Γνωστός στο ευρύ κοινό από το γλυπτό της περίφημης Κοιμωμένης που φιλοτέχνησε στο Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών, για τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη, η οποία έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 18 χρονών, ο Γιαννούλης Χαλεπάς (Πύργος Τήνου, 14 Αυγούστου 1851 - Αθήνα, 15 Σεπτεμβρίου 1938), αποτελεί μία ιδιάζουσα περίπτωση.
Γόνος οικογένειας φημισμένων Τηνίων μαρμαρογλυπτών -ο πατέρας του, Ιωάννης, και ο θείος του είχαν οικογενειακή επιχείρηση μαρμαρογλυπτικής με παραρτήματα στο Βουκουρέστι, την Σμύρνη και τον Πειραιά- ο Γιαννούλης, ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέλφια, είχε έφεση στην μαρμαρογλυπτική και βοηθούσε τον πατέρα του στα έργα που ετοίμαζε για εκκλησίες. Οι γονείς του τον προόριζαν για έμπορο. Ο ίδιος τελικά αποφάσισε να σπουδάσει γλυπτική, πρώτα στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας και έπειτα στην Ακαδημία του Μονάχου, με υποτροφία.
Η πορεία του ωστόσο, διακόπηκε πάνω στην άνθηση του ταλέντου του. Το 1878 εκδηλώθηκαν τα πρώτα συμπτώματα αποκλίνουσας συμπεριφοράς, αφού φαίνεται ότι η διακοπή των σπουδών του και μια ερωτική απογοήτευση στη συνέχεια έπληξαν τον ευαίσθητο ψυχισμό του.
Η σταδιακή επιδείνωση της υγείας του τα χρόνια που ακολούθησαν -άρχισε να καταστρέφει έργα του, ενώ επιχείρησε κατ′ επανάληψη να αυτοκτονήσει- οδήγησε στον εγκλεισμό του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας από το 1888 ως το 1902 και στη διακοπή της εργασίας του για σαράντα ολόκληρα χρόνια αφού, μετά την έξοδό του από το Ψυχιατρείο και την εγκατάστασή του στην Τήνο, ό,τι έπλαθε το κατέστρεφε είτε ο ίδιος είτε η μητέρα του, που φαίνεται ότι θεωρούσε τη γλυπτική υπαίτια για την ασθένεια του γιου της.
Το Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ., παρουσιάζει την έκθεση «Γιανούλης Χαλεπάς: ΔΟΥΝΑΙ και ΛΑΒΕΙΝ», η οποία πραγματοποιείται σε συμπαραγωγή με το Onassis Culture.
Αφετηρία της μεγάλης έκθεσης είναι η πρόσφατη απόκτηση ενός μεγάλου συνόλου γλυπτών και σχεδίων από το Ίδρυμα Ωνάση. Πρόκειται για ένα μέρος της σπουδαίας συλλογής της Ειρήνης και Βασιλείου Χαλεπά, ανιψιών του καλλιτέχνη, οι οποίοι τον Αύγουστο του 1930 τον έφεραν από την Τήνο στην Αθήνα, όπου δημιούργησε περισσότερα από 40 έργα και πάρα πολλά σχέδια στα τελευταία 8 χρόνια της ζωής του (πέθανε 15 Σεπτεμβρίου 1938).
Επρόκειτο για τη σημαντικότερη συλλογή για το έργο και τη ζωή του Χαλεπά, μια και διέσωσε σημαντικά έργα της πρώτης, της δεύτερης και, κυρίως, της τρίτης περιόδου της καλλιτεχνικής του παραγωγής.
Στην έκθεση θα παρουσιαστούν περισσότερα από 150 έργα (γλυπτά, σχέδια, κατάστιχα), 80 από αυτά ανήκουν στη Συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση ενώ τα υπόλοιπα είναι από τη Συλλογή Έργων Τέχνης του Τελλογλείου, την Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, το Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού (ΙΤΗΠ) Τήνου και το Μουσείο Γιανούλη Χαλεπά Πύργου Τήνου αλλά και από ιδιωτικές συλλογές.
Το έργο του Χαλεπά χωρίζεται σε τρεις περιόδους: Η πρώτη περίοδος, 1870-1878, καλύπτει τα νεανικά του χρόνια μέχρι την εμφάνιση της αρρώστιας του. Η δεύτερη περίοδος, 1902-1930, καλύπτει τα χρόνια που έζησε και εργάστηκε στην Τήνο μετά την επάνοδό του από το Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Η τρίτη περίοδος ταυτίζεται με την εποχή που έζησε και δημιούργησε στην Αθήνα, δηλαδή τα χρόνια 1930-1938.
