H ανθεκτικότητα εξελίσσεται σήμερα σε σημείο αναφοράς των συζητήσεων και των προτάσεων για την ανάκαμψη της οικονομίας (βλ. πρόσφατο σχέδιο για την ευρωπαϊκή ανάκαμψη/Next Generation EU) με στόχο την αντιμετώπιση απρόβλεπτων και πολλαπλών κρίσεων κλιματικής, υγειονομικής, γεωπολιτικής, τεχνολογικής ή άλλης φύσης (π.χ. κυβερνοκρίσεις). Οι αρχές και τα προοδευτικά εφαρμοσμένα παραδείγματα της βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τη χρήση των τεχνολογιών της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, αποτελούν την πιο άμεση και αποτελεσματική οδό για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας, καθώς δύνανται να προσδώσουν οικονομική σταθερότητα, να διασφαλίσουν συνθήκες διευρυμένης κοινωνικής ευημερίας, να μειώσουν το βαθμό έκθεσης σε εξωτερικούς κινδύνους και να απελευθερώσουν σημαντικούς πόρους για την υποστήριξη επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας, τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων απασχόλησης και τη χρηματοδότηση σύγχρονων κοινωνικών υποδομών.
Στο πλαίσιο αυτό, το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ παρουσιάζει και αναλύει μέσω της HuffPost τα δεδομένα σε τέσσερις κεντρικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, αναδεικνύει διλήμματα και ανταγωνιστικές προσεγγίσεις και καταθέτει σχετικές προτάσεις με στόχο τη σύζευξη βιωσιμότητας, ανθεκτικότητας και κοινωνικής ευημερίας.
Στο αφιέρωμα «Για μια βιώσιμη, δίκαιη & ανθεκτική οικονομία στη μετα-covid19 εποχή: Δεδομένα, διλήμματα και προτάσεις» εξετάζονται οι περιπτώσεις του Τουρισμού (Ι), του Αγροδιατροφικού τομέα (ΙΙ), της Ενέργειας (ΙΙΙ) και της Ψηφιακής οικονομίας (IV).
Πανδημία και επάρκεια τροφίμων: Υφιστάμενη κατάσταση, προβλέψεις και κίνδυνοι
Μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να έχουν εκδηλωθεί περιστατικά μείζονος σημασίας οφειλόμενα στην κρίση του κορονοϊού σε ό,τι αφορά την προσφορά τροφίμων σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό ή εθνικό επίπεδο. Τα παγκόσμια αποθέματα σε βασικά τρόφιμα κρίνονται ικανοποιητικά για το 20201. Η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα εκτιμάται ότι προσαρμόστηκε επιτυχώς στις νέες συνθήκες, εξασφαλίζοντας τον εφοδιασμό σε τρόφιμα2.
Το ζήτημα της επάρκειας τροφίμων χρήζει, ωστόσο, συνεχούς παρακολούθησης και εγρήγορσης εκ μέρους των δημόσιων αρχών, δεδομένου ότι οι υφιστάμενες δυσκολίες από την πλευρά της προσφοράς ενδέχεται να επηρεαστούν από απρόβλεπτους οικονομικούς, κλιματικούς και γεωπολιτικούς παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών στην παραγωγή και τις εφοδιαστικές αλυσίδες, όπως πτωχεύσεις αγροτικών επιχειρήσεων και συγκέντρωση ολιγοπωλιακής δύναμης3, φυσικές καταστροφές, μεταβλητότητα των χρηματιστηριακών τιμών, γεωπολιτικές εντάσεις, εμπάργκο και πολιτικές περιορισμού εξαγωγών αγροτικών προϊόντων. Οι παραπάνω κίνδυνοι ενδέχεται να προκαλέσουν την όξυνση των ανισοτήτων πρόσβασης στη διατροφή.
Διαβάστε επίσης: Ελλάδα 2020. Η χώρα σε διατροφική ομηρία
Επιπτώσεις της πανδημίας στην αγροτική παραγωγή
Πρακτικά, η υγειονομική κρίση μπορεί να προκαλέσει τρεις κατηγορίες προβλημάτων στον αγροδιατροφικό τομέα από την πλευρά τόσο της προσφοράς όσο και της ζήτησης:
Προβλήματα σε εξαγωγές – εισαγωγές
Ελλείψεις εργατικού δυναμικού (π.χ. άφιξη εποχιακών εργαζομένων από το εξωτερικό για τη συγκομιδή και τυποποίηση προϊόντων)
Πτώση της ζήτησης λόγω περιοριστικών μέτρων, της κρίσης στην εστίαση και τον τουρισμό και της μείωσης της ζήτησης από εξαγωγικές αγορές4.
