Το τεστ της Γάζας θα δείξει αν η κυβέρνηση Μπάιντεν έμαθε από τα λάθη του παρελθόντος

Η στάση των ΗΠΑ απέναντι στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη είναι αναποτελεσματική και σε πλήρη αντίθεση με τους στόχους της.

Δύο χρόνια πριν τη νίκη του Τζο Μπάιντεν στις εκλογές, 30 ειδικοί εθνικής ασφαλείας, που δούλεψαν μαζί του στην κυβέρνηση Ομπάμα, δημοσίευσαν μία σημαντική δήλωση mea culpa. Χαρακτήρισαν ”αποτυχία” την πολιτική στήριξης της στρατιωτικής καμπάνιας υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη, τονίζοντας πόσο έβλαψε τους αμάχους και κάλεσαν τον τότε Πρόεδρο Τραμπ να την τερματίσει. 

Η κίνηση σήμαινε πολλά για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Κατά κύριο λόγο, αναγνώριζε ότι η τάση της Ουάσιγκτον να οπλίζει και να βοηθά άλλες χώρες, έκανε τους Αμερικανούς συνενόχους των πράξεών τους - μία αλήθεια την οποία η κυβέρνηση Ομπάμα αρνείτο επί χρόνια σε σχέση με την Υεμένη. 

Σήμερα, 23 από τους υπογράφοντες εκείνης της επιστολής έχουν επιστρέψει στην κυβέρνηση και είναι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι υπό τον Μπάιντεν. Η κυβέρνησή τους υποστηρίζει το Ισραήλ, το οποίο σφυροκοπεί την Γάζα, σε μία επίθεση που σκότωσε δεκάδες παιδιά και κατέστρεψε νοσοκομειακές εγκαταστάσεις. Παρ′ όλο που ο Μπάιντεν εξέφρασε την υποστήριξή του για κατάπαυση του πυρός κατά την διάρκεια τηλεφωνημάτων με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπ. Νετανιάχου, ο ίδιος και η κυβέρνησή του δεν έχουν καλέσει δημοσίως το Ισραήλ και την Χαμάς, την στρατιωτική ομάδα που ελέγχιε την Γάζα, να κατεβάσουν τα όπλα.

Η HuffPost επικοινώνησε με αυτούς τους 23 αξιωματούχους - μεταξύ των οποίων και ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Τζέικ Σάλιβαν, ο υπουργός Εξωτερικών, Τόνι Μπλίνκεν, η αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ, η επικεφαλής εσωτερικής πολιτικής, Σούζαν Ράις, η επικεφαλής των Μυστικών υπηρεσιών, Αβριλ Χέινς και ανώτατοι αξιωματούχοι του Πενταγώνου - και τους ρώτησε ποιές είναι οι διαφορές μεταξύ Υεμένης και Γάζας.

Ολοι αρνήθηκαν να σχολιάσουν. Η δε Δράση Εθνικής Ασφάλειας, η οργάνωση η οποία οργάνωσε την επιστολή για την Υεμένη, την έχει κατεβάσει από την ιστοσελίδα της. 

Τα αμερικανικά όπλα και η διεθνής διπλωματική υποστήριξη είναι σημαντικότατα για το Ισραήλ. Η Χαμάς, που με τις επιθέσεις της έχει σκοτώσει τουλάχιστον 12 Ισραηλινούς σε αυτόν τον κύκλο των συγκρούσεων, δεν έχει τέτοια σχέση με την Ουάσιγκτον. Η αμερικανική επιρροή στην ηγεσία της είναι εξαιρετικά περιορισμένη. 

 

“Αν οι υπογράφοντες του mea culpa της Υεμένης έμαθαν πραγματικά το μάθημά τους, τώρα είναι η ώρα να δράσουν.”

- Kate Kizer, Win Without War

Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι προφανές. 

