Υπάρχει κάτι που εάν όχι όλοι, σίγουρα οι περισσότεροι, έχουμε εντοπίσει περιδιαβαίνοντας τις αίθουσες των μεγάλων μουσείων: ότι οι πίνακες ζωγραφικής και ειδικά τα πορτρέτα -μιλώντας για τα αριστουργήματα από την περίοδο της Αναγέννησης, οπότε και ανθεί η προσωπογραφία μέχρι και τον 19ο αιώνα- στερούνται ως επί το πλείστον, ενός βασικού στοιχείου της ανθρώπινης έκφρασης, του χαμόγελου.
Σήμερα αντιλαμβανόμαστε το χαμόγελο ως ένδειξη συμπάθειας, φιλίας, ακόμη και αγάπης. Κατ′ αρχάς θεωρείται σχεδόν απαραίτητη προϋπόθεση στις φωτογραφίες. Ωστόσο, λίγους αιώνες πριν, τα δεδομένα ήταν διαφορετικά.
Όλοι όσοι πόζαραν -ευγενείς, άνδρες και γυναίκες, λόγιοι, στρατιωτικοί, επίσκοποι- απέφευγαν το χαμόγελο κατά τη δημιουργία του πορτρέτου του, για λόγους πρωτίστως -εξόχως πρακτικούς- που αφορούσαν την οδοντοστοιχία. Η στοματική υγιεινή ήταν υπόθεση άγνωστη τω καιρώ εκείνω, συνεπώς το χαμόγελο ήταν μάλλον αποκρουστικό.
Υπάρχει όμως και μία ακόμα πιο απλή επισήμανση. Στις μέρες μας, η πόζα για μία selfie, κρατάει δευτερόλεπτα. Το στήσιμο ενός μοντέλου ήταν (και παραμένει) μία πολύωρη, επίπονη υπόθεση. Μία ελάχιστη ιδέα του τι σημαίνει να ποζάρεις έχουν όσοι θυμούνται την εποχή της φωτογραφικής μηχανής με φίλμ, όταν στο τέλος το χαμόγελο είχε κατά μία έννοια «κρεμάσει» και το στήσιμο έμοιαζε σχεδόν με αγγαρεία.
Εκτός αυτών, ακόμη και στην περίπτωση που ένας ζωγράφος κατάφερνε να πείσει το μοντέλο του να χαμογελάσει θα ήταν ριζοσπαστικό για την εποχή, καθώς κεντρικό θέμα θα ήταν αυτομάτως το χαμόγελο, κάτι που ο εικονιζόμενος (αυτός που πλήρωνε), δεν θα ήθελε, επ′ ουδενί να συμβεί.
Τέλος, αξίζει να επισημανθεί πως, μέχρι τον 17ο αιώνα, στην Ευρώπη, οι αριστοκράτες θεωρούσαν το χαμόγελο (το μισάνοιχτο στόμα που φαίνονται τα δόντια) σε δημόσιο χώρο αλλά και στην τέχνη, ως έκφραση άσεμνης συμπεριφοράς που ταιριάζει στους κατώτερες τάξεις, στους μέθυσους και στους περιπλανώμενους ηθοποιούς των μπουλουκιών.
Οι μόνοι που διαφοροποιήθηκαν ήταν οι Ολλανδοί, οι οποίοι και έφεραν στο επίκεντρο την απεικόνιση της καθημερινότητας με όλα όσα αυτή φέρει.
Ο ζωγράφος της Αναγέννησης Αντονέλο ντα Μεσσίνα ήταν από τους λίγους που συμπεριέλαβε -με συνέπεια- το χαμόγελο στα έργα του. Το έργο του «Πορτρέτο Νεαρού Άνδρα» (περίπου 1470) προηγείται χρονικά της «Μόνα Λίζα» του Ντα Βίντσι, του πιο αινιγματικού χαμόγελου στην ιστορία της Τέχνης, ενώ παραμένει άγνωστο πώς ο Λεονάρντο έπεισε τη Λίζα Γκεραρντίνι, συζύγου του Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο, να του χαρίσει έστω αυτό το μειδίαμα.
Πάντως, το πιο μεγάλο χαμόγελο ο Ντα Βίντσι το κράτησε για το αριστούργημα του «Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής» (περίπου 1513 - 16), παράδειγμα εφαρμογής της τεχνικής του σφουμάτο.
Σχεδόν αμέσως μετά την εφεύρεση της φωτογραφίας στα μέσα του 19ου αιώνα, το φευγαλέο χαμόγελο έγινε τυπικό μέρος του πορτρέτου. Οι σύγχρονοι ζωγράφοι που ασχολήθηκαν με την προσωπογραφία άρχισαν να παρουσιάζουν αυθόρμητα χαμόγελα, με σκοπό να αναδείξουν θέματα, με κοινωνικοπολιτική σημασία.
Όπως και να έχει, το χαμόγελο είναι μία έκφραση με διπλή ερμηνεία. Αυτή της αποκάλυψης και αυτή της απόκρυψης, ένας τρόπος που μας βοηθάει να δούμε τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους διαφορετικά.
Πηγή: CNN