Όταν έγινε γνωστό, τον Οκτώβριο του 2021, ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προωθεί ως νέο πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα τον επιχειρηματία Τζορτζ Τσούνη, ο Λευκός Οίκος βρέθηκε αντιμέτωπος με έντονες αντιδράσεις και αιχμηρά σχόλια.
Το πρακτορείο Ρόιτερς είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη «πόλεμος», αποδίδοντας έτσι τον έντονο σκεπτικισμό που εισέπραξε από Αμερικανούς διπλωμάτες για την συγκεκριμένη επιλογή του Μπάιντεν.
Λίγες ώρες πριν από την επίσημη ακρόαση του ελληνοαμερικανού επιχειρηματία, με πολύ σημαντικές επιτυχίες στο χώρο των ξενοδοχείων και την ανάπτυξης οικιστικών πρότζεκτ, η διπλωματική επιθεώρηση Foreign Policy, αλλά και ο βρετανικός Guardian επανέρχονται μεταφέροντας κλίμα έντονου σκεπτικισμού, ακόμα και στο εσωτερικό της παράταξης των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ, συνολικά για το γεγονός ότι ο Λευκός Οίκος τοποθετεί ως διπλωμάτες πρόσωπα που είναι στη λίστα των μεγάλων προεκλογικών δωρητών της υποψηφιότητας Μπάιντεν.
«...γεννημένος στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, ο ελληνοαμερικανός Τσούνης ίδρυσε την Chartwell Hotels και προεδρεύει της Battery Park City Authority, η οποία διαχειρίζεται μια προγραμματισμένη ανάπτυξη 92 στρεμμάτων στην κάτω δυτική πλευρά του Μανχάταν», αναφέρει ο Guardian, που δεν αμφισβητεί τις ικανότητες του υποψήφιου πρέσβη σε σχέση με το επιχειρείν, όμως μεταφέρει καυστικά σχόλια για την εικόνα που είχε παρουσιάσει ο Τσούνης το 2014 σε αντίστοιχη ακρόαση, ως υποψήφιος τότε για τη θέση του Αμερικανού πρέσβη στη Νορβηγία.
Η γκάφα με τον Πρόεδρο της Νορβηγίας
«Επικριτές του Μπάιντεν λένε ότι ο Πρόεδρος δίνει το χειρότερο δυνατό παράδειγμα με την επιλογή του απεσταλμένου στην Αθήνα», γράφει ο Guardian και συνεχίζει: «Όταν ο Τσούνης ζητήσει επικύρωση (της υποψηφιότητάς του για την Ελλάδα) σε ακρόαση της επιτροπής εξωτερικών σχέσεων της Γερουσίας την Τετάρτη 12 Ιανουαρίου, θα ελπίζει να αποφύγει την επανάληψη του εκτροχιασμού που συνέβη κατά την προηγούμενη του εμφάνιση εκεί, πριν από οκτώ χρόνια. Εκείνη τη φορά, ο Τσούνης ήταν ο υποψήφιος του Μπαράκ Ομπάμα για πρεσβευτής στη Νορβηγία. Ταλαίπωρος και άσχημα προετοιμασμένος, παραδέχτηκε ότι δεν είχε πάει ποτέ στη Νορβηγία και ανέφερε ότι η χώρα έχει πρόεδρο ενώ, ως συνταγματική μοναρχία, δεν έχει. Ο Τσούνης υποστήριξε επίσης ότι το κόμμα της Προόδου της Νορβηγίας ήταν ένα από τα «περιθωριακά στοιχεία» που «εκτοξεύουν το μίσος τους» και επικρίθηκε από την κυβέρνηση της Νορβηγίας για αυτό το σχόλιο. Στην πραγματικότητα, το κόμμα της Προόδου ήταν μέρος του κυβερνητικού συνασπισμού. Ο ατυχής υποψήφιος αποσύρθηκε από την εξέταση της Γερουσίας αφού προκάλεσε απογοήτευση στους Νορβηγούς - Αμερικανούς και κέρδισε απλώς γελοιοποίηση στο σόου του γνωστού δημοσιογράφου του CNN Άντερσον Κούπερ, καθώς και στο The Daily Show του Τζον Στιούαρτ. Τώρα παίρνει ένα πόστο που, όπως υποστηρίζουν οι επικριτές του, δεν του αξίζει», καταλήγει ο Guardian.
