Τα τελευταία χρόνια προβάλλεται μια νέα τάση στις παγκόσμιες τάσεις κατανάλωσης και αφορά την αύξηση στις πωλήσεις των βιβλίων. Η παγκόσμια αγορά του βιβλίου ανέρχεται σήμερα σε 143 δις δολάρια και εκτιμάται ότι θα αυξάνεται κατά 2,2% ετησίως1. Μάλιστα έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι τα περισσότερα βιβλία παράγονται και πωλούνται κατά σειρά προτεραιότητας (στις πέντε πρώτες θέσεις) στις ΗΠΑ, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Γερμανία και την Ινδία (που παρεμπιπτόντως πήρε τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου)2. Ένα άμεσο συμπέρασμα είναι ότι οι παγκόσμιοι ηγέτες στην οικονομία είναι και οι παγκόσμιοι ηγέτες στην παραγωγή και πώληση βιβλίων, με μάλιστα ενδεικτική την αντικατάσταση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ινδία στην πέμπτη θέση. Κοινώς η φιλαναγνωσία συσχετίζεται με τη δύναμη μιας οικονομίας; Πιθανώς. Ωστόσο, υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι που η ανάγνωση ενός βιβλίου επανέρχεται ως στάση ζωής και άρα ως δυναμική αγορά.
Ο πρώτος λόγος, αν και όχι ο πιο σημαντικός, έχει και αυτός την ουσία του. Σε έναν κόσμο αποϋλοποίησης, η επαφή με την ύλη και μάλιστα με το χαρτί (από την αίσθηση της αφής μέχρι το θρόισμα της σελίδας που γυρνάει) προσφέρουν μια πρωτόλεια εμπειρία στον άνθρωπο, βαθιά συνδεδεμένη με τη διαδικασία της μάθησης. Η επαφή με την ύλη και το πρωτότυπο αποτελεί μια τάση που έχει αναγνωρισθεί και στην αναγέννηση της αγοράς των δίσκων βινυλίου. Για πρώτη φορά, μετά από δεκαετίες, από τη μαζική εμφάνιση των οπτικών δίσκων της δεκαετία του 1990, οι δίσκοι βινυλίου ξεπέρασαν τους οπτικούς δίσκους σε πωλήσεις. Ο κόσμος αναζητά την αυθεντικότητα σε έναν κόσμο απτό και όχι άυλο.
Ο δεύτερος λόγος είναι πιο ουσιαστικός και έχει να κάνει με τον κορεσμό του μέσου θεατή από ανούσιες διαφημίσεις και περιεχόμενο. Όταν ξεκίνησε η επανάσταση του διαδικτύου, εκπληκτικά άρθρα γράφονταν για τις νέες δυνατότητες του μέσου και πώς θα εκτόξευαν τη δημιουργικότητα και την κοινωνική αλληλεπίδραση. Ιδιαίτερα, η έκρηξη των σόσιαλ μίντια, από το 2008 και έπειτα, εξέπληξε τους πάντες. Ήταν η εποχή που οι μεγάλες εταιρείες του διαδικτύου προσλάμβαναν ειδικούς για να τους εξηγήσουν πως στο καλό θα βγάλουν έσοδα (monetization experts) από τα νέα μέσα καθώς δεν είχαν ιδέα για το πως να το υλοποιήσουν. Η εποχή εκείνη είχε μια γνησιότητα και ένα ενδιαφέρον εξερεύνησης. Σταδιακά όμως όλο αυτό το πανηγύρι ξέπεσε σε εμποροπανήγυρη. Ως ένα τεράστιο ανατολίτικο μικροπάζαρο, χωρίς όμως την αυθεντικότητα και τη μαγεία του πραγματικού, όλοι οι διαδικτυακοί δρώντες μετατράπηκαν σε μικροπωλητές. Η αυθεντικότητα της πραγματικής και αφιλτράριστης επικοινωνίας μετατράπηκε σε ένα ψεύτικο προφίλ επικοινωνίας που στο τέλος της ημέρας κάποιος προσπαθεί να σου πωλήσει κάτι. Αυτή η τάση επεκτάθηκε σε όλες τις μορφές των διαδικτυακών εφαρμογών. Πλέον, για να χρησιμοποιήσεις μια εφαρμογή ή να διαβάσεις ένα άρθρο, βομβαρδίζεσαι από δεκάδες διαφημιστικά μηνύματα και κάνεις ασκήσεις αποφυγής και κλεισίματος παραθύρων. Στο τέλος της ημέρας το ίδιο το διαδικτυακό κείμενο, που προσπαθεί κάποιος να διαβάσει, αποκαλύπτεται ότι δεν άξιζε το χρόνο που του αφιέρωσε καθώς είναι κακογραμμένο ή ακόμα χειρότερα προπαγανδιστικό. Αντίθετα, ένα βιβλίο προσφέρει άμεση και επικεντρωμένη επαφή με την γνώση, την αφήγηση ή την πληροφορία που προσπαθεί να προσφέρει ο συγγραφέας στον αναγνώστη.
