Την πεποίθηση ότι το 2018 «θα είναι η χρονιά της Ελλάδας» εξέφρασε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «RealFm 97.8» και την εκπομπή «Η Ατζέντα του 2018», όπου μίλησε για τη μετά το μνημόνιο εποχή, το ονοματολογικό για την πΓΔΜ και τις σχέσεις με την Τουρκία.
«Το χειρότερο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να μην συνομιλεί, να μην έχει κανάλια επικοινωνίας και επαφής, να μην προσπαθεί τα προβλήματα τα υπαρκτά να τα αντιμετωπίσει» τόνισε σε σχέση με την Τουρκία, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι δεν έχει αυτή τη λογική και πως έχει κάνει καλά έως σήμερα που έχει ανοίξει διαύλους επικοινωνίας παρά τις υπαρκτές διαφορές των δύο χωρών.
Αναφορικά με το ονοματολογικό για την πΓΔΜ δήλωσε αισιόδοξος. «Μπορούμε να διαχειριστούμε με αποτελεσματικότητα και με ευθύνη ένα θέμα το οποίο μας κληροδότησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις» είπε και πρόσθεσε ότι στον βαθμό που υπάρχει πράγματι από την άλλη πλευρά η επιθυμία να γίνουν βήματα, («μένει να τα δούμε όμως αυτά»), μπορούν να γίνουν και βήματα διεξόδου.
Ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι οι εκλογές θα είναι το 2019, στο τέλος της συνταγματικά κατοχυρωμένης κυβερνητικής θητείας και υπογράμμισε ότι ο τερματισμός των μνημονίων πρέπει να συνοδευτεί από τον τερματισμό των παθογενειών που οδήγησαν στην κρίση.
Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός εξέφρασε την αισιοδοξία και την πεποίθησή του ότι «το 2018 θα είναι η χρονιά μας, θα είναι η χρονιά της Ελλάδας γιατί μετά από οκτώ πια ολόκληρα χρόνια, μπορούμε να σηκώσουμε ξανά το κεφάλι ψηλά, να ανασάνουμε». Επισήμανε ότι στη μέση του ’18, τον Αύγουστο του 2018 προβλέπεται το τέλος του τρίτου και τελευταίου προγράμματος στήριξης, «άρα βγαίνουμε από τα μνημόνια και, το κυριότερο, έχω την αίσθηση ότι βγαίνουμε με τις μικρότερες δυνατές απώλειες σε σχέση με αυτό που βρισκόμασταν τρία χρόνια πριν». «Η Ελλάδα, λοιπόν», υπογράμμισε, «ανακτά τη θέση που της αξίζει στη διεθνή σκηνή, η χώρα ανακτά την οικονομική της αυτοδυναμία και μπορούμε λοιπόν να μιλήσουμε για έναν χρόνο που θα φέρει ξανά πίσω τη χαμένη ελπίδα και τη χαμένη αισιοδοξία».
Σχετικά με τη μετά το μνημόνιο περίοδο, ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι μαζί με τον τερματισμό του μνημονίου «πρέπει να τερματιστούν και οι παθογένειες που αν δεν τελειώσουν, ή δεν αρχίσουν να ελαχιστοποιούνται, ενδεχομένως υπάρχει ο κίνδυνος να βρεθούμε ξανά στον ίδιο φαύλο κύκλο». «Άρα», τόνισε, «δεν οραματίζομαι το 2018 ως μια επιστροφή στα χρόνια του 2008, 2009, λίγο πριν την κρίση». Είπε ότι η χώρα έχει περάσει μια πολύ μεγάλη εθνική περιπέτεια, μια τραγωδία, καθώς μέσα στα πρώτα δύο χρόνια έχασε το 25% του εθνικού πλούτου της ενώ δεν ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, για να τονίσει: «Αυτή την περιπέτεια, αυτή την τραγωδία, πρέπει να την έχουμε ως μάθημα». Διευκρίνισε:
«Δεν πρέπει να αφήσουμε ποτέ ξανά τη δυνατότητα, ή την προοπτική, η χώρα να ξαναμπεί σε μια τέτοια περιπέτεια, να χάσει δηλαδή τον έλεγχο των οικονομικών και δημοσιονομικών στοιχείων της και άρα να παραδώσει ένα μεγάλο τμήμα της κυριαρχίας της στους όποιους δανειστές».
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι αυτή η εμπειρία πρέπει να μας κάνει δυνατότερους και να αντιμετωπιστούν και να ξεπεραστούν οι παθογένειες που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία. «Το στρεβλό παραγωγικό μοντέλο, την αύξηση της οικονομίας ως φούσκα με θαλασσοδάνεια και με ένα σύστημα διαπλοκής και διαφθοράς, την ατιμωρησία των υπευθύνων, όλα αυτά τα κατάλοιπα ενός παρελθόντος και μιας εποχής που μας οδήγησαν στην κρίση» εξήγησε και συμπλήρωσε:
“«Πιστεύω ότι έχουμε κάνει σημαντικά βήματα για να τα ξεπεράσουμε, αλλά αυτή θα είναι μια διαρκής και συνεχής πάλη και μάχη που θα διαρκέσει και μετά τον Αύγουστο του 2018».”
