Τρίτο μέρος: Οι παγκόσμιες αξίες του Ολυμπισμού: Από την ισότητα, στο γυμνό σώμα και την προπαγάνδα

Οι παγκόσμιες αξίες των αγώνων
Open Image Modal
Αθήνα Ολυμπιακοί Αγώνες 2004 Ο Δισκοβόλος του Μυρώναfteris Pitarakis)
via Associated Press

Αγώνες διαφόρων ειδών γίνονται παντού στον κόσμο. Από διαγωνισμούς κατανάλωσης μπύρας έως διαγωνισμός πετάγματος κορμών στην Σκοτία (Caber toss). Οι Ολυμπιακοί Αγώνες όμως αφορούν ανθρώπους που αγωνίζονται για να δουν ποιος είναι ο καλύτερος στα πλαίσια ενός αθλήματος, μέσα σε ένα περιβάλλον ηθελημένης συμφιλίωσης. Αυτή η προσπάθεια σύγκλησης αθλητισμού, πολιτισμού και ειρήνης, είναι «ελληνικής έμπνευσης παιχνίδι». 

 

 

Είναι όμως οι Ολυμπιακοί, το είδος των αγώνων, που όπως διαφημίζονται, δεν κάνουν αποκλεισμούς; 

Όντως, οι αγώνες πλέον είναι για όλες τις, φυλές, κράτη, εθνικότητες, ιδεολογίες και θρησκείες, σωστά; 

Μάλλον όχι. Στην πραγματικότητα το «χωρίς αποκλεισμούς» δεν μπορεί να ισχύει! Οι αγώνες αποκλείουν (ή κάνουν πως αποκλείουν) όσες χώρες ή αθλητές προσβάλουν ή αγνοούν τις παραπάνω αξίες. 

Δεν είναι κρυφό ότι υπάρχουν άνθρωποι, οργανισμοί και κράτη που δεν πιστεύουν στην ισότητα του ανθρώπου. Ένα μέρος αυτών των ανθρώπων και κρατών παίρνουν βέβαια μέρος στους αγώνες αλλά μόνο σε συνθήκες που τους επιτρέπουν να κρύβουν αυτές τις ιδεολογικές διαφορές με το όποιο ολυμπιακό πνεύμα.   

 Αν θέλουμε λοιπόν να είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει να δούμε ότι η ιδέα «Ολυμπιακοί Αγώνες», όπως την περιγράψαμε εδώ και στα προηγούμενα άρθρα, δεν είναι μια παγκόσμια ιδέα αλλά μια τοπική ιδέα που έγινε κομμάτι συγκρότησης του δυτικού πολιτισμού, και σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό, αγκαλιάστηκε από την οικουμένη. 

Πολύ μεγάλο ρόλο στη διαχείριση της κατάστασης παίζει βέβαια και η διαχρονική υποκρισία του Δυτικού πολιτισμού που όταν την συμφέρει γίνεται «πύρινη ρομφαία» εναντίων όσων προσβάλουν το πνεύμα του ευ αγωνίζεστε και όποτε δεν συμφέρει, «καταπίνουν την κάμηλο». Το έχουμε δει σε όλους τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τους επιλεκτικούς αποκλεισμούς σε εμπόλεμες χώρες ή την ηθική «ελαστικότατα» σε θέματα αθέμιτου ανταγωνισμού και φαρμακοδιέγερσης. 

Το γυμνό σώμα της αρχαιότητας και η αυτοδιάθεση του στην σύγχρονη εποχή 

Μιλώντας για αξίες που έχουν να κάνουν με το πνεύμα των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, και που με ένα τρόπο, συνεχίζονται στην νεότερη εκδοχή τους πρέπει να κάνουμε μια ιδιαίτερη αναφορά στην αυτοδιάθεση του σώματος ως ένα από τα μεγαλύτερα σύμβολά του Ολυμπισμού. 

Αν κάτι λοιπόν ξεχωρίζει στον δυτικό πολιτισμό είναι αυτή η λατρεία του ατόμου και της υπεροχής του, μέσα βέβαια σε μια ομάδα ίσων. 

Αυτή η λατρεία εκφράστηκε στην αρχαιότητα και ειδικά στον Ολυμπισμό μέσω της αγάπης και απεικόνισης του γυμνού σώματος. 

Είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι Έλληνες αγωνίζονταν γυμνοί. Αν ρωτήσει κανείς το γιατί, θα πάρει μερικές γνωστές απαντήσεις που όμως τις ξεχνάμε σήμερα. Θα ακούσει ότι ήθελαν να δείξουν στον Δία τη σωματική τους δύναμη και τη μυϊκή τους διάπλαση. Ή ότι η επίδειξη του σώματος βοηθούσε στον εκφοβισμό των ανταγωνιστών. Τέλος, δεδομένου ότι οι Έλληνες ήρωες απεικονίζονταν συχνά γυμνοί σε έργα τέχνης και γλυπτά, αυτό ενέπνευσε τους αθλητές να προπονηθούν σκληρότερα προκειμένου να φτάσουν να μοιάζουν ισόθεοι. Οι Έλληνες λάτρευαν το σώμα  και δεν φοβόντουσαν να το δείξουν. 

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες λοιπόν, ήταν και είναι μια γιορτή του ανθρώπινου σώματος και της ελευθερίας του, όπως αυτή ξεκίνησε σε αυτόν τον τόπο και αγκαλιάστηκε με τα χρόνια απόλυτα, τουλάχιστον από τον δυτικό πολιτισμό. 

Σήμερα, το γυμνό ανθρώπινο σώμα είναι ανυπεράσπιστο απέναντι στην σεξουαλικοποίση του δυτικού πολιτισμού και αντίθετα στην δαιμονοποίηση του από τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό. Πρέπει λοιπόν, όσοι αγαπάμε το Ολυμπιακό Πνεύμα να τα αναλογιζόμαστε αυτά και να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μην γίνεται το σώμα όπλο σε πολιτικές, θρησκευτικές ή οικονομικές επιδιώξεις.  

Δεν ήταν όμως μόνο αυτό: Νομίζω ότι το γυμνό σώμα στην αρχαιότητα συμβόλιζε και κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό. Ο άνθρωπος που αγωνιζόταν γυμνός δεν είχε διακριτικά ταυτότητας. Το ρούχο είναι «στολή». Από το ρούχο κάποιου, πολύ συχνά μπορούμε να βγάλουμε ένα σωρό συμπεράσματα για αυτόν. Από ποιό πολιτισμό προέρχεται, το κοινωνικό του στάτους, αν είναι πλούσιος, φτωχός, προοδευτικός συντηρητικός, μουσουλμάνος ή ινδουιστής. Για τον γυμνό αθλητή όμως το μόνο που ξέρουμε είναι ότι είναι άνθρωπος· εκεί, ίσος με τους άλλους σε μια κοινή αφετηρία. Με μόνο ίσως σημάδι υπεροχής του, το σώμα του. 

Σήμερα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν είναι μόνο για άντρες όπως στην αρχαιότητα. Το ότι συμμετέχουν και γυναίκες όμως, δεν σημαίνει ότι αυτό γίνεται χωρίς διακρίσεις που έχουν να κάνουν με το σώμα. Οι κοινωνίες του κόσμου, όλου του κόσμου, είναι βαθιά πατριαρχικές και αυτό δεν κρύβεται ούτε στους Ολυμπιακούς. 

Ως καλλιτέχνης ένιωθα πάντα απόλυτη εξοικείωση με το γυμνό σώμα και ποτέ η θέα του δεν με έφερε σε δύσκολη θέση. Αλλά και ως σύντροφος μιας δυναμικής γυναίκας και πατέρας δυο κοριτσιών, πάντα με απασχολούσε το θέμα της ισότητας των φίλων. Κοιτώντας λοιπόν τις αθλήτριες, δυσκολεύομαι να καταλάβω γιατί σε μερικά αθλήματα τα κορίτσια φορούν μαγιό και σορτσάκια που αποκαλύπτουν τους μισούς γλουτούς τους, ενώ τα αγόρια όχι. 

Είναι βολικότερη για κάποιο λόγο αυτή περιβολή για τα κορίτσια και όχι για τα αγόρια; Μήπως το θέμα δεν έχει να κάνει με την ελευθερία και την άνεση αλλά με την σεξουαλικοποίση του γυναικείου σώματος σήμερα, ακόμα και μέσα στα αθλητικά πλαίσια; Μήπως αυτή η πατριαρχική αξίωση για σεξουαλικοποίηση του γυναικείου σώματος έχει εμποτίσει και μέρος του γυναικείου φύλλου; Δεν νομίζω ότι υπάρχει εύκολη απάντηση. 

Αν στον αντίποδα, ένας άνδρας αθλητής φορέσει ένα αντίστοιχο μαγιό, πώς θα αντιμετωπιστεί; Θα μιλήσουμε και σε αυτήν την περίπτωση για άνεση και ελευθερία αυτοδιάθεσης; Έχω την εντύπωση ότι το γεγονός ότι κανένας άνδρας αθλητής δεν φαίνεται να το έχει κάνει μέχρι σήμερα, δίνει την απάντηση. 

