Το μόνο σχεδόν που μπορεί να αντικρίσει κανείς από το βράδυ της Τρίτης στους δρόμους της κάποτε μες την ζωντάνια ιστορικής πόλης της Αντιοχείας, λίκνο του ελληνικού πολιτισμού στη Μέση Ανατολή, είναι φορτηγά, οχήματα έκτακτης ανάγκης και εκσκαφείς, αφού ο τρίτος μεγάλος σεισμός σε διάστημα δύο εβδομάδων επιτάχυνε την έξοδο των κατοίκων της.
Στους κατάμαυρους δρόμους, οι προβολείς αποκάλυπτουν σωρούς από μπάζα και ερείπια. Κόκκινα και μπλε φώτα που αναβοσβήνουν από τις σειρήνες στρατιωτικών και αστυνομικών οχημάτων αντανακλώνται στις οδοντωτές προσόψεις των κτιρίων που γέρνουν.
Ο ήχος των εκσκαφέων που σκαλίζουν τα συντρίμμια αντηχούσε στους δρόμους, καθώς αστυνομικοί, στρατιώτες και εθελοντές που ανταποκρίθηκαν στις καταστροφές κοιτούσαν, συγκεντρωμένοι γύρω από μικρές εστίες φωτιάς για να ζεσταθούν πάνω σε ραγισμένα πεζοδρόμια.
Περιστασιακά, το σκάψιμο σταματά για να επιθεωρήσουν οι εργαζόμενοι έκτακτης ανάγκης για πιθανά πτώματα.
«Εφυγαν όλοι», λέει ο Μεχμέτ Άι, ένας 50χρονος επιζών από τους σεισμούς που έζησε όλη του τη ζωή στην Αντιόχεια και είναι ένας από τους λίγους κατοίκους που έχουν απομείνει. «Ή έχουν πεθάνει ή έχουν τραπεί σε φυγή».
Από μακριά, το αστικό τοπίο των κάποτε ψηλών κτιρίων μοιάζει πλέον σκιά της παλιάς εικόνας του. Κομμάτια από τις όχθες του ποταμού κατέρρευσαν στο νερό, ενώ στρατιώτες απέκλειαν τις κατεστραμμένες γέφυρες.
Οι διαφημιστικές πινακίδες γκρεμίστηκαν στο έδαφος και η διάσπαρτη σήμανση ανάμεσα στα ερείπια στέκεται ως υπενθύμιση των καταστημάτων που γέμιζαν τους πολυσύχναστους δρόμους.
«Οι δρόμοι μας ήταν κάποτε παράδεισος», είπε ο Aϊ. «Σε μια μόνο νύχτα καταστράφηκαν τα πάντα».
Ο Aΐ βρήκε καταφύγιο με τη σύζυγό του Φατμέ και την κόρη τους σε έναν από τους καταυλισμούς που δημιοργήθηκαν για να παρέχουν προσωρινό καταφύγιο σε όσους έχασαν τα σπίτια τους. Μια γεννήτρια βρυχάται πάνω από τη φλυαρία των ανθρώπων που είναι συγκεντρωμένοι γύρω από ξυλόσομπες έξω από τις σκηνές τους.
«Δεν μπορούμε να φύγουμε από το καταυλισμό», είπε. «Είναι επικίνδυνο να περπατάς όπου κι αν πας. Τα κτίρια είναι επικίνδυνα. Πριν το καταλάβεις, μια κατασκευή μπορεί να καταρρεύσει πάνω σου».
Νωρίτερα, καθώς ο ήλιος δύει σε μια πλατεία δίπλα στο δημαρχείο, στρατιώτες, εθελοντές και επιζώντες παρατάχθηκαν σε φορτηγά τροφίμων και πρατήρια καυσίμων για δείπνο και τσάι.
Σε έναν κυκλικό κόμβο, παραμένει όρθιο ένα άγαλμα του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ σε ένα άλογο. Ακριβώς από κάτω του, μια μαρμάρινη πλάκα με το περίφημο απόφθεγμα του σχετικά με την επαρχία Χατάι που έγινε μέρος της Τουρκίας κείτεται θρυμματισμένη στο έδαφος.
«Η καταστροφή μας βρήκε όλους», είπε ο Σαλέεμ Φαουακιρτζί, ένας 57χρονος λαντζιέρης που ζει στην Aντιόχεια εδώ και 12 χρόνια μετά την φυγή του από την Συρία. «Πλούσιους και οι φτωχούς το ίδιο», πρόσθεσε η σύζυγός του, Γουάλα.
Το ζευγάρι, οι δύο κόρες τους και ο μικρός τους γιος επέζησαν από τον σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου βγαίνοντας από μια μικρή ρωγμή στα ερείπια. Ο μεγάλος τους γιος δεν τα κατάφερε.
Ο Φαουακιρτζί είπε ότι η οικογένεια του δεν σχεδιάζει να εγκαταλείψει την έρημη πόλη.
”Ο Θεός μας έσωσε τη ζωή εκτός από τον γιο μου. Γιατί να ρισκάρω τώρα;” αναρωτήθηκε.
Ο Aΐ είπε επίσης ότι σχεδίαζε να μείνει.
«Θα πάρει πολύ χρόνο, θα χρειαστούν χρόνια - αλλά θα την ξαναχτίσουμε», είπε ο Aϊ, οικοδόμος στο επάγγελμα.
«Θεού θέλοντος, θα είναι καλύτερα από ό,τι ήταν παλιά».