταν να κάνουμε τα ελληνοτουρκικά ζήτημα ευρωπαίκό.
Στην πολιτική αυτό που μετρά είναι το αποτέλεσμα. Και επειδή η πολιτική (και κάθε παιδί αυτής, διπλωματία, οικονομία, στρατηγική κτλ) είναι τέχνη που κοιτά στο μέλλον, προϋποθέτει διορατικότητα. Η στρατηγική του Ελσίνκι ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία καθώς η υπόθεση εργασίας στην οποία στηρίχθηκε (ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας) ήταν από την αρχή υψηλού ρίσκου, γνωρίζοντας οτι η Τουρκία διαχρονικά ασκεί πολιτική Τριγωνομετρίας εντός, εκτός και επί τα αυτά.
Επισπρόσθετα, η Ελλάδα μάλλον δεν υπολόγισε οτι εντός της ΕΕ υπήρχε οικονομικός ανταγωνισμός. Αυτό σημαίνει οτι ο καθένας έψαχνε επενδύσεις. Η Τουρκία ήταν μια φτηνή και τεράστια αγορά με εξίσου σημαντική γεωπολιτική θέση. Η Τουρκία ήταν πάντα ανάμεσα στα κενά που παρουσιάζουν οι πολιτικές των μεγάλων δυνάμεων και δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή στη μοιρασιά των Ευρωπαίων. Θα πουλούσε τη γεωπολιτική της θέση πολύ ακριβά. Ό,τι ήθελε η Τουρκία από την ΕΕ αποτυπώθηκε στη Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας το 2016. Όταν δε η Γερμανία θεώρησε οτι ο Μπους (ο υιός) πίεζε να μπει η Τουρκία στην ΕΕ για να ελέγχουν οι ΗΠΑ και με την Βρετανία και με την Τουρκία την ΕΕ, πολλές χώρες άλλαξαν γνώμη για την είσοδο της Τουρκίας στη ″χριστιανική λέσχη″ όπως ονόμαζε ο Ερντογάν την ΕΕ, τότε στους Τούρκους παρουσίαζαν την πρόφαση οτι ″οι Έλληνες δε θέλουν να μπείτε στην ΕΕ″. Αν η Τουρκία σήμερα ήταν πλήρες μέλος της ΕΕ, τα εκατομμύρια προσφύγων που η Τουρκία χρησιμοποιεί ως όπλο, θα ήταν ήδη Ευρωπαίοι πολίτες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η αρχή του τέλους
Η Ελλάδα της ευμάρειας τελείωσε άδοξα όπως άδοξα τελειώνει κάθε όνειρο μπροστά στον αφέντη του, τον πολιτικό ρεαλισμό. Η ΕΕ άρχισε από το 2005 να ραγίζει από τα δημοψηφίσματα στη Γαλλία και στην Ολλανδία που απέρριψαν το Ευρωσύνταγμα. Τέσσερα έτη μετά, η ΕΕ ξεκινά να καταρρέει από το θεμέλιο λίθο της, την οικονομία. Γρήγορα επήλθε πολιτική και κοινωνική παρακμή. Η ευμάρεια δεν μπορούσε να είναι άλλο το όραμα της Ελλάδας. Η Τουρκία την ίδια περίοδο σημείωνε αξιοσημείωτη οικονομική ανάπτυξη συνοδευόμενη από πληθυσμιακή έκρηξη ενώ η Αραβική Άνοιξη αποδυνάμωνε και τον αραβικό κόσμο.
Η Τουρκία έχοντας κατοχυρώσει από το 1995 το πρώτο βήμα (casus belli το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας για επέκταση των χωρικών υδάτων της στα 12 νμ) και το 1996 το δεύτερο (γκριζάρισμα του Αιγαίου) ήταν πλέον έτοιμη να προχωρήσει το τελικό της σχέδιο που ήταν ο έλεγχος του Ελληνισμού, ή αλλιώς, ο έλεγχος της ανατολικής Μεσογείου. Στην Κύπρο είχε ήδη επιβάλλει τετελεσμένα από το 1974. Η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονταν εντός δημοσιονομικών προγραμμάτων από την τρόϊκα.
