Οι χαρακτηριστικές παθογένειες δύο δυσλειτουργικών κυβερνήσεων επιτρέπουν στη «17 Νοέμβρη» να συνεχίζει να προκαλεί ζημιά στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις 13 χρόνια μετά την εξάρθρωση της 17Ν τον Ιούλιο του 2002. Η ανακοίνωση του πρέσβη Πιρς σχετικά με την αποφυλάκιση του καταδικασμένου ως μέλους της 17Ν Σάββα Ξηρού («μία εξαιρετικά μη φιλική πράξη») είναι η πιο έντονη δημόσια παρέμβαση της πρεσβείας των ΗΠΑ στην ελληνική πολιτική από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004.
Οπότε πόσο προβληματισμένοι θα έπρεπε να είναι οι Έλληνες σχετικά με το μέλλον των ελληνοαμερικανικών σχέσεων εάν ο Ξηρός στα αλήθεια πάει στο σπίτι του φορώντας βραχιολάκι;
Πρόκειται για μια κρίση που δεν ήταν απαραίτητη, φυσικά. Το ανθρωπιστικό ζήτημα της ιατρικής κατάστασης του Ξηρού θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί εντός του υπάρχοντος νομικού πλαισίου, εάν το ελληνικό σύστημα Δικαιοσύνης δεν ήταν σε κατάσταση ημι-κατάρρευσης. Ακόμα και οι Συνταγματάρχες αποδέχτηκαν την αρχή της ελληνικής (αν και όχι αμερικανικής) νομολογίας, ότι οι κατάδικοι, περιλαμβανομένων βομβιστών- επαναστατών, θα έπρεπε να απελευθερώνονται εάν η φυλάκισή τους προκαλεί «ανήκεστη βλάβη» στην υγεία τους. Αυτή είναι μια πρόβλεψη στην οποία έχει σημειωθεί κατάχρηση, για παράδειγμα για την απελευθέρωση του Γρηγόρη Μιχαλόπουλου, του διαβόητου εκδότη/ εκβιαστή που είχε σημείωμα από τον καρδιολόγο του. Αλλά οι αναπηρίες του Ξηρού, όχι όλες αποτελέσματα της βόμβας που εξερράγη στα χέρια του, είναι πραγματικές.
Από τη στιγμή που δικαστικοί αξιωματούχοι απέχουν από τέτοιες δύσκολες αποφάσεις, η κυβέρνηση Τσίπρα θέσπισε έναν νόμο που παίρνει από αυτούς την ευθύνη για την απελευθέρωση του Ξηρού. Με αυτόν τον τρόπο, ο ΣΥΡΙΖΑ ήλπιζε να διαβεβαιώσει την εσωτερική του αντιπολίτευση ότι εξακολουθεί να αγαπά την Επανάσταση, ανεξαρτήτως του ζήλου με τον οποίο ο υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, μπορεί να φλερτάρει με την Κριστίν Λαγκάρντ. Αλλά η χειρονομία προκάλεσε μία ενστικτώδη αντίδραση από μια υπερδύναμη η οποία παραμένει βαθιά παράλογη, 14 χρόνια μετά την 9/11.
Η πρόφαση που παρουσίασε ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Χαρφ, για την αυστηρή αμερικανική αντίδραση, ότι ο Ξηρός «θα ήταν σε θέση να αρχίσει ξανά τρομοκρατικές συνωμοσίες και σχεδιασμούς», είναι αρκούντως ανόητη. Πάνω από τα μισά γνωστά μέλη της 17Ν είναι εκτός φυλακής ήδη, και όλα τους είναι τώρα υπάκουοι, καλοί πολίτες. Οι τωρινές εμμονές του Ξηρού, τουλάχιστον οι δημόσιες, δεν είναι επαναστατικές. Το να στείλεις πίσω στο σπίτι του έναν κυρίως τυφλό, κάπως κουφό, εν μέρει παραμορφωμένο και μυστικιστικά μπερδεμένο αγιογράφο δεν θα ενθαρρύνει περισσότερες τρομοκρατικές επιθέσεις σε αμερικανικά συμφέροντα.
