Η Ελλάδα, μετά από έξι χρόνια βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, έχει αποκαταστήσει τα δημόσια οικονομικά της, έχει αντιμετωπίσει τα υψηλά «δίδυμα» δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματά της, επιστρέφει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και σχεδιάζει την «επόμενη μέρα» για την οικονομία της.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα των πρωτοφανών θυσιών της Ελληνικής κοινωνίας, προκειμένου να επιτευχθεί η επώδυνη, αλλά αναγκαία, δημοσιονομική εξυγίανση.
Συγκεκριμένα:
1. Η Ελλάδα καταγράφει σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα.
Πράγματι, η χώρα παρουσιάζει το μεγαλύτερο κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές ισοζύγιο στην Ευρώπη, όπως αυτό υπολογίστηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
2. Η Ελλάδα επιστρέφει σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.
Αυτό έχει ήδη συμβεί για τρία συνεχόμενα τρίμηνα του τρέχοντος έτους, καθιστώντας την εκτίμηση του ρυθμού ανάπτυξης για το σύνολο του 2014, αν όχι συντηρητική, σε κάθε περίπτωση πολύ ρεαλιστική.
3. Η ανεργία, αν και οριακά, αποκλιμακώνεται.
Ωστόσο, η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, κυρίως όσον αφορά την μακροχρόνια ανεργία και την ανεργία των νέων.
4. Χρόνιες εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες αντιμετωπίζονται.
Η Ελλάδα παράγει πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η ανταγωνιστικότητά της ενισχύεται, όπως επιβεβαιώνεται και από τη βελτίωση της κατάταξης σε όλους τους σχετικούς δείκτες που καταρτίζονται από διεθνείς οργανισμούς.
5. Το οικονομικό κλίμα έχει βελτιωθεί.
Ο αντίστοιχος δείκτης ανέκαμψε και βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των 4 τελευταίων ετών.
Μετά τα επιτυχημένα τεστ αντοχής των τραπεζών, που διεξήχθησαν από την ΕΚΤ, οι προοπτικές ανάκαμψης έχουν ενισχυθεί περαιτέρω, και οι τράπεζες, που ανακεφαλαιοποιήθηκαν πρόσφατα, μπορούν να επανεμπλακούν στη χρηματοδότηση της οικονομικής ανάπτυξης.
6. Η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους έχει ενισχυθεί.
Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους έχει μειωθεί σημαντικά. Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν δεσμευτεί να παράσχουν περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, ενδεχομένως, από την άποψη της αναχρηματοδότησης του κινδύνου, εάν οι στόχοι για το πρωτογενές ισοζύγιο επιτυγχάνονται.
Όπως συμβαίνει σήμερα.
Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι η βιώσιμη δημοσιονομική προσαρμογή και πειθαρχία, αν και αναγκαία, δεν αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία.
Είναι απαραίτητη μια επαναξιολόγηση των Ευρωπαϊκών οικονομικών πολιτικών και προτεραιοτήτων.
Αλλά και η Ελλάδα, ως χώρα, θα πρέπει να σχεδιάσει την «επόμενη ημέρα» για την οικονομία της και να μετατρέψει την τρέχουσα σταθεροποίηση σε βιώσιμη ανάπτυξη, με κοινωνική συνοχή.
Αυτή είναι η νέα πρόκληση για τη χώρα.
Προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε, με την υιοθέτηση και εφαρμογή ενός ρεαλιστικού και συνεκτικού σχεδίου οικονομικής πολιτικής.
Βασικοί άξονες του σχεδίου είναι:
1. Η σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης.
Απαιτείται ένταση των προσπαθειών σε αυτό το πεδίο, με περαιτέρω έμφαση στην καταπολέμηση της παραοικονομίας, τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, την ενίσχυση της διαχείρισης των εσόδων, την ενίσχυση της διαφάνειας και την απλούστευση των διαδικασιών.
2. Η επίτευξη διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία θα προέρχονται, κυρίως, από το σκέλος των δαπανών, τη μεγέθυνση της οικονομίας και την καταπολέμηση της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής.
Αυτό είναι οικονομικά πιο αποτελεσματικό και διατηρήσιμο, αλλά και κοινωνικά πιο δίκαιο.
