Ο Αυστριακός Klaus Waldeck σπούδασε νομικά και ειδικεύτηκε σε θέματα πνευματικών δικαιωμάτων αλλά εντέλει δεν δίστασε να εγκαταλείψει την επιτυχημένη δικηγορική καριέρα του για χάρη της μουσικής και πιο συγκεκριμένα των electronica παραγωγών που έκανε από νεαρή ηλικία χρησιμοποιώντας μόνον το επώνυμο του. Έκτοτε ασχολείται με την δεύτερη έχοντας κυκλοφορήσει - από το ’96 που ξεκίνησε με ένα EP - πέντε albums, άπαντα χρησιμοποιώντας την ίδια μεθοδολογία, την «επανεπεξεργασία» ιδιωμάτων του παρελθόντος με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα ώστε να καταλήγει σε ένα διαχρονικό αλλά ταυτόχρονα και απολύτως σημερινό αποτέλεσμα.
Η τελευταία εργασία του, το «Atlantic Ballroom» που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο, με τους «νωχελικούς» στην πλειοψηφία τους ρυθμούς και την αισθησιακή φωνή της θαυμάσιας ερμηνεύτριας Patricia Ferrara η οποία συμμετέχει στα περισσότερα tracks είναι ένα από τα πλέον ταιριαστά ακροάματα για την περίοδο των Εορτών! Ο Waldeck μου μίλησε για το πως είναι και πως λειτουργεί ένας παραγωγός της downtempo electronica σήμερα αλλά και διαχώρισε με έμφαση τον εαυτό του από την ανάλογη λεγόμενη «σκηνή της Βιέννης», τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν.
Πολλοί μουσικοί της electronica είχαν ή και έχουν ακόμα καθημερινές δουλειές από τις οποίες βιοπορίζονται αλλά εσύ είσαι μάλλον ο μοναδικός που είχες μια επιτυχημένη καριέρα ως δικηγόρος και την εγκατέλειψες για να αφοσιωθείς σε αυτό που αρχικά φαινόταν να είναι ένα «επαγγελματικό χόμπι», δηλαδή το να κάνεις μουσική. Πόσο δύσκολο ήταν το να πάρεις αυτή την απόφαση;
Σίγουρα δεν ήταν εύκολη απόφαση. Οταν διαπίστωσα ότι η μουσική μου γνώριζε επιτυχία στη Γαλλία επιβεβαίωσα ότι ήταν αρκετά καλή για τη διεθνή αγορά. Από την άλλη από την στιγμή που η μουσική έγινε επάγγελμα για εμένα έπρεπε να παλέψω για να διατηρήσω το ίδιο συναίσθημα που είχα όταν ήταν ένα περισσότερο και από αγαπημένο χόμπι. Παράλληλα είχα ιδρύσει την δική μου δισκογραφική εταιρεία, την Dope Noir Records και μιαν εταιρεία διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων στη δισκογραφία. Οι δραματικές αλλαγές που έχουν συμβεί στη μουσική βιομηχανία τα τελευταία χρόνια με κάνουν μερικές φορές να αναρωτιέμαι αν η απόφαση μου ήταν σωστή. Ομως είναι πολύ αργά πια για να την αλλάξω… (γέλια)
Το ότι έκανες μαθήματα κλασικού πιάνου όταν ήσουν παιδί σε βοήθησε με οποιονδήποτε τρόπο όταν άρχισες να κάνεις μουσική ή τελικά δεν είχαν καμία επίδραση σε εσένα και θα έκανες ό,τι κάνεις είτε είχες σπουδάσει πιάνο είτε όχι;
Δύσκολη ερώτηση...Πιθανότατα δεν θα είχα γίνει μουσικός αλλά πάλι ποιος να ξέρει πώς θα τα έφερνε η ζωή;
Υποθέτω ότι το να μετοικίσεις στην Αγγλία σε αρκετά νεαρή ηλικία δεν ήταν ό,τι ευκολότερο. Από την στιγμή όμως που πήρες αυτή την απόφαση και ήσουν εκεί όπου συμβαίνουν τα πάντα αναφορικά με την μουσική την οποία κάνεις τι σε έκανε να επιστρέψεις στην Αυστρία;
Πήγα στο Λονδίνο αποκλειστικά για να ολοκληρώσω το διδακτορικό μου στα νομικά το οποίο είχε σαν θέμα «Το sampling στην μουσική βιομηχανία σήμερα». Ήξερα λοιπόν από την αρχή ότι η παραμονή μου στη Βρετανία δεν θα διαρκούσε πολύ.