Ο κατευνασμός μας έφερε το μοντέλο Τομ και Τζέρρυ. Το διάσημο cartoon θέλει έναν γάτο να κυνηγά μονίμως ένα ποντίκι το οποίο προσπαθεί συνεχώς να ξεφύγει. Η Τουρκία ήταν ο γάτος, ο μόνιμος επιτιθέμενος και η Ελλάδα προσπαθούσε συνεχώς να αποφύγει μια σύγκρουση που η Τουρκία προπαγάνδιζε οτι θα γίνει αλλά ποτέ δε γινόταν. Κάθε φορά που η Τουρκία απειλούσε, η Ελλάδα κατεύναζε. Ο κατευνασμός θα είχε λογική αν γινόταν για να κερδίσει η Ελλάδα χρόνο. Αντιθέτως, η Ελλάδα έχανε χρόνο. Τόσοι νομικοί σύμβουλοι στο Υπεξ και ούτε ένας δεν υπέγραψε μια συμφωνία για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με ένα παράκτιο κράτος της Ελλάδας. Οι παραβιάσεις έγιναν υπερπτήσεις, η μεταφορά Έλληνα πρωθυπουργού γινόταν με συνοδεία τουρκικών F-16, τα νησιά δεν ήταν πλέον γκρίζα αλλά τουρκική επικράτεια.
“Φαίνεται οτι ο μέσος Έλληνας πολίτης αξιολογεί σε κάτι περισσότερο τον εαυτό του από το ποντίκι που δεν πρέπει να βαρεθεί να κυνηγιέται από τον γάτο.”
Πώς αλλάξαμε όμως; Τι έγινε ξαφνικά και αρχιτέκτονες του κατευνασμού ξαφνικά παρουσιάζουν καλοδεχούμενες απόψεις που δείχνουν στροφή 180 μοιρών; Εκτός από το mea culpa που αφήνεται διακριτικά να εννοηθεί, κανείς δεν πίστευε οτι η Ελλάδα έχει απόθεμα ταυτότητας. Ο ελληνικός λαός ήταν τελικά ανεπίδεκτος μαθήσεως. Ό,τι ντοκιμαντέρ, ο,τι βιβλίο περί συνωστισμού και κάθε κήρυγμα περι ″προόδου και οπισθοδρόμησης″ ενταφιάστηκε. Αν ενταφιάστηκε το τουρκολιβυκό σύμφωνο, το οφείλουμε στον ενταφιασμό αυτών των προσπαθειών που γίνονταν επί 20 χρόνια συστηματικά σε κάθε χώρο που αφορά την εξωτερική πολιτική. Από τα πανεπιστήμια, μέχρι κέντρα μελετών και αίθουσες συσκέψεων. Η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν το κλειδί. Φαίνεται οτι ο μέσος Έλληνας πολίτης αξιολογεί σε κάτι περισσότερο τον εαυτό του από το ποντίκι που δεν πρέπει να βαρεθεί να κυνηγιέται από τον γάτο. Ο μέσος Έλληνας πολίτης, κουράστηκε να του λένε οτι η Τουρκία είναι ένα ″θηρίο″ και ″αλίμονό μας αν μας επιτεθεί″. Η Ελλάδα είδε πως η Τουρκία ταπεινώθηκε στον Έβρο εν μέσω πανδημίας. Ποιός να κρατήσει πια ίσες αποστάσεις και ποιός να γίνει ″αντικειμενικός″ με την Τουρκία; Τρεις μήνες πριν η Τουρκία έσφαζε Κούρδους στη Συρία. Πώς να μιμηθούμε την Τουρκία στο θέμα της οικονομίας όπως μας καλούσαν φωνές όταν αποκαλύφθηκε οτι το ″τουρκικό οικονομικό θαύμα″ πέρναγε μέσα από την HalkBank, από το Κατάρ και από τις σχέσεις της με τζιχαντιστές; Δεν ήταν ευρωπαϊκά αυτά τα πράγματα. Η κρίση στο Καστελόριζο μας έδειξε ξανά οτι η Τουρκία δεν έχει ‴ευρωπαϊκούς τρόπους″ όμως τη μάθαμε πλέον. Σε αυτό χορηγός είναι ο Ερντογάν. Αν ο απολίτιστος αυτός ηγέτης μιας χώρας 80 εκατομμυρίων δεν ερχόταν από τις 7/12/2017 στην Αθήνα, αν δεν έβριζε και δεν απειλούσε την ίδια τη ζωή των Ελλήνων σε δημόσιες ομιλίες του, αν δεν έκανε τέμενος την Αγία Σοφία, ποιός από μας θα μπορούσε να μιλήσει σήμερα, που δεν πιστέψαμε στον κατευνασμό, στη φιλία μας με τους γείτονες, (που μακάρι να υπήρχε μια φιλία) στην ευρωπαίκή προοπτική της Τουρκίας;
“Είναι πραγματικά σε σοκ οι Τούρκοι και όταν λήπτες απόφασης έχουν φτάσει σε πανικό, τότε δεν πρέπει να τους διακόπτουμε όταν κάνουν λάθος. Η Τουρκία έχει εμμονή με την Ελλάδα, όχι μόνο λόγω των γεωστρατηγικών πλάνω της, αλλά και για ιστορικούς λόγους. Η τουρκική πολιτική ελίτ δεν ξεχνάει οτι το μίσος της προς την Ελλάδα είναι κυρίως ταξικό.”