Η παραπάνω διαπίστωση μας οδηγεί στον τρίτο λόγο που συνδέεται με την αύξηση της πώλησης βιβλίων και έχει να πραγματευθεί με την αυθεντικότητα και την ουσία του περιεχομένου. Ο διαπρεπής φυσικός Νιλ Ντε Γκρας Τάισον διατύπωσε την άποψη ότι λόγω της ευρείας διάδοσης της Τεχνητής Νοημοσύνης και της δύναμης πλέον των fake news, το Διαδίκτυο έχει απωλέσει την αξιοπιστία του σε καθολικό βαθμό. Ο μόνος τρόπος για να ισχυρισθεί κάποιος ότι μια είδηση ή ένα γεγονός είναι αληθινό είναι να αναφέρεται σε μια αξιόπιστη πηγή. Ξαναγυρνάμε στους εξπέρ οι οποίοι όμως δεν εκφράζονται μέσα από σορτ στόρις και βίντεο αλλά μέσα από ογκώδη και πολυσέλιδα βιβλία. Γιατί εκεί έχουν τον τρόπο και τον χώρο να αναπτύξουν τον πλήρη συλλογισμό τους. Οπότε αν θέλουμε ανθρώπους με ολοκληρωμένο τρόπο σκέψης τότε θα τους βρούμε μόνο ανάμεσα στους συγγραφείς βιβλίων και όχι στους δημιουργούς διαδικτυακών βίντεο. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ένας συγγραφέας μπορεί να περάσει χρόνια μέχρι να ολοκληρώσει τη συγγραφή του βιβλίου του. Αντίθετα η συντριπτική πλειοψηφία του διαδικτυακού υλικού που κυκλοφορεί είναι πρόχειρα και γρήγορα φτιαγμένο και έχει σκοπό να έλξει την προσοχή και όχι να επικοινωνήσει ουσιαστική πληροφορία.
Επιπρόσθετα, το συνεχόμενο zapping ανάμεσα σε ηλεκτρονικά άρθρα και βίντεο μειώνει σημαντικά τη δυνατότητα συγκέντρωσης και την ίδια τη μνήμη των χρηστών3. Για αυτό και πλέον περιορίζονται οι οθόνες (τάμπλετ, υπολογιστές, κλπ.) από τα ανεπτυγμένα εκπαιδευτικά συστήματα του κόσμου, όπως το Φινλανδικό4. Αλήθεια έχετε παρατηρήσει πως αντιδρά ένα μικρό παιδί όταν προσπαθείτε να του πάρετε μια οθόνη από τα χέρια του, ιδιαίτερα αν βλέπει ολιγόχρονα (σορτ) βίντεο; Οι ειδικοί συγκρίνουν την αντίδραση του παιδιού με αυτή ενός εθισμένου ατόμου σε ουσίες ενώ οι συνέπειες της αλόγιστης χρήσης του Διαδικτύου, ως προς την υγιή ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών ερευνώνται, με ανησυχητικές ενδείξεις (πχ: τη μείωση της πυκνότητας της φαιάς ουσίας σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου5). Ως εκ τούτου δεν εκπλήσσει η τάση απομάκρυνσης των ανθρώπων από την υπερπληροφόρηση που προσφέρει η υπερέκθεση στο διαδίκτυο. Αντίθετα, το βιβλίο προσφέρει μια ολοκληρωμένη εμπειρία ανάγνωσης που βοηθάει στη συγκέντρωση. Δίχως άλλο η «αναγνωστική εμπειρία είναι η εμπειρία της συνειδητής ονειροπόλησης»6 την οποία χρειάζεται ο άνθρωπος να εξασκεί ώστε να μπορεί να χρησιμοποιεί τη φαντασία και το λογισμό του δημιουργικά.
Σε συνέχεια του παραπάνω, σημαντική διαπίστωση αποτελεί η έκπτωση των γλωσσικών δεξιοτήτων του μέσου ανθρώπου. Η σύντμηση των λέξεων και η επικοινωνία μέσω οπτικών συμβόλων συμβάλει στη φτωχοποίηση της γλώσσας. Εντύπωση για παράδειγμα προκαλεί η είδηση ότι η εταιρεία Mattel θα προωθήσει μια νέα έκδοση του πασίγνωστου παιγνιδιού λέξεων Scrabble που θα είναι πιο προσιτή στους λιγότερο επιδέξιους χρήστες της γλώσσας7. Καλλιεργείται άραγε μια ολόκληρη νέα γενιά που δεν γνωρίζει πλέον τον ορισμό βασικών εννοιών και δεν κατανοεί τα κείμενα που διαβάζει; Είναι αλήθεια ότι οι συγγραφείς μεταξύ άλλων δίνουν πνοή σε μια γλώσσα. Είναι τόσο επιδέξιοι χειριστές των λέξεων όσο και οι ίδιοι αποτελούν γλωσσοπλάστες. Το λογισμικό των ανθρώπων είναι οι έννοιες που ενυπάρχουν στη σκέψη μας και αυτές αναπτύσσονται μέσω της πράξης, της αλληλεπίδρασης με άλλους ανθρώπους αλλά κυρίως μέσω της άσκησης του μυαλού. Και η πιο ενεργή άσκηση του μυαλού δεν είναι άλλη από την ανάγνωση κειμένων που έχουν γραφεί από φωτισμένους συνανθρώπους μας.