Αισθάνεσαι – ή τουλάχιστον αισθανόσουν όταν ακόμα υπήρχε - τμήμα της αυστριακής downtempo σκηνής μαζί με τους Kruder & Dorfmeister και άλλα ανάλογα ονόματα ή πάντα έκανες και εξακολουθείς να κάνεις κάτι απόλυτα προσωπικό;.
Σαφώς το δεύτερο, πάντα έκανα και συνεχίζω να κάνω κάτι προσωπικό. Τα τελευταία χρόνια συμβαίνει το ίδιο με εμένα και τον Parov Stelar, όλοι με συσχετίζουν μαζί του όμως τον έχω συναντήσει μόνο μια φορά και κατά τη γνώμη αυτό που κάνω είναι πάρα πολύ διαφορετικό από ό,τι κάνει εκείνος.
Υπήρχαν πάντως κάποιοι παραγωγοί ή ονόματα που σε επηρέασαν στο ξεκίνημα σου ή ακολουθούσες μόνο την δημιουργική παρόρμηση σου;
Όταν ξεκινούσα στα μέσα της δεκαετίας του ’90 άκουγα πολύ ονόματα του trip hop όπως οι Massive Attack και Portishead. Νομίζω ότι οι πρώτες μου παραγωγές που ήταν σε ανάλογο ύφος πιθανότατα είχαν επηρεαστεί από αυτά τα γκρουπ.
Πιστεύεις ότι η σκηνή της electronica είναι κάτι που ανήκει στην δεκαετία του ’90, το πολύ και στις αρχές αυτής του ’00 και απλά συνεχίζει, ίσως και από κεκτημένη ταχύτητα ή εξακολουθεί να είναι το ίδιο καινούρια, ανανεωτική και ζωτική όσο ήταν και τότε;
Πριν από όλα θέλω να τονίσω ότι δεν θεωρώ τον εαυτό μου μουσικό της electronica, όχι πια τουλάχιστον. Το ενδιαφέρον μου έχει πλέον μετατοπιστεί από την electronica στη jazz και το blues. Θα δεχτώ ότι εξακολουθώ να επηρεάζομαι από τον αμιγώς ηλεκτρονικό ήχο αλλά το να περιορίσεις την μουσική μου στο πλαίσιο της electronica δεν θα ήταν σωστό. Η μουσική του τελευταίου δίσκου μου έχει πολύ μεγαλύτερη σχέση με συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής όπως οι Henry Mancini, Lalo Schiffrin και John Barry παρά με τους Kruder & Dorfmeister.
