Όταν η Έλενα Μανιγκέτι και ο Ράιαν Όσμπορν ξεκίνησαν να διασχίσουν τον Ατλαντικό Ωκεανό με ένα ιστιοφόρο των 11 μέτρων, το θέμα του κορονοϊιού ήταν μια από τις πολλές ειδήσεις στη διεθνή επικαιρότητα. Η επιδημία περιοριζόταν στην Γουχάν της Κίνας και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας φυσικά δεν είχε κανένα στοιχεία που να συνηγορεί πως επρόκειτο σε λίγο καιρό να κηρύξει κατάσταση πανδημίας.
Το σκάφος του ζεύγους απέπλευσε από το Λανζαρότε στις 28 Φεβρουαρίου για ένα ταξίδι 3.000 ναυτικών μιλίων και η ενημέρωση που είχαν τότε ήταν πως η κατάσταση στην Κίνα τίθεται σταδιακά υπό έλεγχο.
Στις 25 Μαρτίου, όπως γράφει ο Guardian, καθώς προσέγγιζαν ένα νησάκι της Καραϊβικής, μετά από 25 ημέρες χωρίς πρόσβαση στο διαδίκτυο, άνοιξαν τα κινητά τους τηλέφωνα.
«Αγοράσαμε δεδομένα δεδομένα και θυμάμαι τον Ράιν να διαβάζει τις ειδήσεις. Μείναμε με το στόμα ανοιχτό» λέει η Έλενα. «Ήταν δύσκολο να κατανοήσουμε αρχικά την κλίμακα του προβλήματος» σχολίασε από την πλευρά του ο Ράιαν. «Αν ξυπνούσες από κώμα τώρα, νομίζω ότι θα ήταν δύσκολο να κατανοήσεις πόσο σημαντικά ήταν όλα όσα είχαν συμβεί».
Το σοκ ήταν ακόμη μεγαλύτερο για την Έλενα η οποία είναι από τη Λομβαρδία, την περιοχή της Ιταλίας που έχει πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη στη χώρα και είναι ακόμη και σήμερα μια από τις πιο σοβαρά πληττόμενες διεθνώς.
«Εάν δεν διαβάζεις τις ειδήσεις για ένα μήνα και μετά ενεργοποιήσεις το τηλέφωνό σου, δεν είναι όπως όταν παρακολουθείς τη ροή των ειδήσεων και ενημερώνεσαι για το τι συμβαίνει κάθε μέρα. Οπότε είχα πρόσβαση μόνο στα νέα της τελευταίας εβδομάδας», εξηγεί η γυναίκα.
«Ήταν περίπου τρεις ημέρες [μετά την άφιξή μας] όταν ο Ράιαν βρήκε ένα δημοσίευμα 10 ημερών στους New York Times που ανέφερε ότι η πατρίδα μου [του Μπέργκαμο] ήταν η χειρότερη πληγείσα περιοχή στον κόσμο. Δεν είχα απολύτως καμία ιδέα. Κάλεσα τον μπαμπά μου και είπε: Ω, μάθατε. Μην πανικοβληθείτε. Όλα είναι καλά».
«Συνειδητοποιήσαμε τι πραγματικά συνέβαινε μόνο όταν είδαμε τις φωτογραφίες με τα φορτηγά του στρατού [σ.σ. να παραλαμβάνουν σορούς] έξω από το νεκροταφείο στην πατρίδα μου, επειδή δεν υπήρχε πια χώρος και φέρετρα. Αυτή ήταν η πιο σοκαριστική στιγμή».
Η Έλενα και ο Ράιν, ζουν σε ιστιοπλοϊκό σκάφος από το 2017 και καταγράφουν τις περιπέτειές τους και τη ζωή τους στο κανάλι που διατηρούν στο YouTube.
Ζουν στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν σπίτι εκεί και έτσι αποφάσισαν να αγοράσουν το ιστιοφόρο και να εξερευνήσουν τον κόσμο, διατηρώντας πάντα ένα χαμηλό budget αφού και οι δύο ασχολούνται ως freelance κειμενογράφοι και γραφίστες.
Το να διασχίσουν τον Ατλαντικό ήταν μια μεγάλη πρόκληση για την οποία το ζευγάρι είχε κάνει πολλές προετοιμασίες. Κατά τη διάρκεια αυτού το μόνο μέσο επικοινωνίας ήταν ήταν μια δορυφορική συσκευή ικανή να λαμβάνει μηνύματα 160 χαρακτήρων ενώ είχαν ζητήσει από φίλους και συγγενείς να μην τους στείλουν μήνυμα με δυσάρεστα νέα.
«Οι ναυτικοί συνηθίζουν να μην θέλουν να μαθαίνουν άσχημες ειδήσεις όταν διασχίζουν ωκεανούς επειδή δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να μπορείς να κάνεις», είπε η Έλενα. «Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να κλάψεις, να φωνάξεις, να ανησυχείς, αλλά δεν μπορείς να γυρίσεις γιατί ο άνεμος είναι πίσω σου και είναι πολύ δυνατός».
Όταν πλησίαζαν πάντως στην Καραϊβική αντιλήφθηκαν πως κάτι δεν πήγαινε καλά.
«Ήμασταν περίπου δύο μέρες μακριά όταν κάποιος μας έστειλε μια λίστα με όλα τα νησιά που είχαν απαγορεύσει την πρόσβαση και αρχίσαμε να ανησυχούμε ότι δεν θα είχαμε που να πάμε» είπε ο Ράιαν.
«Νομίζαμε ότι ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί [για τον κοραναϊό], επειδή τα περισσότερα από τα νησιά δεν διαθέτουν ουσιαστικά υποδομές γαι υγειονομική περίθαλψη» σχολίασε η Έλενα. «Νομίζαμε ότι ήταν όλα ένα προληπτικό μέτρο και όχι ένα μέτρο περιορισμού».
Πηγή: The Guardian