Ο Μπρετ Μπρούεν, ο οποίος ήταν διευθυντής διεθνών σχέσεων του Λευκού Οίκου επί προεδρίας Ομπάμα, θυμάται την πρώτη επίθεση με στόχο τον Τσούνη ως «χαμό». Τον «έσκισε σε κομμάτια» ο γερουσιαστής Τζον Μακέιν, είπε: «Η ιδέα ότι έχει μια δεύτερη ευκαιρία απλώς, εντελώς, με σοκάρει γιατί στους σοβαρούς κύκλους των διεθνών υποθέσεων είναι αγαπημένο θέμα χιουμοριστικών συζητήσεων.
«Λοιπόν γιατί να στείλουν σε μια σημαντική χώρα όπως η Ελλάδα – σε μια επικίνδυνη στιγμή – να μας εκπροσωπήσει εκεί κάποιος που στα μάτια των περισσότερων ειδικών της εξωτερικής πολιτικής δεν μπορεί να κρατήσει σταθερά το τιμόνι και δεν αξίζει να είναι πρεσβευτής ούτε στην ...Ουλάν Μπατόρ, πόσω μάλλον στην Αθήνα;»
Διατηρεί δεσμούς με Ελλάδα, ελληνοαμερικανούς και Εκκλησία
«Ο Τσούνης έχει ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα, με την ελληνοαμερικανική κοινότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες και με την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα πολλές φορές και έχει μεγάλη οικογένεια εκεί», είπε εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου όταν ρωτήθηκε για την συγκεκριμένη υποψηφιότητα. Δικηγόρος, επιτυχημένος επιχειρηματίας στην οικιστική ανάπτυξη και φιλάνθρωπος, ο Τσούνης έχει δωρίσει τόσο στους Δημοκρατικούς όσο και στους Ρεπουμπλικάνους, περισσότερα από 1,3 εκατομμύρια δολάρια (κάνοντας αρχή με τον Ομπάμα το 2012).
Για την Αθήνα, αποτελεί ένα ερώτημα εάν αυτές οι σχέσεις που διατηρεί με τον ελληνισμό ο (πιθανότατα) νέος αμερικανός πρέσβης στην χώρα μας θα αποδειχθούν πλεονέκτημα. Στο παρελθόν, όταν έγινε μία επιλογή με παρόμοια χαρακτηριστικά ως προς την καταγωγή, το αποτέλεσμα υπήρξε πολύ θετικό: ο Μάικλ Σωτήρχος θεωρείται ένας από τους καλύτερους πρέσβεις των ΗΠΑ που έχουν περάσει από την Ελλάδα.
Foreign Policy: Συγκοινωνούντα δοχεία δωρητές - διπλωμάτες
Το Foreign Policy, από τα φόρουμ που μεταφέρουν παραδοσιακά τις απόψεις ισχυρών αμερικανικών διπλωματικών κύκλων, ασκεί κριτική στον Λευκό Οίκο, επιμένοντας ότι λειτουργεί στην πράξη ένας «αγωγός που οδηγεί τους δωρητές στις θέσεων πρεσβευτών και αυτό συνεχίστηκε υπό τον Μπάιντεν».
«Η Κόνστανς Μιλστάιν, πλούσια επιχειρηματίας του real estate και φιλάνθρωπος της Νέας Υόρκης, έδωσε 725.000 δολάρια σε μια επιτροπή συγκέντρωσης κεφαλαίων για την εκστρατεία του Μπάιντεν λίγο μετά το Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών του 2020. Αυτόν τον μήνα, ο Μπάιντεν την ανακοίνωσε ως υποψήφια πρεσβευτή του στη Μάλτα. Η Μάργκαρετ Γουίτμαν, πρώην διευθύνουσα σύμβουλος της Hewlett Packard, του eBay και της αποτυχημένης νεοφυούς επιχείρησης πολυμέσων Quibi, προτάθηκε ως πρεσβευτής του Μπάιντεν στην Κένυα αυτόν τον μήνα. Η Γουίτμαν δώρισε περισσότερα από 500.000 δολάρια στην προεδρική εκστρατεία του Μπάιντεν και στις επιτροπές συγκέντρωσης κεφαλαίων», σημειώνει το Foreign Policy.
Ορισμένα πρόσωπα που τοποθετούνται απευθείας με πολιτικό διορισμό, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων δωρητών, μπορούν να καταλήξουν να διαχειρίζονται πρεσβείες και να διαδραματίζουν κεντρικούς ρόλους στην προώθηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, ενώ έχουν στενότερες διασυνδέσεις με τον στενό κύκλο του προέδρου από ό,τι οι διπλωμάτες καριέρας - κάτι που εκτιμούν τα ξένα κεφάλαια, επισημαίνει με νόημα το FP.
πηγές: Foreign Policy, The Guardian