Κάπου στα βάθη της Περσίας βρίσκεται μια πόλη διαφορετική από τις άλλες, μια πόλη της οποίας η ατμόσφαιρα είναι μυστηριώδης και μυσταγωγική. Βρέθηκα εκεί ένα βράδυ, ερχόμενη με λεωφορείο από το Σιράζ. Το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν το επιβλητικό και υπέροχα φωτισμένο τζαμί Mesjed e Jame με τα πανέμορφα πλακίδια που το στολίζουν. Την πραγματική ομορφιά της πόλης θα την ανακάλυπτα το πρωί.
Την επομένη, μόλις ξύπνησα απόλαυσα ένα τυπικό ιρανικό πρωινό με πίτες τυρί και λαχανικά κι αφού ήπια στα γρήγορα το τσάι μου, ξεχύθηκα στους δρόμους της μικρής πόλης. Περπάτησα στα στενοσόκακα που περιστοιχίζονται από πλίνθινα χαμηλά σπίτια στο χρώμα της άμμου. Επέτρεψα στον εαυτό μου να χαθεί στα δαιδαλώδη δρομάκια, αντιστεκόμενη διαρκώς στην έμφυτη τάση μου να αγγίξω τους πλίνθινους τοίχους, να τους μυρίσω, να αισθανθώ την υγρασία τους. Βάδιζα ανάμεσά τους χωρίς συγκεκριμένο προορισμό κι ένα δροσερό αεράκι νιώθω να με διαπερνά. Έχω μαγευτεί από την ατμόσφαιρα. Στην πορεία μου δε συνάντησα κανέναν άνθρωπο, θαρρείς να ήμουν ολομόναχη σε μια εγκαταλελειμμένη πόλη. Τίποτα δε προμηνύει τη ζωή γύρω μου, είναι άλλωστε νωρίς. Στο Ιράν οι ρυθμοί είναι χαλαροί και οι πόλεις ξυπνούν μετά τις δέκα το πρωί.
Σε κάθε γωνιά ανακαλύπτω και μια νέα έκπληξη που με κάνει να χαμογελώ : ένας ανεμόπυργος, μια κινστέρνα, ένα σιντριβάνι, ένα σπίτι- ψυγείο. Η Γιαζντ φημίζεται για τις καινοτόμες ιδέες της σχετικά με την ψύξη των τροφίμων που είχαν εφευρεθεί αιώνες πριν, επιτρέποντας στους κατοίκους αφενός να διατηρούν τα τρόφιμά τους κι αφετέρου να διατηρούν δροσερά τα σπίτια τους τα καυτά περσικά καλοκαίρια.
Η βόλτα μου συνεχίζεται ως το μεσημέρι όπου η πόλη έχει ξυπνήσει για τα καλά και βρίσκεται σε έντονη κινητικότητα. Γυρίζω στις υπαίθριες αγορές μαζί με τις υπόλοιπες γυναίκες, συνωστίζομαι κι εγώ με το πλήθος, κι ας δίνω στόχο προσελκύοντας τα βλέμματα πάνω μου. Εδώ οι γυναίκες είναι εμφανώς πιο συντηρητικές σε σχέση με τις πιο μεγάλες πόλεις, επιλέγουν στην πλειοψηφία τους το τσαντόρ και δε καταφέρνω να περάσω απαρατήρητη με τη ροζ μαντίλα μου και την κατάλευκη επιδερμίδα μου.
