Η αύξηση του αριθμού των εμβολιασμένων ατόμων που μολύνονται από τον κορονοϊό θέτει αμφιβολίες για την μακροχρόνια αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της Covid-19, σύμφωνα με νέες μελέτες, συμπεριλαμβανομένης μίας που διαπιστώνει ότι η προστασία που παρέχει το εμβόλιο BioNTech/Pfizer μειώνεται πιο γρήγορα από εκείνη του εμβολίου της AstraZeneca.
Σύμφωνα με άρθρο της Financial Times, μελέτη του πανεπιστημίου της Οξφόρδης η οποία δημοσιεύθηκε την Πέμπτη, διαπίστωσε ότι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου Pfizer κατά της λοίμωξης που παρουσιάζει συμπτώματα σχεδόν μειώθηκε κατά το ήμισυ μετά από τέσσερις μήνες και ότι τα εμβολιασμένα άτομα που είχαν μολυνθεί με την πιο μολυσματική μετάλλαξη Δέλτα είχαν το ίδιο υψηλά ιικά φορτία όσο και τα μη εμβολιασμένα άτομα.
Δύο ερευνητικές μελέτες από τις ΗΠΑ και το Κατάρ έχουν επίσης υποδαυλίσει τη συζήτηση σχετικά με την ανάγκη ή όχι για ενισχυτικές δόσεις, καθώς διαπίστωσαν υψηλότερο αριθμό «σημαντικών λοιμώξεων» από τον αναμενόμενο, μολονότι η προστασία από βαριά συμπτώματα του ιού φαίνεται να διατηρείται.
Η Natalie Dean, καθηγήτρια βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο του Emory, δήλωσε ότι η εξάπλωση της μετάλλαξης Δέλτα καθιστά «πολύ πιο δύσκολο» το περιορισμό της μετάδοσης.
«Η κατάσταση άλλαξε άρδην αναφορικά για το διάστημα που πιστεύουμε ότι μπορούν να μας προστατέψουν τα εμβόλια», τόνισε. «Εχουμε επιστρέψει σε έναν πιο μετριοπαθή - αλλά ακόμα κρίσιμο - στόχο: την πρόληψη σοβαρών ασθενειών, νοσηλείας και θανάτων».
Τι δείχνουν οι τελευταίες μελέτες;
Οι επιστήμονες της Οξφόρδης έδειξαν ότι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου μειώνεται από τον περασμλενο Μάιο όταν και το στέλεχος Δέλτα εξαπλώθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ενώ το εμβόλιο της Pfizer ήταν πιο αποτελεσματικό στην αρχή, για τέσσερις έως πέντε μήνες μετά τη δεύτερη δόση, η αποτελεσματικότητά του ήταν περίπου η ίδια με το εμβόλιο της AstraZeneca, καθώς η προστασία που προσφέρει το τελευταίο μετά βίας έχει μεταβληθεί.
Μια ξεχωριστή μελέτη από το Κατάρ που επικεντρώθηκε στη μετάλλαξη Δέλτα διαπίστωσε ότι δύο δόσεις της Pfizer ήταν κατά 60 % αποτελεσματικές στο να σταματήσουν τη μόλυνση, είτε συμπτωματική είτε όχι, ενώ της Moderna ήταν κατά 86 % αποτελεσματική.
Οι νέες μελέτες συμπίπτουν περισσότερο με την έρευνα στο Ισραήλ, η οποία διαπίστωσε ότι το εμβόλιο της Pfizer ήταν μόλις 41 % αποτελεσματικό στην πρόληψη της συμπτωματικής λοίμωξης τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Η μελέτη της Οξφόρδης ήταν η πρώτη που υποδεικνύει ότι η αποτελεσματικότητα της λήψης του εμβολίου της Pfizer μπορεί να μειώνεται ταχύτερα από την αντίστοιχη της AstraZeneca.
Η μείωση της αποτελεσματικότητας ενδέχεται να προκαλείται από την ελάττωση της ανοσίας, ενισχύοντας έτσι τα επιχειρήματα υπέρ μια τρίτης δόσης. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα επίπεδα αντισωμάτων μειώνονται με την πάροδο του χρόνου, αν και οι επιστήμονες δεν έχουν προσδιορίσει το επίπεδο στο οποίο σταματούν να είναι προστατευτικά. Άλλα μέρη του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως τα λεμφοκύτταρα Τ -που είναι πιο δύσκολο να παρακολουθηθούν- παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση του ιού.
Οι μελέτες φάνηκαν επίσης να δείχνουν ότι το εμβόλιο Moderna μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της μετάλλαξης Δέλτα από το εμβόλιο της Pfizer.
«Και τα δύο είναι πραγματικά καλά εμβόλια, αλλά μπορεί να παίζει ρόλο μια διαφορά που σχετίζεται με τη δόση », είπε ο Abu-Raddad, μελετητής του Κατάρ. Το εμβόλιο της Moderna έχει πάνω από τρεις φορές το mRNA - τις γενετικές οδηγίες που διδάσκουν το σώμα να αναγνωρίζει την πρωτεΐνη αιχμής - από το εμβόλιο της Pfizer.
Σε κάθε περίπτωση οι επιστήμονες διστάζουν να βγάλουν ολοκληρωμένα συμπεράσματα από αυτές τις νέες μελέτες επειδή υπάρχουν αρκετοί μεταβλητές.
Τα άτομα που εμβολιάστηκαν νωρίς τείνουν να είναι πιο ευάλωτοι, οπότε μπορεί να έχουν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν ισχυρές ανοσολογικές αντιδράσεις ούτως ή άλλως.
Πηγή: Financial Times