Γιατί αλλάζουν τα σχέδια του ΥΠΟΙΚ για τις επόμενες εξόδους στις αγορές

Άρχισαν οι διαδικασίες για το «άνοιγμα» του 10ετούς ομολόγου που είχε εκδοθεί τον Μάρτιο.
Open Image Modal
ma-no via Getty Images

Αλλαγή σχεδίου με βάση τα νέα δεδομένα κάνουν στο υπουργείο Οικονομικών αναφορικά με το πρόγραμμα έκδοσης ομολόγων και τις επόμενες εξόδους της χώρας στις αγορές. Το νέο τοπίο που έχει δημιουργηθεί στις αγορές ομολόγων και η εμπιστοσύνη που εδώ και κάποιους μήνες δημιουργεί η Ελληνική Οικονομία, φέρνουν χαμόγελα στους επιτελείς του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) με αποτέλεσμα να έχει ήδη ξεκινήσει η διαδικασία για το «άνοιγμα» (reopening) του 10ετούς ομολόγου το οποίο είχε εκδοθεί τον περασμένο Μάρτιο .

Με αυτό τον τρόπο το Ελληνικό Δημόσιο, σχεδιάζει να αντλήσει επιπλέον 1,5 δισ ευρώ, ώστε να ενισχυθεί η ρευστότητα της αγοράς και ειδικότερα του συγκεκριμένου τίτλου και παράλληλα θα μειώσει το κόστος δανεισμού καθώς το επιτόκιο στην έκδοση της 5ης Μαρτίου 2019 ήταν 3,9%, ενώ τώρα ο δανεισμός θα γίνει με τις τρέχουσες αποδόσεις κοντά στο 1,5%.

Νέα δεδομένα

Η αποκλιμάκωση των επιτοκίων σε συνδυασμό με το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους για τα επόμενα χρόνια, αλλά και τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα που υπάρχουν εξαιτίας του «μαξιλαριού» ασφαλείας των 37 δισ ευρώ δίνουν την πολυτέλεια στο οικονομικό επιτελείο να σχεδιάσει τις επόμενες εξόδους στις αγορές χωρίς πίεση.

Ήδη ο προγραμματισμός του 2019 έχει καλυφθεί με τις τρεις εξόδους στις αγορές από το πρώτο εξάμηνο του έτους.  Η ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία επέτρεψε στο Δημόσιο να προχωρήσει σε τρεις εκδόσεις (5ετές, 10ετές, 7ετές), καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο τις χρηματοδοτικές ανάγκες του 2019, οι οποίες έφταναν τα 11 δισ. ευρώ.

Είναι προφανές ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης θα μπορούσε να επιλέξει η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού Δημοσίου να γίνει μόνο από τα 37 δισ ευρώ που υπάρχουν στο «μαξιλαράκι» ασφαλείας.  Ωστόσο, ο στόχος του ΟΔΔΗΧ είναι να επανέλθει η κανονικότητα στα ελληνικά ομόλογα και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την περιοδική έκδοση ελληνικών ομολόγων.

Με αυτό τον τρόπο θα δημιουργηθεί σχέση εμπιστοσύνης με τους επενδυτές, ενώ ταυτόχρονα η ελληνική οικονομία θα αποδείξει ότι μπορεί να δανείζεται πλέον κανονικά από τις αγορές και μάλιστα με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια.  Το γεγονός αυτό, όπως είναι φυσικό, θα ευνοήσει και της επιχείρησης οι οποίες σιγά σιγά βρίσκουν ξανά φθηνό δανεισμό από τις ομολογιακές εκδόσεις.

Ο προγραμματισμός

Μετά και  την τρίτη έκδοση μέσα στο 2019, όπου το Ελληνικό Δημόσιο βγήκε στις αγορές με ένα 7ετές ομόλογο, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δέχθηκε εισηγήσεις σχετικά με τις κινήσεις που θα πρέπει να κάνει στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, καθώς ο σχεδιασμός για το σύνολο του 2019 καλύφθηκε με τις τρεις εκδόσεις του πρώτου εξαμήνου.

Υπήρχαν  αρκετοί οι οποίοι εισηγήθηκαν ότι η Ελλάδα θα πρέπει να «εκμεταλλευτεί»  την ευνοϊκή συγκυρία των ιδιαίτερα χαμηλών επιτοκίων στις αγορές ομολόγων και να προχωρήσει και σε νέα (εκτός προγράμματος) έκδοση ενός ακόμα Ελληνικού τίτλου. Ωστόσο,  τόσο το Υπουργείο Οικονομικών όσο και ο ΟΔΔΗΧ αυτή τη στιγμή εκτιμούν ότι δεν υπάρχει ούτε ανάγκη, ούτε λόγος να προχωρήσει το Ελληνικό Δημόσιο σε μία νέα έκδοση ομολόγου και για αυτό επέλεξαν τη διαδικασία για το «άνοιγμα» (reopening) του 10ετούς ομολόγου το οποίο είχε εκδοθεί τον περασμένο Μάρτιο.

Υπό  αυτές τις συνθήκες τα βλέμματα έχουν στραφεί στην εξυπηρέτηση του χρέους από το 2020 και μετά. Οι χρηματοδοτικές ανάγκες των επόμενων ετών είναι ιδιαίτερα χαμηλές μετά τη συμφωνία που κατάφερε η τότε ελληνική κυβέρνηση στο Eurogroup της 2ης Ιουνίου 2018, μέσω της οποίας μειώθηκε το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους για την επόμενη δεκαετία.

Οι υποχρεώσεις του 2020 φτάνουν τα 6,9δισ ευρώ εκ των οποίων μόνο τα 3δισ ευρώ θα πρέπει να καλυφθούν από «φρέσκο» χρήμα καθώς τα υπόλοιπα 2δισ ευρώ αφορούν έντοκα γραμμάτια τα οποία θα καλυφθούν με νέες αντίστοιχες εκδόσεις και ακόμα περίπου 2δισ ευρώ αφορούν μέρος του ακριβού δανείου από το ΔΝΤ, το οποίο η κυβέρνηση ήδη αποφάσισε να αποπληρώσει πρόωρα.

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το κόστος εξυπηρέτησης χρέους μειώνεται ακόμα περισσότερο από τη μερική πρόωρη αποπληρωμή των ακριβών δανείων προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ),  με την διαδικασία αποπληρωμής να έχει ξεκινήσει μετά και την επιστολή του Υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM),  με την οποία ζητεί να εγκριθεί το αίτημα για την κατ εξαίρεση πρόωρη εξόφληση του ακριβότερου Τμήματος των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας προς το ταμείο.

Ιδιαίτερα χαμηλό είναι το κόστος εξυπηρέτησης και για τα επόμενα χρόνια, καθώς το 2021 λήγουν ομόλογα 4,938 δισ ευρώ, το 2022 ομόλογα αξίας 9,690 δισ. ευρώ, το  2023, οι Ελληνικοί τίτλοι οι οποίοι ωριμάζουν φτάνουν τα 11,733 δισ. ευρώ για να υποχωρήσουν και πάλι στα 9,434 δισ. ευρώ το 2024 και στα 9,247 δισ. ευρώ το 2025.