Η βόλτα μου συνεχίζεται ώσπου σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία της πόλης το μάτι μου πιάνει ένα μικρό μαγαζί όπου ένας ηλικιωμένος κύριος -φιγούρα θαρρείς παρμένη από ταινία του Κιαροστάμι- έπλεκε χειροποίητα σουβενίρ από καλάμι. Πιάσαμε την κουβέντα, μιλάει καλά αγγλικά και μου λέει πως στα νιάτα του ήταν καθηγητής φυσικής. Δε θα ξεχάσω ποτέ τη λάμψη στα μάτια του όταν μου έδειχνε ένα μικρό άλμπουμ στο οποίο φυλούσε χαρτονομίσματα ξένων χωρών. Σα μικρό παιδί που αντλεί χαρά κι από το πιο ασήμαντο παιχνίδι, τοποθέτησε με ευλάβεια στο άλμπουμ του το χαρτονόμισμα που του έδωσα. Αγόρασα δυο ψάθινες καμήλες και μου έκανε δώρο ένα ξύλινο μπουκαλάκι. «Για να μη τον ξεχάσω» , είπε. Πώς θα μπορούσα άλλωστε;
Η Γιαζντ όμως έχει κι άλλον έναν λόγο που την κάνει διάσημη : αποτελεί πόλη ορόσημο για τη θρησκεία του Ζωροαστρισμού, μιας από τις αρχαιότερες εν ενεργεία θρησκείες που υφίσταται εδώ και 2600 χρόνια. Η πόλη έχει πολλούς οπαδούς του ζωροαστρισμού και διαθέτει αμέτρητους τόπους λατρείας για τους πιστούς, επισκέψιμος για το κοινό όμως είναι μόνο ένας. Οι υπόλοιποι απευθύνονται αυστηρά σε θιασώτες. Τι είναι όμως αυτή η θρησκεία που εμείς ευρέως την γνωρίζουμε κυρίως χάρη στο Νίτσε;
Ο Ζωροαστρισμός είναι μια από τις αρχαιότερες εν ενεργεία θρησκείες, που υφίσταται εδώ και 2.600 χρόνια. Είναι μονοθεϊστική θρησκεία και έχει πολλά κοινά με τον ινδουισμό . Πρεσβεύει την ύπαρξη ενός υπερβατικού θεού, του Αχούρα Μάζντα, ο οποίος είναι η αλήθεια, το καλό , και θα επικρατήσει (κάποια στιγμή) απέναντι στο κακό και τότε το σύμπαν θα αναγεννηθεί.
Ο Ζωροάστρης που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να κάνει σε όλη του τη ζωή καλές πράξεις και καλές σκέψεις για να πορευτεί στο δρόμο της αληθινής ευτυχίας. Αυτό που κάνει όμως αυτή τη θρησκεία να ξεχωρίζει και να μας προκαλεί τόσο πολύ το ενδιαφέρον είναι τα δυο ζωοποιά στοιχεία που λατρεύει : τη φωτιά και το νερό. Για χάρη αυτών των ιερών στοιχείων, οι οπαδοί του ζωροαστρισμού αρνούνται να θάψουν ή να κάψουν τους νεκρούς τους για να μη μολύνουν τα στοιχεία αυτά . Τι τους κάνουν λοιπόν; Κουβαλούν τα νεκρά σώματα στους πύργους της σιωπής, όπου τα αφήνουν γυμνά κι εκτεθειμένα να φαγωθούν από τα όρνια… Τάδε έφη Ζαρατούστρα.
Πήρα ένα ταξί που θα με πήγαινε στους επονομαζόμενους πύργους της σιωπής λοιπόν. Η συνεννόηση δεν ήταν εύκολη κι ο οδηγός απεδείχθη λίγο λαμόγιο. Ήταν όμως το μοναδικό αρνητικό συμβάν όλου του ταξιδιού. Ο ήλιος κόντευε προς τη δύση του κι εγώ, μες τη σιωπή μου, πήρα τον ανήφορο για να αντικρίσω την κορυφή των Πύργων και το μακάβριο θέαμα που αυτή μου υποσχότανε.
Στη Γιαζντ ο χρόνος έχει σταματήσει και στους πύργους της σιωπής πέρα από τη σιωπή βασιλεύει ένα περίεργο απόκοσμο συναίσθημα , ίσως αυτό που αφήνει γύρω του ο θάνατος. Αυτά σκεφτόμουν κατά τη μοναχική μου ανάβαση στο λόφο.
Αλλόκοτα συναισθήματα με πλημμύρισαν, ίσως τόσο θανατικό να μην το άντεχα και θέλησα να κατέβω αμέσως. Παράταιρη τελευταία ανάμνηση κάποιες μακρινές εικόνες από σοσιαλιστικού τύπου τεράστιες πολυκατοικίες κι εργοστάσια και στο βάθος ένας πορτοκαλί ήλιος να χάνεται πίσω από τις ξερές απέραντες οροσειρές της Περσίας.