Ο βασικότερος και πιο ορατός, ωστόσο, κίνδυνος που έχει επισημανθεί αφορά τις επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης στο βιοτικό επίπεδο των φτωχότερων και μεσαίου εισοδήματος χωρών και, συνεπώς, την ικανότητα των πληθυσμών τους να έχουν πρόσβαση σε επαρκείς ποσότητες τροφίμων. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), η πανδημία ενδέχεται να αυξήσει τον πληθυσμό που βιώνει συνθήκες υποσιτισμού κατά 83 μέχρι 132 εκατομμύρια άτομα, ανάλογα με το βάθος της παγκόσμιας ύφεσης το 20205. Η όξυνση της διατροφικής κρίσης σε αναπτυσσόμενες χώρες μπορεί να αποτελέσει παράγοντα γεωπολιτικής αστάθειας με δυνητικές επιπτώσεις σε άλλους τομείς και περιοχές του πλανήτη μέσω αλυσιδωτών επιδράσεων (προσφυγική κρίση, ενεργειακός εφοδιασμός, κ.λπ.). Σημειώνεται ότι, με βάση την πρόσφατη ετήσια έκθεση της FAO για το 2019 με αντικείμενο την επάρκεια και ασφάλεια τροφίμων στον κόσμο, 1 στα 10 άτομα (ήτοι 750 εκατομμύρια άτομα) ήταν εκτεθειμένα σε κίνδυνο ακραίας διατροφικής ανασφάλειας (severe food insecurity).
Η επιστροφή της δημόσιας συζήτησης για τη διατροφική ασφάλεια: Η περίπτωση της Ελλάδας
Οι ανωτέρω παράγοντες έχουν επαναφέρει στη δημόσια συζήτηση το ζήτημα της διατροφικής ασφάλειας υπό συνθήκες παγκοσμιοποίησης6. Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα παρουσιάζει από το 1980 ελλειμματικό ισοζύγιο τροφίμων7. Το έλλειμμα ανέρχεται σε 1,174 δισεκατομμύρια ευρώ (στοιχεία 2019), έχοντας σημειώσει σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με τα τέλη της δεκαετίας 2010 (έλλειμμα 2,673 δισεκατομμύρια το 2008), λόγω αξιοσημείωτης αύξησης των εξαγωγών κατά 1,9 δισεκατομμύρια και επιτάχυνσης της θετικής αυτής εξέλιξης στην περίοδο 2015-20198. Αν και η ανοδική αυτή τάση αφορά το σύνολο των βασικών κατηγοριών αγροτικών προϊόντων, αξίζει να υπογραμμιστεί η ιδιαίτερη δυναμική τεσσάρων ειδικότερα κατηγοριών προϊόντων (φρούτα/λαχανικά, ελαιόλαδο, γαλακτοκομικά, κρασί) για δύο λόγους.
Πρώτον, επειδή ο δυναμισμός των εν λόγω προϊόντων εντάσσεται σε μια πορεία επαναπροσανατολισμού των ελληνικών εξαγωγών προς πιο ανεπτυγμένες οικονομικά ευρωπαϊκές χώρες.
Δεύτερον, επειδή τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν σε μεγάλο βαθμό προϊόντα Προστατευμένης Ονομασίας Προέλευσης. Ως αποτέλεσμα, η εν λόγω δυναμική συνάδει με τον στρατηγικό στόχο ενίσχυσης των ποιοτικών χαρακτηριστικών και αύξησης της προστιθέμενης αξίας των ελληνικών προϊόντων και εξαγωγών.