Ένας λόγος υπερβολικής αντίδρασης είναι ότι το διπλωματικό προσωπικό της πρεσβείας έχει αλλάξει τρεις φορές από τότε που συνελήφθη η 17Ν. Αυτοί που είναι εν υπηρεσία τώρα ίσως να μην γνωρίζουν ότι η 17Ν καταδικάστηκε με βάση ομολογίες που είχαν υπογράψει ο Σάββας Ξηρός και οι αδελφοί του. Αυτές οι ομολογίες δεν είναι ολοκληρωμένες ή αληθείς- δεν ξέρουμε στα αλήθεια ποιοι τράβηξαν τη σκανδάλη στους 23 φόνους της 17Ν- αλλά ξέρουμε ότι αποκτήθηκαν μέσω μιας ανεπίσημης υπόσχεσης για πιο επιεική αντιμετώπιση από αυτήν που άξιζαν τα εγκλήματα της 17Ν. Ο πιο σκληρός τρόπος να εξουδετερωθεί ο Ξηρός ως επαναστάτης θα ήταν να γίνει σεβαστή αυτή η υπόσχεση και ως εκ τούτου να υπογραμμιστεί η σημασία του ρόλου του ως πληροφοριοδότη κατά των συντρόφων του.
Σημαντική αποστολή της ελληνικής, ή οποιασδήποτε κυβέρνησης που ειλικρινά θέλει να εξαφανίσει την τρομοκρατία, είναι να επιδείξει ότι η δικαιοσύνη της είναι ανώτερη από αυτήν που προσφέρουν οι εχθροί της. Η αποτυχία της ελληνικής πολιτείας να τιμωρήσει τους βασανιστές της Χούντας άνοιξε επαρκώς ένα πολιτικό παράθυρο για τη 17Ν το 1975. Το να επιτραπεί στην οικογένεια του Ξηρού να αναλάβει την ευθύνη της ιατρικής περίθαλψής του θα ήταν μια μικρή αλλά χρήσιμη χειρονομία, μια που έρχεται σε αντίθεση με την σκληρή αδιαφορία με την οποία η 17Ν επέλεγε και δολοφονούσε τα θύματά της. Δεν θα έπρεπε να υποτιμούμε την επίδραση τέτοιας μεγαλοψυχίας σε νέους οι οποίοι έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν την πολιτεία ταυτόχρονα ως κυνηγό και θήραμα.
Οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονται για την επιχειρηματολογία περί αποτελεσματικότητας. Ενθαρρύνονται να πιστεύουν, ενάντια σε όγκους στοιχείων για το αντίθετο (περιλαμβανομένου ενός αντιαμερικανού βομβιστή ονόματι Κώστας Σημίτης), ότι υπάρχει μια ειδική κατηγορία ανθρώπινων όντων που λέγονται τρομοκράτες, οι οποίοι, όπως τα ζόμπι στα βιντεοπαιχνίδια, πρέπει να εξοντώνονται χωρίς έλεος. Και οι οικογένειες των Αμερικανών θυμάτων είναι φυσικά ευγνώμονες να ακούν ότι η δίκαιη θλίψη και οργή τους αποτελούν πατριωτικό συναίσθημα. Για να μπορούν να ευημερούν γραφειοκράτες και πολιτικοί, αυτός ο θυμός πρέπει να φαίνεται ότι έχει συνέπειες.
Βραχυπρόθεσμα, η αμερικανική οργή για τον περιορισμό κατ'οίκον του Σάββα Ξηρού θα «μεταφραστεί» σε πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση Ομπάμα όσον αφορά την αντιμετώπιση της Ελλάδας ως πολύτιμου συμμάχου. Η αμερικανική αντιτρομοκρατική κοινότητα μπορεί να «αντέξει» το κόστος μιας κακεντρεχούς στάσης, καθώς η Ελλάδα- με αμελητέο αντιτρομοκρατικό προφίλ σήμερα- αποτελεί αναλώσιμο συνεργάτη. Εάν λάβει χώρα μια αντιπαράθεση σχετικά με τις κυρώσεις για την Ουκρανία και την οικονομική μόχλευση της Ρωσίας, η γραφειοκρατική συμμαχία εναντίον της Ελλάδας θα γίνει επικίνδυνα ισχυρή. Μία αρχική απώλεια θα μπορούσε να είναι η συνεχιζόμενη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα απαλλαγής από βίζα, ένα επώδυνο μέσο για την πρεσβεία των ΗΠΑ, αλλά δικαιολογήσιμο βάσει των ελληνικών στατιστικών μετανάστευσης.
Το πιο σημαντικό που πρέπει να θυμάται κανείς είναι ότι οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για την υγεία της Ε.Ε. και του διεθνούς οικονομικού συστήματος από ό,τι για την Ελλάδα. Αν η κυβέρνηση Τσίπρα συνεχίσει να εμφανίζεται επιθετικά μη αποφασισμένη σχετικά με την επιθυμία της για διάσωση εντός αυτού του συστήματος, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα παρακολουθεί από το περιθώριο καθώς βυθίζεται. Σε ευρύτερο πλαίσιο, η αποφυλάκιση ή μη του Σάββα Ξηρού θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί από όλες τις πλευρές ως μια μηδαμινή υποσημείωση.