″Ως παγκόσμια υπερδύναμη και στενότερος σύμμαχος του Ισραήλ, οι ΗΠΑ έχουν ευθύνη να κάνουν πολλά περισσότερα για να σταματήσουν αυτή την κλιμάκωση” υποστήριξε η φιλελεύθερη Εβραϊκή ομάδα J Street, που ζήτησε από τον Μπάιντεν να καλέσει δημοσίως το Ισραήλ να σταματήσει τις επιθέσεις σε κατοικημένες περιοχές, να ζητήσει κατάπαυση του πυρός και να εγκαταλείψει την στρατηγική της αποχής από την διπλωματία μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης. 

Στην επιστολή για την Υεμένη, οι πρώην αξιωματούχοι της κυβέρνησης Ομπάμα παραδέχθηκαν ότι η παροχή ασυλίας σε συμμάχους των ΗΠΑ προκειμένου να αποφευχθούν δημόσιες αντιπαραθέσεις, μπορεί να οδηγήσει σε ολοένα και περισσότερη βία. ”Η πρόθεσή μας δεν ήταν να μετατραπεί η υποστήριξή μας σε λευκή επιταγή. Σήμερα, όμως, καθώς οι απώλειες αμάχων συνεχίζουν να αυξάνονται και δεν φαίνεται τέλος στη σύγκρουση, είναι ξεκάθαρο ότι αυτό ακριβώς συνέβη” έγραψαν. 

Η δημιουργία προηγούμενου υποστήριξης χωρίς προϋποθέσεις σε συμμάχους όπως το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, διευκολύνει Αμερικανούς και ξένους ηγέτες που αδιαφορούν για τα ανθρώπινα δικαιώματα - όπως ο Τραμπ - να επιδεινώσουν διεθνείς συγκρούσεις, όπως ο πόλεμος της Υεμένης, υπογράμμισαν. 

Το κατά πόσον αυτά τα συμπεράσματα οδηγούν την ομάδα Μπάιντεν, θα καθορίσει το αν η εξωτερική πολιτική του προέδρου θα μπορέσει πραγματικά να αντικατοπτρίσει τις αξίες που ο ίδιος ο Μπάιντεν δήλωσε ότι θα υπηρετήσει αμέσως μετά την εκλογή του: ”υπεράσπιση ελευθερίας, στήριξη ευκαιριών, υποστήριξη παγκοσμίων δικαιωμάτων, σεβασμό των νόμων και αντιμετώπιση όλων με αξιοπρέπεια.”

″Αν οι υπογράφοντες του mea culpa της Υεμένης έμαθαν πραγματικά το μάθημά τους, τώρα είναι η ώρα να δράσουν” δήλωσε η Κέιτ Κίζερ, του Win Without War, που είχε κινητοποιηθεί σημαντικά εναντίον του πολέμου της Υεμένης. ”Οπως και στην Υεμένη, η στάση των ΗΠΑ απέναντι στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη είναι αναποτελεσματική και σε πλήρη αντίθεση με τους στόχους που έχουμε δηλώσει και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.”

Αντί να επιτρέπουμε εξελίξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άλλη μία απολογία, ”χρειαζόμαστε άμεση δράση” από την ομάδα του Μπάιντεν, δήλωσε στην HuffPost. ”Η αντιμετώπιση λαθών είναι δύσκολη, αλλά δεν είναι τίποτα μπροστά στον πόνο τον οποίο ζητάμε να υποστούν οι Παλαιστίνιοι και πολλοί άλλοι στην περιοχή, ενώ εμείς επαναλαμβάνουμε τα ίδια και τα ίδια λάθη.”

 

Open Image Modal
A Palestinian girl in Gaza in the aftermath of an Israeli airstrike.
SOPA Images via Getty Images

Ενας από τους υπογράφοντες της επιστολής για την Υεμένη, ο οποίος μετέχει στην κυβέρνηση Μπάιντεν, παρουσίασε τις σκέψεις της για τον παραλληλισμό με τα όσα συμβαίνουν στην Γάζα, υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας. 

