Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που έχει να αντιμετωπίσει κάποιος όταν προσπαθεί να ανιχνεύσει γεγονότα τραγικής φύσεως, όπως π.χ. ένα τρομοκρατικό χτύπημα με θύματα παιδιά σε μια συναυλία είναι να πέσει στην παγίδα είτε της υπεραπλούστευσης, είτε της γενίκευσης. Δύο χαρακτηριστικά εξίσου επικίνδυνα και τραγικά για οποιονδήποτε θέλει να πραγματοποιήσει μια ανάλυση που να υπηρετεί τουλάχιστον κάποιους βασικούς κανόνες διαλεκτικής και λογικής.
Το ζήτημα της τρομοκρατίας πέρα από το αυτονόητη καταδίκη εμπεριέχει στην ανάλυση της και όλες τις παθογένειες της σύγχρονης κοινωνίας. Παθογένειες όπως αυτή της «Πολιτικής Ορθότητας».
Πολιτική ορθότητα που εδράζεται στην ανάλυση ορισμένων, κυρίως αναλυτών, θιασωτών της πολιτικής ορθότητας ότι δεν πρέπει να ονοματίζουμε την τρομοκρατία που βιώνουν οι κοινωνίες της Δύσης ως ισλαμική, λόγω του κινδύνου που υπάρχει ομογενοιοποιήσης του φαινομένου. Ομογενοιοποίηση που ενδέχεται να οδηγήσει σε και ρατσιστικής φύσεως ρητορική. Στην ανάλυση αυτή όμως διαφεύγει κάτι πολύ βασικό. Ότι δυστυχώς, όλοι όσοι δρουν τα τελευταία έτη ως τρομοκράτες στις χώρες της Δύσης και κυρίως στην Ευρώπη το κάνουν υπό το πρίσμα ενός θρησκευτικού ολοκληρωτισμού που έχει στον πυρήνα του την, διαστρεβλωμένη μεν, λατρεία δε, στη θρησκεία του Ισλάμ. Η άρνηση ορισμένων αναλυτών, της εγχώριας αλλά και της διεθνούς διανόησης, να ενσκήψουν στη διάσταση του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να καλλιεργηθούν ρητορικές ρατσισμού και συλλήβδην στοχοποίησης των Μουσουλμάνων από ακροδεξιές και μισαλλόδοξες φωνές.
Από την άλλη μεριά, είναι φανερό ότι οι δυτικές κοινωνίες και κυρίως οι ευρωπαϊκές κοινωνίες αλλά και οι μηχανισμοί κοινωνικής ενσωμάτωσης των χωρών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης έχουν αποτύχει να δημιουργήσουν τους κατάλληλους μηχανισμούς κοινωνικής ενσωμάτωσης και ένταξης μιας μερίδας πληθυσμού που ενώ έχει γεννηθεί και έχει μεγαλώσει στις χώρες αυτές, αδυνατεί να νιώσει πλήρες μέλος μιας κοινωνικής και πολιτειακής δομής. Λόγω αυτή της αδυναμίας, η μερίδα αυτή του πληθυσμού θεωρεί όχι μόνο ότι δεν έχει δικαιώματα στις κοινωνίες αυτές, αλλά κυρίως υποχρεώσεις όπως π.χ., την προστασία του κοινωνικού συνόλου. Η αδυναμία της Ευρώπης να αντιμετωπίσει στη ρίζα του το πρόβλημα της ισλαμικής ριζοσπαστικοποίησης μελών της κοινωνίας της είναι σχεδόν δεδομένο ότι θα δημιουργήσει έτι περαιτέρω προβλήματα στο άμεσο μέλλον.
Μια τελευταία άλλα εξίσου σημαντική παράμετρος, είναι η εξωτερική πολιτική κυρίως των ΗΠΑ που έδειξε αδράνεια στην αντιμετώπιση του ισλαμικού Κράτους, αλλά και δεν έκανε ορθή ανάγνωση των επιπτώσεων που είχε στην ευρύτερη περιοχή η «Αραβική Άνοιξη», με τον τρόπο που έγινε και τους μηχανισμούς που κινητοποίησε. Μηχανισμούς που στην πλειοψηφία τους δεν τους είχε αντιμετωπίσει στο παρελθόν είτε λόγω της μικρής σημασίας που είχαν στην διαχείριση πολιτικών τεκταινομένων στην περιοχή, είτε λόγω κακού υπολογισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η αγωνία πολλών αναλυτών για τον δρόμο που θα χαράξει η Τουρκία, που από το μοναδικό Μουσουλμανικό Κράτος της περιοχής που διατηρούσε έστω σε αδρές γραμμές κάποιους θεσμούς δημοκρατικής νομιμοποίησης και σχετικού φιλελευθερισμού, τείνει να καταστεί σε κράτος που δεν θα έχει να ζηλέψει λίγα πράγματα από τα άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής με παράδοση σε μη δημοκρατικές διαδικασίες.
Για αυτό το λόγο ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι όχι μόνο σημαντικός αλλά και καίριος.
Γιατί αν όλοι εμείς που αποτελούμε το σώμα της ευρωπαϊκής κοινωνίας, αλλά κυρίως αν οι δομές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν απαντήσουμε με ένα συγκεκριμένο μηχανισμό αντιμετώπισης, το πρόβλημα όχι μόνο δεν θα επιλύεται, αλλά θα διογκώνεται όλο και περισσότερο σε συνδυασμό με την τάση των ΗΠΑ για όλο και μεγαλύτερη απομόνωση και αδυναμία χάραξης μιας ρεαλιστικής εξωτερικής πολιτικής με αρχή, μέση και τέλος.