Στην έκθεση δίνεται έμφαση σε θέματα που ο Γιανούλης επέλεξε να δουλέψει σε όλη του τη ζωή: παρουσιάζονται μαζί και οι Μήδειες (μία από κάθε περίοδο), δέκα από τους 12 Σάτυρους και Έρωτα, το Παραμύθι της Πεντάμορφης κ.ά. Εμβληματικό για την περίοδο της Αθήνας είναι το γλυπτό Οιδίπους και Αντιγόνη.
Εξαιρετικά επιτύμβια, αμφίπλευρα έργα, έργα σε σχέση με την αρχαιότητα, πορτρέτα και θέματα με τύπους καθημερινής ζωής, ολοκληρώνουν μια ανανεωμένη διεισδυτική περιδιάβαση στο έργο του. Πρώιμα έργα του στο Βουκουρέστι, καθώς και η ζωή του καλλιτέχνη στην Τήνο και στην Αθήνα, ζωντανεύουν με σπάνιο αρχειακό φωτογραφικό υλικό.
Στην έκθεση αυτή για πρώτη φορά παρουσιάζονται στο κοινό όλα μαζί τα κατάστιχα που σώζονται, με αναφορές και συνδέσεις -όπου υπάρχουν- με έργα της έκθεσης και όχι μόνο. Αναφέρονται στο εργαστήριο του πατέρα του και τη συνεργασία του με άλλους γλύπτες (Δημήτριος Φιλιππότης-Θεριστής σε μάρμαρο, επίσης στη συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση), σε επιτύμβια στο Βουκουρέστι της α’ περιόδου κ.ά. Από τις σελίδες τους προέρχεται ο τίτλος ΔΟΥΝΑΙ-ΛΑΒΕΙΝ, που ταιριάζει με την παραγωγική διαδικασία στη γλυπτική του Γιανούλη (πρότυπα, επιρροές, νέες δημιουργίες).
«Σε όλο το έργο του Γιανούλη, το «αμφίδρομο» δίνω-παίρνω, κατά το ΔΟΥΝΑΙ και ΛΑΒΕΙΝ στα κατάστιχα λογαριασμών της επιχείρησης του πατέρα του, μοιάζει μοιραία να καθορίζει τη διαδικασία της δημιουργικής του πορείας, αποδεικνύοντας τη δύναμη της αμοιβαιότητας στον καλλιτεχνικό τομέα. «Λαβείν», δηλαδή δάνεια, αναφορές, επιδράσεις από έργα του πατρικού εργαστηρίου ή άλλους συνεργαζόμενους καλλιτέχνες (π.χ. αναφορές στον Ξυλοθραύστη του Φιλιππότη ή στο ανάγλυφο Καλλιβούρσου), ή από έργα της αρχαιότητας (προτομή Δημητρίου Πολιορκητή, μικρό κεφάλι κόρης από αττικό επιτύμβιο, Αφροδίτη Άργους κ.ά.), στα οποία στηρίζει συχνά το δικό του, νέο δημιούργημα. Αλλά και «Δούναι», δηλαδή νέα δική του δημιουργία, παραγωγή, στο πατρικό εργαστήριο, όπως η Κοιμωμένη, ο Σάτυρος και ο Έρωτας, το Άγαλμα κόρης (Πύργος Τήνου), το επιτύμβιο της οικογένειας Β. Φωτίου και η σημασία τους για τον Άγγελο στο Βουκουρέστι, τον Άγγελο στο Λεωνίδιο κ.ά. Επίσης, αυτοαναφορές σε έργα της πρώτης περιόδου, αλλά και, αργότερα στην Αθήνα, επιστροφές σε θέματα της Τήνου αναδεικνύουν –παρ’ όλους τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι εξωτερικές δύσκολες συνθήκες της ζωής του– μια έντονη δημιουργικότητα με πληθωρικούς ρυθμούς, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της ωριμότητας, χωρίς σκοπιμότητες, εξωτερικούς συμβιβασμούς σε μόδες, μοντερνισμούς ή τεχνοτροπίες. Στο έργο του μοιάζει τελικά να αποτυπώνονται συμπυκνωμένα οι εσωτερικές διεργασίες ελευθερίας επιλογών και έκφρασης που χαρακτηρίζουν τη γνήσια δημιουργία στην τέχνη» αναφέρει χαρακτηριστικά στο κείμενό της η γενική διευθύντρια του Τελλογλείου Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά.
Τα εγκαίνια θα γίνουν την Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου, στο αμφιθέατρο του Τελλογλείου.