Η φτωχοποίηση της επικοινωνίας είναι ανησυχητικό φαινόμενο καθώς η αδυναμία λεκτικής έκφρασης οδηγεί στη μη λεκτική έκφραση που συνήθως είναι σωματική και εύκολα καταλήγει στη βία. Η αύξηση της βίας είναι φαινόμενο που συνδέεται με την αδυναμία της επικοινωνίας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ορθή χρήση των λέξεων είναι αυτή που μας βοηθά να διατυπώνουμε με ακρίβεια ένα πρόβλημα και επομένως να βρίσκουμε και τη λύση του. Αν δύο άτομα δεν μπορούν να διατυπώσουν με τις ίδιες λέξεις ένα πρόβλημα που θέλουν να λύσουν τότε η επόμενη διέξοδος είναι ο πρωτογονισμός.
Επίσης, μια κοινή διαπίστωση των ψυχιάτρων και ψυχολόγων είναι ότι η ανάγνωση καλών βιβλίων αποτελεί η ίδια βασική παράμετρο ενός ψυχολογικά ισορροπημένου ατόμου. Μάλιστα η διαδικασία της φιλαναγνωσίας μπορεί να συγκριθεί με την ψυχανάλυση. Οι ίδιοι οι συγγραφείς είναι μελετητές της ανθρώπινης ύπαρξης, έχουν ταλέντο στο να αφουγκράζονται και να παρατηρούν την ανθρώπινοι συμπεριφορά και αποκαλύπτουν τα ελατήρια των ανθρώπινων πράξεων μέσω της αφήγησης.
Οι παραπάνω λόγοι ίσως εξηγούν τη διακρινόμενη αύξηση της φιλαναγνωσίας. Ο κόσμος εισέρχεται σε ένα στάδιο ωριμότητας ως προς τη χρήση των media και έχει ανάγκη να εξισορροπήσει το χρόνο που περνά μπροστά σε μια οθόνη με πιο ουσιαστικές ενασχολήσεις. Ο χρόνος θα δείξει.
Αντί επιλόγου, θα ήθελα να διατυπώσω δύο σχόλια. Το πρώτο αποτελεί μια διαπίστωση ως προς το χρέος όλων μας προς την κοινωνία και τη δημοκρατία. Αυτό το χρέος δεν είναι άλλο από το να αναπτύξουμε τους εαυτούς μας σε καλύτερες εκδοχές και να προσφέρουμε στους γύρω μας τη δυνατότητα μιας πιο ουσιαστικής και πηγαίας ανθρώπινης επαφής. Αυτό δεν μπορεί να γίνει μέσω της μη προσπάθειας ανάπτυξης των πνευματικών δεξιοτήτων μας.
Το δεύτερο σχόλιο βασίζεται σε μια συνέντευξη του δημοφιλή δημιουργού της ηλεκτρονικής μουσικής Ζαν Μισέλ Ζαρ. Ο ιδιαίτερα δημοφιλής αυτός καλλιτέχνης, που τη δεκαετία του 1980 καθήλωνε ολόκληρες μεγαλουπόλεις (στην κυριολεξία) με τις εντυπωσιακές εμφανίσεις του, ρωτήθηκε σε μια συνέντευξη γιατί δεν χρησιμοποιούσε τα τελευταίας τεχνολογίας συνθεσάιζερ για να συνθέσει τη μουσική του αλλά παλαιότερα μηχανήματα. Η απάντηση του ήταν ότι σκοπός τους δεν ήταν να κυριαρχηθεί από την τεχνολογία αλλά να κυριαρχήσει αυτός την τεχνολογία, να βρει τα όρια της και να τα ξεπεράσει με τη δημιουργικότητα του. Αντίθετα τα νέα μηχανήματα επιβάλλονται στη δημιουργικότητα του. Ως εκ τούτου το ίδιο μπορεί να λεχθεί για την τεχνολογία του διαδικτύου. Πλέον εισερχόμαστε σε μια φάση ωρίμανσης ως προς αυτήν. Καταλαβαίνουμε τί είναι αληθινό και αξιόλογο και τί όχι. Οι άνθρωποι θέλουν να δημιουργήσουν και να εξελιχθούν. Έχουν νέα εργαλεία στο χέρι τους. Πρέπει να μάθουν να τα χρησιμοποιούν μαζί με τα παλαιά και όχι χωρίς αυτά.