Η Ελλάδα -παρά τον δομικά ελλειμματικό χαρακτήρα του ισοζυγίου της- εκτιμάται ότι δεν συγκαταλέγεται (με τα προ-κρίσης δεδομένα) μεταξύ των χωρών των οποίων η διατροφική ασφάλεια τελεί υπό άμεσο κίνδυνο. Ειδικότερα, με βάση τον Παγκόσμιο Δείκτη Διατροφικής Ασφάλειας (Global Food Security Index) ο εγχώριος γεωργικός τομέας παρουσιάζει -με λίγες εξαιρέσεις- σχετικά καλύτερες επιδόσεις έναντι του μ.ο. 131 χωρών στις τρεις βασικές κατηγορίες υποδεικτών που διαμορφώνουν τον εν λόγω δείκτη9: την προσιτότητα των τροφίμων, τη διαθεσιμότητά τους και την ποιότητα και ασφάλειά τους. Μάλιστα ο υποδείκτης της ποιότητας είναι ο υψηλότερος για την Ελλάδα, γεγονός που χρήζει ιδιαίτερης επισήμανσης:
αφενός σε σχέση με την ικανοποίηση των αυξανόμενων προσδοκιών του πληθυσμού για ποιοτικά και ασφαλή τρόφιμα, ειδικά μετά την πανδημία
αφετέρου ως ένδειξη ενός ισχυρού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, το οποίο η ελληνική οικονομία καλείται να αξιοποιήσει στο πλαίσιο συνεργειών με άλλους κλάδους και υποσχόμενες οικονομικές δραστηριότητες (μεταποίηση/βιομηχανία τροφίμων, εναλλακτικές μορφές τουρισμού).
Οι εν λόγω εκτιμήσεις για τη διατροφική ασφάλεια της χώρας οφείλουν, ωστόσο, να επανεξεταστούν στη βάση των νέων παγκόσμιων δεδομένων και προοπτικών που ανακύπτουν από την υγειονομική κρίση, τις εκτεταμένες κοινωνικοοικονομικές της επιπτώσεις, τις προθέσεις ανάκτησης του ελέγχου σε βασικά αγαθά και στρατηγικές αλυσίδες αξίας που εξαγγέλλονται από ορισμένα κράτη («απο-παγκοσμιοποίηση») και τους δυνητικούς απρόβλεπτους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής.
Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται αναγκαία η εγκατάλειψη τόσο απλουστευτικών σχημάτων που εξισώνουν τη διατροφική ασφάλεια με την έννοια της διατροφικής κυριαρχίας/αυτάρκειας (η οποία παραπέμπει σε πρακτικές απόσυρσης από το διεθνές εμπόριο και οικονομικού απομονωτισμού) όσο και προσεγγίσεων10 που απορρίπτουν εκ των προτέρων κάθε συζήτηση για το θέμα με επίφαση υποθετικές αρνητικές επιπτώσεις κάθε δημόσιας πολιτικής και παρέμβασης.
Συνεπώς, το ζήτημα της διατροφικής ασφάλειας υπό τις νέες συνθήκες που διαμορφώνει η σημερινή κρίση οφείλει να αντιμετωπιστεί στη βάση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και αναγκών κάθε χώρας και των καλών πρακτικών από τη διεθνή εμπειρία, οι οποίες σπανίως στηρίζονται σε μια διχοτομική λογική απόλυτης αυτάρκειας/εξάρτησης από εισαγωγές τροφίμων11. Η ανάγκη μιας ψύχραιμης ανάλυσης στη βάση συγκεκριμένων δεδομένων και στοιχείων είναι απολύτως επείγουσα αν ληφθεί υπόψη η προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης του ευαίσθητου αυτού ζητήματος από συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, τόσο στην κεντρική Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα, που προτάσσουν λύσεις με κεντρικό στοιχείο την εθνική αναδίπλωση12. Οι εν λόγω τάσεις λαμβάνουν χώρα σε μια συγκυρία κατά την οποία η φύση και η συνθετότητα των παγκόσμιων προβλημάτων επιτάσσουν, αντιθέτως, ενισχυμένες διεθνείς συνεργασίες και στρατηγικές στη βάση κοινών αναγκών και αξιών.
Ο ρόλος της τοπικής παραγωγής για την ποσοτική και ποιοτική ασφάλεια τροφίμων
Η σημερινή κρίση έχει επαναφέρει στο προσκήνιο το ρόλο των τοπικών οικονομιών για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας. Η δημιουργία σύνθετων παγκοσμιοποιημένων αλυσίδων αξίας και η εφαρμογή του μοντέλου της λιτής και just-in-time παραγωγής, το οποίο στοχεύει στη μείωση των αποθεμάτων με γνώμονα την αποδοτικότητα, έχουν αυξήσει την τρωτότητα των οικονομιών έναντι φυσικών και άλλων κρίσεων.