Από την άλλη πλευρά, δυσκολεύομαι πάρα πολύ, να καταλάβω οποιαδήποτε αθλητική δραστηριότητα που εμπεριέχει έντονη κίνηση, από αθλήτριες  που φορούν ολόσωμη περιβολή και χιτζάμπ (την παραδοσιακή μουσουλμανική καλύπτρα κεφαλής). Είναι και αυτό κομμάτι του Ολυμπιακού πνεύματος και της ελεύθερης αυτοδιάθεσης του σώματος; Αν ρωτήσουμε τις συγκεκριμένες αθλήτριες θα μας απαντήσουν σίγουρα πως ναι; Είναι όμως; Και πως μπορεί να είναι όταν αυτή η πρακτική είναι ξεκάθαρα στον αντίποδα της φύσης του αθλητισμού; 

Αν θέλουμε λοιπόν να μιλάμε για Ολυμπιακό πνεύμα, οι αθλητές φορούν, ή πρέπει να φορούν, μόνο τα απαραίτητα που θα τους βοηθούν σε μια καλύτερη επίδοση. Ούτε περισσότερα, ούτε λιγότερα. 

Κατά τη γνώμη μου είναι πάρα πολύ σημαντικό το σώμα να μένει μακριά από πολιτικές, κοινωνικές ή και εμπορικές επιδιώξεις. Βέβαια πλέον, οι αθλητές ξεχωρίζουν από το σήμα της χώρας τους στην μια πλευρά της φανέλας και από το σήμα της εταιρείας που έφταιξε αυτή την φανέλα, στην άλλη. 

Όπως βέβαια ξέρουμε σήμερα πολύ καλά, στην αφετηρία της ζωής μας δεν ξεκινάμε ίσοι. Οι ευκαιρίες μας είναι διαφορετικές ανάλογα με το χρώμα, το φύλο, το οικονομικό και κοινωνικό μας υπόβαθρο. Στην αφετηρία τουλάχιστον των Ολυμπιακών Αγώνων ας μείνουμε όσο πιο κοντά στον συμβολισμό του γυμνού σώματος της αρχαίας Ελλάδας. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ας έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ξεκινάμε ίσοι… 

Η τέχνη στους Ολυμπιακούς Αγώνες ως εργαλείο πολιτικής προπαγάνδας.

Η περίπτωση της Λένι Ρίφενσταλ 

Open Image Modal
Η Λένι Ρίφενσταλ
Pictures from History via Getty Images

 

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν πάντα μια χρήση ευκαιρία για πολιτική προπαγάνδα και δεν υπάρχει καλύτερο εργαλείο για να εξαπλωθεί αυτή η προπαγάνδα από την τέχνη. 

Η ιδέα της εργαλειοποίησης των αγόνων για ιδεολογικούς σκοπούς απογειώθηκε στη ναζιστική Γερμανία με πρωταγωνίστρια τη Λένι Ρίφενσταλ Η Ριφενστάλ, ήταν Γερμανίδα ηθοποιός, σκηνοθέτης και φωτογράφος, η οποία έγινε διάσημη χάρη στις ταινίες προπαγάνδας που δημιούργησε για λογαριασμό της Ναζιστικής Γερμανίας. 

Το 1936, γύρισε μια ασπρόμαυρη ταινία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Την παρήγγειλε ο Χίτλερ σε εκείνη, επειδή ήταν καλλιτέχνης και γυναίκα. Οι Ναζί σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν την ταινία ως εργαλείο προπαγάνδας που θα έδινε έμφαση στην ανωτερότητα της Άριας φυλής, αλλά η Riefenstahl είχε άλλες ιδέες. Δημιούργησε ένα έργο εξαιρετικής ομορφιάς που θεωρητικά, ξεπερνούσε κάθε πολιτικό μήνυμα. Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να θεωρούν την ταινία της «Ολυμπία» την οριστική Ολυμπιακή ταινία. Το καλύτερο σχετικό έργο που φτιάχτηκε ποτέ. 

Ήταν όντως ένα πρωτοποριακό έργο. Ήταν η πρώτη ταινία που χρησιμοποίησε 16 διαφορετικές κάμερες αντί για μία που ήταν ο κανόνας ακόμη και στο Χόλυγουντ. Όλες οι κάμερες κατασκευάστηκαν ειδικά για να φιλοξενούν την ματιά της, ιδιαίτερα αυτές που χρησιμοποιούνται για τις υποβρύχιες ακολουθίες. Αυτό δεν είχε γίνει ποτέ πριν. Η επιρροή της Riefenstahl άλλαξε ολόκληρο το μέλλον της κινηματογραφικής τέχνης με αυτήν την ταινία. 