″Οι απώλειες αμάχων και στις δύο περιπτώσεις είναι τραγικές, αλλά δεν είναι ανάλογες - τουλάχιστον όχι ακόμα” έγραψε μέσω email. ”Η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι στην εξουσία μόλις τρεις μήνες και η βία στο Ισραήλ και στην Γάζα συνεχίζεται εδώ και μία εβδομάδα. Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις ότι είμαστε σε θέση να αλλάξουμε την δυναμική μιας σύγκρουσης που διαρκεί πολύ καιρό, τις πρώτες 100 μέρες. Ελπίζω να μας κρίνετε στην πορεία της κυβέρνησης.”

Ο αξιωματούχος παρουσίασε την κατάσταση της Υεμένης ως εντελώς διαφορετική, δεδομένης της έκτασης των συγκρούσεων εκεί, οι οποίες συνεχίζονται έξι χρόνια μετά τον βομβαρδισμό της χώρας από την Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της, με την βοήθεια των ΗΠΑ. 

″Με την επιστολή μας, από την άλλη πλευρά, εκφράσαμε την λύπη μας για το γεγονός ότι μετά από πολλούς μήνες, υποστηρίξαμε μία βομβαρδιστική επίθεση” δήλωσε. 

Οπως έχει συμβεί και με τις προηγούμενες επιθέσεις στην Γάζα, το Ισραήλ, πιθανότατα, θα τερματίσει την καμπάνια του σε μερικές εβδομάδες - ειδικά λόγω δημόσιας πίεσης από ισχυρούς Αμερικανούς εκτός κυβέρνησης Μπάιντεν. 

Ωστόσο, σκληροί δεξιοί Ισραηλινοί όπως ο Νετανιάχου, έχουν ήδη λάβει ένα μήνυμα σχετικό με τον Μπάιντεν, το οποίο θα μπορούσε να υπονομεύσει τις προσπάθειες της κυβέρνησης να προωθήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ειρήνη τα επόμενα χρόνια. Το σχέδιο του προέδρου για νέες βόμβες αξίας 735 εκατ. δολαρίων προς το Ισράηλ, θα ενισχύει την εντύπωση ότι υποστηρίζει την συμπεριφορά την οποία υποτίθεται ότι καταδικάζουν οι ΗΠΑ. 

Χθες, μόλις ο Μπάιντεν εξέφραση της πιο ισχυρή μέχρι στιγμής υποστήριξή του για κατάπαυση του πυρός, ο Νετανιάχου είπε ότι είναι ”αποφασισμένος να συνεχίσει” την επίθεση εναντίον της Γάζας. 

Με email προς την HuffPost, ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Τζον Κίρμπι, δεν έκανε παραλληλισμό με την Υεμένη, αλλά τόνισε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν επιθυμεί ”την αποκατάσταση της ηρεμίας και την προστασία των αμάχων, καθώς η τρέοχυσα σύγκρουση έχει στοιχίσει την ζωή Ισραηλινών και Παλαιστινίων αμάχων.”

″Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει εκφράσει την υποστήριξή του για κατάπαυση του πυρός και, επίσης, την δέσμευσή του ότι οι διαπραγματεύσεις για την λύση των δύο κρατών, είναι ο καλύτερος δρόμος για μία δίκαιη και μόνιμη επίλυση της σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης” δήλωσε εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου. 

Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Μπάιντεν έκοψε την αμερικανική βοήθεια για τους Σαουδάραβες στην Υεμένη, υποστηρίζοντας ότι η κίνηση ήταν βασική για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Η οργάνωση J Street, στην δήλωσή της, τόνισε ότι μία ξεκάθαρη γραμμή απέναντι στο Ισραήλ, είναι ο μόνος τρόπος για την ειρήνη που λέει ότι θέλει η ομάδα Μπάιντεν. 

″Ο Λευκός Οίκος πρέπει να αναγνωρίζει ότι η παροχή λευκής διπλωματικής και οικονομικής επιταγής στο Ισραήλ, σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν επιθυμεί να τερματίσει την κατοχή, να προχωρήσει σε σοβαρή διπλωματία και να θέσει τέλος σε μία σύγκρουση που θα παρέχει πραγματική ασφάλεια στο Ισραήλ και όλα τα δικαιώματα στην Παλαιστίνη” τόνισε η ομάδα στην δήλωσή της.