Επιστημονικές εργασίες με θέμα τις συνθήκες κατάρρευσης σύνθετων (και αποδοτικών) κοινωνικών συστημάτων εκτιμούν ειδικότερα ότι -σε συνθήκες κρίσης- οι ροές βασικών αγαθών (όπως τα τρόφιμα και η ενέργεια) προς τις πλέον απομακρυσμένες περιοχές του συστήματος τείνουν να υποχωρήσουν ή και να καταρρεύσουν13. Πρόσφατη μελέτη ανέδειξε ότι μόλις το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού μπορεί, για παράδειγμα, να βρει τροφή που έχει παραχθεί εντός μιας ακτίνας 100 περίπου χιλιομέτρων14. Κατ’ επέκταση, η ενίσχυση της τοπικής παραγωγής και η σύντμηση των αλυσίδων αξίας προσεγγίζεται ως ένα σημαντικό στοιχείο ενίσχυσης της ανθεκτικότητας με όρους παραγωγικούς, διατροφικούς και περιβαλλοντικούς. Η υποστήριξη του άτυπου/εναλλακτικού διατροφικού τομέα (προσωπικές καλλιέργειες, καλλιέργειες σε δημόσιες/δημοτικές εκτάσεις κ.λπ.) μπορεί, συνεπώς, να διαδραματίσει θετικό ρόλο σε μια συνολικότερη πολιτική ενίσχυσης της διατροφικής ασφάλειας.
Στρατηγικές, πολιτικές και πρωτοβουλίες της επόμενης μέρας
Συνολικά, η κρίση του κορονοϊού φαίνεται να αναδεικνύει νέες προκλήσεις και ευκαιρίες για την αγροτική πολιτική και παραγωγή. Ξεχωρίζει ειδικότερα μια διττή πρόκληση που έγκειται στη διασφάλιση της διατροφικής ασφάλειας τόσο από ποσοτική άποψη (ενίσχυση επάρκειας σε ορισμένα είδη τροφίμων) όσο και από ποιοτική (ποιότητα, βιοασφάλεια). Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η αναδιοργάνωση του εγχώριου αγροτικού τομέα στη βάση μικρών αλυσίδων αξίας (short-value chain) και η επαναφορά της παραγωγής κοντά στους τόπους κατανάλωσης («επανατοπικοποίηση» παραγωγής) μπορούν να συνεισφέρουν στο μετασχηματισμό προς ένα μοντέλο διαφοροποιημένης παραγωγής προϊόντων ποιότητας και ταυτότητας, γεωγραφικών ενδείξεων και οργανικής γεωργίας, ασφάλειας και πιστοποίησης αλλά και στην ενίσχυση της διατροφικής ασφάλειας με ποσοτικούς επίσης όρους. Ένα αποτελεσματικό και αποδοτικό μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων, το οποίο θα διασφαλίζει υψηλά επίπεδα ανθεκτικότητας και προστασίας του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων (μείωση της κατανάλωσης νερού, ελαχιστοποίηση της ρύπανσης κ.λπ.), καθώς και την ισότιμη πρόσβαση του πληθυσμού σε επαρκή, ασφαλή και ποιοτικά τρόφιμα. Το μοντέλο αυτό θα πρέπει, επίσης, να πετύχει μια βιώσιμη ισορροπία μεταξύ εξαγωγών και εγχώριας διατροφικής ασφάλειας, συνδυάζοντας δηλαδή εξωστρέφεια και στρατηγική αυτονομία. Η μετάβαση σε ένα νέο, αναβαθμισμένο μοντέλο παραγωγής είναι, εξάλλου, κρίσιμη για τη δημόσια υγεία, δεδομένου του επιβεβαιωμένου ρόλου που διαδραματίζουν η βιομηχανική γεωργία και κτηνοτροφία στην εμφάνιση επιδημιών και πανδημιών15. Η βιομηχανική κτηνοτροφία ειδικότερα, λόγω του υψηλού κλιματικού και περιβαλλοντικού της αποτυπώματος, εκτιμάται ότι συντείνει στην όξυνση της κλιματικής αλλαγής, η οποία επίσης συγκαταλέγεται στις βασικές αιτίες διάδοσης υφιστάμενων ή και νέων μεταδοτικών ασθενειών.
Αντί επιλόγου
Οι παραπάνω στρατηγικοί άξονες βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τη Στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής16. Οι ευκαιρίες χρηματοδότησης του σχεδίου της ΕΕ για την ανάκαμψη της οικονομίας (Next Generation EU) επιτάσσουν, συνεπώς, έναν ολοκληρωμένο, ισορροπημένο και σύγχρονο στρατηγικό σχεδιασμό, ικανό να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες και τις ποικιλόμορφες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα οι αγρότες, οι πολίτες-καταναλωτές, οι τοπικές κοινωνίες και η ελληνική οικονομία στο σύνολό της. Ένα σχεδιασμό που απουσιάζει από τις 14 προτάσεις του «Σχεδίου Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία που παρουσιάστηκε στις 27 Ιουλίου 2020».17.