3. Η βελτίωση της «ποιότητας» των δημόσιων οικονομικών.
Αυτό θα επιτευχθεί με την αύξηση της αποτελεσματικότητας των πόρων και με την ενίσχυση, σταδιακά, των δαπανών που έχουν υψηλό πολλαπλασιαστή και απόδοση, προάγουν την οικονομική ανάπτυξη και δημιουργούν υψηλή κοινωνική ανταποδοτικότητα.
4. Η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δαπανών.
Με στοχευμένες παρεμβάσεις κοινωνικής πολιτικής, όπως η διασφάλιση της υγειονομικής περίθαλψης για τις ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, αλλά και το καθεστώς του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, μέσω της πιλοτικής έναρξής του σε διάφορες περιοχές της χώρας.
5. Η δημιουργία ενός δίκαιου, αποτελεσματικού και σύγχρονου κράτους.
Ήδη, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ο αριθμός των υπαλλήλων μειώθηκε σχεδόν κατά 25% από το 2009.
Πλέον, βρισκόμαστε στη φάση όπου περνάμε σταδιακά από την επίτευξη ποσοτικών στόχων στην εκπλήρωση των κρίσιμων ποιοτικών μεταρρυθμίσεων, με προτεραιότητα στην πάταξη της γραφειοκρατίας και την παροχή καλύτερων υπηρεσιών προς τους πολίτες.
6. Η αύξηση των επενδύσεων και η ενίσχυση των εξαγωγών, καθώς και η διατήρηση της κατανάλωσης σε υψηλά επίπεδα, έχοντας, όμως, σημαντικά μικρότερο συντελεστή βαρύτητας στη διαμόρφωση του ΑΕΠ.
Τα πολύτιμα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας θα συμβάλουν ουσιαστικά στη μετάβαση προς μια εξωστρεφή οικονομία.
7. Η ακόμη ταχύτερη αξιοποίηση των Ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων.
Το ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων του ΕΣΠΑ ανέρχεται σήμερα στο 86%.
Ενώ, η χώρα θα εισπράξει, προκαταβολικά, ένα σημαντικό ποσό από το νέο ΕΣΠΑ 2014-2020 για εμπροσθοβαρή, ώριμα έργα.
Το νέο πλαίσιο εισάγει, για πρώτη φορά, τη διάσταση της τομεακής στόχευσης και περιλαμβάνει, επίσης, προβλέψεις για χρηματοδότηση πολλαπλών τομέων από διάφορα ταμεία.
Προς την κατεύθυνση αυτή, 12 δισ. ευρώ θα είναι διαθέσιμα το 2015.
8. Η εντατικότερη υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου.
Περισσότερες από 30 ιδιωτικοποιήσεις έχουν ολοκληρωθεί ή έχουν τεθεί σε τροχιά υλοποίησης.
Ενώ, περισσότερα από 3.000 ακίνητα έχουν προεπιλεχθεί για αξιοποίηση.
9. Η εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης και της ρευστότητας της αγοράς.
Ως τραπεζοκεντρική χώρα, η στρατηγική μας είναι να διασφαλίσουμε τη σταθερότητα, την αντοχή και την κεφαλαιακή επάρκεια του τραπεζικού συστήματος.
Αυτό έχει επιτευχθεί με την επαρκή και έγκαιρη ανακεφαλαιοποίησή του.
Συνεπώς, οι τράπεζες πρέπει να ανταποκριθούν, άμεσα και με επάρκεια, στον διαμεσολαβητικό τους ρόλο, παρέχοντας την αναγκαία ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.
Η Ελλάδα έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο: η δημοσιονομική της θέση είναι ισχυρή και βιώσιμη, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που υλοποιήθηκαν πρόσφατα, είναι βαθιές, ριζικές και αξιόπιστες, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών έχει ολοκληρωθεί, οι οικονομικές προοπτικές είναι θετικές, τα τομεακά και γεωγραφικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας είναι σημαντικά, το επενδυτικό περιβάλλον και κλίμα έχει βελτιωθεί.
Η Ελληνική οικονομία περνά σταδιακά στον ενάρετο κύκλο της ευημερίας για όλους τους πολίτες.