Η συμφωνία με την Αίγυπτο είναι ουσιαστικά το επιστέγασμα οτι η Ελλάδα αναγνωρίζεται ως δύναμη στην περιοχή. Οτι μπορεί να γίνει παίκτης περιφερειακός και να διαμορφώσει εξελίξεις. Η Ελλάδα έχει γίνει η αιχμή του δόρατος για τον ενταφιασμό όχι του τουρκολιβυκού συμφώνου αλλά του ίδιου του νεοθωμανισμού. Το έγγραφο που υπογράφτηκε είναι ακόμη ημιτελές όμως προκάλεσε κάτι που ποτέ ξανά οι Τούρκοι δεν έχουν δει για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Ενώ συμφωνήσαμε σε διάλογο με τους Τούρκους, τους πήγαμε ένα τετελεσμένο στις διερευνητικές επαφές εμείς πρώτοι. Αποκαλύφθηκε ο διάλογος που ετοίμαζαν οι Τούρκοι, οι οποίοι είχαν στοχεύσει να γίνει και επί γερμανικής προεδρίας. Τι σημαίνει αυτό; Οτι η Ελλάδα υπολόγισε το ρίσκο της τουρκικής αντίδρασης και προχώρησε παρόλα αυτά. Και τώρα αναμένουμε ξανά την αποτροπή αν αυτή χρειαστεί, όπως την είδαμε μέσα σε λίγη ώρα στις 21 Ιουλίου. Η Ελλάδα κερδίζει πολύτιμο χρόνο καθώς η Τουρκία έχει να αντιμετωπίσει μια Σύνοδο Κορυφής που θα γίνει μόνο για την μεγαλειότητα του Ερντογάν και οι Γάλλοι πιέζουν για κυρώσεις.
“Η διάρκεια λείπει από την Ελλάδα, όμως θα είναι και οικονομικά προσοδοφόρο το να επιμείνουμε και να κάνουμε την αποτροπή στρατηγική και μην μείνει η παράσταση που δίνεται από τον Φεβρουάριο μέχρι σήμερα, απλώς μια αναλαμπή.”
Είναι πραγματικά σε σοκ οι Τούρκοι και όταν λήπτες απόφασης έχουν φτάσει σε πανικό, τότε δεν πρέπει να τους διακόπτουμε όταν κάνουν λάθος. Η Τουρκία έχει εμμονή με την Ελλάδα, όχι μόνο λόγω των γεωστρατηγικών πλάνω της, αλλά και για ιστορικούς λόγους. Η τουρκική πολιτική ελίτ δεν ξεχνάει οτι το μίσος της προς την Ελλάδα είναι κυρίως ταξικό. Οι Έλληνες ήταν αφεντικά και οι Τούρκοι εργάτες. Πιο πριν, η Ελλάδα διέλυσε σε δύο φάσεις την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μέσα από την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, μάθαμε όλοι μας την ιστορία που έζησαν παππούδες, προπαππούδες, γιαγιάδες και προγιαγιάδες μας. Αυτή λοιπόν είναι η αποτροπή που δεν πρέπει να ξεχάσουμε ακόμη και αν ηρεμήσουν τα πράγματα. Η Τουρκία θα είναι πάντα αναθεωρητική και δεν πρέπει να πέσουμε στην παγίδα των απειλών των Τούρκων οι οποίοι μας παρουσίαζαν τα τελευταία χρόνια, ακόμη και μέσα από την τηλεόρασή μας, τα ″υπερόπλα″ της αμυντικής τους βιομηχανίας. Τα υπερόπλα που ακόμη δεν έχουν βρει ποιός τους βομβάρδισε περίπου ένα μήνα πριν στη Λιβύη και που φημολογείται οτι τους ξαναβομβάρδισε 15 μέρες πριν. Η διάρκεια λείπει από την Ελλάδα, όμως θα είναι και οικονομικά προσοδοφόρο το να επιμείνουμε και να κάνουμε την αποτροπή στρατηγική και μην μείνει η παράσταση που δίνεται από τον Φεβρουάριο μέχρι σήμερα, απλώς μια αναλαμπή.