Γιατί δεν συνιστά δημοσκοπική παραδοξότητα όταν στις δημοσκοπήσεις και στο ερώτημα για τον «καταλληλότερο πρωθυπουργό» ο «κανένας» είνα στην πρώτη θέση.
Open Image Modal
.
master1305 via Getty Images

“Δεν υπάρχουν ιδέες. Υπάρχουν μόνον άνθρωποι που κουβαλούν αυτές τις ιδέες κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει”

(N. Καζαντζάκης).

Μπορεί ο Ν. Καζαντζάκης να μην ήταν πολιτικός αναλυτής ή κοινωνιολόγος ή ψυχαναλυτής, αλλά η παραπάνω θέση του δικαιώνεται απόλυτα από τη σύγχρονη πολιτική ζωής της χώρας μας. Τα όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ για τον τρόπο και το χρόνο που θα επιλέξει τον επόμενο πρόεδρό του φαίνεται πως κινούνται στο πλαίσιο της θέσης του Ν. Καζαντζάκη.

Οι εκλογές στο ΠΑΣΟΚ για την ανάδειξη του νέου προέδρου του κόμματος μετά την ευρεία αμφισβήτηση του κ. Ανδρουλάκη και η ευρεία συμμετοχή των ψηφοφόρων-οπαδών και φίλων ανέδειξαν την αξία και τον ρόλο του Πολιτικού  Ηγέτη  στο  σημερινό πολιτικό σύστημα της Ελλάδας. Αναλύσεις επί αναλύσεων εστιάζουν τόσο στα χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου πολιτικού ηγέτη, αλλά και στην εσωτερική ανάγκη του πολίτη-ψηφοφόρου να προσδένεται στην εξουσία και τα οράματα του ηγέτη του.

Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα και την άνετη επικράτηση του παλιού προέδρου του ΠΑΣΟΚ εκτιμάται από πολλούς αναλυτές πως το κόμμα είχε και έχει ανάγκη από ένα Ηγέτη και όχι από πρόεδρο. Κι αυτό γιατί το ΠΑΣΟΚ επιστρέφοντας στην οδό της διεκδίκησης της εξουσίας χρειάζεται ένα πρόσωπο που να εμπνέει και να πείθει  ψηφοφόρους πέραν του παραδοσιακού Κέντρου ή της Κεντροαριστεράς.

Θα ήταν ένα “πολιτικό ατύχημα ή δυστύχημα” για τη σημερινή αντιπολίτευση και ιδιαίτερα για το ΠΑΣΟΚ και τον νεοεκλεγέντα κ. Ανδρουλάκη στις επόμενες εκλογές (όποτε αυτές κι αν γίνουν) ο νυν Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης να κερδίσει για τη τρίτη συνεχή φορά το αξίωμα του Πρωθυπουργού. Κάτι που δεν κατόρθωσε κανένας πολιτικός στην μεταπολιτευτική Δημοκρατία μας.

Οι κακές γλώσσες λένε πως αυτή είναι και η πραγματική αιτία που οι πρώην αρχηγοί της ΝΔ (Καραμανλής / Σαμαράς) αποστασιοποιούνται συνεχώς από το κόμμα και ασκούν δριμεία κριτική στην πολιτική και στις ιδεολογικές ακροβασίες του κ. Μητσοτάκη.

Η επανεκλογή του κ. Ανδρουλάκη, η αναμενόμενη επανεκλογή του κ. Κασσελάκη στον προεδρικό θώκο του αυτοκτονικού ΣΥΡΙΖΑ και οι συνεχείς αμφισβητήσεις του κ. Μητσοτάκη από τους Ηρακλείς της παραδοσιακής δεξιάς θερμαίνουν την πολιτική ατμόσφαιρα και τις κομματικές έριδες της χώρας μας.     

Η πολιτική, λοιπόν, ζωή στη χώρα μας επωάζει τις συζητήσεις για το ρόλο του Πολιτικού Ηγέτη και τα χαρακτηριστικά του, αφού όλοι πιστεύουν πως αυτός είναι που κατά κύριο λόγο συμβάλλει με την παρουσία του σε ένα κόμμα στην κατάληψη ή διατήρηση στην κυβερνητική εξουσία.

Σε καιρούς κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής, επιδημικής, πολιτικής…) ο πολιτικός ηγέτης καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην ικανοποίηση των αιτημάτων του λαού και στην ανάγκη να δώσει ένα όραμα για το μέλλον. Πολλές φορές τα δύο αυτά είναι αλληλοσυγκρουόμενα και η σύνθεσή τους αρκετά δύσκολη. Ο Ηγέτης υποχρεώνεται να λειτουργήσει ως αποσυμπιεστής άλλοτε της λαϊκής οργής και θυμού του λαού κι άλλοτε της αγωνίας και της απαίτησης – ελπίδας για διέξοδο και για μία άλλη προοπτική ή πρόταση ζωής. Ο διττός αυτός ρόλος καθιστά το πολιτικό λειτούργημα δυσχερές και απαιτεί από τον πολιτικό ηγέτη να χαρακτηρίζεται από πολλές ικανότητες και «δεξιότητες».

