Η διαχρονικότητα ενός λαού, δεν φαίνεται από, ή μόνο από τις μεγάλες του στιγμές στο χωρόχρονο, αλλά κυρίως από τις διαρκείς και επαναλαμβανόμενες παθογένειές του: «Η αρχηγία ενός Ελληνικού στρατεύματος ήταν μια τυραννία, γιατί ο καθένας έκαμνε τον αρχηγό, τον δικαστή, τον φροντιστή. Κάθε Έλληνας είχε και τα καπρίτσιά του και έπρεπε για να κάνεις δουλειά μ’ αυτούς. Άλλον να φοβερίζεις, άλλον να κολακεύεις, άλλον να τιμωρείς, κατά τους ανθρώπους». Αυτό ήταν το συμπέρασμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη αναφορικά με το ποίοι είμαστε και με ποιο ”ανθρώπινο υλικό” έπρεπε να αγωνιστεί.
Αργότερα , μετά την επανάσταση, νουθετούσε τους τότε νέους, ως εξής : «Η μάθησή σας να μη γίνει σκεπάρνι μόνο διά το άτομό σας, αλλά να κοιτάζει το καλό της κοινότητος. Και μέσα εις το καλό αυτό ευρίσκεται και το δικό σας καλό».
Προσωπικά, αυτό που έχω διαπιστώσει εμπειρικά, αλλά και μέσω ερευνών στα αρχεία (ελληνικά , οθωμανικά και δυτικά), διαβάζοντας και τους σύγχρονους ιστορικούς, είναι η ασυμφωνία και η ανά εποχή αποδόμηση της πρόσληψης – αφηγήματος του άλλου. Οι μάρτυρες των γεγονότων τα περιγράφουν στην πραγματική διάστασή τους, με ηρωισμούς και μικρότητες, προδοσίες. Οι ερμηνευτές τους, είτε «αγιοποίησαν» τους αγωνιστές, είτε τους απαξίωσαν, τονίζοντας καταχρηστικά τον ρόλο των ξένων δυνάμεων ως σωτήρων. Είτε στη σύγχρονη εποχή υπερτονίζεται ο ρόλος των τότε πολιτικών (Μαυροκορδάτου, Κωλέττη κ.ά ) αποδομώντας κυρίως τον Κολοκοτρώνη και τον Καποδίστρια.
Υπάρχει τεράστια αντιπαλότητα στην ακαδημαϊκή και όχι μόνον, κοινότητα , ενώ ο τοπικισμός αναφορικά με την πρωτιά της περιοχής που ξεκίνησε την επανάσταση , έχει φτάσει σε καταχρηστικά επίπεδα, διαστρέβλωσης της ιστορίας, της αναγωγής της σε φολκλόρ, ενώ γιορτάζεται η τοπική επέτειος κάθε περιοχής, με μεγαλύτερη ένταση και επισημότητα, απ’ ότι η πανελλήνια 25η Μαρτίου.
Αυτός ο άκρατος τοπικισμός με θλίβει βαθιά, κυρίως γιατί πολεμά το «εμείς» και «τιμά» το «εγώ», όταν η επανάσταση ήταν συλλογικό γεγονός που συντάραξε τον ελληνισμό από τη Μολδοβλαχία μέχρι την Κρήτη, Κύπρο και από τα Επτάνησα μέχρι τη Μ.Ασία, τους ομογενείς και τους φιλέλληνες.
Το δυστύχημα είναι πως οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, αντί να τονίζουν το «εμείς» , «χαϊδεύουν» τοπικιστικά «ώτα» και η διαίρεση έχει επέλθει .
Τιμώ τους «ανώνυμους» αλλά ουσιαστικά επώνυμους απλούς χιλιάδες αγωνιστές σε θάλασσα και ξηρά, που τα ονόματά τους είναι στα αρχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης (Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος), οι οποίοι πολέμησαν ανιδιοτελώς, σκοτώθηκαν ή έζησαν πάμφτωχοι πεθαίνοντας στην ψάθα.