Κορονοϊός, μέτρα, πολιτικοί και κοινωνία.
Open Image Modal
Anadolu Agency via Getty Images

Τα ημίμετρα της προηγούμενης εβδομάδας, αλλά και ολόκληρου του προηγούμενου διαστήματος που διανύθηκε από την ανακοίνωση του δεύτερου απαγορευτικού, ήταν αναμενόμενο ότι κάποια στιγμή δε θα απέδιδαν.

Η δε ασυνεννοησία που προέκυψε πρόσφατα μεταξύ των μελών της επιτροπής, όταν μια ολόκληρη κοινωνία περίμενε στωικά στους δέκτες της να ακούσει νέες αποφάσεις που δεν ανακοινώνονταν, κατέδειξε τα όρια των δυνατοτήτων των τεχνοκρατών.

Για να μην είμαστε όμως άδικοι, είναι γνωστό ότι οι τεχνοκράτες κάθε επιστημονικού πεδίου, μαθημένοι σε έναν ορθολογικό τρόπο σκέψης, έχουν την τάση να προσπαθούν να βρουν μοναδικές λύσεις σε προβλήματα βασιζόμενοι σε αξιόπιστα, το δυνατόν, δεδομένα.

Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η Επιστήμη, παγκοσμίως. Τα προβλήματα όμως που ανακύπτουν στον πραγματικό κόσμο, σχεδόν ποτέ δεν έχουν μια και μοναδική λύση, όπως συνήθως συμβαίνει για παράδειγμα, με τα μαθηματικά προβλήματα.

Είναι τόσες πολλές οι μεταβλητές και οι αστάθμητοι παράγοντες, ώστε οποιαδήποτε προτεινόμενη λύση βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στα διαθέσιμα δεδομένα, είναι δυνατό να ανατραπεί εύκολα όταν προκύψουν νέα.

Αυτό ακριβώς παρατηρήθηκε το προηγούμενο διάστημα, όταν ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός βρισκόταν πίσω από τις εξελίξεις, αντιδρώντας σπασμωδικά, αλλά όχι προληπτικά.

Μοιραία λοιπόν, ό,τι μέτρα λήφθηκαν, ανατράπηκαν, αναθεωρήθηκαν ή και ακυρώθηκαν.

Η πολιτική εξουσία βρισκόμενη εμφανώς σε αμηχανία όλο αυτό το διάστημα, παρέμεινε κρυπτόμενη πίσω από τις εισηγήσεις των ειδικών, για να δικαιολογήσει στην κοινή γνώμη τις παλινωδίες που παρατηρήθηκαν.

Η επίκληση κάθε φορά, νέων δεδομένων που προέκυψαν για να δικαιολογήσουν τα νέα ημίμετρα, δεν έπεισαν τους πολίτες που έφτασαν στο σημείο να τα διακωμωδούν ή απλά να τα αγνοούν.

Το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, προεξάρχοντος του επιχειρηματικού κόσμου σε όλους τους κλάδους, υπέμεινε ωστόσο στωικά όλο αυτό το διάστημα τη δοκιμασία των αλλεπάλληλων, αλληλοαναιρούμενων και εν τέλει αναποτελεσματικών, μέτρων.

Σαν έτοιμη από καιρό, ήταν ήδη διατεθειμένη να υποστεί σκληρότερα μέτρα προκειμένου να απαλλαγεί μια και καλή από αυτόν τον εφιάλτη.

Ήδη σε πολλές συζητήσεις που γίνονταν μεταξύ απλών πολιτών, το ενδεχόμενο λήψης τους ήταν παραπάνω από ευπρόσδεκτο.

Αν και στην πρώτη φάση της πανδημίας, ο φόβος ήταν εκείνος που κράτησε τον κόσμο σπίτι του και όχι η πειθώ των επιχειρημάτων, τώρα πια η κοινωνία - το μεγαλύτερο μέρος της τουλάχιστον - αποδεικνύεται ωριμότερη των πολιτικών που καλούνται να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις.

Όλοι θυμόμαστε τις συνεχείς ανταποκρίσεις στην τηλεόραση από την γειτονική μας Ιταλία και εύκολα μπορούμε να αντιληφθούμε το ρόλο που επιτέλεσαν.

Τότε μάλιστα, μπορεί να ήταν και αναγκαία μια τέτοια τακτική, αφού κανείς δε γνώριζε πώς θα αντιδρούσε ο κόσμος και ήδη οι θεωρίες συνομωσίας άρχιζαν να κάνουν την εμφάνισή τους.

Η προβολή της εικόνας της Ιταλίας από τα τηλεοπτικά μέσα, θύμισε κάπως τη συνεχή προβολή των διακυμάνσεων των ασφαλίστρων κινδύνου (CDS) εναντίον της χώρας μας κατά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του 2010. Και τα δύο είχαν ένα κοινό στοιχείο: απευθύνονταν στο ένστικτο, όχι τη λογική, των πολιτών.

Αυτό άλλωστε, παγίως κατευθύνει τις αντιδράσεις σε καταστάσεις κινδύνου. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σήμερα, με την καθημερινή αναφορά από τα τηλεοπτικά μέσα, του πλήθους των κρουσμάτων που σημειώνονται.

Όμως ο κόσμος είναι πολύ πιο ώριμος από αυτό. Δεν του αξίζει τέτοια μεταχείριση.

Οι πολιτικοί από την άλλη, πρέπει να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Αυτούς εξέλεξε ο κόσμος για να διαχειριστούν τις τύχες του, όχι τους τεχνοκράτες.

Και πρέπει να το κάνουν με αίσθηση καθήκοντος, δίνοντας πρώτοι το παράδειγμα και τηρώντας απαρέγκλιτα τα μέτρα που οι ίδιοι επέβαλαν.

Η πρόσφατη απόφαση για ολική απαγόρευση χωρίς επίκληση εισηγήσεων ειδικών, είναι το πρώτο βήμα για την ανάληψη αυτή, ωστόσο δε θα έχει κανένα αντίκρισμα αν δεν ληφθεί μέριμνα για να υλοποιηθεί στην πράξη.

Ο κόσμος από την πλευρά του είναι έτοιμος να ανταποκριθεί γιατί θέλει να τελειώνει, η πολιτική ηγεσία από την άλλη, οφείλει να εγγυηθεί ότι η θυσία του δε θα πάει χαμένη.