H συναυλία του Γιο Γιο Μα στο Ηρώδειο ήταν μια μοναδική εμπειρία. Όχι μόνο επειδή ο διάσημος τσελίστας έπαιξε ακούραστα για πάνω από 2,5 ώρες τις 6 σουίτες του Μπαχ για τσέλο, χωρίς διάλειμμα, αλλά επιπλέον επειδή το παίξιμο του ήταν τόσο αβίαστο και χαλαρό που κατέκτησε τις καρδιές όλων.
Σε απόλυτη σιωπή, το κοινό στο κατάμεστο Ηρώδειο (οι θεατές είχαν γεμίσει κάθε γωνιά του θεάτρου) απόλαυσε έναν μουσικό μαραθώνιο χωρίς προηγούμενο νιώθοντας πως συμμετείχε σε μια μυσταγωγία πνευματικών απολήξεων. Άλλωστε αυτός ήταν και ο στόχος του Bach Project (μια περιοδεία που γίνεται σε 36 εμβληματικούς χώρους σε όλον τον κόσμο): να αναδείξει τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο η τέχνη μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους.
Και η επιλογή του Μπαχ δεν ήταν τυχαία. Όπως έχει πει ο ίδιος: «Οι έξι σουίτες του Μπαχ είναι σταθεροί μουσικοί συνοδοιπόροι μου. Εδώ και εξήντα χρόνια μου δίνουν έμπνευση, ανακούφιση και χαρά σε περιόδους άγχους, γιορτής ή απώλειας. Πόση δύναμη έχει αυτή η μουσική που ακόμη και σήμερα, 300 χρόνια μετά τη σύνθεσή της εξακολουθεί να προσφέρει παρηγοριά σε δύσκολους καιρούς;».
Ευρηματικός και αεικίνητος, παρά τα 18 βραβεία Grammy και τις 90 ηχογραφήσεις, ο Γιο Γιο Μα συνεχίζει να αναδεικνύει τη δύναμη της μουσικής και να είναι παρόν στα προβλήματα του κόσμου.
Με απόλυτο σεβασμό στο Αθηναϊκό κοινό απευθύνθηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της συναυλίας στα ελληνικά και μόνο, θυμίζοντας τις αρχές της αδελφότητας, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας που ξεπήδησαν από αυτό τον τόπο και καταλήγοντας στην οικεία λέξη «κουράγιο».
«Σας ευχαριστώ όλους που ήρθατε απόψε. Αγαπώ την Ελλάδα! Η Ελλάδα έχει δώσει στον κόσμο πολλά δώρα: ανοιχτότητα, ισότητα, κουράγιο» είπε, σηκώνοντας όρθιο το κοινό.
Η συναυλία είχε και μία (πραγματικά μεγάλη) έκπληξη: Ο Yo-Yo Ma προσκάλεσε το Πολυφωνικό Σχήμα Ηπείρου να ερμηνεύσουν μαζί έναν αρχαίο ελληνικό ρυθμό, αποτίοντας φόρο τιμής στην ελληνική παράδοση.
Στον Πειραιά, στην Πνύκα, στην Κυψέλη, στη «Σχεδία» (και μια σπασμένη χορδή)
Πριν ωστόσο, από το Ηρώδειο συνέβησαν πολλά και ενδιαφέροντα, που υπογραμμίζουν ότι, αυτός ο μουσικός διεθνούς φήμης είναι πριν από όλα ένας άνθρωπος βαθιάς ευαισθησίας.
Ο αμερικανός (κινεζικής καταγωγής) τσελίστας δεν στάθηκε μόνο στην λαμπερή πλευρά της τουριστικής Αθήνας.
Μία ημέρα πριν τη συναυλία είχε την ευκαιρία να οργανώσει μια σειρά από κοινωνικές δράσεις που έγιναν αθόρυβα χωρίς να εξυπηρετούν κανενός τύπου προβολή.
Έτσι το βράδυ της Παρασκευής (ημέρα άφιξής του στην Ελλάδα) βρέθηκε στην Πύλη 8 στο λιμάνι του Πειραιά – εκεί που αναχωρούν τα πλοία για το Αιγαίο – και έπαιξε Μπαχ σαν πλανόδιος μουσικός στην προβλήτα για το κοινό (για εμάς όλους) που μπαινόβγαινε στα καράβια. Η Ελλάδα είναι χώρα συνδεδεμένη με τη θάλασσα γι αυτό κι ο πρώτος σταθμός εκεί.
Την επόμενη ημέρα το πρωί επισκέφτηκε τα γραφεία της Σχεδίας (με την οποία το φεστιβάλ συνεργάζεται στενά φέτος). Ήπιε τον καφέ του στο καινούργιο στέκι που έχει φτιάξει η ομάδα της Σχεδίας στην Κολοκοτρώνη και μετά έπαιξε λίγο για τους περαστικούς. Μια χορδή μάλιστα έσπασε και τη χάρισε σε κάποιον που περνούσε.
Δεύτερος σταθμός την ίδια μέρα η Πνύκα. Γιατί εκεί ξεκίνησε η ιδέα της δημοκρατίας και γιατί το μέρος διαθέτει την ενέργεια του παρελθόντος. Εκεί οργανώθηκε ένα μικρό συμπόσιο, μια μικρή συζήτηση με τη συνοδεία μουσικής οργανωμένο από τη Μάρθα Φριντζήλα. Η Λυδία Κονιόρδου διάβασε τον Επιτάφιο του Περικλή και η Μάρθα Φριντζήλα τραγούδησε δύο τραγούδια παραδοσιακής μουσικής.
Η βόλτα ολοκληρώθηκε στην Πλατεία Κυψέλης – μια πλατεία που σηματοδοτεί όλα τα μηνύματα της σύγχρονης Αθήνας. Εκεί μαζί με άλλους Έλληνες μουσικούς έπαιξε σε μια εκδήλωση ανοιχτή στο κοινό. Στο κοινό αυτό που ενδεχομένως δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να τον απολαύσει στο Ηρώδειο.