Πρόσφατη έρευνα αποδεικνύει πως η μοναξιά επιφυλάσσει για την υγεία μας εξίσου μεγάλο κίνδυνο με το χρόνιο κάπνισμα. Και καθώς ο κόσμος μας γίνεται όλο και πιο αυτοματοποιημένος, οι ευκαιρίες για ανθρώπινη σύνδεση διαρκώς μειώνονται.
Και πέρα από τα εργασιακά περιβάλλοντα όπου το προσωπικό σταδιακά αντικαθίσταται από τις μηχανές, κατά δήλωσή τους, μοναξιά αισθάνονται σε μεγάλο βαθμό ακόμα και εργαζόμενοι που περιβάλλονται από ένα σωρό συναδέλφους. Κι όχι επειδή δεν μιλάμε μεταξύ μας. Αλλά επειδή δεν επικοινωνούμε ουσιαστικά.
Πώς θα αντιμετωπίσουμε όλες αυτές τις προκλήσεις που προκαλούν το αίσθημα μοναξιάς στους σύγχρονους χώρους εργασίας; Kαι τελικά πώς θα δομήσουμε υγιείς αν όχι φιλικές σχέσεις με τους ανθρώπους που περνάμε μαζί τουλάχιστον το ένα τρίτο της μέρας μας;
1. Ο συγχρονισμός είναι το κλειδί
Η φυσική παρουσία στο γραφείο δεν ενισχύει αυτόματα τις εργασιακές σχέσεις, δεν μας ανακουφίζει από το συναίσθημα της μοναξιάς, ούτε προάγει την παραγωγικότητα.
Συχνά μάλιστα, ο συγχρωτισμός διαφορετικών προσωπικοτήτων σε αγχωτικά περιβάλλοντα, αντί για ισχυρούς δεσμούς προκαλεί συγκρούσεις και περιστατικά εργασιακής βίας.
Σημασία έχει να ερχόμαστε κοντά και να παραστεκόμαστε ο ένας στον άλλον τις στιγμές που το έχουμε πραγματικά ανάγκη. Την ώρα της συλλογικής κρίσης ή σε μια περίοδο που περνάμε δύσκολα στην προσωπική μας ζωή, έχει σημασία οι συνάδελφοί μας να μας αντιμετωπίζουν με συμπόνοια, ενδιαφέρον και σεβασμό.
Επομένως, πέρα από την καλή επικοινωνία, σημασία έχει και αυτό που λέμε το σωστό «timing». Με άλλα λόγια, αν επιδιώκουμε να συνάψουμε υγιείς σχέσεις δεν μετράει τόσο το να απευθύνουμε μια τυπική καλημέρα-καλησπέρα, αλλά το να πούμε μια ουσιαστική κουβέντα εφόσον αισθανθούμε ότι υπάρχει η ανάγκη να το κάνουμε.
2. Δημιουργούμε ουσιαστικές σχέσεις δίνοντας κάτι από εμάς
Aπλώς και μόνο το ότι «συστεγαζόμαστε» σε έναν επαγγελματικό χώρο δεν διασφαλίζει τη γνησιότητα των μεταξύ μας σχέσεων. Η ειλικρινής σύνδεση απαιτεί προσπάθεια. Για να έρθουμε κοντά, ίσως χρειαστεί να αποκαλύψουμε πτυχές της ζωής μας που θέλουμε να μοιραστούμε, αλλά κάτι μας κρατάει. Να συζητήσουμε για ένα πρόβλημα που μας απασχολεί στο σπίτι, με έναν άνθρωπο που θεωρούμε ότι μπορεί να μας καταλάβει.
Αυτό μεμιάς θα δώσει και στον/στην απέναντί μας το θάρρος να μοιραστεί μαζί μας κάτι πιο προσωπικό. Και καθώς θα γνωρίζουμε καλύτερα ο ένας τον άλλο μέσα από τις ιστορίες που αφηγούμαστε ή την κοινοποίηση των ζητημάτων που μας απασχολούν, θα βρούμε αξιόπιστους συντρόφους. Έτσι, όταν είμαστε στο γραφείο, θα νιώθουμε πως κάτι μας δένει με το μέρος και τους ανθρώπους του.
3. Επενδύουμε στη δυναμική του δεσμού, δεν φοβόμαστε το δέσιμο
Δεν θα πρέπει να μας αρκούν οι επιφανειακές σχέσεις. Αν εντοπίσουμε πως αναπτύσσεται μια συμπάθεια με ένα πρόσωπο, αυτό όχι μόνο δεν θα μας κάνει αντιπαραγωγικούς, αλλά θα μας προσφέρει κίνητρο, ώστε να πηγαίνουμε στη δουλειά με μεγαλύτερη όρεξη.
Ακόμα και στη δουλειά, πάντοτε υπάρχει η ανάγκη για διαπροσωπικούς δεσμούς. Κι αν δεν έχουμε πειστεί, έρευνα τoυ Xάρβαρντ, αποδεικνύει πως οι εργαζόμενοι που έχουν στο χώρο εργασίας τον καλύτερο τους φίλο είναι επτά φορές πιο αφοσιωμένοι σε σύγκριση με εκείνους που δεν συνάπτουν δεσμούς.
Αυτό μεταφράζεται σε αυξημένη παραγωγικότητα, καινοτομία, καλύτερη αλληλεπίδραση μεταξύ πελατών και συνεργατών και μια συνολική αίσθηση ικανοποίησης από τη δουλειά.
(Mε πληροφορίες από psychologytoday).