Κληθείς να σχολιάσει τις εκτιμήσεις της αντιπολίτευσης ότι το 2018 θα είναι έτος εκλογών, ο Αλέξης Τσίπρας σχολίασε:
«Η αντιπολίτευση προπαγανδίζει την καταστροφή ούτως ή άλλως εδώ και πάρα πολύ καιρό, γιατί βασική της επιθυμία δεν είναι η έξοδος της χώρας από την επιτροπεία στην οποία αυτή μας έβαλε, αλλά βασική επιθυμία της είναι η παλινόρθωση του παλιού καθεστώτος, όχι μόνο σε επίπεδο φυσικών προσώπων πολιτικής εξουσίας, αλλά και σε επίπεδο ήθους και σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης».
«Δεν με αφορούν ιδιαίτερα οι εδώ και πολλές φορές λανθασμένες εκτιμήσεις τους για την ημερομηνία των εκλογών» είπε και πρόσθεσε:
«Έχω δηλώσει επανειλημμένως ότι αυτές δεν θα είναι το ’18, θα είναι το ’19, στο τέλος της συνταγματικά κατοχυρωμένης θητείας της κυβερνητικής».
“Εκλογές το 2019. Χρειάζεται πολιτική σταθερότητα”
Κι εξήγησε: «Όχι μόνο γιατί τότε θα είναι πολύ ευνοϊκότερες οι συγκρίσεις σε σχέση με το πού βρισκόμασταν, όταν παραλάβαμε και σε τι κατάσταση θα παραδώσουμε τη χώρα -έξω δηλαδή από τα μνημόνια, με ρυθμούς ανάπτυξης υψηλούς, με μια οικονομία που θα μπορεί να δανείζεται ξανά, με τα μεγέθη της ανεργίας πολύ-πολύ χαμηλότερα σε σχέση με αυτά που παραλάβαμε- αλλά κυρίως διότι αυτό που χρειάζεται η χώρα για να ξεπεράσει οριστικά την κρίση, είναι να αποκαταστήσει και την εμπιστοσύνη στις σχέσεις της και με τους εταίρους της αλλά και με τις διεθνείς αγορές».
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι «χρειάζεται, λοιπόν, πολιτική σταθερότητα», την οποία «αυτή η κυβέρνηση μπορεί να την παράσχει και σε ό,τι αφορά την οικονομία αλλά σε ό,τι αφορά και τα κρίσιμα θέματα που έχει να διαχειριστεί και διαχειρίστηκε παρά τις μεγάλες δυσκολίες μέχρι σήμερα με επιτυχία».
Ερωτηθείς εάν είναι αισιόδοξος για το «Σκοπιανό», ο κ. Τσίπρας απάντησε:
«Είμαι αισιόδοξος ότι μπορούμε να διαχειριστούμε με αποτελεσματικότητα και με ευθύνη ένα θέμα το οποίο μας κληροδότησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και στον βαθμό που υπάρχει πράγματι από την άλλη πλευρά η επιθυμία να γίνουν βήματα -μένει να τα δούμε όμως αυτά- πιστεύω ότι μπορούν να γίνουν και βήματα διεξόδου. Όμως, εγώ ας καταγράψω μονάχα την αισιοδοξία μου και να περιμένουμε να δούμε όχι λόγια αλλά απτά αποτελέσματα. Στην εξωτερική πολιτική κανείς πρέπει να είναι συγκρατημένος και να μη λέει πολλά λόγια. Προτιμώ τις πράξεις και τα έργα παρά τα λόγια» είπε.
Σε ερώτημα για τις σχέσεις με την Τουρκία και αν πρέπει να περιμένουμε τον κ. Ερντογάν ξανά με το ανώτατο συμβούλιο συνεργασίας, στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Τσίπρας απάντησε:
«Είναι προγραμματισμένο αυτό, νομίζω, να γίνει μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2018 και θα εργαστούμε, νομίζω, σε αυτή την κατεύθυνση με εποικοδομητικό τρόπο και από τις δυο πλευρές παρά τα προβλήματα που υπάρχουν, και είναι σε όλους μας γνωστά, στις σχέσεις μας. Αλλά πιστεύω ότι το χειρότερο που μπορεί να κάνει κανείς, είναι να μην συνομιλεί, να μην έχει κανάλια επικοινωνίας και επαφής, να μην προσπαθεί τα προβλήματα τα υπαρκτά να τα αντιμετωπίσει. Δεν έχουμε αυτή τη λογική, το έχουμε αποδείξει και πιστεύω ότι μέχρι σήμερα έχουμε κάνει καλά που έχουμε ανοίξει διαύλους επικοινωνίας παρά τις υπαρκτές διαφορές μας».