Εχουν περάσει μόλις δύο χρόνια από το προηγούμενο album σου, το «Gran Paradiso» αλλά ανάμεσα σε εκείνο και το προηγούμενο του μεσολάβησαν εννέα ολόκληρα χρόνια. Γιατί πέρασε τόσος καιρός χωρίς να κυκλοφορήσεις νέα εργασία τότε;
Πέρασα μια μεγάλη περίοδο δημιουργικής δυστοκίας...αστειεύομαι. Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα είναι ότι είχα πάρα πολλές ιδέες και δεν μπορούσα να επικεντρωθώ σε μία. Επίσης δεν ήθελα να κάνω κάτι παρόμοιο με το «Ballroom Stories» γιατί η πίεση του να συνεχίσω στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση ήταν πολύ μεγάλη. Έτσι αποφάσισα να δημιουργήσω ένα νέο concept που ονόμασα «σπαγγέτι και γουέστερν» αλλά δυστυχώς δεν είχε τόση επιτυχία όσο πίστευα ότι θα έχει. Ισως επειδή ο κόσμος περίμενε κάτι διαφορετικό ή γιατί ήταν στα ιταλικά…
Το «Atlantic Ballroom» είναι μια συνέχεια ή ίσως «απάντηση» στο «Ballroom Stories» ή είναι απλή σύμπτωση ότι υπάρχει η ίδια λέξη στους τίτλους αμφοτέρων;
Ναι, θα μπορούσε να το θεωρήσεις ένα είδος συνέχειας του «Ballroom Stories» αν και εστιάζει περισσότερο στο blues, την jazz και τα κινηματογραφικά soundtracks της δεκαετίας του ’60. Από την άλλη όμως υπάρχει και λίγο swing…
Ποιες θα έλεγες ότι είναι οι κυριότερες διαφορές αλλά και τι κοινό ίσως έχουν το νέο album και το «Gran Paradiso»;
Η κυριότερη διαφορά είναι φυσικά ότι βασίζονται σε διαφορετικά ιδιώματα από την άλλη όμως προσπαθώ να δημιουργήσω μιαν ιδιαίτερη νοσταλγική αίσθηση και νομίζω ότι αυτό φαίνεται σε αμφότερα τα albums.
Υπάρχει κάτι που σε γοητεύει ιδιαίτερα στο swing, τον ρυθμός και συνολικά το ιδίωμα ή απλά το βρίσκεις ενδιαφέρον από μουσικής πλευράς να δουλεύεις με αυτό ως βάση;
Περισσότερο από όλα είναι θέμα συγκυρίας. Ο κόσμος με συσχετίζει με το swing και το electro swing και στην Wikipedia με αποκαλούν έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτού του ιδιώματος. Τιμή μου μεν αλλά ποτέ δεν πίστεψα ότι το «Ballroom Stories» ήταν μόνον electro swing, για την ακρίβεια υπάρχουν σε αυτό επιρροές από αρκετά άλλα ιδιώματα όπως το tango, το ska και το dub.
Βλέπεις αυτό που κάνεις, συνολικά και ιδιαίτερα σε αυτόν τον δίσκο, σαν μια «επανερμηνεία» και «επανασυναρμολόγηση» του swing και άλλων ιδιωμάτων του παρελθόντος για τον νέο αιώνα ή ως κάτι εντελώς καινούριο και διαφορετικό;
Δεν πιστεύω ότι είναι εντελώς καινούριο αλλά αναμφίβολα προτιμώ την μουσική που δεν είναι εντελώς νέα αλλά απολαμβάνει κανείς να την ακούει. Ελπίζω ότι το έχω κατορθώσει αυτό με τους του μέχρι τώρα δίσκους μου και δεν είναι το ευκολότερο επίτευγμα.
Και τα επόμενα σχέδια σου, τα άμεσα και ίσως και τα λίγο πιο μακροπρόθεσμα, σχετικά με τους δίσκους που θα ακολουθήσουν;
Δεν ξέρω ακόμα, υπάρχουν πολλές ιδέες στο μυαλό μου...Ισως να κάνω ένα «Balkan Ballroom» ή ακόμα και ένα «Las Vegas Ballroom» σε ύφος ταινίας περιπλάνησης (road movie)! (πολλά γέλια)
Το χιούμορ ολοφάνερα είναι ένα σημαντικό στοιχείο της προσωπικότητας του Waldeck και όχι μόνο βγαίνει στη μουσική του αλλά και είναι από αυτά της προσδίδουν την ιδιαίτερη ταυτότητα της...