1 FAO (2020), “COVID-19 and the risk to food supply chains: How to respond?”, 29.3.2020. Διαθέσιμο στο: http://www.fao.org/documents/card/en/c/ca8388en.
2 “The global food supply chain is passing a severe test”, The Economist, 9.5.2020. Διαθέσιμο στο: https://www.economist.com/leaders/2020/05/09/the-global-food-supply-chain-is-passing-a-severe-test.
3 Βλ. σχετικά τη ενίσχυση των μεγάλων εταιριών λιανικής πώλησης στο Η.Β. κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Lang, T., Millstone, E., Marsden, T. (2020), “Coronavirus has exposed UK government’s failure to implement a long-term food plan”, The Conversation, 23.4.2020. Διαθέσιμο στο: https://theconversation.com/coronavirus-has-exposed-uk-governments-failure-to-implement-a-long-term-food-plan-136911.
4 Μια λύση για την απορρόφηση της παραγωγής των πληττόμενων καλλιεργειών που έχει προταθεί είναι το κράτος να διαδραματίσει ρόλο ύστατου αγοραστή και τα προϊόντα να διοχετευθούν σε κοινωνικές και κρατικές δομές για την κάλυψη των αναγκών τους.
5 FAO, IFAD, UNICEF, WFP and WHO. 2020. In Brief to The State of Food Security and Nutrition in the World 2020. Transforming food systems for affordable healthy diets. Rome, FAO.Διαθέσιμο στο: http://www.fao.org/documents/card/en/c/ca9699en.
6 Δανάλη, Ε. (2020), «Ελλείψεις τροφίμων, διατροφική ανασφάλεια, ή επειγόντως άλλο μοντέλο γεωργίας και κτηνοτροφίας;», 10.4.2020. Διαθέσιμο στο: https://www.greenpeace.org/greece/issues/diatrofi/10937/elleipseis-trofimon-diatrofiki-anasfaleia-i-epeigontos-allo-montelo-georgias-kai-kthnotrofias/.
7 Sakellaropoulos, S. (2019), Greece’s (un) Competitive Capitalism and the Economic Crisis, Palgrave McMilan.
9 The Global Food Security Index - Greece.
10 Βλ. ενδεικτικά σχετικό άρθρο του Economist “The global food supply chain is passing a severe test”, 9.5.2020. Διαθέσιμο στο:https://www.economist.com/leaders/2020/05/09/the-global-food-supply-chain-is-passing-a-severe-test.
11 Clapp, J. (2017) ‘Food self-sufficiency: Making sense of it, and when it makes sense’, Food Policy 66 (2017) 88–96. Διαθέσιμο στο: https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0306919216305851
12 “Framing Farming – Nationalism, Food Security and Food Sovereignty”, ARC2020, 1.4.2020. Διαθέσιμο στο: https://www.arc2020.eu/framing-farming-nationalism-food-security-and-food-sovereignty/.
13 Bendell, J. (2020), “Why Deep Adaptation needs re-localisation”, 2.11.2019. Διαθέσιμο στο: https://jembendell.com/2019/11/02/deep-adaptation-relocalisation/.
14 Campbell, L. (2020), “Less Than a Third of the World Can Feed Itself From Local Crops, Says Study”, Modern Farmer, 27.4.2020. Διαθέσιμο στο:https://modernfarmer.com/2020/04/less-than-a-third-of-the-world-can-feed-itself-from-local-crops-says-study/.
15 Κασίμης, Χ. (2020), «Γεωργία & κορονοϊός: Προκλήσεις & διδάγματα για Ελλάδα & Ευρώπη», Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, 31.3.2020. Διαθέσιμο στο: https://www.enainstitute.org/publication/%ce%b3%ce%b5%cf%89%cf%81%ce%b3%ce%af%ce%b1-%ce%ba%ce%bf%cf%81%ce%bf%ce%bd%ce%bf%cf%8a%cf%8c%cf%82-%cf%80%cf%81%ce%bf%ce%ba%ce%bb%ce%ae%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%ce%b4%ce%b9%ce%b4%ce%ac%ce%b3%ce%bc/.