«Ο Ζούμπιν Μέτα είναι ένας ζωντανός θρύλος, πολύ αγαπητός στους φίλους του Μεγάρου, και για μένα ένας μαέστρος σπάνιας ποιότητας. Οι δικές μου συνεργασίες μαζί του και με την Ορχήστρα του Φλωρεντινού Μουσικού Μαΐου (με το 1o κονσέρτο του Τσαϊκόφσκι που έπαιζα) ήταν από τις ανεξίτηλες μουσικές έμπειρες μου, γιατί έβλεπα έναν ιδιοφυή μαέστρο να γίνεται διάφανος στην ερμηνεία μου και να αφήνει χώρο στον σολίστα του να δώσει τον καλύτερο του εαυτό» λέει στη HuffPost ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής, Γιάννης Βακαρέλης με αφορμή την εορταστική συναυλία υπό τη διεύθυνση του κορυφαίου μαέστρου τη Δευτέρα 14 Ιουνίου, στο Ηρώδειο.
Μία εβδομάδα μετά τη συναυλία - μυσταγωγία με την «Εβδόμη» από τη musicAeterna και τον Θεόδωρο Κουρεντζή στους Δελφούς, στο πλαίσιο του μουσικού μαραθωνίου Μπετόβεν, το Μέγαρο Μουσικής ανοίγει τις φετινές παραστάσεις στο Ηρώδειο, γιορτάζοντας τα 30 χρόνια από την ίδρυση του, με τον ιδιαιτέρως αγαπητό στο ελληνικό κοινό, μαέστρο Ζούμπιν Μέτα, τον βιολονίστα Πίνχας Ζούκερμαν και την Ορχήστρα του Φλωρεντινού Μουσικού Μαΐου (Orchestra del Maggio Musicale Fiorentino) σε έργα Γιοχάννες Μπραμς.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τη Συμφωνία αρ. 2 σε ρε μείζονα, έργο 73, τη δεύτερη από τις τέσσερις που συνέθεσε ο Γερμανός μουσουργός, ενώ ο βιρτουόζος βιολονίστας θα παίξει το Κοντσέρτο για βιολί σε ρε μείζονα, έργο 77, το μοναδικό που έγραψε ο Μπραμς σε όλη του τη ζωή.
Το μήνυμα του μαέστρου για τη συναυλία στο Ηρώδειο και την επιστροφή του στην Αθήνα που κλείνει με ένα «ευχαριστώ» στα ελληνικά
Γεννημένος στη Βομβάη της Ινδίας τον Απρίλιο του 1936, ο Ζούμπιν Μέτα, μεγάλωσε μέσα στη μουσική, καθώς ο πατέρας ήταν σολίστ βιολιού και ιδρυτής της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βομβάης.
Το 1954, σε ηλικία 18 ετών, πηγαίνει στην μεταπολεμική Βιέννη για να σπουδάσει διεύθυνση ορχήστρας και τέσσερα χρόνια μετά κάνει το ντεμπούτο του. Την ίδια χρονιά έρχεται πρώτος στον Διεθνή Διαγωνισμό Διεύθυνσης Ορχήστρας στο Λίβερπουλ, όπου και αναλαμβάνει τη θέση του βοηθού μαέστρου της Βασιλικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λίβερπουλ. Πριν κλείσει τα τριάντα του χρόνια έχει διευθύνει δύο από τις πιο σημαντικές ορχήστρες του κόσμου, τη Φιλαρμονική της Βιέννης και τη Φιλαρμονική του Βερολίνου.
“«Κάποτε είχα πει ότι ο μεγαλύτερος τραγουδιστής είναι ο Ντομίνγκο. Την ημέρα εκείνη ήμουν με τον Παβαρότι, ο οποίος ήταν ένας πραγματικός τζέντλεμαν και δεν έκανε το παραμικρό σχόλιο. Απλά με καλωσόρισε στη Μόντενα με ένα γλυκό».”
Στην 60χρονη πορεία του έχει δώσει περισσότερες από 3.000 συναυλίες και στις πέντε ηπείρους, ενώ έχει διευθύνει όπερες στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου. Με φανατικό κοινό που τον ακολουθεί πιστά, ξεχώρισε, ήδη από την αρχή της καριέρας του, διατελώντας μουσικός διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας του Μόντρεαλ (1961-1967), της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λος Άντζελες (1962-1978) και της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης (1978-1991).
Στη συνείδηση του παγκόσμιου κοινού έχει συνδέσει για πάντα το όνομά του με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Ισραήλ, επικεφαλής της οποίας ήταν από το 1977 μέχρι και το 2019, οπότε αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί, μετά και την περιπέτεια της υγείας του.
Φλωρεντία, Νέα Υόρκη, Ισραήλ, Λος Άντζελες
Πατέρας τεσσάρων παιδιών, τα δύο εκ των οποίων από τον πρώτο γάμο του με την Καναδή σοπράνο Κάρμεν Λάσκι και τα άλλα δύο από σχέσεις εκτός γάμου, ο Ζούμπιν Μέτα είναι παντρεμένος από το 1969 με την Αμερικανίδα ηθοποιό Νάνσι Κόβακ.
Σε πρόσφατη συνέντευξη του στην Corriere della Sera, όπου η αφήγηση της πλούσιας και πυκνής ζωής του διατρέχει το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα και διασταυρώνεται με ορισμένες από τις επιδραστικές φυσιογνωμίες της τέχνης αλλά και της πολιτικής, ο 85χρονος μαέστρος δηλώνει λάτρης της Φλωρεντίας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι ο δήμαρχος Ντάριο Ναρντέλα είναι σε στενή επαφή με την Όπερα της πόλης «… όχι όπως ο Εντ Κοχ (σ.σ. πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης) ο οποίος στα 11 χρόνια της θητείας του δεν είχε έρθει ούτε μία φορά στις συναυλίες μου με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης».
Ενώ αναφερόμενος στα 50 χρόνια της συνεργασίας του με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Ισραήλ, παραδέχεται ότι εκεί ανέπτυξε πολιτική συνείδηση.
Μιλώντας δε, για το Λος Άντζελες επισημαίνει το αυτονόητο, ότι είναι η πόλη των κινηματογραφικών αστέρων κι «ένας κόσμος εντελώς αποσυνδεδεμένος με τον κόσμο μας. Όσον αφορά τη μουσική ήταν τότε μια έρημος», σημειώνει, προσθέτοντας ότι τα χρόνια που εργάστηκε στις ΗΠΑ αρνήθηκε να διευθύνει soundtrack, εκτός από μία περίπτωση, την ταινία «Μανχάταν» του Γούντι Άλεν, επειδή η μουσική ήταν του Γκέρσουιν. «Όλο το καστ -Μάριελ Χέμινγουεϊ, Μέριλ Στριπ, Νταϊάν Κίτον- ήρθε στο στούντιο να μας ακούσει στην ηχογράφηση. Ο Γούντι Άλεν; Ήταν πολύ ταπεινός», καταλήγει.