“Ένας καλός Ηγέτης οδηγεί τους ανθρώπους από πάνω τους. Ένας μεγάλος Ηγέτης οδηγεί τους ανθρώπους από μέσα τους”

 

(M.D Arnold).

Γι’ αυτό και δεν συνιστά δημοσκοπική παραδοξότητα, όταν στις δημοσκοπήσεις και στο ερώτημα για τον «καταλληλότερο πρωθυπουργό» ο «κανένας» να κατέχει την πρώτη θέση. Η εθνική αλλά και η παγκόσμια πολιτική συγκυρία επωάζει αναλώσιμους ηγέτες επιβεβαιώνοντας την θέση πως η εποχή μας είναι δύσκολη για «Πολιτικούς Πρίγκηπες».

Η ιστορία είναι η ιστορία των προσώπων

Η καθημερινότητα (πολιτική, οικονομική, κοινωνική) γεννά προβλήματα και προβληματισμούς σχετικά με την πολιτική ωριμότητα του λαού, τη συλλογική ευθύνη και ιδιαίτερα τα γνωρίσματα και τις αρετές του πολιτικού ηγέτη – ηγεμόνα. Το τελευταίο εγείρει διαφωνίες ανάμεσα στους ειδικούς της πολιτικής ιστοριογραφίας για το βαθύτερο περιεχόμενο της ανθρώπινης ιστορίας. Μια βασική τάση αυτής πρεσβεύει πως η ιστορία δεν συνιστά μια συρραφή – άθροισμα γεγονότων αλλά προϊόν της προσωπικής ιστορίας ορισμένων διαλεχτών – εκλεκτών από τη μοίρα θνητών (ιδιαίτερα πολιτικών).

Με άλλα λόγια, δηλαδή, η «ιστορία είναι η ιστορία προσώπων». Σύμφωνα με την πλευρά αυτή υποβαθμίζονται άλλοι παράγοντες όπως: το θεϊκό στοιχείο, η μοίρα, οι οικονομικοί παράγοντες, οι ιδεολογίες και οι καταναγκασμοί που ασκούν οι απρόσωπες κοινωνικές δομές πάνω στα ανθρώπινα υποκείμενα. Όποιες, όμως, κι αν είναι οι ενστάσεις κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί το ρόλο του πολιτικού υποκειμένου στη διαμόρφωση του ιστορικού γεγονότος.

Οι αρετές του Ηγέτη

Πρωταρχικό στοιχείο – αρετή ενός πολιτικού ηγέτη η δύναμη να μιλά στο λαό με ειλικρίνεια και όχι «προς ηδονήν». Γιατί όσοι αποκρύπτουν την αλήθεια και στοχεύουν στην προσωπική ανάδειξη εύκολα διολισθαίνουν στο λαϊκισμό και στις θωπείες των αδυναμιών του λαού: Ο πραγματικός ηγέτης μπορεί και πρέπει να αντιπαρατίθεται σε κάθε ταπεινή επιθυμία του λαού. Ο ηγέτης βλέπει μακριά, ερμηνεύει ψύχραιμα τα δεδομένα και αποφασίζει με γνώμονα τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα και όχι με κριτήριο τις εντυπώσεις του παρόντος. Σχετικά σημειώνει ο Μακιαβέλι στον «Ηγεμόνα» του:

  «Γιατί γενικά οι άνθρωποι κρίνουν πιο πολύ από τα φαινόμενα παρά από τα πράγματα, επειδή όλοι μπορούν να βλέπουν και ν’ ακούν, λίγοι όμως είναι εκείνοι που μπορούν και να κρίνουν».

Ως απόρροια των παραπάνω λογίζεται η υποχρέωση του πολιτικού ηγέτη να γίνεται δυσάρεστος στο λαϊκό αίσθημα, όταν αυτό επιβάλλει η πραγματικότητα. Μακροπρόθεσμα ο λαός θα αναγνωρίσει το «ανάστημα» του πολιτικού ηγέτη και θα γαλουχηθεί στην ανάγκη να ακούει τα δέοντα και να μην αντιδρά σύμφωνα και με την επισήμανση του Θουκυδίδη: «όπερ φιλεί όμιλος ποιείν», (αντιφατική συμπεριφορά / το ευμετάβολο των διαθέσεων).

Ένα άλλο βασικό γνώρισμα – αρετή του πολιτικού ηγέτη (όχι κατ’ ανάγκην αξιολογικά ύστερον) είναι και η ικανότητά του να «οδηγεί» το πλήθος, το λαό και να μην καθίσταται ουραγός του «ουκ ήγετο μάλλον υπ’ αυτού ή αυτός ήγε». Η ικανότητα αυτή προϋποθέτει ένα άλλο πλήθος αρετών, όπως: αρτιωμένη προσωπικότητα, πνευματικότητα, ευστροφία, ισχυρή διάνοια, αντιληπτικότητα, ηθική ακεραιότητα, αξιοκρατική αντίληψη και φυσικά βαθιά γνώση της ψυχολογίας του πλήθους. Μόνο ένας ηγέτης με τα παραπάνω στοιχεία μπορεί να καθοδηγεί, να κατευθύνει, να ποδηγετεί, να επιβάλλεται, να συμμορφώνει και να εμπνέει.