Παρόλα αυτά το έργο, ασχέτως των επιδιώξεων της δημιουργού, εξυπηρέτησε μια χαρά το πλάνο του Χίτλερ. Εξάλλου είναι γνωστό ότι συνεργάστηκε στενά με εκείνον. 

Μετά τον πόλεμο, λόγω της φύσης της δουλειάς της, διατάχθηκε η σύλληψή της. Στις ανακρίσεις στις οποίες υποβλήθηκε, δήλωνε απολιτική και παρεξηγημένη. Δήλωσε, επίσης, ότι αγνοούσε παντελώς την ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης και, αργότερα, δήλωσε ότι «αναγκάσθηκε να κάνει ό,τι έκανε, επειδή ο Γκέμπελς την απειλούσε ότι θα την έστελνε και την ίδια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης». 

Συνέχισε να προσποιείται άγνοια των εγκλημάτων πολέμου, ωστόσο είπε ότι «οι Εθνικοσοσιαλιστές την είχαν συναρπάσει. Ήταν, όμως, πολύ αφελής για να αντιληφθεί τι ακριβώς διέπραττε το ναζιστικό καθεστώς…». 

Παρόμοια προβλήματα καλλιτεχνικών διαφορών μεταξύ κυβέρνησης και  σκηνοθέτη βίωσε και ο Κον Ιτσικάουα όταν γύρισε το  ντοκιμαντέρ του για τους Αγώνες στο Τόκιο το 1964. Ο Ιτσικάουα, φυσικά. δεν είχε απολύτως καμία σχέση με την γερμανίδα συνάδελφό του. 

Το έργο του δέχθηκε αυστηρή κριτική και ακυρώθηκε από την επιτροπή των αγώνων γιατί δεν είχε ακολουθήσει τις επιταγές της στρατευμένης τέχνης που απαιτούσε η περίσταση. Ο Ιτσικάουα επέλεξε να αναδείξει το πνεύμα των αγώνων και την ανθρωποκεντρική διάσταση παρά τη συνήθη στεγνή δημοσιογραφική καταγραφή που απαιτούνταν. Παρόλα αυτά η ταινία του θεωρείται σταθμός και σίγουρα είναι! 

Η Ρίφενσταλ πάντως ήταν μόνο η αρχή και ο Ιτσικάουα ένας ακόμα καλλιτέχνης που συμπιέστηκε στην μέγγενη κρατικών φιλοδοξιών. Από τότε, όλα τα κράτη που διοργανώνουν Ολυμπιακούς Αγώνες και ειδικά τα πολύ μεγάλα επιδιώκουν να κάνουν επίδειξη δύναμης μέσω της τέχνης. Ειδικά οι τελετές έναρξης είναι συνήθως σχεδιασμένες έτσι ώστε πέραν από τις αρετές του Ολυμπισμού να εξυπηρετούν την εικόνα που θέλουν να έχουν τα κράτη για τον εαυτό τους. 

Δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε την τελετή στους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες του 1984, όπου η γραφικότητα κορυφώθηκε στην αναπαράσταση της ιστορίας των ΗΠΑ, με μάχες καουμπόηδων με ινδιάνους και προβολή εθίμων όπως το λάσο, το ροντέο κ.λ.π. 

Ή ακόμα και την τελετή του Πεκίνου του 2008 όπου η τεράστια ποσότητα κόσμου στο γήπεδο, όπου εκτελούσε συγχρονισμένες άψογα χορογραφίες ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα του πληθυσμού, της δύναμης και της πειθαρχίας, που ήθελε να προβάλει το κράτος. 

Είναι όλα αυτά τέχνη;

Η δουλειά της Ρίφενσταλ και των Κινέζων σίγουρα. Είναι όμως και προπαγάνδα. Η δική μας δουλειά ως θεατές είναι πολύ πιο δύσκολη! Πρέπει να ισορροπήσουμε ανάμεσα στην αισθητική απόλαυση που λαμβάνει η καρδιά, και τα παραπλανητικά μηνύματα που οφείλει να φιλτράρει ο νους. Αυτά όμως είναι δύσκολα πράγματα… 

Όπως και να έχει, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι ένα ανεξάντλητο θέμα. Ας τους χαρούμε λοιπόν και φέτος και ας ελπίσουμε ότι πάντα αυτές οι ξεχωριστές στιγμές αθλητισμού και τέχνης, θα γίνονται αφορμή για αναστοχασμό πάνω στον κοινό μας βίο πάνω σε αυτόν τον πλανήτη.