«Αν (ο ηγέτης) δίνει σημασία στην Κοινή Γνώμη και στα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων, τότε δεν κυβερνά, αλλά υπακούει» (Μ. Θάτσερ)

 Ένας αληθινός, επομένως, ηγέτης – παιδαγωγός δε σταθμίζει τη συμπεριφορά του ανάλογα με τις επιδοκιμασίες ή αποδοκιμασίες του πλήθους, αλλά με γνώμονα το κοινό συμφέρον, και με τη δύναμη της προσωπικότητας και το κύρος του εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του και επιβάλλει τη θέλησή του με τη λαϊκή συγκατάθεση. Ο πραγματικός ηγέτης ανοίγει δρόμους ανασύροντας τα πλήθη από τις ψευδαισθήσεις του ναρκισσισμού τους. Ο ρεαλισμός και η έμπνευση είναι οι δύο πυλώνες ενός ξεχωριστού ηγεμόνα. Αυτός είναι σε ρήξη με τη μάζα και τις ιδεοληψίες της.

Η Ελληνική περίπτωση

Μια ανασκόπηση της Ελληνικής πολιτικής ιστορίας δύσκολα θα εντόπιζε πρόσωπα – πολιτικούς ηγέτες με τα παραπάνω γνωρίσματα – αρετές. Οι περισσότεροι, αν και υποσχέθηκαν την υπέρβαση και την αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού, βούλιαξαν στην ανεπάρκειά τους ή ολιγώρησαν μπροστά στα μεγάλα διλήμματα. Επικαλέστηκαν και επικαλούνται το βάρος και το μέγεθος της πραγματικότητας που τους εξωθεί στο συμβιβασμό και στην άτακτη υποχώρηση. Ξεχνούν πως:

«παρ’ όλο που δεν μπορούμε να επιλέγουμε αυτό που μας συμβαίνει, μπορούμε αντιθέτως να επιλέξουμε να εναντιωθούμε σ’ αυτό που μας συμβαίνει». (Σαβατέρ, «Μιλώντας στο γιο μου»)

Ο τρόπος της εναντίωσης χαρακτηρίζει και ξεχωρίζει τον ηγέτη από τους μέτριους. Οι ιδεολογικές μεταλλάξεις και η ανακολουθία λόγων και έργων εμποδίζουν την ανάδειξη ηγετικών φυσιογνωμιών. Πρόσφατα γεγονότα  επιβεβαιώνουν τα παραπάνω και αφυδατώνουν την πολιτική από κάθε δημιουργικό στοιχείο.

Η πολιτική πραγματικότητα, ωστόσο, εκθέτει πρόσωπα και συμπεριφορές που φιλοδόξησαν τη ρήξη με το παλιό και τελικά αφομοιώθηκαν από τις επιταγές της αναγκαιότητας (οικονομικής, κοινωνικής).

«Αμήχανον δε παντός ανδρός εκμαθείν / ψυχήν τε και φρόνημα και γνώμην, πριν αν / αρχαίς τε και νόμοισιν εντριβής φανή» (Σοφοκλέους, Αντιγόνη, στίχοι 175-177, Αδύνατο να μάθεις κανενός ανθρώπου το φρόνημα, τη γνώμη και την ψυχή, προτού να ακονιστεί στην εξουσία και στο νόμο).               

Σε εποχές, λοιπόν, που το αδηφάγο πολιτικό μας σύστημα τρέφεται από “αναλώσιμους” πολιτικούς και Ηγέτες είναι ανάγκη να βρούμε εκείνα τα θεσμικά αντίβαρα που θα καλύπτουν το κενό. Κανείς δεν θα συναινούσε στην  “μικρότητα” των Ηγετών, αλλά ούτε και θα παραγνώριζε το ρόλο του Πολιτικού-Ηγέτη στη νοηματοδότηση της πολιτικής που σύμφωνα με τον A. Heywood:

“Η πολιτική, είναι η δραστηριότητα μέσω της οποίας οι άνθρωποι ορίζουν, τηρούν και τροποποιούν τους γενικούς κανόνες βάσει των οποίων ζουν”.

Διαφορετικά κινδυνεύουμε από “ηγετίσκους” και “αυτόκλητους σωτήρες”.

“Στης αυταρέσκειας την οίηση και την εγωπάθεια,
με συνέχεια και συνέπεια σε αναδρομές και επιδείξεις
και τον εφησυχασμό αποδοχή ασφάλειας και τάξης,
βρίσκουν επίκληση και στέγασμα αυτόκλητοι σωτήρες
ως μέντορες και ταγοί, επίδοξοι και σώφρονες ηγέτες,
με γαλαντόμες ρήτρες τιμής, ισότητας και δικαιοσύνης
την  απότοκη αγωνία μας σε σιωπή να φαλκιδέψουν”

(Γιώργος Αλεξανδρής)